Ενα βιβλιο που κρατιεται με τα χερια του νου, διοτι εκει θελει να επικεντρωθει

Ψυχολογία - Ψυχανάλυση

Alice Miller,  «Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας ή Το δράμα του προικισμένου παιδιού», Μετάφραση: Ευηνέλλα Αλεξοπούλου, Νίκος Λαζαρίδης, Επιμέλεια: Νίκος Στασινόπουλος, Έλενα Παπαθανασοπούλου, εκδόσεις Printa Ροές, Αθήνα 2003

Του Δημήτρη Μπουζάρα*

Το βιβλίο της Alice Miller «Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας ή Το δράμα του προικισμένου παιδιού» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροές, είναι κατ’ αρχάς μια εξαιρετικά προσεγμένη έκδοση, σε όλες τις λεπτομέρειες.

Στο πάνω μισό του εξωφύλλου, μας υποδέχεται η φωτογραφία ενός μικρού παιδιού, το οποίο κλείνει τα μάτια. Το παιδί είναι ένα σύμβολο οικουμενικό, εμπεριέχει πολλά, αν όχι τα πάντα, την αρχή, τη συνέχεια, την ελπίδα, τη δύναμη, την αθωότητα, την αλήθεια, την αγάπη, την ευαισθησία, τον αλτρουισμό, το γέλιο, τη χαρά, το αγνό και καθαρό φως. Εδώ, συμβολίζει το παρελθόν και το παρόν, την επαναγνωριμία, την αποδοχή, τη γνώση, την ίαση, την αναγέννηση, τη συνέχεια, το μέλλον και τόσα πολλά που θα ανακαλύψουμε σελίδα σελίδα στο μοναδικό αυτό βιβλίο.

Το παιδί της φωτογραφίας κλείνει τα μάτια στα συναισθήματα, έχοντας την εντύπωση πως και εκείνα δεν το βλέπουν. Φυσικά όχι μόνο το βλέπουν, αλλά και το ακολουθούν, σε όλη την ενήλικη ζωή, όπως αποδεικνύεται. Πίσω από το πλάνο, δεσπόζουν, χωρίς να είναι ορατές, δύο άλλες γνωστές σε εμάς φιγούρες, οι οποίες παίζουν καταλυτικό ρόλο στη συμπεριφορά και στον ψυχισμό του παιδιού και κάθε παιδιού: οι γονείς.

Τι είδους σχέση έχουμε εμείς με αυτό το παιδί; Γιατί να μην το αφήσουμε στην ησυχία του, εκεί, κρυμμένο βαθιά στη λήθη; Πώς θα το πλησιάσουμε; Πρέπει να το αποδεχθούμε; Πρέπει να το βοηθήσουμε; Ποιος είναι ο λόγος που χρειάζεται τη βοήθειά μας και εμείς τη δική του; Γιατί επιβάλλεται να το γνωρίσουμε πραγματικά, αυτή τη φορά; Τι είναι αυτό που θα κερδίσουμε και για ποιο λόγο να ξεκινήσουμε αυτή τη διαδικασία; Αυτά και πολλά άλλα σημαντικά ερωτήματα απαντώνται σε αυτό τον τόμο.

Η συγγραφέας, όταν αναφέρεται στο δράμα του προικισμένου παιδιού, δεν εννοεί τα προικισμένα παιδιά με την έννοια των παιδιών με ιδιαίτερα ταλέντα, ούτε αυτά που έχουν υψηλές αποδόσεις στο σχολείο, μιλά για όλα τα παιδιά που επέζησαν, που προσαρμόσθηκαν σε αδιανόητα δύσκολες συνθήκες, παύοντας να αντιδρούν, να νιώθουν – μιλά στον καθένα μας και σε όλους μαζί.

Το βιβλίο πραγματεύεται τον χαμένο κόσμο των συναισθημάτων στην παιδική ηλικία, αναζητά το δωμάτιο πανικού, όπου το παιδί έχει κρύψει τα συναισθήματά του. Μας παρουσιάζει τις επιπτώσεις της οδυνηρής απώλειας αυτής της ικανοποίησης των συναισθημάτων στην ταυτότητα του ατόμου, τη θέση που κατέχουν, τον ρόλο που διαδραματίζουν στην ενήλικη ζωή του. Επίσης, τη μεγάλη πιθανότητα της «κληρονομικής» μεταβίβασής τους στην περίπτωση που δεν αναγνωριστούν και θεραπευτούν, και επιπλέον τις επιπτώσεις που θα έχουν στους δικούς του απογόνους. Παραθέτει τρόπους για τη διαχείρισή τους, παρουσιάζει τον ρόλο των γονέων και προτείνει τις ενδεδειγμένες λύσεις.

Η συγγραφέας, ανοίγοντας την πόρτα του πιο σημαντικού δωματίου της ψυχής μας, τοποθετεί εμπρός έναν καθρέπτη, ο οποίος, δείχνει τον πραγματικό μας εαυτό, μας βοηθά να αναγνωρίσουμε την αλήθεια των πραγμάτων. Κάνει από την αρχή τις συστάσεις, αυτή τη φορά όμως, γνωρίζουμε το παιδί μέσα μας στην πραγματική του διάσταση και με το πραγματικό του πρόσωπο. Εκείνο, αποκαλύπτει τις ανάγκες και τη συμπεριφορά του. Το κατανοούμε, το αποδεχόμαστε, το βοηθούμε να αναγεννηθεί, μαζί με αυτό «γεννιόμαστε» για δεύτερη φορά, απελευθερωνόμαστε, συμπορευόμαστε αρμονικά.

Οι απόψεις της συγγραφέως στηρίζονται στο «αν το υποσυνείδητο γίνει συνειδητό, οι ασθένειες που οφείλονται σε καταπιεσμένες ανάγκες μπορούν τελικά να αναχαιτιστούν, οι ρίζες της ζωής ενός ατόμου βρίσκονται στην παιδική του ηλικία και οι εμπειρίες αυτές είναι που διαμορφώνουν την ταυτότητα του ατόμου». Ιδιαίτερη σημασία δίδεται στη λειτουργία του σώματος ως φορέα «βιολογικής μνήμης» του τραύματος. Επίσης, από το μικροσκόπιο της συγγραφέως δεν λείπει η ανάλυση της ψυχοθεραπευτικής δραστηριότητας, καυτηριάζοντας όταν και όπου απαιτείται τους τρόπους και τις πρακτικές. Καταθέτει απόψεις και σκέψεις γύρω από τους πιθανούς τρόπους διεύρυνσης της ενσυναίσθησης του ψυχοθεραπευτή: ένα από τα πολλά σημεία όπου διακρίνεται η αντικειμενικότητα και ο επιστημονικός λόγος της συγγραφέως.

Πραγματεύεται τα πλαίσια στα οποία θα πρέπει να ενταχθεί η σχέση μητέρας και παιδιού, τα λάθη της μετατόπισης των συμπεριφορών μας στο παιδί και τα αποτελέσματα αυτών. Και, όπως προαναφέρθηκε, την ανακάλυψη των χαμένων και μη βιωμένων συναισθημάτων, καθώς και τους τρόπους εκμετάλλευσης που βιώνουν τα παιδιά. Ακόμη, την τραγική απώλεια του εαυτού στην παιδική ηλικία, απώλεια η οποία, όταν πια τα άτομα είναι ενήλικες, εκδηλώνεται ως μια ολοκληρωτική αποξένωση από τον ίδιο τους τον εαυτό, με τις ιδέες μεγαλείου, την κατάθλιψη και την άρνηση του εαυτού. Τέλος, μιλά για τις θεραπευτικές ομάδες, τον μύθο του ναρκισσισμού, τους λόγους των ενεργειών, των αποφάσεων και των επιλογών.Η συγγραφέας διατυπώνει ερωτήσεις, δίνει τις απαντήσεις, αφηγείται πραγματικά περιστατικά και παραθέτει εύστοχα παραδείγματα με πλήθος εξηγήσεων για το καθένα, προερχόμενα όλα από την πολύχρονη πείρα της.

 Η Alice Miller μέσα από το έργο της κατάφερε να ευαισθητοποιήσει το κοινό στη Δύση. Ένα γεγονός που αποδεικνύεται και στη χώρα μας από τη μεγάλη επιτυχία και την αποδοχή που γνώρισε και γνωρίζει το βιβλίο από το αναγνωστικό κοινό – το συγκεκριμένο ήδη βρίσκεται στην τέταρτη έκδοση. Με ζωντανό και εύπεπτο λόγο, δίχως ίχνος στολιδιών, μας καθιστά από την αρχή λάτρεις της γραφής της. Εξηγεί, παρουσιάζει, παραθέτει, με σεβασμό τόσο ως προς τα περιστατικά που διηγείται όσο και προς τον αναγνώστη, στον οποίο απευθύνεται με αντικειμενικότητα, χρεώνοντας την παγίδα και στην πλευρά των ψυχοθεραπευτών. Ξεκαθαρίζει πως όλοι είμαστε ίσοι, τόσο σε καταστάσεις όπως αυτές που πραγματεύεται το βιβλίο όσο και σε άλλες το ίδιο ή περισσότερο επικίνδυνες για την ψυχική μας υγεία.

Η γλώσσα απλή και σαφής, ακριβόλογες εκφράσεις, επεξηγήσεις, παράθεση πηγών. Εκλαϊκεύει δύσκολες έννοιες και όρους, ενώ ο ευθύς λόγος, δημιουργεί κλίμα οικειότητας. Η χρήση του α’ προσώπου, εκτός από τη ζωντάνια, αναδεικνύει και την καθολικότητα του θέματος.Το φυσικό ύφος, που θυμίζει προφορικό λόγο, δημιουργεί την αίσθηση μιας κουβέντας με έναν φίλο, κάνει πιο κοντινή την επαφή του αναγνώστη με τη συγγραφέα και η σύνδεση αυτή είναι ένα από τα πολλά που πετυχαίνει στο παρόν βιβλίο η Alice Miller. Τοποθετεί τον ψυχοθεραπευτή στο ύψος της ματιάς μας, τον κατεβάζει από το βάθρο που λανθασμένα τον έχουμε τοποθετήσει. Ο ψυχοθεραπευτής δεν είναι εχθρός, είναι φίλος, δεν είναι απέναντι, αλλά δίπλα μας. Οι περιγραφές, οι αποδείξεις, η ερμηνευτική προσέγγιση και ανάλυση, η αναφορά σε επιστημονικές θεωρίες και απόψεις, η έγκυρη και τεκμηριωμένη κριτική είναι στοιχεία που αποδεικνύουν ουσιαστικά τον επιστημονικό λόγο –όπως ανέφερα παραπάνω– του βιβλίου και το κατατάσσουν στα επιστημονικά συγγράμματα – στα οποία όμως, ο καθένας πλέον, μπορεί να έχει ευκολότερα πρόσβαση.

Καθοριστικής σημασίας στην πιστή απόδοση και εντέλει στην επιτυχία κάθε τέτοιου εγχειρήματος είναι η μετάφραση. Προφανώς, δεν αρκεί μόνο η γνώση μιας ξένης γλώσσας, ο μεταφραστής πρέπει να έχει ανοιχτές τις κεραίες του, να οσμίζεται, να φαντάζεται, να δημιουργεί, να εφευρίσκει, να αποδίδει. Η μετάφραση του παρόντος έργου είναι αποτέλεσμα συνεργασίας της Ευηνέλλας Αλεξοπούλου και του Νίκου Λαζαρίδη, με επιμέλεια του Νίκου Στασινόπουλου και της Έλενας Παπαθανασοπούλου, οι οποίοι με την εξαιρετική τους δουλειά δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολιών ή παρανοήσεων κατά την ανάγνωση, αποδίδοντας με πιστότητα τους όρους, τις έννοιες και τις περιγραφές της συγγραφέως.

Όπως εξηγεί στο τέλος του βιβλίου η συγγραφέας:

Ένα βιβλίο δεν μπορεί ποτέ να υποκαταστήσει έναν καλό θεραπευτή. Μπορεί, όμως, να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη μας για θεραπεία, φέρνοντάς μας σε επαφή με τα κατεσταλμένα ή ακόμη και απωθημένα συναισθήματά μας, και έτσι να πυροδοτήσει μια διαδικασία που μπορεί να έχει ωφέλιμα αποτελέσματα.

Το παρόν βιβλίο φαίνεται να έχει εκπληρώσει αυτόν το στόχο, ευθύς εξαρχής.

Η μητρική αγάπη, όπως και κάθε αγάπη, θα πρέπει να είναι δεδομένη, ανιδιοτελής και απαλλαγμένη από κάθε είδους αντίτιμο. Ειδικότερα στην προκειμένη περίπτωση, διότι το αντίτιμο είναι πολύ ακριβό, μιας και το παιδί το πληρώνει για όλη του τη ζωή. Ένα βιβλίο το οποίο κρατιέται με τα χέρια του νου, διότι εκεί θέλει να επικεντρωθεί.

*O Δημήτρης Μπουζάρας είναι απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.