Η κριση και το μελλον Ελλαδας και Ευρωπης

Ο κόσμος άλλαξε οριστικά μετά το 2008. Η παρατεταμένη κρίση χρέους έχει δυστυχώς εξελιχθεί σε κρίση πολιτική, θεσμική, κοινωνική και κυρίως κρίση εμπιστοσύνης, τόσο μεταξύ κρατών-μελών όσο, κυρίως, μεταξύ πολιτών από τη μια και κρατών-μελών και της ίδιας της Ε.Ε. από την άλλη.
 
Η παγκόσμια οικονομική κρίση που το Φθινόπωρο του 2008 χτύπησε την πόρτα της Ευρώπης και η αδυναμία ολοκληρωμένης αντιμετώπισής της από μέρους της Ε.Ε. σταδιακά κατέδειξε ότι δεν αρκούν η νομισματική ένωση χωρίς μία οικονομική, δημοσιονομική και τραπεζική ένωση.
 
Έπρεπε να καταρρεύσει η Lehman Brothers το Σεπτέμβριο του 2008 για να γίνει αντιληπτό ότι οι τράπεζες είχαν εκτεθεί ανεπανόρθωτα σε τοξικά προϊόντα, ότι υπήρχε φούσκα ακινήτων στις ΗΠΑ και ότι η παγκόσμια οικονομία βρέθηκε στα πρόθυρα ενός οικονομικού κραχ όπως είχε συμβεί το 1929.
 
Προκειμένου να διασωθεί το σύστημα δαπανήθηκαν τρισεκατομμύρια D και Ε από την κατάρρευση που δημιούργησαν οι τράπεζες και οι αγορές. Ο φόβος της ραγδαίας υποβάθμισης των οικονομιών απασχόλησε τις κυβερνήσεις των κρατών σε ολόκληρο τον πλανήτη και φυσικά στην Ευρώπη, αφού ως γνωστόν, υποβάθμιση σημαίνει ακριβά επιτόκια, ακριβό χρήμα, λιγότερη ανάπτυξη και λιγότερη ανταγωνιστικότητα. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα οι κερδοσκόποι βρήκαν πεδίο κέρδους λαμπρό. Οι πραγματικές οικονομίες των αδυνάτων προσπαθούν να αμυνθούν μέσα σε ένα πλαίσιο όλο και πιο ασφυκτικό λόγω των υψηλών επιτοκίων δανεισμού και της έλλειψης χρημάτων που γινόταν συνεχώς πιο πιεστική. Η παραγωγή ,αλλά και η εμπορία των αγαθών, κατέστη ακόμα πιο προβληματική και λιγότερο ανταγωνιστική, ενώ η ανάπτυξη άρχισε να μειώνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Μέσα σ’ αυτή την επικρατούσα κατάσταση, οι ισχυροί και πρώτη η Γερμανία, συνέχισαν να αναπτύσσουν την οικονομία τους και τις εξαγωγές τους για να ευημερήσουν ακόμη περισσότερο. Την οφειλόμενη αλληλεγγύη των Ευρωπαϊκών Συνθηκών την μετέτρεψαν σε μεγάλη ευκαιρία γι’ αυτούς και λησμόνησαν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι βασισμένη στις αρχές της αλληλεγγύης και της επικουρικότητας. Έτσι επέβαλαν τις απόψεις τους στις αδύναμες χώρες, όπως στην Ελλάδα, οπότε μόλις αυτές ζήτησαν βοήθεια προσφέρθηκαν αμέσως και ανταποκρίθηκαν. Τούτο όμως σήμαινε επιβολή πρωτάκουστων και πρωτόγνωρων, σκληρών όρων δανεισμού, συνοδευόμενων με την πιο βαριά φρασεολογία που θα μπορούσε να υπάρξει και που σε καμιά απολύτως περίπτωση δεν συνάδει με την αρχή της ισότητας αλλά και του οφειλόμενου αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ των εταίρων. Αποτέλεσμα, να έχει μετατραπεί η σχέση αυτή σε σχέση ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ και ΑΠΟΙΚΙΩΝ, που συνεχώς οδηγεί σε διαρθρωτική αλλοίωση των θεσμών και πρακτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κλονίζοντας έτσι τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος με μια Γερμανία να προσπαθεί να εκγερμανίσει την ευρωπαϊκή πολιτική και όχι να εξευρωπαΐσει την πολιτική της. Έτσι, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου με την επανένωσή της, με την εφαρμοζόμενη πειθαρχημένη οικονομική πολιτική της, την υιοθέτηση του ευρώ και τη διεύρυνση προς Ανατολάς, βρίσκεται σήμερα σε πιο ισχυρή θέση από τη Γαλλία, η οποία έχασε σε δύναμη και επιρροή λόγω των ως άνω γεωπολιτικών εξελίξεων.
 
Δυστυχώς οι ηγεσίες των αδύναμων χωρών εμφανίζονται ολοένα και πιο αποδυναμωμένες ενώπιον των ισχυρών (Γερμανίας και Γαλλίας κύρια) και στην ουσία χωρίς πλήρη διαπραγματευτική ισχύ. Οπότε οι αδύναμες χώρες πρέπει να υπερασπισθούν τη συμπόρευση όλων των χωρών της Ε.Ε. προς μεγαλύτερη εμβάθυνση των σχέσεων, όπως τη δημιουργία μιας πιο ουσιαστικής ένωσης τόσο στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τομέα, όσο και στον αμυντικό και σαφώς στην εξωτερική πολιτική.
 
Πρωτεύοντα ρόλο και λόγο όμως πρέπει να έχει ο σεβασμός στην αρχή της ισοτιμίας όλων των εταίρων και στη λήψη των αποφάσεων με συγκερασμό όλων των εκπεφρασμένων απόψεων. Στην έκθεση του Βαν Ρομπέι αναφέρεται ότι: «Η ευρωζώνη είναι αντιμέτωπη με αποθαρρυντικές προκλήσεις, αλλά απέχει πολύ από το να είναι καταδικασμένη σε αποτυχία».
 
Η ιδέα να υπάρξει μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση, όπως στις ΗΠΑ, με απευθείας εκλογές από τη βάση όλων των επιπέδων της ομοσπονδιακής εξουσίας θα ήταν προτιμητέα. Δηλαδή σ’ αυτή να παραχωρηθούν σημαντικές εθνικές εξουσίες του κοινού νομίσματος σε διάφορους τομείς, όπως η οικονομία, η κοινωνική πολιτική, οι εξωτερικές σχέσεις και η άμυνα, πάνω απ’ όλα όμως να διαφυλάττεται η αυτοτέλεια των εθνικών κρατών αλλά και των πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων.
 
Δεν υπάρχουν επομένως εύκολες λύσεις για τις τρέχουσες κρίσεις. Απαιτούνται γενναίες τομές και γενναίες μεταρρυθμίσεις που θα χρειαστούν χρόνο για να αποδώσουν. Η Ευρώπη έχει κερδίσει την ευημερία της μόνο μέσα από καινοτομίες και μεταρρυθμίσεις και άρα μέσα από αυτές θα την ξαναβρεί και θα τη διατηρήσει για τις μελλοντικές γενιές.
 
Τίποτα δεν θα είναι ξανά το ίδιο. Όλα όμως μας οδηγούν να πιστέψουμε ότι μια σταθεροποιημένη Ευρώπη θα ανακτήσει την παγκόσμια εμπιστοσύνη, η οποία είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε περισσότερη και όχι λιγότερη Ευρώπη. Περισσότερη και όχι λιγότερη αλληλεγγύη. Έτσι θα επιστρέψει η ευημερία με ένα διαφορετικό είδος πλούτου, πιο δίκαια μοιρασμένου, πιο βιώσιμου και πιο ανθεκτικού. Ζήσαμε πολύ πάνω από τις δυνατότητές μας για υπερβολικά μεγάλη περίοδο. Έτσι δημιουργήσαμε χρέη για να χρηματοδοτήσουμε το επίπεδο της καθημερινής μας ζωής. Άλλες ήπειροι προχώρησαν με άλλους, καλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης. Έτσι σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με νέους και πιο απαιτητικούς ανταγωνιστές. Η Ευρώπη χάρη στην ιστορία της και στις παραδόσεις της και χάρη στις τεχνολογίες, μπορεί να σταθεί στο ύψος των προκλήσεων των καιρών και να συνεχίσει να είναι μια από τις πιο αναπτυγμένες περιοχές του πλανήτη. Η Ελλάδα μας, χάρη στη μακραίωνη ιστορία της και στον πολιτισμό της, οφείλει να αλλάξει το μείγμα της πολιτικής της άμεσα και να στραφεί σε μια στοχευμένη συνταγματική αναθεώρηση, απαραίτητο εργαλείο για την αναδιάταξη της παιδείας. Από την μέση, με την επαναφορά προτύπων σχολείων και του ρόλου του ελεγκτή, μέχρι τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Φωτεινό παράδειγμα αποτελεί η Κύπρος μας, όπου λειτουργεί ένα δημόσιο και έξι ιδιωτικά πανεπιστήμια, στην οποία συρρέουν να σπουδάσουν νέοι από όλο τον πλανήτη και αυτό αποτελεί χρυσοφόρα επένδυση γι’ αυτή. Έτσι με τον τρόπο αυτό θα δημιουργήσουμε ανθρώπινο κεφάλαιο με εθνική συνείδηση και το κυριότερο με καινοτόμες σκέψεις.
 
Άλλη άμεση προτεραιότητα – πρόκληση αποτελεί η παραγωγική αποκέντρωση όπου θα ενδυναμώσει την περιφέρεια στη λογική του συγκριτικού πλεονεκτήματος, καθώς και η δραστική μείωση των συντελεστών φορολόγησης, γιατί η υπερφορολόγηση με μαθηματική ακρίβεια μόνο στρώματα νεόπτωχων δημιουργεί. Πρέπει να αξιοποιήσουμε στο έπακρο όλους τους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, κυρία το ανθρώπινο κεφάλαιο αλλά και τις πολιτικές πρακτικές που δημιουργούν καταλύτες για την ανάπτυξη και την απασχόλησή της. Έτσι, τόσο οι μικροί όσο και οι μεσαίοι επιχειρηματίες θα αδράξουν την ευκαιρία να αναπτυχθούν και να μεγαλώσουν.
 
Η σημερινή κρίση είναι πολλή σοβαρή, δεν είναι όμως καινοφανής ιστορικά. Προεχόντως, πρέπει να κτίσουμε νέα θεμέλια και να είμαστε στην πρωτοπορία των κρατών στην περίοδο ανάπτυξης που θα έρθει, όχι όμως με βάση την σημερινή ατελέσφορη, ασκούμενη πολιτική στη χώρα μας.
 
Η Ελλάδα οφείλει να ολοκληρώσει την πολιτειακή, πολιτική και κοινωνική αναδιοργάνωση της μεταπολίτευσης με την οικονομική αναδιάρθρωση και την απελευθέρωση όλων εκείνων των δημιουργικών ικανοτήτων της ελληνικής κοινωνίας.
 
Άμεση προτεραιότητα αποτελεί η προστασία των ασθενέστερων, ο περιορισμός των κοινωνικών ανισοτήτων και η κατοχύρωση ισότιμων δυνατοτήτων προόδου σε όλους τους πολίτες. Απαιτείται άμεσα πραγματική επανίδρυση του Κράτους, με ισχυρότατους μηχανισμούς λογοδοσίας, διαφάνειας, ελέγχου και κυρίως καταπολέμηση της διαπλοκής, της κακοδιοίκησης, της διαφθοράς και του τέρατος της γραφειοκρατίας και της σύμπτυξης είκοσι δικαιολογητικών σε ένα. 
 
Όπως κάναμε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έτσι και τώρα, μπορούμε να ξεπεράσουμε την τρέχουσα κρίση μαζί ως Ευρώπη και κύρια ως Ελλάδα. Γι’ αυτό το στοίχημα, η οικονομική ενσωμάτωση αποτελεί απόλυτη αναγκαιότητα και ότι υποχρεούμεθα να υπακούμε σε κοινούς, αυστηρούς κανόνες που όλοι να σεβόμαστε και να πειθαρχούμε σ’ αυτούς. Πρέπει να στηρίζουμε ο ένας τον άλλο με αυταπάρνηση και θυσίες. Αξίζουν τον κόπο όλα αυτά. Η Ευρώπη και πρωτίστως η Ελλάδα πρέπει να εξελιχθούν. Οι καινοτομίες και οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν άμεση προτεραιότητα, μονόδρομο θα έλεγα και θα χρειαστεί χρόνος για να αποδώσουν, αφού εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν για τις τρέχουσες κρίσεις. Οι κακές επιλογές πάντως και η ατολμία ίσως να αποβούν καταστροφικές για το μέλλον Ελλάδος – Ευρώπης, γι’ αυτό οι πρωτοβουλίες για συναίνεση των ευρωπαϊκών λαών από μέρους των πολιτικών δυνάμεων και ηγετών αποτελούν άμεση προτεραιότητα.
 
Η ιστορία κρίνει τους λαούς και τα κράτη μακροπρόθεσμα. Η Ευρώπη και η Ελλάδα θα βγουν ακόμη ισχυρότερες από αυτή την οδυνηρή κρίση, για το συμφέρον των πολιτών τους που παραμένει ο λόγος ύπαρξης και η βασική τους προτεραιότητα. Η Ευρώπη και η Ελλάδα είχαν και έχουν κοινό μέλλον. Το σημαντικότερο όμως είναι να μην μένουν πίσω οι πολίτες, γιατί χωρίς αυτούς όλο και περισσότεροι από εμάς θα σπαράζουμε, όπως ο Πορτογάλος ποιητής Jose Regio: «Δεν ξέρω πού πηγαίνω. Δεν ξέρω πού πηγαίνω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν πηγαίνω προς τα εκεί!». Οι πεφωτισμένοι ηγέτες ήταν αυτοί που ανέλαβαν τις πρωτοβουλίες προκειμένου να υλοποιηθεί η ευρωπαϊκή ιδέα, ξεπερνώντας εμπόδια που έμοιαζαν ανυπέρβλητα. Σήμερα τέτοιοι ηγέτες του αναστήματος και διαμετρήματος του Ζισκάρ Ντεστέν, του Χέλμουτ Σμιτ, της Μάργκαρετ Θάτσερ, του Φρανσουά Μιτεράν, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Χέλμουτ Κόλ, του Ζακ Σιράκ, του Ζακ Ντελόρ και άλλων, έπαυσαν να υπάρχουν και επειγόντως αναζητούνται νέοι τέτοιοι ηγέτες, για να αναλάβουν ανάλογες πρωτοβουλίες για την όσο γίνεται μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση. «Εις την συνείδησιν των Ελλήνων», τόνιζε μεταξύ άλλων ο Κων/νος Καραμανλής «η Ευρωπαϊκή οικονομική κοινότις δεν συνιστά απλώς μίαν οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά αποτελεί οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν». Απαιτείται να διαλευκανθεί άμεσα και να επιστρέψει η Ε.Ε. στο δρόμο που είχαν χαράξει οι ιδρυτές της, στο δρόμο προς μία πραγματική πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση και η Ελλάδα μας στους ενάρετους κύκλους της ανάπτυξης.
 
*Ο Κωνσταντίνος Μ. Μορφακίδης είναι Δικηγόρος – Οικονομολόγος, πρώην Πρόεδρος της ΝΟΔΕ Ν. Ροδόπης της Νέας Δημοκρατίας

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.