Ελενη Σκαβδη,* «Απο την ιστορια στη “λογοτεχνια του τραυματος”»

Ξενοφών Κοντιάδης, «Η τρέλα να αλλάξουν τον κόσμο», Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2022, σ. 288

Το βιβλίο του Ξενοφώντα Κοντιάδη: «Η τρέλα να αλλάξουν τον κόσμο» κυκλοφόρησε πέρυσι, από τις εκδόσεις Τόπος. 70 χρόνια μετά τη δίκη καταδίκη και εκτέλεση των τεσσάρων από τους πάνω από 100 συγκατηγορούμενους του Μπελογιάννη στις δύο δίκες που διεξήχθησαν. Οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν και δικάστηκαν σύμφωνα με τον νόμο περί κατασκοπίας, που είχε νομοθετηθεί από τη δικτατορία του Μεταξά το 1936. Είναι τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια με τους ηττημένους στην υπερορία, σε ξερονήσια, φυλακές, δίκες και εκτελεστικά αποσπάσματα, τους Αμερικανούς να αναλαμβάνουν τα ηνία από τους Εγγλέζους για τον «έλεγχο» της χώρας, μια δίκη που διεξάγεται κατά τη θητεία μίας κεντρώας κυβέρνησης που ήρθε στην εξουσία το 1951, με σύνθημα τη συμφιλίωση, τον κατευνασμό των παθών και την παύση των εκτελέσεων. Μέσα σ’ αυτόν τον ζόφο η Αριστερά προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί, να μαζέψει τα κομμάτια της, να ξεπλύνει το άγος του συμμορίτη και εθνοπροδότη…

Η αφήγηση κινείται στο χρονικό όριο από την απελευθέρωση (1944-1945) και τον Εμφύλιο μέχρι και την εκτέλεση των τεσσάρων, και λίγο μετά. Η αφήγηση χωρίζεται σε δυο μέρη. «Ονειροπόλοι, κατάσκοποι και προδότες», (Α΄ μέρος) και «Στη σκιά του άνδρα με το γαρύφαλλο» (Β΄ Μέρος). Στον επίλογο παρατίθεται μακρύς κατάλογος των πηγών του συγγραφέα, εξαιρετικά χρήσιμος για τον αναγνώστη που θέλει να συμπληρώσει την αφήγηση.

Η ιστορία: Είναι η ιστορία των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, που κινείται γύρω από την υπόθεση «Μπελογιάννη» και των μελών του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ, τις συλλήψεις στελεχών και συνεργατών του Μπελογιάννη, το προσκήνιο και παρασκήνιο της υπόθεσης στην οποία μετέχει ένα πλήθος προσώπων…

Έχουμε ένα νέο βιβλίο που αφηγείται μικροϊστορίες παράλληλα με τη μεγάλη ιστορία της μετεμφυλιακής Ελλάδας, με φόντο την υπόθεση Μπελογιάννη. Άλλο ένα βιβλίο δηλαδή για την πολύκροτη υπόθεση. Δεν είναι εύκολο να ορίσουμε το είδος του μυθιστορήματος. Μυθοπλασία δεν είναι, μυθιστόρημα δεν μπορώ να το πω, ιστορικό μυθιστόρημα ίσως, όπως και να έχει είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται απνευστί. Είναι η γραφή, ο ρυθμός της αφήγησης, η τεχνική επίσης, τα ξεχωριστά κεφάλαια και των δυο μερών που συνδέουν τα ιστορούμενα και μαζί τα πρόσωπα που υποδύονται «αληθινούς» οικείους ήρωες. Ένα μυθιστόρημα που προσφέρει εξαιρετικά στοιχεία στην εικόνα που έχει διαμορφωθεί για την υπόθεση, που δένει με τα πολιτικά και τα κοινωνικά της εποχής, που ανοίγει ένα παράθυρο για να δούμε τα πρόσωπα, τους ανθρώπους πια σε μια περίοδο της ιστορίας που η δημόσια επιτρεπόμενη συζήτηση είχε επιβάλει το κάδρο της μανιχαϊστικά. Το κάδρο που περιελάμβανε μονάχα νικητές και ηττημένους, με συνέπεια φυσικά μια μανιχαϊστική αφήγηση, απόλυτη και απαγορευτική σε οποιοδήποτε αναστοχασμό…

Το βιβλίο με τον πολύσημο τίτλο, «Η τρέλα να αλλάξουν το κόσμο», δίνει πληθώρα αφορμών για ένα τέτοιο αναστοχασμό. Ιδού ένα παράδειγμα, διαβάζω:

«Νίκος Μπελογιάννης προς τον Δημήτρη Μπάτση (ειρωνικά):“Λες ότι η ιστορία μας είναι ένα μυθιστόρημα γεμάτο θόρυβο και μανία, που εφηύρε κάποιος τρελός και διηγείται ένας ηλίθιος; Δεν το πιστεύω”.

Δημήτρης Μπάτσης: “Φοβάμαι μήπως κάποιοι μας χρησιμοποιήσουν εξυμνώντας τη θυσία, τον θάνατο και την οδύνη για να φτιάξουν μια αριστερά των θυμάτων και των ηττημένων”.

Μπελογιάννης: “Δεν είμαστε θύματα ούτε ήρωες. Ζήσαμε για την ευδαιμονία να είσαι αριστερός. Αυτό είναι το παράθυρο που θέλουμε να ανοίξουμε”».

Το απόσπασμα είναι από τη στιχομυθία Μπελογιάννη και Μπάτση στο κελί των φυλακών που μοιράζονται στην οποία παρίσταται και ο νεαρός τότε Λαζαρίδης, λίγες ώρες πριν την εκτέλεση. Κεφάλαιο με τίτλο «Οι αρχάγγελοι». Οι δυο πρώτοι δεν έχουν καμία αμφιβολία πως τους περιμένει το απόσπασμα, αν όχι σε λίγες ώρες, τις επόμενες μέρες. Και συζητούν… «Αναλύουμε, διαλύουμε και συνθέτουμε…», όπως απαντά ο Μπελογιάννης στην Έλλη που ρωτά από παραδίπλα «Εσείς τι κάνετε εκεί μέσα;».

Φωτογραφία από τη μόνιμη έκθεση «Νίκος Μπελογιάννης», στην Αμαλιάδα (visit-olympia.gr) και φωτογραφίες του Νίκου Μπελογιάννη από το αρχείο του ΚΚΕ (arxeio.kke.gr)

«Βαριά η σιωπή που επιβλήθηκε, η επίσημη σιωπή, τα χρόνια μετά τον Εμφύλιο, αλλά και αργότερα, στη διάρκεια της Χούντας»

Η στιχομυθία ορίζει και το είδος του μυθιστορήματος που έγραψε ο Ξενοφών Κοντιάδης. «Μυθιστόρημα γεμάτο θόρυβο και μανία που εφηύρε κάποιος τρελός (ή πολλοί τρελοί μαζί, με ιερή τρέλα μιας ρομαντικής πίστης;) Και το διηγείται τελικά ένας εξίσου ρομαντικός και ευαίσθητος συγγραφέας…». Δεν χρειάζεται λοιπόν να ορίσουμε το είδος του μυθιστορήματος, το έχουν κάνει ήδη τα πρόσωπα της δράσης. Πρόσωπα φανταστικά, προβολή αληθινών υπαρκτών όμως ανθρώπων. Πρόσωπα που έζησαν και έπαθαν σε μια εποχή σκληρή, αδυσώπητη, γεμάτη χολή, μίση, βία και ανελευθερία. Σε μια εποχή που την κάλυψε το αδυσώπητο πέπλο σιωπής, επιβεβλημένο καθεστωτικά που άρχισε να διαλύεται από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ό,τι είχε σχέση με την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τα μετεμφυλιακά χρόνια ιστορήθηκε με χίλιους δυο τρόπους, μπήκε στη ζωή, στις αναγνώσεις, στις παρέες, στους τοίχους μας. Το σκίτσο του Πικάσο με τον άνθρωπο με το γαρύφαλλο κρεμάστηκε κάδρο στα εφηβικά δωμάτια δίπλα στην αφίσα της πορτογαλικής επανάστασης –των γαρυφάλλων και την εικόνα του Τσε. Θα έλεγα πως το βιβλίο συμπληρώνει την αφίσα εκείνων των χρόνων στον τοίχο. Συμπληρώνει και τα μεγάλα κενά, μέσα στη βαριά σιωπή που επιβλήθηκε, την επίσημη σιωπή τα χρόνια μετά τον Εμφύλιο, αλλά και αργότερα, στη διάρκεια της Χούντας. Αυτή η σιωπή επέτρεπε μονάχα κείμενα από τους νικητές, ηθικοδιδακτικά, κάποιες μαρτυρίες ηγετικών στελεχών, μαρτυρίες και από φυλακές και τη Μακρόνησο… Μέχρις εκεί. Οι άνθρωποι δεν μίλησαν για τα χρόνια εκείνα, υπήρξε «μια σιωπή προσωπικών βιωμάτων…», όπως έγραφε ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης  στα Ενθέματα της «Αυγής» (20/09/2009) στο δοκίμιό του με τίτλο « Ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο: Το βίωμα του Εμφυλίου πολέμου και οι εξιστορήσεις του.» Στη διαδρομή αυτή υπήρξαν φυσικά και φωτεινές εξαιρέσεις. Χάρη στον εκδοτικό οίκο Θεμέλιο, την ΕΔΑ, τα περιοδικά όπως η «Επιθεώρηση Τέχνης». Αυτές οι εξαιρέσεις χώρεσαν στη μικρή χαραμάδα που άνοιξε το 1956 και μετά, όταν άρχισαν να δημοσιεύονται ιστορίες για την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης.

Τα πρόδρομα λογοτεχνικά και ιστορικά βιβλία περί του εμφυλίου

Θέλω να κάνω μια μικρή παρένθεση εδώ, λόγω εντοπιότητας. Θα αναφέρω λοιπόν ότι το 1963, κυκλοφορεί από το Θεμέλιο ο πρώτος τόμος του δίτομου μυθιστορήματος του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου «Νύχτες και Αυγές, η Πολιτεία», και δυο χρόνια μετά «Τα Βουνά», εκ παραλλήλου σχεδόν με τους δυο πρώτους τόμους των «Ακυβέρνητων πολιτειών» του Στρατή Τσίρκα. Του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου του Αμαλιαδίτη λοιπόν, είναι από τα πρώτα έργα που τολμούν να καταπιαστούν μυθοπλαστικά με το νωπό εκείνα τα χρόνια τραύμα της αγγλικής επέμβασης και του εμφυλίου πολέμου που σημάδεψε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο τη μοίρα του ιδιάζοντος «διπλού πολέμου» που έκρινε τις μεταπολεμικές τύχες του ελληνικού κράτους, τραύμα εθνικοαπελευθερωτικό και ταξικό.

Άλλος ένας Αμαλιαδίτης ο Νίκος Μάργαρης, γείτονας του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου, δυο χρόνια μεγαλύτερός του, συγγράφει το μνημειώδες έργο «Μακρόνησος», το πρώτο που αφορούσε τον τόπο του μαρτυρίου, που κυκλοφορεί τον Δεκέμβριο του 1966. Στρατιώτης στη Μακρόνησο από το 1947 έως το 1950, καταγράφει συστηµατικά την καθημερινή ζωή στο στρατόπεδο.

Μετά τη μεταπολίτευση όμως αλλάζουν όλα. Το 1976 διαβάζουμε την «Εντολή» της Διδώς Σωτηρίου. Ένα πολιτικό μυθιστόρημα ή μυθιστόρημα ντοκουμέντο, στο οποίο η μυθοπλασία υποσκελίζεται στην πορεία της αφήγησης από την αναφορικότητα. Αναφέρεται στον έρωτα του Νίκου Μπελογιάννη και της Έλλης Παππά, ενώ βρίσκονταν και οι δύο στην παρανομία το 1950 και στη σύλληψή τους το Δεκέμβριο του 1950, ενώ η Έλλη είναι ήδη έγκυος.

Ύστερα διαβάσαμε τη συγκλονιστική μαρτυρία του ανθρώπου το σπίτι του οποίου αποτέλεσε φιλόξενο «καταφύγιο» για τους Νίκο Πλουμπίδη και Νίκο Μπελογιάννη, «Νίκος Μπελογιάννης – Νίκος Πλουμπίδης». Περιγράφει πώς γνώρισε και φιλοξένησε τους δύο άνδρες ο Κούλης Ζαμπαθάς, πώς έζησε μαζί τους, τις κουβέντες τους «στα στερνά της ζωής τους χρόνια». Το βιβλίο γράφτηκε το 1954, όταν τα γεγονότα που αναφέρεται ήταν ακόμη πολύ πρόσφατα.

Ακολούθησε το «Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα, Πλήρη πρακτικά και ιστορικό των δικών Μπελογιάννη – Τα σήματα Βαβούδη», επιμέλεια Σπύρος Σακελλαρόπουλος, Γρηγόρης Σακελλαρόπουλος. Εκδότης Τόπος. Και όχι μόνο αυτά…

Η αφήγηση ξεκινά σαν μια τραγωδία. Η εκτέλεση των τεσσάρων. Δεν είναι το σκηνικό αυτό το όχημα. Ο συγγραφέας δεν επιχειρεί να αναδείξει ήρωες, να τους αγιοποιήσει για να κρεμαστούν στη συνέχεια σε κάποιο εικονοστάσι Μνήμης. Τον ενδιαφέρουν οι άνθρωποι και οι σχέσεις, τα χρόνια εκείνα, τα ήθη και τις διαπλοκές, τα συναισθήματα και τα πάθη, πάθη ποταπά άλλοτε, πάθη ιερά στην άλλη μεριά του φάσματος. Τον ενδιαφέρουν οι αφανείς ιστορίες, και οι αφανείς, μέσα στην ιστορία, που καταλήγουν να λάμψουν στον επίλογο των περιπετειών τους. Έχει μέσα και επιφανείς η αφήγηση, έρεβος και σκότος, ή επιφανείς που περνούν εντελώς απαρατήρητοι. Όπως γίνεται και στη ζωή δηλαδή.

Έχουν περάσει σχεδόν 50 χρόνια από τότε που διαβάσαμε την «Εντολή» της Διδώς Σωτηρίου, κι άλλα τόσα από τότε που διαβάσαμε τον Κούλη Ζαμπαθά, τις «Κουβέντες και σκέψεις που κάναμε μαζί στα στερνά της ζωής τους» όπως συμπληρώνει στον μεσότιτλο του βιβλίου του ο ίδιος. Το βιβλίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δωρικός 1988, με επιμέλεια της κόρης του Κούλη, Φαίδρας Ζαμπαθά-Παγουλάτου. «Έσκυψα ευλαβικά πάνω στις χειρόγραφες σελίδες του, που ακολουθούν και που δείχνουν όλη την απλότητα και το μεγαλείο του ανθρώπου», σημείωνε η Φαίδρα Ζαμπαθά-Παγουλάτου στον πρόλογο του βιβλίου.

«Έχω την εντύπωση ότι ο Ξενοφών Κοντιάδης έσκυψε ευλαβικά πάνω από τα αρχεία»

Εξίσου «ευλαβικά» έχω την εντύπωση ότι έσκυψε πάνω από τα αρχεία ο Ξενοφών Κοντιάδης, τα μελέτησε εξονυχιστικά με την επιστημονική του δεξιότητα εμπειρία, αλλά και με ένστικτο ιστορικού. Σε διάλογο σχεδόν με την εποχή και με μια προσήλωση στις ανθρώπινες διαστάσεις ατόμων που ηρωποιήθηκαν ή ξεχάστηκαν πια. Η Λίλιαν για παράδειγμα που σπαράζει με την απώλεια του αγαπημένου της, ο ερωτευμένος Δημήτρης, για χάρη αυτής της πανέμορφης μικρής εγκαταλείπει τον πρώτο του γάμο… Για χάρη της έρχεται σε δίλημμα να ενδώσει στις πιέσεις των παρακρατικών για να γλυτώσει από το απόσπασμα και να ζήσει μαζί της۰ «ήθελα να ζήσω με αυτή τη γυναίκα» ομολογεί παραμονές της εκτέλεσης. Είναι εξαιρετική η παρουσίαση των προσώπων αυτών στο βιβλίο. Όπως και της Μπεάτας, συζύγου του καθηγητή του Μετσόβιου και πρώην πρύτανη κατηγορούμενη για συμμετοχή στην ΟΠΛΑ, προγονή του υπάτου της Σμύρνης Στεργιάδη, άλλη μοιραία προσωπικότητα της νεοελληνικής ιστορίας. Οι αντιθέσεις και αντιπάθειες Παρτσαλίδη-Ζαχαριάδη κι εδώ σερσέ λα φαμ. Πράγματα που δε λέγονται στα σοβαροφανή βιβλία που θέλουν ήρωες ατσαλάκωτους και αλώβητους…

«Συντελεί η ιστορική μνήμη στην επούλωση των τραυμάτων ή μήπως τα κακοφορμίζει;»

Πρέπει ή δεν πρέπει να θυμόμαστε; Συντελεί η ιστορική μνήμη στην επούλωση των τραυμάτων ή μήπως τα κακοφορμίζει; Είχε δίκιο ο Νίτσε που θεωρούσε τη λήθη «υπέρτατη μορφή ευτυχίας» – την ίδια στιγμή που έγραφε ότι η ιστορική συνείδηση ξεχωρίζει τους ανθρώπους από τα ζώα;  Και τι ακριβώς πρέπει να θυμόμαστε; Τις ηρωικές πράξεις μονάχα ή τις απλές καθημερινές πράξεις των ανθρώπων; Θα έλεγα και τα δυο. Χωρίς συγκρίσεις, Ζωή λάμπουσα είναι και ο έρωτας, η αγάπη, οι αδυναμίες… Απαστράπτουσα πτυχή της ιστορίας αυτής που τη διαβάσαμε και την ακούσαμε σε εκπομπές από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές είναι η αγάπη της Έλλης και του Νίκου, το plaisir d’ amour που τραγουδούσαν μαζί στις φυλακές πίσω από τους σκοτεινούς τοίχους, τα δάκρυα του αποχωρισμού, ο φόβος μπροστά στον θάνατο. Και στο βιβλίο που παρουσιάζουμε υπάρχει ακριβώς αυτό. Ζωή που σπαρταρά, κανονικών νεαρών ανθρώπων, που πιστεύουν και παλεύουν, που έχουν και αδυναμίες και πάθη. Είναι άνθρωποι κανονικοί, ίσως αυτό να μην συγχωρείται από την εξουσία… Εκεί μέσα στην αφήγηση υπάρχουν και τα τέρατα, Ο Ρέντης ας πούμε που σέρνει τη γυναίκα του θύματός του, την εξευτελίζει υποσχόμενος ότι θα βοηθήσει να μην εκτελεστεί ο Δημητράκης της. Με ένα αστυνομικό να φωτογραφίζει τον βιασμό της και να στέλνει μετά τις φωτογραφίες στον μελλοθάνατο αγαπημένο της, λίγες ώρες πριν την εκτέλεση… Αυτή ήταν η εξουσία των νικητών μετά τον Εμφύλιο στην Ελλάδα. Αναμίξ μετά καλών προθέσεων πολιτικούς παράγοντες που δεν μπορούσαν… Βλέπε Πλαστήρας. Αλλά και Καρτάλης και Ιωσήφ. Από τις πιο γλυκές τρυφερές στιγμές του βιβλίου η παρέλαση μέσα από τις σελίδες του προσώπων φωτεινών στην Ελλάδα του ζόφου. Πατάρι του Λουμίδη και Μάρκος Αυγέρης και Ελύτης και Χατζιδάκις και Γαλάτεια Σαράντη. Πρόσωπα που φώτισαν τη σκοτεινιά της χώρας στην πιο φαύλη περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας…

Το βιβλίο καταπίνεται κυριολεκτικά. Διαβάζεται απνευστί… Από τις ωραίες φετινές αναγνώσεις μας. Το κρατούμε στη γενέθλια γη του Μπελογιάννη, να συμπληρώσει το υλικό της μνήμης μας και τη βιβλιοθήκη του Μουσείου μας.

Ως κατακλείδα. Αν μου ζητούσε κάποιος να δώσω ένα τίτλο σε μια κριτική παρουσίαση του βιβλίου σε έντυπο μέσο, θα διάλεγα: Από την ιστορία στη «λογοτεχνία του τραύματος», ο όρος είναι της Ελισάβετ Κοτζιά. Άνθρωποι θηρία, ενέδρες, προδοσίες, χαφιέδες. Αθώοι που καταδικάζονται, παρακράτος, δολοφονίες, τρομοκρατία, βασανιστήρια, ξύλο…

Να διαβάσουμε το βιβλίο λοιπόν…

*Η Ελένη Σκάβδη είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το παρόν κείμενο είναι η ομιλία της στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Ξενοφώντα Κοντιάδη με τίτλο «Η τρέλα ν’ αλλάξουν τον κόσμο»,  που παρουσιάστηκε από τον Σύλλογο Φίλων Μόνιμης Έκθεσης Νίκος Μπελογιάννης, τις εκδόσεις Τόπος και το Βιβλιοπωλείο Βιβλιοπανόραμα, το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στο Συνεδριακό Κάντρο του Δήμου Ήλιδας. Από τις εκδόσεις Παρατηρητής της Θράκης, κυκλοφορείτο βιβλίο της «Εκείνη η πόλη» (Β΄ έκδοση 2017).

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.