Εξελιξεις μη αναστρεψιμες

Η μόνιμη οικονομική κρίση των ανεπτυγμένων κρατών, αναδεικνύει τη γενική συστημική οικονομική κρίση των κοινωνιών τους. Όλα τα βάθρα και οι δομές στήριξης των πολιτευμάτων τους οδηγούνται σε παρακμή και κατάρρευση. Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται και οι καταρρεύσεις όλων των τελευταία ανεπτυγμένων πολιτικών συστημάτων δημοκρατίας, τόσο των κομματικών και συνδικαλιστικών τους μηχανισμών όσο και των ιδεολογικών τους θέσεων, της φιλελεύθερης, νεοφιλελεύθερης και της σοσιαλ-δημοκρατίας. Εμφανίζονται έτσι οι προϋποθέσεις και οι συνθήκες στο εξελισσόμενο και διαστελλόμενο κοινωνικό μας σύμπαν, ούτως ώστε μ’ ένα «ποιοτικό άλμα» στις δομές της εξουσίας των πιο ανεπτυγμένων πολιτικά κρατών, οι κοινωνικές τους δυνάμεις να επιχειρήσουν να επιτύχουν την ανατροπή των υφιστάμενων μηχανισμών των «συστημάτων της εξουσίας», κατά το ξεκίνημα της μετάβασης από τη βιομηχανική στην ψηφιακή εποχή.
 
Για να υπάρξει όμως αυτό το ποιοτικό άλμα κατά την πορεία μιας διαλεκτικής κοινωνικής εξέλιξης απαιτούνται: α) δύο «δυνάμεις της πάλης των αντιθέτων», οι οποίες αντιμάχονται για τη διατήρηση ή διεκδίκηση της εξουσίας, β) ο κατάλληλος χώρος και χρόνος, που θα ενεργοποιηθούν και θα εκδηλωθούν και γ) μια ποσοτική εξελικτική πορεία ισχυροποίησης των νεοαναπτυσσόμενων δυνάμεων «άρνησης», που διεκδικούν την εξουσία και προσπαθούν ν' ανατρέψουν τις παλιές.
 

Οι δυνάμεις της πάλης των αντιθέτων

 
Ποιες είναι όμως αυτές οι δυνάμεις της πάλης των αντιθέτων; Το «σύστημα εξουσίας των εκλεκτών», κυρίως, όλων των ανεπτυγμένων κρατών καθόλη τη διάρκεια της βιομηχανικής εποχής, του καπιταλισμού, ιμπεριαλισμού και κομμουνισμού, κατηύθυνε παραπλανητικά τους λαούς στη φιλοσοφική πολιτική θέση ότι: οι αντίπαλες δυνάμεις, που ενεργοποιούν τον κοινωνικό νόμο της πάλης των αντιθέτων είναι η εργασία και το κεφάλαιο, καθώς και οι εκφραστές τους, οι εργατικές και οι αστικές τάξεις. Κατά τους δύο σχεδόν τελευταίους αιώνες, οι πολιτικοί αγώνες των ανεπτυγμένων, κυρίως, λαών, περιστρέφονταν γύρω από αυτό το δίπολο, δημιουργώντας κόμματα, πολιτικές συμμαχίες και ιδεολογήματα, όπου μ' επικούς αγώνες διεκδικούσαν την εξουσία, η οποία τελικά κατέληγε με όλες τις μορφές πολιτευμάτων, μηδέ εξαιρουμένου και του κομμουνιστικού, στην πάγια εξουσία των εκλεκτών. Κατά τη διάρκεια αυτών των αγώνων, τα κράτη και ιδιαίτερα η Αυτοκρατορία, με κάθε διαχρονικής μορφής ηγεσία, εκτός από τους στρατοκρατικούς τους μηχανισμούς, ανέπτυξαν, σε υπέρτατο βαθμό, μηχανισμούς βιομηχανίας της συναίνεσης και διαμόρφωσης γνώμης, εξασφαλίζοντας α) τον έλεγχο των πληροφοριών και β) τα όργανα αξιοποίησής τους, όπως τους πολιτικούς, τα κόμματα, τα συνδικάτα, τα ΜΜΕ, καθώς και κατά τα τελευταία χρόνια τους πανεπιστημιακούς καθηγητές-«ιεροεξεταστές», το υπέρτατο εργαλείο επηρεασμού γνώμης,  που αντικατέστησαν τους εκφυλισμένους πνευματικά εκπροσώπους των θρησκειών. Με τα όργανα αυτά και με τη «δαιμόνια» τακτική του δόλου, της υποκρισίας, της παραπλάνησης και της εξαπάτησης, κατόρθωσαν να συντρίψουν, κατά το διάστημα αυτό, τα πολιτικά εγκεφαλικά κύτταρα των λαών τους, πετυχαίνοντας περιορισμένη δυνατότητα πολιτικής κρίσης και αξιολόγησης στο μεγαλύτερό τους μέρος, και να διατηρήσουν αυτό το πολιτικό τοπίο αντιπαλότητας κεφαλαίου-εργασίας και την «κοινωνική αρμονία». Εμπόδισαν, έτσι μέχρι τώρα τους λαούς των ανεπτυγμένων κυρίως χωρών, ν’ αντιληφθούν ότι οι πραγματικές δυνάμεις της πάλης των αντιθέτων είναι οι «παραγωγικές κοινωνικές δυνάμεις» που σε όλα τα πολιτεύματα και σε όλες τις εποχές βρίσκονταν πάντα εκτός εξουσίας, απέναντι στις πάγιες εξουσιαστικές δυνάμεις των απαράγωγων κοινωνικών τάξεων και συντεχνιών των εκλεκτών. Παραγωγικές δυνάμεις, οι οποίες εκπροσωπούν την «παραγωγική εργασία», η οποία είναι κάθε εργασία που υπόκειται σε αξιολόγηση, ανταγωνιστική εκτίμηση της αξίας της και διάθεσή της στην ελεύθερη αγορά, σε αντίθεση με την απαράγωγη εργασία η οποία μέχρι τώρα ήταν συνώνυμη της βίας, της διαφθοράς, της διαπλοκής, της ρουσφετολογίας και των πολιτικών εκβιασμών.
 

Η ενεργοποίηση του νεκρωμένου πολιτικού στοχασμού

 
Η μόνιμη οικονομική κρίση, που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στα ανεπτυγμένα κράτη, δεν είναι η αιτία που φέρνει τις αναταράξεις και τις αμφισβητήσεις των δομών της εξουσίας, αλλά το αποτέλεσμα. Οι καθοριστικές αιτίες που δημιούργησαν την οικονομική κρίση, καθώς και τις συνθήκες ενεργοποίησης των δυνάμεων ανατροπής στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο του συστήματος είναι: α) οι αλλαγές και εξελίξεις, με ποιοτικά άλματα στους συντελεστές παραγωγής πλούτου, αυτές του κεφαλαίου και της εργασίας και β) οι αλλαγές και οι εξελίξεις των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων των αναπτυσσόμενων χωρών οι οποίες εξασφαλίζοντας την πολιτική τους ανεξαρτητοποίηση και ιδιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών τους πηγών, αλλάζουν το διεθνές ανταγωνιστικό πεδίο των αγορών, δημιουργώντας πολυπολικά κέντρα δύναμης. Η οικονομική αυτή κρίση των ανεπτυγμένων κρατών είναι αντίστροφα η αιτία, να ενεργοποιηθεί ο νεκρωμένος πολιτικός στοχασμός και η αξιολόγηση, τυχαία, διαθέσιμων πληροφοριών, σαν αντεπίδραση για να ερευνηθούν οι πραγματικές δυνάμεις της πάλης των αντιθέτων, οι οποίες ενεργοποιούμενες είναι και οι μόνες, που προωθούν τις κοινωνικές εξελίξεις. Έτσι αποκαλύπτεται ότι, το «δαιμονοποιημένο» από το «σύστημα» και τους λαούς κεφάλαιο δεν αποτελεί αυτοδύναμη πολιτική δύναμη, αλλά έναν ισχυρό σύμμαχο, που με τη βοήθειά του, είτε με τη μορφή φόρων είτε με τη μορφή συμπαράστασης με τους απόκρυφους μηχανισμούς του (Τζ. Πέρκινς, «Οικονομικοί δολοφόνοι») ενίσχυε τους Λεβιάθαν (εξουσιαστικούς μηχανισμούς) των κρατών. Πεποίθηση που διαμορφώθηκε κυρίως, κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής ανάπτυξης του 19ου αιώνα και της υπερδιόγκωσης του κεφαλαίου, οι κάτοχοι του οποίου κατόρθωσαν να κυριαρχήσουν παρασκηνιακά στους ιμπεριαλιστικούς εξουσιαστικούς μηχανισμούς των κρατών, τους οποίους χρησιμοποιούσαν, αποκλειστικά, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους, Η πολιτική όμως αυτή ισχύς του κεφαλαίου και η ηγεμονική του θέση στην παγκόσμια διοίκηση, με την αλλαγή των συνθηκών, των συντελεστών παραγωγής και την δομή τους, αρχίζει να εξασθενεί, ακολουθώντας μια παράλληλη φθίνουσα πολιτική πορεία με αυτήν του αδύναμου πλέον προλεταριάτου. Έτσι, τόσο το κεφάλαιο, όσο και η εργατική δύναμη με τις νέες της πλέον μορφές, λαμβάνουν θέσεις μάχης μέσα στους κεντρικούς σχηματισμούς – μηχανισμούς, που εκπροσωπούν τις κοινωνικές τάξεις στην σύγκρουσή τους για τη διατήρηση ή κατάκτηση της εξουσίας.
 
Οι δυνάμεις εξουσίας των εκλεκτών κατά την περίοδο αυτή, ωφελήθηκαν τριπλά από τη βοήθεια του κεφαλαίου: 1ο. ενισχύονταν οικονομικά οι μηχανισμοί τους της πειθαρχίας (στρατοβιομηχανικό σύμπλεγμα) και του ελέγχου (βιομηχανίας της συναίνεσης και διαμόρφωσης γνώμης) 2ο. έστρεφαν την φυσική αντιπαλότητα και τις αντιδράσεις των λαών σ’ έναν «αόριστο» στόχο-εχθρό, όπως είναι το κεφάλαιο, παραπλανώντας, διαστρέφοντας και εξουδετερώνοντας τις δυνάμεις τους και 3ο. καρπώνονταν αποκλειστικά το ύψιστο χάρισμα της λειτουργικής τακτικής του κεφαλαίου που είναι ο δόλος, η υποκρισία, η παραπλάνηση και η εξαπάτηση. Έτσι δημιούργησαν έναν εικονικό πολιτικό κόσμο, διεκδίκησης της εξουσίας από πολιτικά κόμματα και δυνάμεις, που οι πολιτικοί τους αγώνες κατέληγαν πάντα σε όλες τις εποχές και με όλα τα πολιτικά συστήματα, στην τελική κατάληψη της εξουσίας από τις απαράγωγες κοινωνικές τάξεις των εκλεκτών.
 

Το συσσωρευμένο κεφάλαιο δεν είναι ένας πολιτικός εχθρός

 
Το συσσωρευμένο κεφάλαιο δεν είναι ένας πολιτικός εχθρός. Είναι μια «γενική» μορφή αποταμιεύσεων της «μερικώς» παραγόμενης παραγωγικής δύναμης –όχι μόνο εργατικής– που δεν αναλώθηκε για την αναπαραγωγή της. Αμέσως με τη δημιουργία του, μεταβιβάζει στους διαχειριστές του ιδιότητες «αρπακτικών» υψίστης ευφυίας για τη, με κάθε τρόπο, δημιουργία μεγαλύτερων αποδόσεων κατά τη χρησιμοποίησή του. Ο επικερδέστερος, μέχρι τώρα, τρόπος εξασφάλισης μεγαλύτερων αποδόσεων κέρδους ήταν η προσκόλλησή του στους μηχανισμούς εξουσίας, όπου με το συγκριτικό πλεονέκτημα της επιβολής και της παράκαμψης του ανταγωνισμού, εξασφάλιζε ευνοϊκές τιμές στις αγοραπωλησίες προϊόντων, τόσο στα εξαρτώμενα κράτη του εξωτερικού όσο και στις εσωτερικές αγορές. Η παραγόμενη υπεραξία – η διαφορά τιμής πώλησης και κόστους παραγωγής – σε όλων των ειδών τις παραγωγικές διαδικασίες, νόμιμες ή παράνομες, διανέμετο μεταξύ των εξουσιαστικών μηχανισμών και του κεφαλαίου, ανάλογα με την κατά περίπτωση, ισχύ τους. Τα τελευταία μετά τον πόλεμο χρόνια, άρχισε να δημιουργείται ένα ρήγμα στην παγκόσμια πολιτική αρμονία. Ένα μεγάλο μέρος των υπανάπτυκτων ή αναπτυσσόμενων κρατών, άρχισε μετά από μεγάλους απελευθερωτικούς αγώνες αλλά και από ευνοϊκές συγκυρίες, ν' ανεξαρτητοποιείται πολιτικά από τις κυρίαρχες αποικιοκρατικά ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών τους πηγών πέρασε στα χέρια τους, καθώς και η δυνατότητα επιλογών στις προμήθειές τους. Η εξέλιξη αυτή είχε σαν αποτέλεσμα, ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου συσσωρευμένου κεφαλαίου, που μέχρι τότε επενδύετο με ληστρικούς όρους στα κράτη αυτά, να μείνει ανενεργό, να επιστρέψει στη βάση του και να προσπαθεί να επιβιώσει μέσα στον οικονομικό χώρο των ανεπτυγμένων χωρών, δημιουργώντας σ’ αυτόν, συνθήκες λυσσώδους ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός αυτός ενεργοποίησε τον οικονομικό νόμο της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους και συνακόλουθα την πάλη διανομής του προοδευτικά περιοριζόμενου πλούτου, μεταξύ των συνεταίρων, του κεφαλαίου και της κρατικής εξουσίας. Ο περιορισμός των κερδών οδήγησε ένα μεγάλο μέρος των παγκόσμιων συσσωρευμένων κεφαλαίων ν’ αποσχισθεί, ν’ αποδεσμευτεί από τους συμμάχους του και να μεταναστεύσει εξερευνώντας τις παγκοσμιοποιημένες πλέον αγορές, διεκδικώντας μεγαλύτερα κέρδη χωρίς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις. Έτσι, ένας αριθμός αναπτυσσόμενων χωρών με μεγάλες πλουτοπαραγωγικές πηγές, με τεράστιες ποσότητες φθηνής εργατικής δύναμης και με τη συμπαράσταση των επενδυμένων σ’ αυτές αδέσμευτων κεφαλαίων, που τους παρέχουν πληροφορίες και τεχνογνωσία, αναπτύσσονται συνεχώς δημιουργώντας ισχυρά πολυπολικά οικονομικά και πολιτικά κέντρα δύναμης. Τα κέντρα αυτά, αφ’ ενός μεν αμφισβητούν την πολιτική ηγεμονία των ανεπτυγμένων κρατών, τα οποία με επικεφαλής την Αυτοκρατορία καθορίζουν τις γεωπολιτικές σχέσεις του κόσμου, και αφ’ ετέρου, στο οικονομικό πεδίο θέτουν σε ισχύ την ανταγωνιστικότητα, συντρίβοντας την κυριαρχία τους στις αγορές.
 

Η λειτουργία της ανταγωνιστικότητας

 
Η λειτουργία της ανταγωνιστικότητας στο χώρο των ανεπτυγμένων χωρών επέφερε στο οικονομικό πεδίο: α) τη μόνιμη οικονομική τους κρίση και β) την ενεργοποίηση του οικονομικού νόμου «της πτωτικής τάσης των εισοδημάτων των ανεπτυγμένων χωρών για τη σύγκλισή τους με αυτά των αναπτυσσόμενων, στο δε πολιτικό πεδίο θα επιφέρει: α. στο εξωτερικό τη μείωση των πολιτικών δυνάμεων της Αυτοκρατορίας και των λοιπών ανεπτυγμένων κρατών και την εξισορρόπησή τους με αυτές των αναπτυσσόμενων και β. στο εσωτερικό των χωρών, τη μείωση των δυνάμεων της κυριαρχίας των απαράγωγων κοινωνικών τάξεων των εκλεκτών και τη σύγκλισή τους προς τις δυνάμεις των παραγωγικών κοινωνικών τάξεων. Η απόσχιση και μετατόπιση των ελεύθερων από κάθε δέσμευση από το «σύστημα» συσσωρευμένων κεφαλαίων, αποτελούν ένα «ποιοτικό άλμα», που συνέπεσε χρονικά με τις εξελίξεις και στον έτερο συντελεστή παραγωγής πλούτου, την εργατική δύναμη, όπου και σ’ αυτή σημειώνεται αντίστοιχο «ποιοτικό άλμα», στις δομές και τη λειτουργία της.
 
Η νεοδημιουργηθείσα εργατική δύναμη, εξελισσόμενη και διαστελλόμενη κι αυτή, όπως όλο το κοινωνικό μας σύμπαν, μέχρι την εγκατάστασή της στην παραγωγική διαδικασία, συγχωνεύτηκε μαζί με όλες τις άλλες παραγωγικές δυνάμεις σε μια ενιαία, την «παραγωγική δύναμη» και συμμετέχει με τους άλλους συντελεστές στην παραγωγή πλούτου. Όλοι οι συντελεστές της «παραγωγικής δύναμης» εμπλουτίζονται με ποικίλες μορφές επενδεδυμένων, σ’ αυτούς, κεφαλαίων, ιδιωτικών αποταμιεύσεων, κοινωνικού κράτους, προσωπικής προσπάθειας, ταλέντου και ευφυίας, σχηματίζοντας μια κλίμακα εργασιακής ισχύος, που περιλαμβάνει όλες τις βαθμίδες, από την απλή χειρωνακτική εργασία μέχρι την ανώτατη βαθμίδα των «πανάκριβων ανθρωπομηχανών», εξέλιξη, που την προέβλεψε ο Κ. Μαρξ με την έννοια «της γενικής διάνοιας».
 
Το σύστημα της κυριαρχίας των εκλεκτών θα διατηρείται όσο θα έχει την οικονομική δυνατότητα να προσελκύει, να ενσωματώνει στις τάξεις του και να ικανοποιεί οικονομικά ένα μεγάλο μέρος «ανθρωπομηχανών», για να επανδρώνουν τους μηχανισμούς πειθαρχίας και ελέγχου της εξουσίας του. Στις ανεπτυγμένες κυρίως χώρες, ένα τεράστιο μέρος του ιδιωτικού αποταμιευμένου κεφαλαίου, καθώς και μεγάλο μέρος του εθνικού τους πλούτου, επενδύονται στην εκπαίδευση «ανθρωπομηχανών», οι οποίες λόγω κρίσης, μη βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος να μετατραπούν σ’ «εκλεκτούς» και να συμμετέχουν στους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, οδηγούνται και ενσωματώνονται στις εκτός εξουσίας κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις συμβάλλοντας στην ενίσχυσή τους. Έτσι, οι παραγωγικές δυνάμεις, ισχυροποιούνται και οδηγούνται στη δημιουργία αυτόνομων πολιτικών μηχανισμών, που θα τις εκφράσουν και θα τις εκπροσωπήσουν. Μηχανισμούς, που θα εξασφαλίσουν: α) τη θεσμοθετημένη αναλογική εκπροσώπηση των παραγωγικών δυνάμεων στην εξουσία και β) την με περιορισμένο χρόνο εκπροσώπησή τους, από τις ηγεσίες τους, ώστε να παρεμποδίζουν την μετατροπή των ανθρωπομηχανών τους σε επαγγελματίες «εκλεκτούς».
 

Παραγωγικές κοινωνικές δυνάμεις  αυτές της «άρνησης

 
Τελικά γίνεται φανερό πλέον ότι:
α) οι παραγωγικές κοινωνικές δυνάμεις είναι αυτές της «άρνησης» και της διεκδίκησης εξουσίας, από τις απαράγωγες κοινωνικές δυνάμεις των εκλεκτών, που μόνιμα την κατέχουν, αποτελώντας τους δύο πόλους της «πάλης των αντιθέτων» κατά τη διαλεκτική εξέλιξη της κοινωνίας.
β) η χρονική περίοδος της μόνιμης οικονομικής κρίσης των ανεπτυγμένων χωρών είναι η απαρχή των κοινωνικών εξελίξεων, καθώς ισχυρές, ανεξάρτητες από τους πολιτικούς σχηματισμούς δυνάμεις, – «ο κανένας» – , στροβιλίζονται μέσα στο εξελισσόμενο και διαστελλόμενο πολιτικό μας σύμπαν, – όπως η κοσμική σκόνη μέχρι τη συγκέντρωσή της και τη δημιουργία πλανητών – για τη δημιουργία του κεντρικού φορέα εκπροσώπησης των παραγωγικών δυνάμεων.
γ) ο πιο ενδεδειγμένος χώρος για τη δημιουργία και ανάπτυξη των δυνάμεων της «άρνησης» είναι οι χώρες της Ευρωζώνης της νότιας Ευρώπης οι οποίες:
1ο. ανήκουν στο πιο εξελιγμένο πολιτικά επίπεδο των ανεπτυγμένων κρατών, 2ο. έχουν την εθνική υπερηφάνεια ότι, οι λαοί τους είχαν ηγετική, θετική, και ισχυρή συμμετοχή στην παγκόσμια ανάπτυξη 3ο. βρίσκονται στο ίδιο σχεδόν οικονομικό επίπεδο παρακμής και χρεοκοπίας και 4ο.  δεν έχουν καμιά πολιτική δίοδο διαφυγής, και κανένα τρόπο να δημιουργήσουν συνθήκες ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης. Το ίδιο το πολιτικό σύστημα και οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις, που οδήγησαν αυτές τις χώρες σ’ αυτήν την κατάσταση δεν μπορούν να την αντιστρέψουν. Απλά, αν δεν ανατραπεί το σύστημα της εξουσίας των εκλεκτών, αργά και βασανιστικά θα οδηγούνται προς την καταστροφή.
δ) στους μηχανισμούς της πολιτικής εκπροσώπησης των παραγωγικών δυνάμεων, που θα δημιουργηθούν – κατά την περίοδο της ποσοτικής διόγκωσης και ισχυροποίησής τους, μέχρι την επίτευξη του ποιοτικού άλματος και της κατάληψης της εξουσίας – βασική υποστηρικτική τους δύναμη, θα είναι οι δύο «προοδευτικές πλέον» μορφές κεφαλαίου: 1ο. τα κεφάλαια που είναι ενσωματωμένα στις «άνθρωπομηχανές», που βρίσκονται στις τάξεις τους και 2ο. τα ανεξάρτητα κεφάλαια που είναι επενδεδυμένα στις παραγωγικές δυνάμεις και εξ ανάγκης θα βρίσκονται στο πλευρό τους.
ε) τα όπλα τα οποία θα χρησιμοποιηθούν κατά τη διάρκεια της πάλης αυτής θα είναι οι πληροφορίες και η τεχνογνωσία και
στ) η τακτική του αγώνα των παραγωγικών δυνάμεων για την κατάκτηση της εξουσίας, με την ενδυνάμωσή τους από το ενσωματωμένο και επενδυμένο σ’ αυτές κεφάλαιο, πρέπει να τροποποιηθεί, για να εξισορροπήσει το συγκριτικό πλεονέκτημα των αντίπαλων δυνάμεων των «εκλεκτών», οι οποίες αγωνίζονται οπλισμένες με την ατιμία, το δόλο, την υποκρισία, την παραπλάνηση και την εξαπάτηση, δίνοντάς τους τη δυνατότητα ν’ αγωνιστούν με τα ίδια μέσα και όχι με την συνήθη, έντιμη, ειλικρινή και ηρωική τακτική τους, που μέχρι τώρα τις οδήγησε σε ήττες και πανωλεθρίες.

Για περισσότερα κείμενα του Λάμπρου Σταματιάδη, πατήστε εδώ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.