Γιατι φθασαμε στον Φρεντι Μπελερη;

Αν δεν προστατεύσει η Αθήνα την ελληνική μειονότητα της Βόρειας Ηπείρου, τότε ποιος θα το πράξει;

Δηλαδή, αν αποφυλακιστεί ο Φρέντι Μπελέρης ή αν ορκιστεί ως δήμαρχος της Χειμάρρας, έστω και μέσα από τη φυλακή όπως ζητά η κυβέρνηση, το θέμα της αντιμετώπισης της μειονότητας της Βόρειας Ηπείρου από τα Τίρανα θα έχει διευθετηθεί; Αξιοποιείται το θέμα Μπελέρη από την Αθήνα και εστιάζεται σε αυτό επικαλύπτοντας την ανερμάτιστη πολιτική της μετά το 1991, όταν κατόρθωσε στα χρόνια που ακολούθησαν να συρρικνώσει την εθνική μειονότητα της Β. Ηπείρου στα όρια του αφανισμού, σε σημείο ώστε από τους δεκαοκτώ βουλευτές που έστειλε η ομογένεια στην αλβανική βουλή μετά την πτώση του Αλία το 1991: πέντε βουλευτές με τους μειονοτικούς συνδυασμούς και δεκατρείς με τα άλλα κόμματα, στις τελευταίες εκλογές του 2021 εκλέχθηκαν μόνον δύο. Με άλλα λόγια, ενώ επί Χότζα και Αλία η εθνική μας μειονότητα παρέμενε συμπαγής στη Β. Ήπειρο και τα εθνικά μας ερείσματα ισχυρά, σήμερα που έπνευσε ο άνεμος της ελευθερίας (;) και στη γείτονα, οι ομοεθνείς μας είναι υπό διωγμό με αποτέλεσμα τη διαρκή συρρίκνωσή τους. Αν δεν προστατεύσει η Αθήνα την ελληνική μειονότητα της Β. Ηπείρου, τότε ποιος θα το πράξει; Γιατί δεν αντιδρά στην εθνοκτονία που συντελείται εκεί;

Πού οφείλεται λοιπόν η ανοχή μας απέναντι στην Αλβανία, απέναντι σε μια χώρα που θα μπορούσε η Ελλάδα να ισοπεδώσει στρατιωτικά, σε αντίθεση με την υπερβολική ευαισθησία που επιδεικνύει απέναντι στην Τουρκία; Διότι στην περίπτωση της Τουρκίας η απειλή έχει δυνητικό χαρακτήρα, ενώ στην περίπτωση της Αλβανίας η εθνοκτονία της ελληνικής μειονότητας συντελείται εδώ και τρεις δεκαετίες. Τι καθορίζει τις επιλογές της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας;

Ο απαξιωτικός και προσβλητικός χαρακτήρας της αντιμετώπισης της χώρας μας από την Αλβανία είναι αποτέλεσμα της εμμονής της Αθήνας να εναρμονίζει τα εθνικά συμφέροντα με τα συμφέροντα των ισχυρών, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, επιδιώκοντας έτσι την εκπλήρωσή τους. Επειδή όμως οι σχέσεις αυτές είναι ετεροβαρείς, οι εξελίξεις δεν οριοθετούνται εκεί όπου εκπληρώνονται τα συμφέροντά μας αλλά των ισχυρών, που λειτουργούν σε μια ευρύτερη γεωπολιτική ακτίνα, γι’ αυτό συνήθως είναι ασύμβατα με τα δικά μας συμφέροντα και αντίθετα. Γι’ αυτό και η εξωτερική πολιτική που ασκεί η Αθήνα είναι αντιφατική, σε σημείο ώστε να διερωτάσαι πότε υπηρετεί τα εθνικά μας συμφέροντα. Στην περίπτωση της ευαισθησίας που εξαντλείται στις  ελληνοτουρκικές σχέσεις ή της ανοχής στην καταπίεση των ομοεθνών της Β. Ηπείρου από μια ανύπαρκτη στρατιωτικά χώρα;

Το «άτυπο» δείπνο που παρέθεσε ο πρωθυπουργός στους ηγέτες των Δυτικών Βαλκανίων με αποδέκτη τον Έντι Ράμα, όπως προβλήθηκε, διότι δεν προσεκλήθη εξ αιτίας της υπόθεσης Μπελέρη, αποτελεί ένδειξη αδυναμίας, διότι αποδεικνύει ότι η χώρα μας είναι παγιδευμένη στις επιδιώξεις των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή, καίτοι αυτές αντιστρατεύονται τα εθνικά μας συμφέροντα. Τα προβλήματά μας με την Αλβανία είναι διμερή και ως διμερή θα πρέπει να αντιμετωπίζονται, κλιμακώνοντας το επίπεδο των αντιδράσεών μας. Όμως, η επίσκεψη του Ουκρανού προέδρου αμφισβητεί τη σκοπιμότητα της σύσκεψης που προβλήθηκε από την κυβέρνηση, διότι η πρόσκληση συμμετοχής των ηγετών όλων των βαλκανικών κρατών, και των ήδη ενταγμένων στις δομές της ΕΕ και της Ευρωζώνης, δημιουργεί βάσιμες σκέψεις ότι η σύσκεψη ήταν προσχεδιασμένη και ενταγμένη στις επιδιώξεις της Ουάσιγκτον, και συγκυριακά συνέπεσε με την υπόθεση Μπελέρη. Η Αθήνα, ούσα σε διατεταγμένη υπηρεσία, την υλοποίησε, διότι δεν μπορεί να ερμηνευτεί διαφορετικά το γεγονός ότι κατά τις πρόσφατες συζητήσεις μεταξύ Αθήνας και Κιέβου, προκειμένου να καταλήξουν σε διμερή συμφωνία για την ανάληψη εκ μέρους της Ελλάδος δέσμευσης για την παροχή εγγυήσεων ασφαλείας σε πολλαπλούς τομείς προς την Ουκρανία, η οποία ανακοινώθηκε με την άφιξη του Ζελένσκι στην Αθήνα, στις συγκεκριμένες συζητήσεις λάμβαναν μέρος και οι Αμερικανοί («Η Καθημερινή», 11/8/2023) –ως υποβολείς προφανώς.  

Ο κυβερνητικός Τύπος έδωσε μάλιστα και άλλη διάσταση στη συνάντηση των Βαλκάνιων ηγετών με πρωτοβουλία της Αθήνας. «Η σύσκεψη», έγραψε, «μπορεί μετά βεβαιότητος να θεωρηθεί και ως μια έμμεση απάντηση στην Τουρκία, που επιχειρεί διαχρονικά να “απλώσει το πόδι της” στο βαλκανικό τόξο και να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή» («Η Καθημερινή», 19/8/2023). Πάνω σε αυτό, δύο επισημάνσεις που ερμηνεύουν όσα υφίσταται η μειονότητα της Β. Ηπείρου χωρίς να αντιδρά η Αθήνα:

α) Γράφει ο ιστορικός Πέρρυ Άντερσον στο βιβλίο του «Οι διαιρέσεις της Κύπρου»: «… ό,τι και να ειπωθεί για το τουρκικό κράτος, ο κεμαλισμός υπήρξε μια εντελώς ανεξάρτητη δημιουργία, ένα εθνικιστικό κίνημα που δεν όφειλε τίποτα σε οποιαδήποτε εξωτερική δύναμη. Αντίθετα, το μεταπολεμικό ελληνικό κράτος άρχισε ως βρετανικό προτεκτοράτο και συνέχισε ως αμερικανικό εξαρτημένο έδαφος, πολιτισμικά και πολιτικά ανίκανο να υπερβεί τη βούληση των γεννητόρων του».

β) «Η διαφορά των δύο χωρών είναι ότι ενώ ο κ. Μητσοτάκης θεωρεί πως έθεσε την Ελλάδα στη σωστή πλευρά της Ιστορίας με την έκρηξη του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας, ο κ. Ερντογάν μετέχει άμεσα στη διαμόρφωση της Ιστορίας, σε μια περίοδο γενικής ανατροπής σε παγκόσμιο επίπεδο» («Η Καθημερινή», 17/8/2023).

Αλεξανδρούπολη, 22/8/2023

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.