Φιλιππος Σαχινιδης,* «Ο συγγραφεας καλει τους αναγνωστες του να δουν πισω απο τις καθιερωμενες πεποιθησεις και αναρωτιεται αν τελικα η ευτυχια του ανθρωπου εξαρταται απο την εκπαιδευση»

Ο συγγραφέας στο πυκνογραμμένο αυτό βιβλίο ασκεί αυστηρή κριτική στην κυρίαρχη ιδεολογία της αξιοκρατίας που διαμορφώνει τις σύγχρονες κοινωνίες.

Θέλω να ευχαριστήσω τον Νίκο Γκιώνη και τις Εκδόσεις Πόλις για την τιμητική πρόσκληση να συμπαρουσιάσω το βιβλίο του Μαϊκλ Σαντέλ «Τυραννία της Αξίας».

Ο συγγραφέας στο πυκνογραμμένο αυτό βιβλίο ασκεί αυστηρή κριτική στην κυρίαρχη ιδεολογία της αξιοκρατίας που διαμορφώνει τις σύγχρονες κοινωνίες. Αμφισβητεί την ιδέα ότι η επιτυχία και η κοινωνική θέση θα πρέπει να καθορίζονται αποκλειστικά από την ατομική αξία. Ξεκινά αναλύοντας τη γοητεία της αξιοκρατίας. Κατά τον Σαντέλ η έλξη της εδράζεται στην άποψη ότι είναι ένα σύστημα που φαίνεται να είναι δίκαιο. Άρα, έτσι δικαιολογείται ότι οι ανταμοιβές σε αυτό διανέμονται με γνώμονα το ατομικό ταλέντο και την προσπάθεια. Ο συγγραφέας όμως επισημαίνει τις ελλείψεις και τις αδικίες που συνοδεύουν την αξιοκρατική ηθική. Υποστηρίζει λοιπόν ότι η αξιοκρατία συχνά λειτουργεί για να δικαιολογεί την ανισότητα, να διαιωνίζει την κοινωνική διάκριση και να υπονομεύει την αλληλεγγύη μέσα στις κοινότητες.

Το σύστημα της αξιοκρατίας των πτυχίων που έχει επικρατήσει, έχει οδηγήσει, σε μεγάλη αλαζονεία των προσοντούχων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση όσους δεν έχουν πτυχία. Αυτή η δεξαμενή των οργισμένων, είναι που σε μεγάλο βαθμό θρέφει και την αυταρχική τραμπική ακροδεξιά. Κατά τον συγγραφέα η αλαζονεία της ελίτ των πτυχιούχων των καλύτερων αμερικανικών πανεπιστημίων οδήγησε κοινωνικά στρώματα που παραδοσιακά ψήφιζαν τους Δημοκρατικούς να ψηφίσουν τον Τραμπ.  Με την άποψη του αυτή ο Σαντέλ δεν στηρίζει τον Τραμπ που μπορεί να είναι ο νικητής των εκλογών στις ΗΠΑ αλλά εκφράζει τη συμπαράστασή του σε όσους νοιώθουν ότι δεν τους υπολογίζει κανείς και δεν τους αντιμετωπίζουν με τη δέουσα αξιοπρέπεια. Κάνοντας μια ευρύτερη αναγωγή των διαπιστώσεών του που έχουν ως αφετηρία την εμπειρία από τις ΗΠΑ ο συγγραφέας προσπαθεί να περιγράψει την παγίδα στην οποία έχει πέσει και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.   

«Ο συγγραφέας στηλιτεύει την τεχνοκρατική σοσιαλδημοκρατία, αυτή που δίνει βαρύτητα στα «βαριά βιογραφικά», επειδή πολύ απλά δεν μπορεί να δώσει λύσεις στο βασικό πρόβλημα των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών, που δεν είναι άλλο από την ανισότητα»

Ο Σαντέλ στο βιβλίο αυτό καταπιάνεται με την εκπαίδευση. Την ιερή αγελάδα της σοσιαλδημοκρατίας, ένας κοινά αποδεκτός θεσμός που πολλές φορές στον δημόσιο διάλογο έχει επαινεθεί ως ο κατεξοχήν παράγοντας κοινωνικής κινητικότητας. Ο συγγραφέας καλεί τους αναγνώστες του να δουν πίσω από τις καθιερωμένες πεποιθήσεις και αναρωτιέται αν τελικά η ευτυχία του ανθρώπου εξαρτάται από την εκπαίδευση. Μην ξεχνάμε ότι ο Σαντέλ έχει μόνιμα προσανατολισμένη τη σκέψη του στο τι συνιστά κοινό καλό και πώς στο τέλος της ημέρας οι άνθρωποι μπορούν να έχουν μία ευτυχισμένη ζωή. Μπορεί κανείς να πει ότι αυτή η θέση φαντάζει ρομαντική ή αφελής. Όμως για εκείνον είναι μία έννοια καθοριστική, που ο σύγχρονος ανταγωνιστικός καπιταλισμός την έχει απεμπολήσει στο κυνήγι μίας ακόρεστης προσοντοκρατίας και της πεποίθησης ότι αξία ως άνθρωπος έχεις, όταν έχεις αποκτήσει κοινωνικό status, που το έχουν εξασφαλίσει οι πολύ καλές σπουδές για τις οποίες έχεις μοχθήσει.

Σε μία ανταγωνιστική καπιταλιστική κοινωνία είσαι ευτυχισμένος όταν έχεις δουλέψει σκληρά και φυσικά έχεις ταλέντο. Αν δεν έχεις δουλέψει σκληρά ή δεν διαθέτεις κάποιο άμεσα αξιοποιήσιμο ταλέντο, βρίσκεσαι αυτόματα στην «απέναντι πλευρά της όχθης», του αποτυχημένου, του ανθρώπου χωρίς αξία και προοπτική.

Ο συγγραφέας στηλιτεύει την τεχνοκρατική σοσιαλδημοκρατία, αυτή που δίνει βαρύτητα στα «βαριά βιογραφικά», επειδή πολύ απλά δεν μπορεί να δώσει λύσεις στο βασικό πρόβλημα των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών, που δεν είναι άλλο από την ανισότητα. Από τη στιγμή που σύμφωνα με τον Σαντέλ η σοσιαλδημοκρατία έχασε τη μάχη της ανισότητας, προσπαθεί να κερδίσει τη μάχη της αξιοκρατίας, παραδεχόμενη εμμέσως ότι διακρίσεις στην κοινωνία υπάρχουν, αλλά ότι πρέπει να δοθούν περισσότερες ευκαιρίες στους ανθρώπους να γίνουν «επιτυχημένοι», δηλαδή να περάσουν στην άλλη όχθη.

Στο αφήγημα της αξιοκρατίας ο άνθρωπος είναι κύριος της μοίρας του. Με δικές του επιλογές μπορεί να επιτύχει ή να αποτύχει, νικώντας την τύχη ή τις περιστάσεις της γέννησής του. Όμως αυτό προάγει τη ρητορική της «ατομικής ευθύνης». Κερδίσουμε, χάσουμε ευθυνόμαστε εμείς και μόνο εμείς. Και όσο η σοσιαλδημοκρατία αδυνατεί να δώσει μία πειστική απάντηση στην ανισότητα, τόσο διογκώνεται το αίσθημα της αδικίας και φυσικά αυτό αποτελεί την καλύτερη καύσιμη ύλη για όλες τις αποχρώσεις του λαϊκιστικού εξτρεμισμού.

«Για τον συγγραφέα το αξιοκρατικό ιδεώδες δεν θεραπεύει την ανισότητα, την δικαιολογεί. Η ρητορική της ανέλιξης είναι η ομολογία όχι αναμόρφωσης της παγκοσμιοποίησης, αλλά προσαρμογής σε αυτήν μέσω της εκπαίδευσης, αναγάγοντας την παρούσα διάρθρωση της παγκόσμιας οικονομίας ως φυσικό φαινόμενο»

Ο Σαντέλ καλεί τη σοσιαλδημοκρατία να αναποδογυρίσει το τραπέζι: Όχι να αγωνιστεί για να υπάρχουν περισσότεροι επιτυχημένοι στο υφιστάμενο πλαίσιο, τους πρωταθλητές με άλλα λόγια της αξιοκρατίας που τώρα έχουν το δικαίωμα να απολαύσουν τα προνόμια που συνεπάγεται η ένταξή τους σε κάποια ελίτ. Η αξιοκρατία λέει ο συγγραφέας υποσκάπτει την έννοια της αλληλεγγύης, έννοια ταυτοτική της Σοσιαλδημοκρατίας. Αυτός που νιώθει ότι κατακτά μέσω της εκπαίδευσης το κοινωνικό status είναι πολύ δύσκολο να μοιραστεί στη συνέχεια αυτό που απέκτησε. Θεωρεί ότι είναι δικό του, ότι αντλεί αξία από αυτό και στην τελική ας προσπαθήσουν και οι άλλοι όσο αυτός για να το κατακτήσουν.

Ο Σαντέλ με άλλα λόγια περιγράφει την αιχμαλωσία της ισότητας των ευκαιριών, ως απόρροια επικράτησης του λεγόμενου «αξιοκρατικού φιλελευθερισμού», ο οποίος υιοθετεί την παγκοσμιοποίηση, δίνει υπερβολική έμφαση στο πανεπιστημιακό πτυχίο και ότι στην κορυφή πρέπει να βρίσκονται αποκλειστικά άνθρωποι με ταλέντο και υψηλά τυπικά προσόντα. Και προφανώς έχει άμεση συνέπεια την εμφάνιση του τεχνοκρατικού πολιτικού λόγου, όπου η λήψη των αποφάσεων εναποτίθεται στις ελίτ και η πολιτική της πειθούς εγκαταλείπεται πίσω από το επιχείρημα της «αξιοσύνης» που δημιουργεί η προσοντοκρατία. Για τον συγγραφέα το αξιοκρατικό ιδεώδες δεν θεραπεύει την ανισότητα, την δικαιολογεί. Η ρητορική της ανέλιξης είναι η ομολογία όχι αναμόρφωσης της παγκοσμιοποίησης, αλλά προσαρμογής σε αυτήν μέσω της εκπαίδευσης, αναγάγοντας την παρούσα διάρθρωση της παγκόσμιας οικονομίας ως φυσικό φαινόμενο.

Κατά τον Σαντέλ, τρεις είναι οι παράγοντες που δημιουργούν ανισότητα εισοδήματος και κοινωνικής αναγνώρισης:

  1. η καθοδηγούμενη από την αγορά παγκοσμιοποίηση,
  2. η τεχνοκρατική αντίληψη της σύγχρονης πολιτικής και
  3. η άλωση ή συγκέντρωση των δημοκρατικών θεσμών σε μία ολιγαρχία.

Σύμφωνα με τον Σαντέλ η ανώτατη εκπαίδευση δεν αποτέλεσε σημαντικό αντίβαρο στις αυξανόμενες ανισότητες των τελευταίων δεκαετιών.

Αντίθετα, προκάλεσε ορισμένα δεινά, όπως:

  1. φθόνο των αποκλεισμένων,
  2. ψυχικό τραύμα στους επιτυχόντες, σε αυτούς που γίνονται δεκτοί, αφού για να πετύχουν την είσοδό τους σε ένα καλό και αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο κατέβαλλαν πολύ κόπο και χρήμα.

Και φυσικά αυτό το «κυνήγι της επιτυχίας» έχει και δύο άλλες επιπτώσεις: την επέκταση της υπερπροστατευτικής γονεϊκότητας και τη δημιουργία του αισθήματος της τελειομανίας, αλλά και της αλαζονείας των επιτυχόντων. Η τυραννία της αξίας καλλιεργεί μια μνησίκακη και λιγότερο γενναιόδωρη δημόσια ζωή.

Απέναντι σε όλα αυτά τι προτείνει ο Σαντέλ; Για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια προτείνει το σύστημα της κλήρωσης, αφού πρώτα έχουν προεπιλεγεί υποψήφιοι που έχουν προεπιλεγεί με τα ελάχιστα τυπικά προσόντα. Και η παραπάνω θέση στηρίζεται στην πεποίθησή του ότι η κοινωνική θέση είναι πολλές φορές προϊόν τύχης. Κατά τον Αμερικανό φιλόσοφο, αν συνειδητοποιήσουμε την επιρροή της τύχης στην κοινωνική ιεραρχία, ίσως μας κάνει περισσότερο ταπεινούς, με αποτέλεσμα να απομακρυνθούμε από τη σκληρή ηθική της επιτυχίας, που κρατά τους ανθρώπους σε απόσταση. Παράλληλα σημειώνει την ανάγκη να γίνει μετάβαση από τη διανεμητική δικαιοσύνη στη δικαιοσύνη της συνεισφοράς, στην οποία εκπληρώνεται περισσότερο η ανθρώπινη ιδιότητα, όταν οι πολίτες συνεισφέρουν στο κοινό καλό και κερδίζουν την εκτίμηση των συμπολιτών τους γι’ αυτήν τους τη συμπεριφορά.

Προτείνει τη μετατόπιση του φορολογικού βάρους από την εργασία προς την κατανάλωση και την κερδοσκοπία, μέσω της επιβολής φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που παρουσιάζουν υψηλή συχνότητα, με ταυτόχρονη επαναφορά της αξιοπρέπειας στον χώρο εργασίας και της αποκατάστασης των κοινωνικών δεσμών.

Και ο Σαντέλ κλείνει με την πραγμάτευση τριών ειδών ισότητας:

  • της ισότητας ευκαιριών,
  • της ισότητας συνθηκών και
  • της ισότητας αποτελεσμάτων.

Για την πρώτη, εκτιμά ότι αποτελεί μια ηθικά αναγκαία διάρθρωση της αδικίας, είναι όμως μια θεραπευτική αρχή, όχι όμως το κατάλληλο ιδανικό για μία καλή κοινωνία. Η ισότητα των συνθηκών σημαίνει ότι επιτρέπει σε όσους δεν κατορθώνουν να αποκτήσουν μεγάλο πλούτο ή ζηλευτές θέσεις να ζήσουν ευπρεπώς και αξιοπρεπώς –αναπτύσσοντας και ασκώντας τις ικανότητές τους σε δουλειές που χαίρουν κοινωνικής εκτίμησης, συμμετέχοντας σε μια ευρέως διαδεδομένη κουλτούρα της μάθησης και συζητώντας και συναποφασίζοντας με τους συμπολίτες τους για τις δημόσιες υποθέσεις.

Και κλείνει το βιβλίο του ο Σαντέλ λέγοντας χαρακτηριστικά: «Το ζητούμενο δεν είναι η τέλεια ισότητα. Το ζητούμενο είναι πολίτες από διάφορα κοινωνικά στρώματα να συναντιούνται σε κοινούς χώρους και στη δημόσια σφαίρα. Μόνο έτσι μαθαίνουμε να συζητάμε και να αποδεχόμαστε τις διαφορές μας. Και μόνο έτσι φτάνουμε να νοιαζόμαστε για το κοινό καλό».

Κλείνοντας θέλω να επισημάνω ότι η αναγωγή του Σαντέλ για την Ευρώπη  –στη βάση της ανάλυσης για τους προσοντούχους των ΗΠΑ– έχει αδυναμίες καθώς δεν παραθέτει συγκριτικά στοιχεία. Έχω επιφυλάξεις για το πόσο η πρότασή του για τη συνάντηση των διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων σε κοινούς χώρους μπορεί να βοηθήσει στην ανάκαμψη της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας.  Το πρόβλημά της δεν είναι ότι αδυνατώντας να μειώσει τις ανισότητες προσχώρησε στην αξιοκρατία αλλά ότι προσχώρησε άκριτα στις επιταγές της συναίνεσης της Ουάσιγκτον και ηττήθηκε στο πεδίο της μάχης των ιδεών. Έχασε την ικανότητα να εξανθρωπίζει τον συνεχώς μεταβαλλόμενο καπιταλισμό και την παγκοσμιοποίηση.

Ειδικά για την Ελλάδα όπου κυρίαρχη ήταν και παραμένει η πελατειοκρατία και όχι η αξιοκρατία, το ερμηνευτικό του σχήμα για την αντίδραση των ηττημένων της παγκοσμιοποίησης δεν το βρίσκω χρήσιμο. Το βιβλίο αυτό ανεξάρτητα από τις τελευταίες μου επισημάνσεις δεν παύει να αποτελεί μια ιδιαίτερη συνεισφορά στην συζήτηση για τους ηττημένους της παγκοσμιοποίησης και την ανάκτηση της αξιοπρέπειας της εργασίας στη βάση της κοινωνικής προσφοράς.

Αθήνα 28/3/2024

*Ο Φίλιππος Σαχινίδης είναι πρώην υπουργός Οικονομικών, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου και υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ–Κινήματος Αλλαγής. Το παρόν κείμενο αποτελεί την ομιλία του στην παρουσίαση του βιβλίου του Michael Sandel «Τυραννία της αξίας», στις 28/3/2024 στο Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθηνών.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.