Hλιας Πετροπουλος: Eιμαι ενας ανθρωπος που εγραψε 70 βιβλια για την Eλλαδα και δεν του ’χει δωσει ποτε η Eλλαδα τιποτα. Ομως θα συνεχισω

«Bεβαίως, τυγχάνω υποχρεωτικώς έλλην, αλλά η χώρα μου με κουρελιάζει».Γι’ αυτόν τον λαμπρό έλληνα, τον Ηλία Πετρόπουλο, ρήσεις του οποίου ως οι προαναφερθείσες λειτούργησαν ως ουσιαστική παραμυθία στη σύγχρονη νεοελληνική μιζέρια που ως είθισται καταβροχθίζει, ήταν μέρες που σεργιάνιζαν στο νου οι λέξεις μέχρι να βρουν χρόνο ν΄ απαγκιάσουν στο χαρτί. Αφορμή η τελευταία εκδήλωση του Δήμου κι οι παλιές αγάπες του κ. Τάσου Βαβατσικλή που δύσκολα πάνε στον παράδεισο. Εννοούμε την εκδήλωση στη μνήμη του, στην οποία παρέστησαν οι ποιητές Κώστας Κρεμμύδας, Περικλής Σφυρίδης και Ανδρέας Παγουλάτος, καθώς και η σύντροφός του Μαίρη Κουκουλέ.

Εκδήλωση στην οποία επισταμένα αναφερθήκαμε στα σχετικά ρεπορτάζ, το κείμενο όμως του ποιητή Κώστα Κρεμμύδα στην περί ης ο λόγος εκδήλωση αλλά και το παλιό τεύχος του « Μανδραγόρα» που ήταν αφιερωμένο στον Ηλία Πετρόπουλο ήταν μια καλή αφορμή να ξαναγυρίσουμε στον Πετρόπουλο και να θυμηθούμε τα του βίου του αλλά και τα της προσφοράς του στα νεοελληνικά γράμματα… Αυτά επλούτισε εξάλλου με τα γραπτά του ο λαμπρός διανοούμενος…Ζώντας μακράν της χώρας…Ευτυχώς…

Ηλίας Πετρόπουλος δια χειρός Κώστα Κρεμμύδα όμως…

Δεν μπορώ να ξέρω τι θα θυμούνται (αν θυμούνται) οι άνθρωποι όταν πεθάνω. Πάντως θα ήθελα να θυμούνται το πάθος μου για την αλήθεια. Ένα πάθος που αντίκειται στις προκατασκευασμένες διδασκαλίες

(H. Π., εφ. «Aγγελιοφόρος», Θεσσαλονίκη, Kυριακή 22.9.2002)

Mολονότι συχνά πιάνω τον εαυτό μου να ακαδημαΐζει, εντούτοις προτιμώ σαφέστερα την προσωπική μαρτυρία, τις αναμνήσεις, την απροκάλυπτα υποκειμενική, (ενδεχομένως και μονομερή) έκθεση απόψεων που πάντως διακρίνονται για τη συναισθηματική τους φόρτιση. Kι αυτό γιατί επιλέγω να αναφέρομαι σε πρόσωπα και έργα που a priori εκτιμώ, ιδίως όταν διακρίνονται για την ουσία ανατρεπτική, διόλου συμβατική και πάντως προκλητικά ευφάνταστη προοπτική τους. H εξέλιξη, κατά τι γνώμη μου, δεν είναι συνώνυμη συμβατικών σχέσεων και ισορροπιών, που εξασφαλίζουν μια ενδεχομένως άνετη ζωή, την επωνυμία στα όρια της τηλε-θέασης και τη μαζικά εννοούμενη κοινωνική αποδοχή, αλλά πάντως δε συνιστούν παρέμβαση ικανή να συμβάλει και να προκαλέσει ρήξεις αναγκαίες για την ουσιαστική συνέχειά μας. Eίναι άλλωστε χαρακτηριστικό πως σε εποχές ανήσυχες το αναγνωστικό κοινό εντοπίζει και ενσωματώνει, σχεδόν βιωματικά, καλλιτεχνικά έργα, μετουσιώνοντάς τα σε συστατικά της ύπαρξης και της πορείας του. H μεταπολίτευση, όπου ευτύχησαν να καθιερωθούν πολλά από τα σημαντικά έργα του Πετρόπουλου, είναι ένα καλό παράδειγμα κοινωνικής εγρήγορσης και ανατροφοδότησης μεταξύ δημιουργού και αναγνώστη στον αντίποδα βρίσκεται η εποχή μας, δίχως αυτό να εμπόδισε την περαιτέρω συγγραφική δραστηριότητα του τελευταίου, που κατάφερε να ολοκληρώσει μια μεγάλη θεματική ενότητα, αγγίζοντας ευρύτερες πτυχές της ελληνικής κοινωνίας έργα τύποις λαογραφικά, λεξικογραφικά και εθνογραφικά στην πλειοψηφία τους, ουσία όμως έργα ιδιότυπης μυθιστορίας, όπου το γεγονός και η διασταλτική, έως ξεχειλώματος ερμηνεία του Πετρόπουλου, συμπλέκονται σε ένα αξεδιάλυτο πρωτότυπο σύνολο με αυτούσια και αυτοτελή υπόσταση, που συναντάται πάντοτε (και μόνο) στα έργα τέχνης. Kαι πάντως όχι με στόχο το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, όσο την κοινωνική αφύπνιση, τις ανακατατάξεις απέναντι σε παραδοχές και θέσφατα, τη δημιουργία και συντήριση ρήξεων, την αμφισβήτηση, την εγρήγορση, την πρόκληση, όχι ως μεθόδευση φτηνού σόου, αλλά ως πολιτική (άρα δημοκρατική) πράξη. Kοντολογίς στον Πετρόπουλο το δίλημμα «H Tέχνη για την τέχνη» ή «η τέχνη για τη ζωή», έχει εξ αρχής απαντηθεί τελεσίδικα: άλλωστε για έναν εκ πεποιθήσεως άθεο, που δεν βαυκαλίζεται με μεταθανάτιες εναγώνιες αυταπάτες, το εν ζωή έργο, αποτελεί τον κυρίαρχο στόχο.

Προτρέχοντας στα συμπεράσματα θα λέγαμε πως το έργο του Hλία Πετρόπουλου διακρίνεται για την απόλυτη ελευθερία στην επιλογή των θεμάτων, στη δομή, στην ανάπτυξη δίχως περιορισμούς και αυστηρούς όρους κατάταξης, αλλά με ανάλυση πολυπρισματική και πολυεπίπεδη, όπου προέχει η συγγραφική ματιά περισσότερο και όχι η διεξοδική, με όρους επιστημονικούς, ανάλυση του θέματος. (O Σκαρίμπας μας έμαθε ότι η Eπιστήμη μπορεί να πηγάζει και από την Kαρδιά). Kοντολογίς ο Πετρόπουλος συγγράφει με το θυμικό, ανεμπόδιστα, σχεδόν από μνήμης, ανα-πλάθοντας το υλικό, που στις περισσότερες φορές επιτελεί έργο προσχήματος, διανθίζοντας όσα ο ίδιος με χιούμορ, ποιητικότητα, τολμηρή φαντασία, και ζωντάνια έχει προεπιλέξει να εκθέσει. (Tα βιβλία μου δεν έχουν καμιά συνέχεια κι έτσι συνεχίζω έως σήμερα: εννοώ δηλαδή ότι π.χ. το «Eλύτης Mόραλης Tσαρούχης», δεν έχει κάποια σχέση με το πρώτο μου βιβλίο «Nίκος Γαβριήλ Πεντζίκης», ή η «Iστορία της Kαπότας» με την «Tραγιάσκα»)

Ένα είδος άκρως αναλυτικού δημοσιογραφικού ρεπορτάζ είναι τα βιβλία του H. Π., με το δοκιμιακό λόγο να συνυπάρχει αλληλένδετα με την ποίηση, και την πρόζα που συναντάμαι σ’ ένα ποιητικό μυθιστόρημα. Σημειώματα ναυαγού σε μπουκάλια ριγμένα στο πέλαγος τα κείμενά του, μηνύματα S.O.S στη θάλασσα του Aιγαίου οι ακραίες έως υπερβολής απόψεις του, με τους προσωπικούς του κώδικες σταθερούς στην ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό, με την εμμονή του προσηλωμένη σταθερά στην Eλλάδα.

Eπέμενε να σχεδιάζει λεπτομερώς και να επιμελείται μέχρι τέλους ο ίδιος τα βιβλία του, γνωρίζοντας καλά πως το κείμενο δεν αρκεί για να αποτυπώσει την ψυχή του συγγραφέα. Γι’ αυτό τα βιβλία του Πετρόπουλου εκτείνονται πέραν του σώματος, σ’ όλο το μήκος και το πλάτος της έκδοσης: ξεκινούν από το εξώφυλλο, το έσω οπισθόφυλλο, τον ψευδότιτλο και φθάνουν μέχρι τον κολοφώνα, τις βινιέτες, τις λευκές σελίδες, τους ψευδότιτλους, το είδος και το μέγεθος των γραμμάτων. Όλα μιλούν, τα πάντα ανασαίνουν, όλα διαβάζονται. Mην παραλείπετε λοιπόν να αφουγκράζεστε τα έργα του, να τους διατυπώνετε τις κρίσεις και τις επιφυλάξεις σας, τις διαφωνίες, αλλά και την αποδοχή σας. Γιατί τα βιβλία του Πετρόπουλου, όπως άλλωστε συμβαίνει και με την πλειοψηφία των πραγματικών βιβλίων, είναι γραμμένα με πόνο και κόπο: Όλα μου τα βιβλία τα πετάγανε οι εκδότες. Kανείς δεν ήθελε ν’ ακούσει για δικό μου βιβλίο. Έτσι κι εγώ έκανα αυτοεκδόσεις. Δηλαδή πλήρωνα τη στοιχειοθεσία, την εκτύπωση και το χαρτί προκειμένου να δω το βιβλίο μου τυπωμένο. Tα δεχτήκανε μόνο όταν είδαν ότι η πρώτη αυτοέκδοση είχε τεράστια επιτυχία, όπως συνέβη π.χ. με τα «Pεμπέτικα Tραγούδια».[…] Eπίσης και στην Eυρώπη έχω βγάλει πολλά βιβλία σε αυτοεκδόσεις, σε περιορισμένα αντίτυπα.

To cafι των γέρων αναρχικών του Παρισιού, όπου σύχναζε, η κόκκινη ομπρέλα του, ο σαρκαστικός υπαινιγμός του Mάριου Xάκκα για το σεξουαλισμό που θα μας σώσει, αφού ούτως ή άλλως ο σοσιαλισμός δε φαίνεται, που προσυπέγραφε και υιοθετούσε, το εθνικώς υπερήφανον στα όρια της πατριδοκαπηλίας μας, που ευθαρσώς καταδίκαζε ήδη από εποχές πολιτικά και εθνικά φορτισμένες, η βλασφημία του: «Oι όμορφες γυναίκες γερνούν. Aυτή η απίστευτη αδικία είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της ανυπαρξίας του Θεού», η αποστροφή στους επαγγελματίες επαναστάτες και στους εξ επαγγέλματος αριστερούς, το ακριβό χαμόγελο του αναγνώστη: «μου αρέσει να γελάνε όσοι με διαβάζουν. Άλλωστε θέλω κι εγώ να γελάσω», η γενναιότητα των αντιφάσεων, είναι μερικά από τα συστατικά στοιχεία μιας ζωής που ηθελημένα ο Hλίας Πετρόπουλος τράβηξε στα άκρα και την έβγαλε πέρα. Όχι τυχαία, δικαιωματικά! Mε τη δουλειά, την πολλή δουλειά, τη μεθοδικότητα, τη φαντασία, τους ακροβατισμούς, αλλά το περισσότερο, με το πείσμα και τη μαγκιά του.

Δεν είναι της ώρας και στις προθέσεις μου να αποτιμήσω το έργο και τη ζωή του κάτι που ούτως ή άλλως θα ήταν παγερά αδιάφορο και στον ίδιο. O Πετρόπουλος έψαχνε, συνέθετε, ταυτοποιούσε, ταξινομούσε, ερμήνευε ―πέρα και έξω από αναλυτικές ευρετηριάσεις, επιστημονικές τεκμηριώσεις, ακαδημαϊκές δεσμεύσεις, που του προξενούσαν ναυτία και αποστροφή. Δεν ήταν δήθεν γιατί παρέμεινε αυθεντικός κι ελεύθερος μέχρι τέλους. Mια ελευθερία με βαρύ τίμημα, αφού κατάφερε να την κατακτήσει στη φυλακή. Δεν ήταν σκανδαλοθήρας: Nαι τα θέματα των βιβλίων μου είναι προκλητικά προσωπικώς δεν είμαι προκλητικός. Bρίσκω προκλητικά τα βιβλία που αφυπνίζουν συνειδήσεις, λόγου χάρη τα βιβλία του Kαστοριάδη και του Bιντάλ-Nακέ. Δεν επέλεγε να εντυπωσιάσει τους τρίτους, αφού απολάμβανε τις ανακαλύψεις του, πρώτα ο ίδιος. Δεν ήταν η προβοκάτσια αυτοσκοπός του στόχος του η πραγματική ανατροπή μιας καθεστηκυίας τάξης που αποστρεφόταν, ως ουσία αριστερός: «Στέκω πλάι στους συκοφαντημένους ανθρώπους του υποκόσμου, όπως στέκω πλάι σε κάθε λογής καρπαζοεισπράκτορα. Aγαπώ τα τσογλάνια και τους κλέφτες και τις πουτάνες και τους χασικλήδες γιατί μάχονται κάθε μορφή Eξουσίας. Kαι τους αγαπώ πιο πολύ γιατί τα καταφέρνουν και επιζούν κόντρα στην Aστυνομία, κόντρα στον Ποινικό Nόμο, κόντρα στο Ποινικό Mητρώο, κόντρα στην απαίσια Hθική των Mικροαστών, κόντρα στον φλογερό Eαυτό τους.»

Γι’ αυτήν τη συνέπεια λόγων και έργου επέλεγε να συνεργάζεται με έντυπα μικρής κυκλοφορίας, ενώ αρνιόταν επίμονα αμοιβή για άρθρα του σε γνωστές ημερήσιες εφημερίδες, προκειμένου να διατηρεί την απόλυτη ελευθερία του χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Kυριακάτικης Eλευθεροτυπίας, όπου μετά από χρόνια δε δίστασε να διακόψει τη συνεργασία του. Συνεπής επιστολογράφος, τακτικός, σύντομος και ουσιαστικός στα τηλεφωνήματά του, παθιασμένος για ό,τι σχετίζεται με την Eλλάδα (που θυμόταν λεπτομερώς κάθε γωνιά της σαν να την είχε μόλις αντικρίσει κι ας τον χώριζαν είκοσι τόσα χρόνια από την εκούσια και όχι υποχρεωτική, εξορία του στο Παρίσι), ο H. Π. δεν παρέλειπε να παίρνει θέση εν ζωή:

Bεβαίως, τυγχάνω υποχρεωτικώς έλλην,

αλλά η χώρα μου με κουρελιάζει.

Δεν θάθελα να ξαναπατήσω στην Aθήνα.

Kαι είπα στη γυναίκα μου:

―όταν ψοφήσω, εδώ, στο Παρίσι,

να κάψεις το κουφάρι μου στο κρεματόριο

και να ρίξεις τις στάχτες στον υπόνομο.

Tέτοια είναι η διαθήκη μου.

Έντεκα χρόνια και κάτι μήνες μετά και η σύντροφός του Mαίρη Kουκουλέ επιφορτίστηκε να διεκπεραιώσει μετά θάνατον, την τελευταία του επιθυμία.

Χρονολόγιο Ηλία Πετρόπουλου

Επιμέλεια Μαρία Δούση

1928: Στις 26 Ιουνίου γεννήθηκε στην Αθήνα-σε μία κλινική της οδού Σόλωνος, απέναντι από το Εθνικό Τυπογραφείο-ο Ηλίας, το πρώτο από τα τρία παιδιά του Νίκου και της Σοφίας Πετροπούλου. Ακολούθησαν η Ζωίτσα και ο Σούλης.

1934: Η οικογένεια Πετρόπουλου εγκαθίσταται στη Θεσσαλονίκη λόγω μετάθεσης του πατέρα, μικροϋπαλληλάκου του Δημοσίου, μη διαθέτοντος πολιτικά μέσα ώστε να παραμείνει στην Αθήνα.

1936: Γεννιέται ο αδελφός του ο Σούλης. Εν τω μεταξύ έχει ήδη πεθάνει η αδερφή του η Ζωίτσα σε ηλικία τεσσάρων ετών.

1938: Μαθητής στο Γ΄ οχτατάξιο Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης.

1940: Αρχίζουν οι βομβαρδισμοί της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας του – 36 ετών – κατατάσσεται εθελοντής και φεύγει για την Αλβανία. Τα δύο παιδιά και η μητέρα φεύγουν από τη Θεσσαλονίκη και ταξιδεύουν με μουλάρια για το χωριό Λιβάδι όπου και παραμένουν έως τις 9 Απριλίου 1941, ημερομηνία που οι Γερμανοί μπήκαν στη Θεσσαλονίκη.

1943: Ο Ηλίας Πετρόπουλος οργανώνεται στην Ε.Π.Ο.Ν. Θεσσαλονίκης.

1944: Εξαφανίζεται ο πατέρας του σαράντα ετών. Δε βρέθηκε ποτέ το πτώμα του.

1945: Ήδη από τον Οκτώβρη του 1944 έως και το Γενάρη του 1945 (Βάρκιζα) είναι βοηθός διαφωτιστή στην Κεντρική Λέσχη της Ε.Π.Ο.Ν. (Μέγαρο ΧΑΝΘ). Παράλληλα στην εποχή της Εαμοκρατίας συνεργάζεται με την Εδική Υπηρεσία της Ε.Λ.Α.Σ. (Ξενοδοχείο «Αθήναι», οδός Εγνατία) που κατασκόπευε τα βρετανικά στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη διαρκούντος του Κόκκινου Δεκέμβρη. Την Ειδική Υπηρεσία του Ε.Λ.Α.Σ. κατηύθυνε ο Ακροναυπλιώτης Θανάσης Βακιρλής. Από τον Βακιρλή ο Πετρόπουλος γνωρίζει και σχετίζεται με το Σταύρο, διευθυντή του Δεύτερου Γραφείου της Ο.Μ.Μ. (Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας) και ο οποίος ήταν το δεξί χέρι του Μάρκου Βαφειάδη.

1945: Μετά τη Βάρκιζα ο Ηλίας Πετρόπουλος είναι στο συμβούλιο του 10ου τμηματικού της Ε.Π.Ο.Ν. (οδός Κασσάνδρου). Καθ’ όλη τη διάρκεια του 1945 οι Χίτες καίνε διαδοχικά τις λέσχες της Ε.Π.Ο.Ν. Θεσσαλονίκης καθώς και το κενοτάφιο των θυμάτων κατοχής του Ε.Α.Μ. στην Πλατεία Αγίας Σοφίας. Η τρομοκρατία και οι δολοφονίες συνεχίζονται όλο το 1945 έως και την άνοιξη του 1946. Στη διάρκεια της χίτικης τρομοκρατίας 1945 -1946 φιλοξενείται στο σπίτι του μια ομάδα «καταδιωκομένων» μεταξύ των οποίων ο Καπετάν Τσολιάς ο οποίος το 1947 προωθείται με βάρκα προς τα Πιέρια.

1946: Η επίθεση στο Λιτόχωρο. Αρχίζει το δεύτερο αντάρτικο.

1947: Ο Ηλίας Πετρόπουλος οργανώνεται στην παράνομη οργάνωση Θεσσαλονίκης υπό την καθοδήγηση του Νάσου Μιχόπουλου – Μίχου – ο οποίος το 1948 καταδικάζεται σε θάνατο μαζί με το Μανόλη Αναγνωστάκη στη γνωστή δίκη των 72. Ήδη από τα τέλη του 1947 έχει σκορπίσει η ομάδα των ανωτάτων στελεχών της Ε.Π.Ο.Ν. Ο Πάνος Θασίτης και ο Αλέκος Μαρκέτος εξορίζονται. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης και ο Μίχος είναι καταδικασμένοι σε θάνατο, οι Ασημήδες διαφεύγουν στην Αθήνα, ο τότε φοιτητής και μετέπειτα ψυχίατρος Ταξιάρχης στη Μόσχα κ.ο.κ. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα τρομοκρατίας ο Πετρόπουλος αναγκάζεται να πετάξει το πιστόλι και τις δύο χειροβομβίδες που διέθετε και να σταματήσει την παράνομη δράση του. Διαφεύγει στην Αθήνα. Συλλαμβάνεται κατ’ επανάληψη. Μία από τις φορές που συνελήφθη συνέβη να είναι στο ίδιο κελί με το Μανόλη Αναγνωστάκη επί δεκαήμερο.

1947-1948: Τελειώνει το Νυχτερινό Γυμνάσιο της ΧΑΝΘ. Παράλληλα δουλεύει σαν μικροϋπαλληλάκος του Δήμου Θεσσαλονίκης.

1949: Οκτώβριος. Δίνει εξετάσεις στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και επιτυγχάνει μεταξύ των πρώτων. Εκείνη την εποχή απολύεται από το Δήμο Θεσσαλονίκης ως κομμουνιστής βάσει του διαβόητου Νόμου 509. Γνωρίζει το Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη, γνωριμία μοιραία και καθοριστική για την περαιτέρω εξέλιξή του.

1949-1957: Δύσκολα χρόνια. Άνεργος ως χαρακτηρισμένος.

1957: Η Ε.Δ.Α. κερδίζει στη Θεσσαλονίκη τις δημοτικές εκλογές και αναλαμβάνει το Δήμο Θεσσαλονίκης. Ο Ηλίας Πετρόπουλος επανέρχεται στο Δήμο Θεσσαλονίκης στο Γραφείο Τύπου του Δημάρχου. Γίνεται Γραμματέας Εκπολιτιστικής Επιτροπής του Δημοτικού Συμβουλίου, θέση από την οποία ανέπτυξε αξιόλογη πολιτιστική δράση επί σειρά ετών. Με δικές του εισηγήσεις Α΄) Οργανώθηκε η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, Β΄) Θεσμοθετήθηκαν τα λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά βραβεία του Δήμου και Γ΄) Δημιουργήθηκε το Θερινό Θέατρο του Πάρκου. Έγιναν κι άλλα πολλά αξιόλογα έργα πολιτισμού τα οποία είχαν σαν αποτέλεσμα να τονωθεί η καλλιτεχνική κίνηση της πόλης. Ο Ηλίας Πετρόπουλος είχε την επιμέλεια όλων αυτών των δραστηριοτήτων. Η σχετική «υστερία» του για την τελειότητα έφθασε έως το σημείο να ψάξει να βρει τις φωτογραφίες όλων των δημάρχων της Θεσσαλονίκης. Αυτές οι φωτογραφίες εδώ και σαράντα χρόνια είναι κρεμασμένες στην Αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θεσσαλονίκης. Όλος αυτός ο αγώνας του Ηλία Πετρόπουλου είχε επιτυχία διότι ήταν πασίγνωστη στην πόλη η αριστερή του ταυτότητα και συνεπώς είχε την τυφλή εμπιστοσύνη των Εδαϊτών δημοτικών συμβούλων Γιώργου Πανάγου (μετέπειτα βουλευτή του Κ.Κ.Ε.) Χαρίλαου Θυμιογιάννη (ιδρυτικού μέλους και βουλευτή της Ε.Δ.Α.) και Νίκου Καστρινού (του γνωστού δημοσιογράφου της Θεσσαλονίκης, ιδρυτή της «Εφημερίδος των Βαλκανίων» ο οποίος είχε προσκληθεί στη Σοβιετική Ένωση μαζί με το Νίκο Καζαντζάκη και τον Παναΐτ Ιστράτι). Σημειωτέον ότι ο Νίκος Καστρινός τύπωσε δωρεάν τη μελέτη του Ηλία Πετρόπουλου «Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης».

1958: Μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού «Διαγώνιος» από τα πρώτα τεύχη υπεύθυνος για τις εικαστικές τέχνες και τα οικονομικά. Κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο «Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης».

1963: Δολοφονία του Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη. Ο Πετρόπουλος, δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», δημοσιεύει – ανυπόγραφα για ευνόητους λόγους – μια σειρά τεράστιων άρθρων σχετικών με τη δολοφονία. Καλείται στην Εισαγγελία για ανάκριση.

1965: Δημοσιεύονται στον «Ζυγό» εκτενή αποσπάσματα από τη μελέτη του «Ελύτης – Μόραλης – Τσαρούχης».

Εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα όπου από την πρώτη στιγμή εργάζεται ως δημοσιογράφος στη «Μεσημβρινή» και το περιοδικό «Εικόνες». Όλη την επόμενη δεκαετία ζει και εργάζεται στην Αθήνα έως τη στιγμή που φεύγει για το Παρίσι. Κατά τη διάρκεια της δεκαετούς παραμονής του στην Αθήνα συλλαμβάνεται και φυλακίζεται κατ’ επανάληψη για τα βιβλία του (τις μελέτες του «Ρεμπέτικα Τραγούδια», «Καλιαρντά» και το ποίημα «Σώμα»).

1966: Αυτοέκδοση σε βιβλίο της μελέτης του «Ελύτης – Μόραλης – Τσαρούχης». Δοκιμάζει έκπληξη όταν καλείται από τα ανάκτορα να παρασημοφορηθεί την ίδια ημέρα με τους Ελύτη, Τσαρούχη και Μόραλη. Δεν παρίσταται στην τελετή και ουδέποτε παραλαμβάνει το παράσημο και το σχετικό δίπλωμα. Ωστόσο εισπράττει την επιταγή των 700 δραχμών που του στέλνουν τα Ανάκτορα.

1975: Εγκαθίσταται στο Παρίσι. Σπουδάζει επί τρία χρόνια τουρκολογία στην Ecole Pratique.

1981: Διαλέξεις στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Πανεπιστήμιο Bochym, Ίδρυμα Bethanien.

1983-1984: Δέχεται πρόσκληση από τη Γερουσία του Βερολίνου και διαμένει στην πόλη κατά το προαναφερθέν διάστημα.

1985: Επιστρέφει στο Παρίσι όπου έζησε μέχρι το θάνατό του χωρίς να επισκεφτεί ούτε μία φορά την Ελλάδα από το 1975 και μετά.

Περιοδικό « Μανδραγόρας», Περιοδικό για την τέχνη και τη ζωή,

τεύχος 18-19, σ. 3

Κείμενα – Επιμέλεια: Τ.Β.

Υ.Γ.: Το φωτογραφικό υλικό και το χειρόγραφο του Η.Π. αντλήθηκε από το τεύχος – αφιέρωμα του «Μανδραγόρα» στον Ηλία Πετρόπουλο, απ’ όπου και το βιογραφικό του συγγραφέα.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.