Για την εκδηλωση με τιτλο “Μετα τον Μητσοτακη, ποιος”;

Πριν από λίγες ημέρες, έλαβε χώρα μία ενδιαφέρουσα πολιτική εκδήλωση στην οποία συμμετείχαν στελέχη τριών αντιπολιτευόμενων πολιτικών κομμάτων: Ο Διονύσης Τεμπονέρας του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ο Μανώλης Χριστοδουλάκης του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-Κίνημα Αλλαγής και η Έφη Αχτσιόγλου της Νέας Αριστεράς.

Ο τίτλος της εκδήλωσης που εν προκειμένω πραγματοποιήθηκε πριν από την ψήφιση στη Βουλή του  νομοσχεδίου που θεσμοθετεί τον γάμο για τα ομόφυλα ζευγάρια, είχε τον ελαφρώς προβοκατόρικο τίτλο ‘Μετά τον Μητσοτάκη, ποιος’; Ένας αναγνώστης κάλλιστα μπορεί να αναρωτηθεί γιατί κάναμε λόγο για έναν ελαφρώς προβοκατόρικο τίτλο. Σπεύδουμε να απαντήσουμε: Διότι η χρήση του προθήματος ‘μετά’ υποδηλώνει πως η πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει τελειώσει και τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν την εναλλακτική λύση.

Άλλως πως, αυτόν που θα μπορέσει να εγκαθιδρύσει μία νέα πολιτική κυριαρχία. Όμως επ’ ουδενί δεν βρισκόμαστε ή δεν διάγουμε μία μετα-Μητσοτακική περίοδο, από την στιγμή που ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας καθίσταται πολιτικά κυρίαρχος στο παρόν, καταφέρνοντας να διευρύνει κατά πολύ τα εκλογικά όρια της Νέας Δημοκρατίας, όταν κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καταφέρει να βρουν την κατάλληλη στρατηγική προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την Νέα Δημοκρατία και ό,τι ορίσαμε ως «πολιτική κυριαρχία Μητσοτάκη». Μία τέτοια παραδοχή, ωθεί και τον γράφοντα να προβεί σε μία αλλαγή.

Πιο συγκεκριμένα, είναι ορθότερο να μιλήσουμε θεωρητικά για έναν εσφαλμένο και όχι για έναν προβοκατόρικο τίτλο.[1] Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως και οι τρεις συμμετέχοντες, πριν ακόμη την διεξαγωγή της πολιτικής εκδήλωσης, προσέδωσαν μεγάλη έμφαση στην αναζήτηση των κατάλληλων «διαιρετικών τομών»,[2] για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Κωστή Πιερίδη, για τις οποίες, όπως τονίζουν οι Bartolini & Mair, δεν έχει δοθεί ακόμη και σήμερα, παρά το γεγονός πως βρίσκονται σε πρώτο πλάνο από τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, ένας «ακριβής ορισμός».[3]

Υπό αυτό το πρίσμα, τα τρία πολιτικά στελέχη επεδίωξαν να συγκροτήσουν διαιρετικές τομές προκειμένου αφενός μεν να καταδείξουν τις διαφορές τους και δη τις πολιτικοϊδεολογικές τους διαφορές από την «ατζέντα Μητσοτάκη», και, αφετέρου δε, να θέσουν τις βάσεις για την συγκρότηση ενός κοινωνικοπολιτικού και βαθιά αντι-Μητσοτακικού μετώπου. Και εδώ ακριβώς ενσκήπτει ένα πολύ σημαντικό σημείο το οποίο χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς.

Όχι μόνο τα τρία πολιτικά στελέχη που συμμετείχαν στην εκδήλωση (Μανώλης Χριστοδουλάκης, Διονύσης Τεμπονέρας & Έφη Αχτσιόγλου), αλλά, και πολιτικά στελέχη των κομμάτων στα οποία ανήκουν έχουν την διαμορφώσει την πεποίθηση πως απαραίτητη προϋπόθεση για την αμφισβήτηση της πολιτικής κυριαρχίας του πρωθυπουργού και του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, είναι η τόσο η διαμόρφωση ενός αντι-Μητσοτακικού λόγου που θα έχει σαφείς αιχμές κατά του πρωθυπουργού,[4] όσο και η συγκρότηση ενός αντίστοιχου (και λαϊκιστικού) μετώπου.

Σε αυτή την περίπτωση, θα είχαν περισσότερες πιθανότητες να επιτύχουν κάτι τέτοιο εάν αναζητούσαν την διαμόρφωση «καίριων διαιρετικών τομών»,[5] κατά την προσέγγιση του Ηλία Νικολακόπουλου και όχι των απλών και περισσότερο καθημερινών. Όμως, δεν κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως, ο πολιτικός ηγέτης που αναζητούν οι «τρεις και οι συν αυτώ» δεν μπορεί να προκύψει εύκολα από τέτοιες εκδηλώσεις.

Όταν μάλιστα ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαίρει ευρείας κοινωνικής-πολιτικής αναγνώρισης, έχει καταστεί ο ηγέτης ενός ευρύτερου αντι-λαϊκιστικού και μεταρρυθμιστικού κοινωνικού και πολιτικού μπλοκ εδώ και χρόνια, μπορεί και μετατοπίζει τα πολιτικοϊδεολογικά όρια με τις πρωτοβουλίες του να αποκτούν αντίκτυπο και εκτός Ελλάδος,[6]  έχοντας  συνάμα την ικανότητα να αντιμετωπίζει ταυτόχρονα τον εθνικολαϊκισμό ένθεν και ένθεν.

Εντός και εκτός Βουλής, σε διάφορα φόρα. Τέτοιου τύπου πολιτικές πρωτοβουλίες οι οποίες ομνύουν σε μία ρητορική περασμένων ετών, το μόνο που μπορούν να επιτύχουν είναι όχι να πλήξουν τον πρωθυπουργό και το κύρος του, αλλά, να δυσχεραίνουν τις προσπάθειες του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος να κερδίσει περισσότερο έδαφος αποσπώντας ψηφοφόρους κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως από το ΠΑΣΟΚ.

*Ο Σίμος Ανδρονίδης είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ


[1] Θεωρητικώ τω τρόπω, μία ανάλυση της συγκεκριμένης εκδήλωσης, πρέπει να εκκινεί από το ακόλουθο ερώτημα: Μπορεί κάποιος εκ των τριών συμμετεχόντων στην εκδήλωση να καταστεί η εναλλακτική λύση απέναντι στον πρωθυπουργό; Να μετεξελιχθεί σε πολιτικό «ηγέτη» που θα αμφισβητήσει την πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη; Δεν θα διστάσουμε να απαντήσουμε λέγοντας πως όχι, κανείς εκ των τριών δεν μπορεί σε αυτή την συγκυρία να μετεξελιχθεί σε πολιτικό ηγέτη. Ας το δούμε αναλυτικότερα. Ο μεν Διονύσης Τεμπονέρας που γνωρίζει παρά πολύ καλά τα του ΣΥΡΙΖΑ και της ιστορίας του, δεν διαθέτει ούτε αρχηγικές φιλοδοξίες ούτε προφίλ δυνάμει αρχηγού. Η ευκαιρία να αποδείξει πως διαθέτει ένα τέτοιο προφίλ παρήλθε στις εσωκομματικές εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου, όταν ενώ μπορούσε, δίστασε να θέσει υποψηφιότητα για την αρχηγία του εθνικολαϊκιστικού, αριστερού κόμματος. Έκτοτε, έχει περιοριστεί στο να λειτουργεί ως η πολιτική «φωνή» όλων εκείνων των στελεχών που επιθυμούν να ασκήσουν ανοιχτά κριτική στον Στέφανο Κασσελάκη και στα πεπραγμένα του, αλλά για τους δικούς τους λόγους διστάζουν. Ο δε Μανώλης Χριστοδουλάκης έχει περισσότερο το προφίλ του «πιστού στρατιώτη» της παράταξης στην οποία ανήκει, προφίλ το οποίο διαμόρφωσε από την περίοδο που ήταν γραμματέας του κόμματος επί προεδρίας Φώφης Γεννηματά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, καθίσταται κάτι παραπάνω από πρόθυμος να «υπηρετήσει» το ΠΑΣΟΚ από όποια θέση του ζητηθεί, να «αγωνιστεί» για την προώθηση  των θέσεων του εντός και εκτός Βουλής, να κινητοποιήσει μέλη και φίλους του κόμματος στην περιφέρεια. Τι δεν μπορεί να κάνει; Να διεκδικήσει την αρχηγία στο μέλλον, πολλώ δε μάλλον να αναλάβει αρχηγικά καθήκοντα, έχοντας συμβιβαστεί με τον ρόλο του «στρατιώτη» που έχει αποκτήσει. Ρόλος που τον ικανοποιεί σε σημαντικό βαθμό. Κανείς εκ των δύο δεν διαθέτει το «σετ» δεξιοτήτων που χρειάζεται προκειμένου να αντιμετωπίσει τον πρωθυπουργό και να καταστεί η βασική εναλλακτική απέναντι του.  Και τέλος, η Έφη Αχτσιόγλου απώλεσε την μεγάλη ευκαιρία στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Σεπτέμβριο, πράγμα που και η ίδια αναγνωρίζει πολύ καλά και που αποδεικνύεται από το γεγονός πως έκανε πίσω όσον αφορά την αρχηγία της Νέας Αριστεράς, κόμμα που προέκυψε από νέα διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, υπέρ του βουλευτή Μεσσηνίας, Αλέξη Χαρίτση. Σαφώς, δεν θα δυσκολευόμασταν να την φανταστούμε στην αρχηγία ενός Αριστερού κόμματος που να θυμίζει σε πολλά τον ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2010-2014. Όχι όμως και σε ρόλο κύριας εναλλακτικής απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, εφόσον δεν διαθέτει συναινετικό πολιτικό προφίλ, ελκυστικό πολιτικό λόγο, και, επίσης, την ικανότητα να διεισδύσει σε Κεντρώα πολιτικά ακροατήρια.

[2] Βλέπε σχετικά, Πιερίδης Κωστής, «ΑΡΙΣΤΕΡΑ-ΔΕΞΙΑ, ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΫΛΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΔΙΑΙΡΕΣΕΩΝ ΣΤΗΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ», Περιοδικό Επιστήμη και Κοινωνία, Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, Τόμος 40, 2021, Διαθέσιμο στο: Τόμ. 40 (2021): Αξίες και Πολιτικοί Προσανατολισμοί| Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας (ekt.gr)

[3] Βλέπε σχετικά, Bartolini S., & Mair P., “Identity, Competition and Electoral Availability: The Stabilisation of European Electorates 1885-1985”, Cambridge, Cambridge University Press, 1990. Θεωρούμε πως είναι απλοϊκές και προδήλως εσφαλμένες οι απόψεις εκείνες που θέλουν τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη να «καπελώνει» την εκδήλωση των τριών, την στιγμή όπου εμφανίστηκε στο χώρο. Εκτιμούμε πως ο ίδιος, άμα τη εμφανίσει του, δεν κατόρθωσε να «καπελώσει» το περιεχόμενο της εκδήλωσης. Να «κρύψει» τον σκοπό για τον οποίο κάλεσαν σε αυτή την σύναξη τα τρία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής και της Νέας Αριστεράς. Κατόρθωσε όμως να αμβλύνει αισθητά τον αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει εντός ΣΥΡΙΖΑ η συγκεκριμένη εκδήλωση. Να κερδίσει λίγη από τη δημοσιότητα που υπό κανονικές συνθήκες θα κέρδιζαν οι τρεις διοργανωτές, επιδεικνύοντας για άλλη μία φορά, τον γνωστό παρορμητισμό του. Να προκαλέσει την σχεδόν ανακλαστική αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία υπό κανονικές συνθήκες, δεν θα επεδείκνυε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτή την εκδήλωση. Και τι άλλο όμως δεν πέτυχε; Να εμφανιστεί ως «πρωθυπουργήσιμος». Επ’ ουδενί δεν μπόρεσε να επιτύχει κάτι τέτοιο ένας αρχηγός κόμματος που διστάζει να εκφωνήσει έστω και μίας σύντομης διάρκειας πολιτική τοποθέτηση ενώπιον των παρευρισκόμενων.

[4] Ένα ενδεικτικό παράδειγμα αυτής της απλουστευμένης πολιτικής αντίληψης, το προσφέρει ο Διονύσης Τεμπονέρας, ο οποίος, με αφορμή τις αγροτικές κινητοποιήσεις και τις διαφοροποιήσεις βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας ως προς το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, έβλεπε «ραγδαία κατάρρευση Μητσοτάκη», την στιγμή μάλιστα που επ’ ουδενί δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτή η επιφανειακή και ρηχή αντίληψη συνιστά παράγωγο ή αλλιώς, «σύμπτωμα» του αντι-Μητσοτακισμού που διακρίνει το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ. Εάν δε, εμβαθύνουμε, θα προσθέσουμε πως μία τέτοια δήλωση συνιστά δείγμα του φανατισμού του, που δεν του επιτρέπει να αντικρίσει την πραγματικότητα ως «έχει». Βλέπε και, «Τεμπονέρας: Ήταν ιδιαίτερη χαρά που ήρθε ο Κασσελάκης στην εκδήλωση», Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας «Πρώτο Θέμα», 16/02/2024, Τεμπονέρας: Ήταν ιδιαίτερη χαρά που ήρθε ο Κασσελάκης στην εκδήλωση (protothema.gr)

[5] Αναφέρεται στο: Πιερίδης Κωστής, «ΑΡΙΣΤΕΡΑ-ΔΕΞΙΑ, ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΫΛΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΔΙΑΙΡΕΣΕΩΝ ΣΤΗΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ…» ό.π. Πολιτικά-χωροταξικά μιλώντας,  η εκδήλωση δεν διέθετε ένα σαφές Κεντροαριστερό πρόσημο, αλλά, αντιθέτως, ένα ευδιάκριτο Αριστερό πρόσημο, καθότι και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης γέρνει σαφώς προς τα Αριστερά και διατυπώνοντας κατά κύριο λόγο έναν Αριστερόστροφο πολιτικό λόγο, όντας πολιτικό «προϊόν» της «μεγάλης της ΠΑΣΠ σχολής», πολλά στελέχη της οποίας εξακολουθούν να εμβαπτίζονται στα νάματα της Ανδρεοπαπανδρεϊκής, Σοσιαλιστικής Αριστεράς (βλέπε την στάση της ΠΑΣΠ απέναντι στο νομοσχέδιο για την ίδρυση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα).  Εκτιμούμε πως εάν δεν έγερνε προς τα Αριστερά, θα ήταν εκ των προτέρων δύσκολο να συμμετάσχει σε μία τέτοιου τύπου πολιτική εκδήλωση, ως συνομιλητής δύο εκ των πιο γνωστών Αριστερών στελεχών της χώρας, που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο (ιδίως η Έφη Αχτσιόγλου), την περίοδο της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Με την συμμετοχή του, ο Χριστοδουλάκης «δείχνει» στο κόμμα του προς «ποια κατεύθυνση οφείλει να κινηθεί», αυτο-προσδιοριζόμενος ως «Αριστερός Σοσιαλδημοκράτης» πρωτίστως και δευτερευόντως ως «προοδευτικός», ονομασία την οποία στελέχη του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, κραδαίνουν ως «σημαία», θεωρώντας πως και μόνο που μιλάνε «για προοδευτισμό και προοδευτικές πολιτικές, είναι και προοδευτικοί».

[6] Μία εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση για την εύρεση ή τη δημιουργία του κατάλληλου ηγέτη που θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί στον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα ήταν αυτός να διαθέτει διεθνές προφίλ. Και οι τρεις διοργανωτές της εκδήλωσης ακολουθούν την «πεπατημένη Τσίπρα”: Πολλές αναφορές για την εσωτερική κατάσταση και πολύ μικρή κατανόηση του τι συμβαίνει εκτός Ελλάδος. Των δυναμικών και των συσχετισμών που αναπτύσσονται.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.