Απολογισμος Ε. Στυλιανιδη για την επισκεψη Ερντογαν και τις συμφωνιες που υπεγραφησαν

«Μεταβλήθηκε η διάθεση και όχι οι θέσεις του Ερντογάν»

Τον απολογισμό της επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα και τα όσα αποφασίστηκαν κατά την διάρκεια της 5ης συνεδρίασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας έκανε το πρωί της Παρασκευής 8 Δεκεμβρίου στο «Ράδιο Παρατηρητής 94fm» ο βουλευτής Ροδόπης της ΝΔ κ.Ευριπίδης Στυλιανίδης.

Έχοντας και ο ίδιος στο παρελθόν συμμετάσχει σε αντίστοιχες διακυβερνητικές συναντήσεις με εκπροσώπους των δύο χωρών, και έχοντας επίσης υποδεχτεί τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην περιοχή μας προ αρκετών χρόνων, ο ίδιος στάθηκε και κριτικά απέναντι στα όσα έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της προχθεσινής επίσκεψης, κάνοντας λόγο για την κατάκτηση ενός σημαντικού μεν βήματος στις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, χωρίς όμως αυτό σημαίνει πως η Τουρκία έχει υπαναχωρήσει από απόψεις και συμπεριφορές του παρελθόντος.

Ο κ.Στυλιανίδης ξεκίνησε την τοποθέτησή του κάνοντας λόγο για μια πολύ καλά οργανωμένη επικοινωνιακά επίσκεψη από αμφότερες τις πλευρές, που πέρασε προς τα έξω το μήνυμα της αμοιβαίας επιθυμίας για προσέγγιση και συζήτηση. Το γεγονός αυτό όπως υπογράμμισε δεν σημαίνει πως η Τουρκία άλλαξε τις θέσεις της, γεγονός που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έκανε σαφές και με την συνέντευξή του στην «Καθημερινή», παραθέτοντας τις θέσεις του, οι οποίες δεν έχουν μετακινηθεί ούτε χιλιοστό από αυτά που έλεγε στο παρελθόν.

«Η Τουρκία δείχνει διάθεση επίλυσης των ανοιχτών θεμάτων με τους ίδιους ωστόσο όρους που θέτει διαχρονικά»

Ερωτηθείς σχετικά με την ειλικρίνεια των λεγομένων και της στάσης της τουρκικής πλευράς ο βουλευτής Ροδόπης δεν την αμφισβήτησε ως προς την διάθεση επίλυσης των ανοιχτών σήμερα ζητημάτων, επισημαίνοντας ωστόσο ότι η Τουρκία την επιδιώκει με τους ίδιους ωστόσο όρους που θέτει διαχρονικά, όπως ο αποκλεισμός των νησιών ή την αιγιαλίτιδα ζώνη κτλ.,

«Οι θέσεις του Ερντογάν δεν έχουν μεταβληθεί ουσιαστικά, έχει μεταβληθεί η διάθεσή του» επέμεινε ο κ.Στυλιανίδης υπογραμμίζοντας πως «πολύ καλά κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο», διότι όπως τόνισε «η ηρεμία η οποία υπάρχει εδώ και μερικούς μήνες,  είναι σημαντικό  να συνεχιστεί,  καθώς δημιουργείται ένα αποδοτικότερο κλίμα και για τις δυο χώρες, προσανατολισμένο σε τομείς συνεργασίας και όχι σύγκρουσης γεγονός πολύ σημαντικό».

Ως προς την Διακήρυξη των Αθηνών που υπεγράφη ο ίδιος έσπευσε να υπογραμμίζει πως δεν έχει νομικές δεσμευτικές συνέπειες, αλλά αποτελεί ένα δείγμα «έκφρασης διαθέσεως», χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν είναι σημαντικό καθώς «γίνεται αναφορά στην  εφαρμογή του Διεθνούς  Δικαίου και στη  διάθεση εφαρμογής καλής γειτονίας». «Αυτό όμως πρέπει να το δούμε με πράξεις, όχι με λόγια» πρόσθεσε υπενθυμίζοντας πως οι διεθνείς διαφορές επιλύονται με τρεις τρόπους, εκ των οποίων η Τουρκία δεν είχε έως τώρα επιδείξει τα προσδοκόμενα, ήτοι τον σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και τις συνθήκες, ώστε να υφίσταται ως επιλογή.

Μονόδρομος για τις δύο χώρες η διαιτησία

«Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε την Τουρκία να διευρύνει συνεχώς μονομερώς και αυθαιρέτως την ατζέντα των ελληνοτουρκικών διαφορών. Συνεχώς προσθέτει ζητήματα. Ζητήματα που υπάρχουν και ζητήματα που δεν υπάρχουν» πρόσθεσε «για να κάνει μιας μορφής ανατολίτικο παζάρι. Δεν  μπορείς να  μπεις σε έναν  άναρχο διάλογο.  Διάλογο μπορεί να κάνει το Λουξεμβούργο με το Βέλγιο, η Γαλλία  με τη  Γερμανία, γιατί  έχουν  αποδεχτεί αυτές τις βασικές αρχές, τις συνθήκες, το διεθνές δίκαιο και  έχουν  αποδεχτεί  και την αρχή καλής γειτονίας. Η  Τουρκία πρώτη φορά συμμετέχει σε αυτή τη διακήρυξη των Αθηνών περί καλής γειτονίας, αλλά πρέπει  να το δείξει με πράξεις. Δεν μπορούμε να μπούμε σε έναν διάλογο που θα οδηγηθεί αιφνιδίως σε ένα αδιέξοδο, γιατί τότε θα πυροδοτηθούν μεγαλύτερες εντάσεις κι αυτό τουλάχιστον η Ελλάδα δεν το θέλει».

Υπό την λογική αυτή, όπως επεσήμανε, αποτελεί μονόδρομο για τις δύο χώρες η διαιτησία, που έχοντας την πλήρη αποδοχή, διαχρονική και διακομματική από το 1975 έως και σήμερα, είναι πλέον ο σκληρός πυρήνας της εθνικής μας πολιτικής. Για την πρόοδο της διαδικασίας αυτής όπως εξήγησε «αρχικά απαιτείται μια προσέγγιση, αυτό δηλαδή που γίνεται τώρα. Ακολούθως οικοδομούνται μέτρα εμπιστοσύνης, στο οποίο στοχεύουν οι διερευνητικές που γίνονται τώρα ώστε να φανερωθούν οι διαθέσεις κάθε πλευράς και τρίτον, ενισχύεται αυτή η  προσπάθεια από συμφωνίες “χαμηλής πολιτικής”, μέσω των οποίων δημιουργούνται κοινοί στόχοι και τόποι κοινών συμφερόντων».

Σημαντικές οι συμφωνίες, αλλά η επιτυχία τους θα φανεί σε διάστημα χρόνων

«Αυτή την έννοια έχουν οι συμφωνίες που υπεγράφησαν, στην εκπαίδευση, στον τουρισμό, στην ενέργεια, στις εμπορικές συναλλαγές, στις κοινές επενδύσεις κ.α. που δημιουργούν κοινότητα συμφερόντων, ικανή να ασκεί πίεση στο να τα βρούμε με πιο πλήρη και οριστικό τρόπο» συνέχισε κάνοντας λόγο για σημαντικές συμφωνίες, η υλοποίηση και η επιτυχία ωστόσο των οποίων θα φανεί σε διάστημα 2-3 ετών.

Επί της επιτυχίας ωστόσο αυτών, ο ίδιος υπενθύμισε αντίστοιχες συμφωνίες που είχαν υπογραφεί, και από τον ίδιο, το 2004 και το 2013, που μακροπρόθεσμα ωφέλησαν και τις δύο χώρες.

Από εκεί και ύστερα ο ίδιος επέμεινε πως οι μεγάλες διαφορές μεταξύ των δύο χωρών παραμένουν για να υπογραμμίσει πως «η μοναδική διαφορά που αναγνωρίζει η ελληνική πλευρά, ήτοι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, συνδέεται απόλυτα με την άσκηση της κυριαρχίας μας, δηλαδή  με το δικαίωμά  μας να αποφασίσουμε εμείς πότε και πού  θα επεκτείνουμε  τα χωρικά  μας ύδατα,  που είναι συνιστών δικαίωμα της εθνικής κυριαρχίας και άρα από αυτό ενδεχομένως εξαρτώνται πάρα πολλά πράγματα».

«Η Τουρκία συνεχίζει να απειλεί ότι αν αυτό το ασκήσουμε είναι αιτία πολέμου, επομένως ενδεχομένως θα πρέπει να βρεθεί η κατάλληλη συγκυρία ώστε να μπορέσουμε  να  συνεννοηθούμε στο  θέμα αυτό, και μακάρι κάποια στιγμή  να έρθει αυτή η εξέλιξη με έναν αμοιβαία αποδεκτό τρόπο» πρόσθεσε υπενθυμίζοντας επίσης και την εκκρεμότητα του Κυπριακού, όπου όπως τόνισε «η διαφωνία μας έχει μάλλον οξυνθεί, δεν έχει αμβλυνθεί».

Ερωτηθείς ως προς την αναφορά του Τούρκου Προέδρου περί «τουρκικής μειονότητας» στην Θράκη, και επικεντρώνοντας στην απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, τόνισε πως επιμένοντας στα της Συνθήκης της Λωζάνης «η Ελλάδα προσπαθεί να προστατεύσει την εφαρμογή αυτής της Συνθήκης, που είναι η  πιο ανθεκτική συμφωνία που έχει υπογραφεί διεθνώς μεταξύ πολλών κρατών, είτε για τον προσδιορισμό της ειρήνης και των συνόρων, είτε για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, και δευτερευόντως επειδή  έχουμε τις ευαισθησίες μιας ώριμης ευρωπαϊκής δημοκρατίας, μας ενδιαφέρει να προστατέψουμε και την ιδιαίτερη ταυτότητα των μειονοτήτων εντός της μειονότητας,  οι οποίες θέλουν να κρατήσουν τη  ρίζα τους ζωντανή. Άρα  μιλούμε για μια θρησκευτική  μειονότητα, τα δικαιώματα της οποίας βεβαίως και σεβόμαστε απολύτως, και θα έλεγα ότι ακολουθούμε και  πολιτικές θετικής διακρίσεως». «Δεν αρκούμαστε στην  αμοιβαιότητα της Λωζάνης η οποία έχει παραβιαστεί κατ’  επανάληψη από την τουρκική πλευρά, αλλά πάμε και  ένα βήμα παραπέρα  και  έχουμε προχωρήσει  και σε πολιτικές  θετικής  διάκρισης που ευνοούν τους συμπατριώτες μας τους  μουσουλμάνους, είτε στην εκπαίδευση για παράδειγμα, είτε και αλλού, και τη θρησκευτική τους ελευθερία, υπάρχουν τέτοιες πολιτικές πολλές που μπορεί κάποιος να  αναφερθεί» πρόσθεσε τονίζοντας πως τα πράγματα για την Ελλάδα είναι ξεκάθαρα.

«Θέλουμε την συνεργασία με την Τουρκία, αλλά σε όρους Ευρωπαϊκούς»

«Αυτή τη στιγμή από την πλευρά του Ερντογάν, βλέπω  ότι προσπαθεί να ξαναρίξει  γέφυρες κι αυτό είναι θετικό» συμπλήρωσε, για να επισημάνει καταλήγοντας πως «εμείς τη θέλουμε αυτή τη  συνεργασία και τη θέλουμε να γίνει με όρους ευρωπαϊκούς, όχι με όρους ανατολίτικους. Έχω την αίσθηση, βλέποντας και τη συμπεριφορά των δυο ηγετών και την ατμόσφαιρα, ότι το κλίμα φαίνεται ότι διαμορφώνεται. Το τι θα  γίνει στην  ουσία, αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δούμε».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.