Περι «γενοκτονιας» και «εθνοκαθαρσης»

Γρηγόρης-Ευάγγελος Καλαβρός, ομότιμος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, «Η εθνοκάθαρση δεν αποτελεί αδίκημα, είναι όρος της πολιτικής επιστήμης»-«Σε ό,τι αφορά τον Ποντιακό Ελληνισμό βεβαίως πρόκειται για γενοκτονία, αλλά η αξιολόγηση μιας ορισμένης πολιτικής συμπεριφοράς ως νομικού αδικήματος είναι υπόθεση της δικαστικής εξουσίας, όχι ενός νομοθετικού σώματος»

Η προ ημερών επανάληψη της τοποθέτησης που είχε κάνει, ως δημοσιογράφος τότε, ο νυν υπουργός Παιδείας σχετικά με θέματα που άπτονται τους ορισμούς των όρων γενοκτονία και εθνοκάθαρση για το ποντιακό ζήτημα ήταν ικανή να ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από τους ποντιακούς συλλόγους της χώρας και όχι μόνο.
 
Η αλήθεια είναι ότι στην κοινή γνώμη, θολή είναι η εικόνα σχετικά με το εννοιολογικό φορτίο των δύο αυτών όρων. Σε μια προσπάθεια να «διαλευκάνει» τις έννοιες ο «ΠτΘ» συνομίλησε με τον Ομότιμο καθηγητή της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ, κ. Γρηγόριο – Ευάγγελο Καλαβρό, άριστο γνώστη της σχετικής ορολογίας αφού το αντικείμενο ειδίκευσής του είναι το Διεθνές Δίκαιο.
 
 

«Η γενοκτονία αποτελεί διεθνές έγκλημα το οποίο προβλέπεται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1948»

 
Όπως εξήγησε ο κ. Καλαβρός, μεταξύ των όρων γενοκτονία και εθνοκάθαρση υπάρχει η εξής θεμελιακή διαφορά. Ο μεν όρος γενοκτονία αποτελεί διεθνές έγκλημα το οποίο προβλέπεται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1948 για την Πρόληψη και την Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, ενώ η εθνοκάθαρση δεν αποτελεί αδίκημα. «Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών προβλέπει ότι ως γενοκτονία θεωρείται η συστηματική και μεθοδική εξόντωση μιας ολόκληρης ομάδας ανθρώπων με βάση κριτήρια εθνοτικά, θρησκευτικά ή άλλα. Συνεπώς ο όρος γενοκτονία αποδίδει το αδίκημα, που προβλέπεται ρητά από διεθνή Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών. Εισήχθη δε στην ορολογία του Διεθνούς Δικαίου για πρώτη φορά το 1944, από μια μελέτη που δημοσίευσε ο Πολωνοεβραίος καθηγητής,  Λέμκιν,  με τίτλο “Η εξουσία του ναζισμού επί της Ευρώπης”», επεσήμανε ο καθηγητής.
 
 

«Η εθνοκάθαρση είναι πολιτική, δεν είναι αδίκημα»

 
 «Η εθνοκάθαρση από την άλλη», συνέχισε, «δεν αποτελεί αδίκημα, είναι όρος της πολιτικής επιστήμης και σημαίνει την προσπάθεια η όποια αποβλέπει στη δημιουργία ενός εθνοτικά ομογενούς κράτους, με την έννοια ότι εξαναγκάζονται με βία ομάδες ή μεμονωμένα άτομα, που ανήκουν σε διαφορετική εθνότητα από την κυριαρχούσα να μετακινηθούν, ή να εξοντώνονται, ή να υποβάλλονται σε βασανιστήρια, έτσι ώστε οι ομάδες αυτές ή τα άτομα να μετακινηθούν και το κράτος από πολυεθνικό να γίνει μονοεθνοτικό. Συνεπώς, η εθνοκάθαρση είναι πολιτική, δεν είναι αδίκημα και αποτελεί ευρύτερη έννοια από τη γενοκτονία».
 
 

«Η εθνοκάθαρση ως έννοια, ούσα ευρύτερη, περιλαμβάνει τη γενοκτονία»

 
Επικεντρώνοντας στις διαφορές μεταξύ των δύο εννοιών  ο κ. Καλαβρός σημείωσε πως σε αντίθεση με τη γενοκτονία, που έχει σαν αντικείμενο τη φυσική εξόντωση, η εθνοκάθαρση ως έννοια, ούσα ευρύτερη, περιλαμβάνει τη γενοκτονία. Δηλαδή, η γενοκτονία είναι όρος στενότερος της εθνοκάθαρσης, διότι η εθνοκάθαρση δεν χρησιμοποιεί πάντοτε τη φυσική εξόντωση και μπορεί να χρησιμοποιήσει τη φυσική μετακίνηση ή πράξεις απέλαση. Για να γίνει πιο κατανοητή η διάκριση ο κ. Καλαβρός έφερε ως παράδειγμα τα γεγονότα της Κύπρου το 1974. «Στην  βόρεια Κύπρο, τότε, εφαρμόστηκε πολιτική εθνοκάθαρσης, αλλά δεν έγινε γενοκτονία» διευκρίνισε «διότι ο στρατός εισβολής της Τουρκίας εξεδίωξε, εξανάγκασε δηλαδή σε φυσική μετακίνηση, όλους τους ελληνοκυπριακής καταγωγής κατοίκους της βόρειας Κύπρου από το βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας στο νότιο. Ώστε το βόρειο τμήμα, που ήταν ένα διεθνοτικό τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, να μεταβληθεί σε μονοεθνοτικό».
 
 

«Ο Λέμκιν χρησιμοποίησε μέσα στη μελέτη του τα παραδείγματα της γενοκτονίας των Ποντίων και των Αρμενίων για να υποδηλώσει πώς αντιλαμβάνεται τον όρο γενοκτονία»

 
Για την ιστορία, ο κ. Καλαβρός στη συνέχεια σημείωσε πως ο Λέμκιν, όταν το 1944 δημιούργησε τον όρο γενοκτονία είχε κατά βάση υπ’ όψιν του τα όσα συνέβησαν μεταξύ των ετών 1916 και 1923 σε τμήμα της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δηλαδή, είχε υπ’ όψιν του τη γενοκτονία των Ποντίων και τη γενοκτονία των Αρμενίων και μάλιστα αυτά χρησιμοποιεί ως παραδείγματα μέσα στη μελέτη του, για να υποδηλώσει πώς αντιλαμβάνεται τον όρο γενοκτονία. «Συνεπώς σήμερα» επανέλαβε, «ο μεν όρος γενοκτονία, ο οποίος έχει περάσει και σε άλλες διεθνείς συμβάσεις για την πρόληψη και την καταστολή των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, είναι όρος νομικός και σημαίνει ορισμένο διεθνές έγκλημα, ενώ ο όρος εθνοκάθαρση είναι μη νομικός όρος και αποτελεί όρο της πολιτικής επιστήμης και είναι ευρύτερος όρος».
 
 

«Ο χαρακτηρισμός  με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ιστορικών γεγονότων είναι δουλειά των ιστορικών»

 
Παράλληλα όμως με την επίμαχη διάκριση των δύο όρων, ένα παράπλευρο ζήτημα που γεννάται είναι αυτό του αρμόδιου για την απόδοση των όρων σε κάθε περίπτωση. «Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια με νομοθετικές πράξεις να χαρακτηρίζονται έτσι ή αλλιώς ορισμένα ιστορικά γεγονότα» τόνισε επί τούτου ο κ. Καλαβρός για να υπογραμμίσει πως «όσο κι αν τα γεγονότα αυτά έχουν παγιωθεί με ορισμένη αξιολόγηση μέσα στη συλλογική διεθνή συνείδηση, δεν είναι δυνατόν η νομοθετική εξουσία των κρατών να παρεμβαίνει με ψηφίσματα ή με νόμους και να τα χαρακτηρίζει με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ιστορικά γεγονότα». «Αυτό είναι δουλειά των ιστορικών» αντέτεινε  κάνοντας μια «υπόθεση εργασίας» με αντικείμενο το Ολοκαύτωμα. «Οσοδήποτε, παραδείγματος χάρη, κι αν η λεγόμενη “τελική λύση” στη ναζιστική ορολογία , δηλαδή το Ολοκαύτωμα των 6 εκατομμυρίων Εβραίων της Ευρώπης-μεταξύ των οποίων βέβαια 63.000 ήταν Έλληνες Εβραίοι από τη βόρεια Ελλάδα, 41.000 Έλληνες Εβραίοι της Θεσσαλονίκης και οι υπόλοιποι της Θράκης- έχει παγιωθεί στη συλλογική συνείδηση και μνήμη ως κορυφαία πράξη γενοκτονίας των Εβραίων. Το να έρχεται, παραδείγματος χάρη, η γαλλική εθνοσυνέλευση ή ένα άλλο νομοθετικό σώμα και να ανάγει σε αδίκημα την υποστήριξη αντιθέτου απόψεως νομίζω ότι υπερβαίνει τα ακραία όρια της αρμοδιότητας της νομοθετικής εξουσίας των κρατών, όπως αυτά διαγράφονται από το διεθνές δίκαιο». «Το λέω αυτό» συνέχισε «διότι και το 1994 η Ελληνική Βουλή με ψήφισμά της χαρακτήρισε τη γενοκτονία των Ποντίων ως γενοκτονία, πράγμα για το οποίο ενισχύει αυτό που προανέφερα προηγουμένως.  Βεβαίως είναι γενοκτονία, αλλά η αξιολόγηση μιας ορισμένης πολιτικής συμπεριφοράς εν ειρήνη ή εν πολέμω ως νομικού αδικήματος είναι υπόθεση της δικαστικής εξουσίας, δεν είναι υπόθεση ενός νομοθετικού σώματος».
 
 

«Το να χαρακτηρίζει κανείς σήμερα ως γενοκτονία συμπεριφορά, που έλαβε χώρα το 1916 και το 1923 προσκρούει στη βασική αρχή της μη αναδρομικότητας των ποινικών νόμων»

 
Στη συνέχεια ο κ. Καλαβρός αναφέρθηκε στα νομικά κωλύματα που προσκρούει η περίπτωση της γενοκτονίας των Ποντίων, ώστε να μπορέσει να επιδιωχθεί δικαστικά η αναγνώρισή της. Όπως εξήγησε «τα γεγονότα, για τα οποία γίνεται ευρύτερη συζήτηση αυτή τη στιγμή έχουν λάβει χώρα ως ιστορικά γεγονότα μεταξύ των ετών 1916 και 1923. Όμως, το αδίκημα της γενοκτονίας ανάγεται σε διεθνές αδίκημα, για πρώτη φορά, το 1948. Συνεπώς, το να χαρακτηρίζει κανείς σήμερα ως γενοκτονία συμπεριφορά, που έλαβε χώρα το 1916 και το 1923 προσκρούει στη βασική αρχή της μη αναδρομικότητας των ποινικών νόμων. Είναι μια αρχή, που δεν έχει διερευνηθεί σε ποιον βαθμό ισχύει ή δεν ισχύει στο διεθνές ποινικό δίκαιο. Στο διεθνές ποινικό δίκαιο, δηλαδή, γίνεται δεκτό ότι τα αδικήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται, αλλά αυτό προϋποθέτει ότι όταν έλαβαν χώρα τα γεγονότα υπήρχε αδίκημα. Διότι, το 1916- 1923 αδίκημα γενοκτονίας δεν υπήρχε».
 
 

«Αυτά τα αδικήματα, ως αντικείμενα ποινικής δικαιοδοσίας, πρέπει να αντιμετωπίζονται σε υπερεθνικό επίπεδο»

 
Συνεχίζοντας την απαρίθμηση των νομικών δυσχερειών αναφορικά με την αναγνώριση των εγκλημάτων γενοκτονίας, ο Καθηγητής του ΔΠΘ σημείωσε επίσης πως «η ποινική δίωξη διεθνών εγκλημάτων, όπως είναι το έγκλημα της γενοκτονίας, παρουσιάζει τη δυσχέρεια ότι η ποινική δικαιοδοσία επ’ αυτών δεν προβλέπεται σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας, καθώς αυτά τα εγκλήματα διαπράττονται ή από κρατικές οντότητες ή από οιονεί κρατικές οντότητες». «Συνεπώς», συμπλήρωσε, «η ποινική δικαιοδοσία πρέπει να έχει διεθνή, υπερκείμενο, υπερεθνικό χαρακτήρα. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος για τον οποίον το έγκλημα της γενοκτονίας αποτέλεσε αρμοδιότητα του στρατιωτικού ποινικού δικαστηρίου της Νυρεμβέργης, το οποίο κατεστρώθη και λειτούργησε το 1945 μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με μια διεθνή συνθήκη, το “Πρωτόκολλο του Λονδίνου”. Θέλω δηλαδή να πω, ότι αυτά τα αδικήματα, ως αντικείμενα ποινικής δικαιοδοσίας, πρέπει να αντιμετωπίζονται σε υπερεθνικό επίπεδο. Από κει και πέρα τα κράτη μπορούν να έχουν άποψη, αλλά το πιο σωστό είναι ορισμένα γεγονότα να αφήνονται στην κρίση της ιστορίας. Έκτος εάν υπάρχει συγκεκριμένη ποινική πρόβλεψη, όπως π.χ το  διεθνές ποινικό δικαστήριο της Ρώμης ή τα ειδικά δικαστήρια για την Ρουάντα και τη Γιουγκοσλαβία, όπου εκεί πλέον, όπως προβλέπεται ότι κινείται η ποινική δίωξη, μπορεί ένα κράτος να προσφύγει και να ζητήσει να κινηθεί ποινική δίωξη για το αδίκημα της γενοκτονίας. Αυτά βέβαια τα αδικήματα είναι απαράγραπτα, δεν παραγράφονται. Πλην όμως ισχύει ο κανόνας ότι πρέπει, όταν έλαβαν χώρα τα γεγονότα, να υφίστατο το αδίκημα. Δεν μπορείς δηλαδή να δικάσεις κάποιον για μία συμπεριφορά, η οποία ανταποκρίνεται μεν στην αντικειμενική υπόσταση ενός ποινικού αδικήματος, το οποίο όμως καθιερώθηκε ως διεθνές ποινικό αδίκημα 50 χρόνια μετά από τα γεγονότα. Είναι λιγάκι μετέωρα αυτά τα πράγματα».
 
 

«Θα πρέπει οι πολιτικοί να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους ζητήματα, πολύ περισσότερο όταν δεν είναι ενημερωμένοι για τη σημασία νομικών όρων»

 
Ως επίλογο, ο κ. Καλαβρός παρατήρησε με αφορμή τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα τις τελευταίες ημέρες πως «σε τέτοια ζητήματα, τα οποία συνδέονται με τις διεθνείς σχέσεις, θα πρέπει οι πολιτικοί να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν τα αντιμετωπίζουν, πολύ περισσότερο όταν δεν είναι ενημερωμένοι για τη σημασία νομικών όρων».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.