Εθνικες εκλογες: Η δεδομενη νικη της ΝΔ, η εκλογικη «καθιζηση» του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και τα «χαμογελα» στο ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ

Αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος των εκλογών της 21ης Μαΐου από τον επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του ΔΠΘ Χρύσανθο Τάσση

«Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν έχασε ούτε τώρα ούτε το 2019, έχασε τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 2015»

«Υπάρχουν ζητήματα τα οποία φαίνεται ότι η ελληνική κοινωνία δεν αξιολογεί»

Μια πρώτη αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος των εθνικών εκλογών της 21ης Μαΐου πραγματοποιήθηκε το βράδυ της ίδιας ημέρας, στο πλαίσιο του εκλογικού ραδιοφωνικού μαραθωνίου του «Ράδιο Παρατηρητής 94fm», παρουσία του επίκουρου καθηγητή του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης κ.Χρύσανθου Τάσση.

Ο κ.Τάσσης μίλησε στο «Ράδιο Παρατηρητής 94fm» για την εκλογική «καθίζηση» του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, την επίτευξη του διψήφιου ποσοστού για το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και τα σενάρια της επόμενης ημέρας, επικεντρώνοντας ωστόσο και στο «αμελητέο» στην σφαίρα τουλάχιστον της δημόσιας συζήτησης ποσοστό της αποχής, αλλά και στις επικείμενες εξελίξεις στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών.

Χρύσανθος Τάσσης όμως…

ΠτΘ: κ. Τάσση, έχουμε αποτελέσματα των εθνικών εκλογών. Έχουμε μια καθαρή νίκη της Νέας Δημοκρατίας η οποία μπορεί να μην προκαλεί έκπληξη, αλλά προκαλεί έκπληξη η μεγάλη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ. Ποιο είναι το πρώτο σχόλιό σας επί του εκλογικού αποτελέσματος;

Χ.Τ.: Προφανώς το εκλογικό αποτέλεσμα είναι δεδομένο. Η Νέα Δημοκρατία κερδίζει με μια τεράστια διαφορά, ωστόσο αυτό που θέλω να πω είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατά την άποψή μου δεν έχασε τώρα, ούτε το 2019. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 2015. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 κέρδισε εκλογικά, αλλά την ίδια στιγμή έχασε πολιτικά. Ενώ κατάφερε να κερδίσει και να σχηματίσει κυβέρνηση, ουσιαστικά ο τρόπος με τον οποίο το έκανε και με όλα αυτά τα γεγονότα τα οποία έχουν να κάνουν με το δημοψήφισμα και την παραχάραξη της λαϊκής κυριαρχίας – όπου το «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα που εκείνος προκάλεσε με την διαφορετική εναλλακτική ατζέντα που προωθούσε, έγινε «ΝΑΙ» και ουσιαστικά έφερε ένα τρίτο μνημόνιο – εσωτερίκευσε όλη την κυρίαρχη πολιτική ατζέντα, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίστηκε για να αλλάξει. Άρα από το 2015 και μετά ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ενσωματώσει την λογική του μνημονίου στις θέσεις του και κλήθηκε να κυβερνήσει με μια πολιτική η οποία δεν την πίστευε. Άρα ουσιαστικά «ναρκοθέτησε» την ίδια του την ύπαρξη.  Αυτό είναι το πολιτικό.  Το δεύτερο είναι το οργανωτικό. Όταν λες ότι είσαι ένα κόμμα της αριστεράς, και δη της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, το βασικό χαρακτηριστικό το οποίο πρέπει να έχεις, είναι η μαζική οργάνωση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από επιλογή, δεν έγινε ένα κλασικό κόμμα μαζών, όπως στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80 ή του ΚΚΕ την αντίστοιχη περίοδο. Αυτό σημαίνει ότι είναι απών σαν κομματικός σχηματισμός, είτε στις φοιτητικές εκλογές, στους φοιτητικούς συλλόγους, είτε στον συνδικαλισμό, είτε στην τοπική αυτοδιοίκηση και επίσης στις γειτονιές. Άρα λοιπόν το ποσοστό το οποίο είχε πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ από τις εκλογές του ’12 και μετά, ουσιαστικά ήταν ένα κίνημα που έγινε από τους αγανακτισμένους και από τη διαιρετική τομή «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», το οποίο όμως ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει ως μια στρατηγική επιλογή, η οποία θα οδηγούσε σε οργανωτική ανάπτυξη και θα πολιτικοποιήσει τον κόσμο σε κάθε γειτονιά και σε κάθε συνδικάτο και σε κάθε χώρο δουλειάς. Άρα ο συνδυασμός των δύο αυτών γεγονότων, της οργανωτικής αδυναμίας, αλλά και της ενσωμάτωσης το 2015 της λογικής των μνημονίων και της διαχείρισης, σε μια περίοδο όπου δεν υπάρχει αυτή η διαιρετική τομή «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» οδηγεί στην υποχώρηση όλων εκείνων των συνθηκών που έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ την ώθηση. Και μάλιστα χωρίς να έχει την ίδια στιγμή κεφαλαιοποιήσει στην οργανωτική του δομή μια τέτοια δυναμική, ώστε να μπορέσει να βασιστεί πάνω στον παράγοντα «κόμμα» για να κρατήσει ένα βασικό ποσοστό και την παρουσίαση του κυρίως στην κοινωνία. 

«Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν έχει την κοινωνική δυναμική και την οργάνωση που για την αριστερά είναι το Α και το Ω»

ΠτΘ: Άρα κατά τη δική σας άποψη ο ΣΥΡΙΖΑ σε οργανωτικό επίπεδο δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από την λογική ενός κόμματος του 3%, και επίσης δεν κατάφερε ποτέ, παρά το γεγονός ότι το προσπάθησαν σε αυτές τις εκλογές να αποδιώξει από πάνω του το «μνημόνιο» και όλα αυτά που ακολούθησαν στην τετραετία 15-19…

Χ.Τ.: Ακριβώς. Στις αυτοδιοικητικές ή στις εκλογές για τα συνδικάτα, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος. Δηλαδή, κι εκεί που είχε 35 ή 30% στην τοπική αυτοδιοίκηση στις προηγούμενες εκλογές, κατέγραψε περίπου ένα ποσοστό 8%. Στους φοιτητικούς συλλόγους έχει 2-3%. Δεν έχει εκείνη την κοινωνική δυναμική και την οργάνωση που για την αριστερά είναι το πιο σημαντικό πράγμα, γιατί είναι ένα κόμμα της μαζικής οργάνωσης. Επίσης είδαμε πως το προεκλογικό του σύνθημα ήταν «ΑΛΛΑΓΗ». Η αλλαγή είναι ένα σύνθημα για κάποιον που έρχεται να κυβερνήσει για πρώτη φορά. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνήσει 4,5 χρόνια. Δεν μπορείς να λες «ΑΛΛΑΓΗ» όταν έχεις κυβερνήσει. Αυτό σημαίνει ότι δεν έμαθε τι δεν έπρεπε να κάνει, στρατηγικά και πολιτικά δεν κατάφερε να πει ότι είναι και «εναλλακτική» προς τη Νέα Δημοκρατία, αλλά κυρίως δεν κατάφερε να πείσει έναν κόσμο ότι μπορεί να είναι υπεύθυνη κυβέρνηση. Έχασε δηλαδή και από το κέντρο και από την αριστερά. Κατά την άποψή μου έκανε επίσης ένα λάθος. Όταν λέμε ότι διεκδικούμε ψήφο του κέντρου, αυτό γινόταν τη δεκαετία του ’80, που για παράδειγμα υπήρχε η Νέα Δημοκρατία που ήταν το κόμμα της δεξιάς και το ΠΑΣΟΚ εξέφραζε την σοσιαλιστική αριστερά. Υπήρχε ένας χώρος ενδιάμεσα ο οποίος λεγόταν «κέντρο» και τον διεκδικούσαν. Τώρα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας υπάρχει ένα κόμμα του κέντρου και αυτό είναι το ΠΑΣΟΚ. Άρα λοιπόν δεν μπορεί να διεκδικήσει αυτό το χώρο. Κάνοντας προσαρμογές κεντρώου τύπου, φιλελεύθερου ή νεοφιλελεύθερου κυρίως τύπου ανοίγματα, από την άλλη χάνεις πολύ μεγάλο κομμάτι από την αριστερά. Άρα λοιπόν δεν κατάλαβε και το χωρικό, αλλά και το πολιτικό πια. Δεν κατάλαβε ότι στη διαδικασία της προσαρμογής, μια υπεύθυνη κυβέρνηση η οποία θα μπορέσει να κάνει μια άλλη πολιτική, δεν θα μπορούσε να βρει ούτε κοινωνικούς ούτε πολιτικούς συμμάχους, γιατί και στρατηγικά την απλή αναλογική που ο ίδιος ψήφισε, τη ναρκοθέτησε, μιλώντας για κυβέρνηση ηττημένων. Δεν υπάρχει κυβέρνηση ηττημένων σε απλή αναλογική, κι αυτό ήταν τεράστιο λάθος, αλλά και εκεί που προσπάθησε να κάνει ανοίγματα, βρήκε πόρτες κλειστές από όλα τα κόμματα, είτε ήταν από το ΚΚΕ, είτε από τη Πλεύση Ελευθερίας, είτε από το ΜέΡΑ25, είτε ήταν από το ΠΑΣΟΚ.

Πηγή: eurokinissi

«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να “σπάσει” το κυβερνητικό “μπλοκ” του Μητσοτάκη γιατί δεν το έχει κατανοήσει και δευτερευόντως γιατί δεν έχει τους μηχανισμούς για να το κάνει»

ΠτΘ: Οι πολίτες αποφάσισαν. Δίχως όμως να ακούσουμε απτά δεδομένα για τα όσα ταλανίζουν την καθημερινότητα του πολίτη. Υπάρχει ωστόσο το ενδεχόμενο να καταρρεύσει το πολιτικό σύστημα ως αφερέγγυο για τον καθημερινό πολίτη;

Χ.Τ.: Σε μια κανονική χώρα δυτικού τύπου ή χώρα στη βόρεια Αμερική, κυβέρνηση δεν θα υπήρχε με το θέμα των παρακολουθήσεων. Υπάρχει μεγάλο ζήτημα δημοκρατίας, μεγάλο  ζήτημα κράτους δικαίου γεγονός που έχει παραδεχτεί και ο κ. Μητσοτάκης. Μην ξεχνάμε και τον κ.Σαμαρά, όταν έλεγε «αν ο κ. Τσίπρας πάρει την ΕΥΠ στο γραφείο του, αυτό θέτει θέμα δημοκρατίας». Άρα υπάρχουν ζητήματα τα οποία φαίνεται ότι η ελληνική κοινωνία δεν τα αξιολογεί. Κι αυτό είναι κάτι το οποίο σημαίνει ότι μπαίνουμε σε μια διαδικασία συντηρητικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας. Από εκεί και πέρα γιατί το ΠΑΣΟΚ να είναι στο αριστερό φάσμα του κομματικού ανταγωνισμού; Δεν καταλαβαίνω γιατί το ΠΑΣΟΚ, ως χώρος και ως προγραμματικό πλαίσιο, τίθεται σε μια διαδικασία κεντροαριστεράς. Κατά την άποψή μου το πρόγραμμα το οποίο καταθέτει το ΠΑΣΟΚ, είναι ένα πρόγραμμα νεοφιλελεύθερο, το οποίο ταιριάζει περισσότερο σε μια διαδικασία προγραμματικής σύγκλησης με τη Νέα Δημοκρατία. Έχει ένα πρόγραμμα 27 σελίδων και άρα ουσιαστικά είναι ανύπαρκτο. Δεν ξέρουμε πώς θα κυβερνήσει και χαρακτηριστικά για την εξωτερική πολιτική αφιερώνει 59 λέξεις. Δεν είμαι σίγουρος όταν παύσουν κάποιες περιοριστικές πολιτικές, όπως αυτές που έφερε ο κορωνοϊός και όπως φαίνεται λειτούργησαν θετικά για την κυβέρνηση, γιατί υπήρξε χαλάρωση και δόθηκαν χρήματα, πώς θα αντιδράσει η κοινωνία απέναντι σε ένα κομματικό σύστημα που δεν έχει εναλλακτική πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το μεγάλο καλό που έκανε, είναι ότι στην κρίση του πρώτου μνημονίου αποτέλεσε την αριστερή ριζοσπαστική εκδοχή της κρίσης. Όπως και η Νέα Δημοκρατία το 2019, επίσης σε μια εποχή «κανονικότητας» από τα μνημόνια, φάνηκε ότι μπορούσε να είναι μια συστημική εναλλακτική επιλογή. Το γεγονός όμως ότι η Νέα Δημοκρατία ρέπει σε μια πολιτική νόμου και τάξης και σε πολιτικές οι οποίες είναι μακριά από την φιλελεύθερη παράδοσή της με ανησυχεί, όπως επίσης με ανησυχεί το γεγονός ότι όταν αυτό το πράγμα καταρρεύσει, ουσιαστικά δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική επιλογή. Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2017 δημιούργησε μια κοινωνική συμμαχία, η οποία ουσιαστικά εξέφρασε πολιτικά το 40% του ελληνικού λαού το οποίο ψήφισε «ΝΑΙ» στο δημοψήφισμα. Αυτό ήταν ένα κυβερνητικό «μπλοκ» το οποίο μαζί και το Ποτάμι που ήταν σε αυτή τη λογική, είναι ενιαίο και είναι υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, την εικόνα, τον άνθρωπο ο οποίος εκφράζει αυτή τη συμμαχία. Μια συμμαχία πάρα πολύ ισχυρή γιατί έχει να κάνει με δυναμικά κοινωνικά στρώματα, με επιχειρηματικά συμφέροντα, με τα συστημικά κανάλια κ.ο.κ. το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να «σπάσει» πρώτα και κύρια γιατί δεν το έχει κατανοήσει και δευτερευόντως γιατί δεν έχει τους μηχανισμούς για να το κάνει, δηλαδή το κόμμα μαζών ή την μαζική οργάνωση στα συνδικάτα, τους φοιτητές, στην κοινωνία που θα μπορεί να αντιπαρατεθεί και να δημιουργήσει μια εναλλακτική κατάσταση. Άρα λοιπόν δεν το κατανόησε, δεν προσπάθησε να το σπάσει με μια διαφορετική πολιτική, αλλά προσπάθησε να το σπάσει από πάνω με μια αλαζονεία του κ. Τσίπρα, του τύπου «εγώ έχω αντίπαλο τον Μητσοτάκη και δεν τον υπολογίζω γιατί είμαι καλύτερος στον λόγο», με αποτέλεσμα να καταρρεύσει πολιτικά και εκλογικά.

«Όλες οι εντολές για τον σχηματισμό κυβέρνησης, θα πρέπει να συνοδεύονται και με προγραμματικές συγκλήσεις»

ΠτΘ: Το ΠΑΣΟΚ μπορεί σήμερα να χαμογελά, υπό την έννοια ότι φαίνεται ότι έχει κατακτήσει τον στόχο του διψήφιου ισχυρού ποσοστού, όπως το έθεταν γύρω στο 12%. Τελικά μπορεί τώρα με αυτά τα δεδομένα να δούμε την επόμενη ημέρα το ΠΑΣΟΚ να ανοίγει την ατζέντα και ως «βασικός παίκτης» να δεχτεί μια μετεκλογική συνεργασία με τη ΝΔ;

Χ.Τ.: Το ΠΑΣΟΚ είναι το κόμμα που ασχολούμαι ερευνητικά και η αλήθεια είναι ότι το αποτέλεσμα εξέπληξε και μένα. Θεωρούσα ότι το ΠΑΣΟΚ θα πιεστεί προς τη Νέα Δημοκρατία και θα πάρει χαμηλότερο ποσοστό.  Ωστόσο αυτό το 12% σηματοδοτεί κάτι, μαζί με το γεγονός της πτώσης του ΣΥΡΙΖΑ. Παρατηρείται μια μεγάλη άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην επαρχία, το οποίο σημαίνει ότι η δυναμική αυτού του κόμματος μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτερη. Πρέπει να δούμε πώς θα κινηθούμε σε επίπεδο τώρα τακτικής διερευνητικών εντολών. Εδώ υπάρχουν δυο σενάρια. Το ένα είναι να πιεστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και σε μια διαδικασία «αντι-Μητσοτάκης», να υπάρξει συσπείρωση στον ΣΥΡΙΖΑ και αν πάμε σε δεύτερες εκλογές να έχει μια τέτοια άνοδο, που η σχέση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ να αλλάξει υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Το δεύτερο σενάριο είναι να φυλλορροήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και να υπάρξει μια κίνηση της κοινωνίας προς το ΠΑΣΟΚ. Αυτό δεν το ξέρουμε. Εδώ πρέπει να δούμε το τακτικό κομμάτι το οποίο θα μας δώσει τις απαντήσεις. Βέβαια υπάρχει και ένα περίπου 16% των πολιτών, οι ψήφοι των οποίων πήγαν σε κόμματα με ποσοστό κάτω του 3%, ποσοστό το οποίο λογικά θα μειωθεί. Το πού θα πάει αυτό το ποσοστό και πώς θα κατανεμηθεί, επίσης θα πρέπει να το δούμε. Σίγουρα ωστόσο το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να έχει μια δυναμική και ο ΣΥΡΙΖΑ  μια πολύ μεγάλη πτώση, η οποία μπορεί ενδεχομένως να συνεχιστεί. Κατά την δική μου άποψη αυτό το οποίο πρέπει να δούμε είναι αν  θα ζητήσουν πολιτικές συγκλήσεις και με ποια πολιτική ατζέντα, γιατί σε αυτές τις εκλογές με την απλή αναλογική μιλάγανε όλοι για προοδευτική κυβέρνηση, υπήρχαν συζητήσεις ποιος θα σχηματίσει κυβέρνηση με ποιον, αλλά ουσιαστικά το πολιτικό πρόγραμμα πήγε πίσω. Δεν  συζήτησε κανείς με ποιο πρόγραμμα θα συγκυβερνήσουν. Άρα όλες αυτές οι διαδικασίες των εντολών για τον σχηματισμό κυβέρνησης, θα πρέπει να συνοδεύονται και με προγραμματικές συγκλήσεις κι αυτό είναι το βασικό της απλής αναλογικής, γεγονός που δεν έγινε και αυτό είναι πάντοτε κακό για τη δημοκρατία. Η απλή αναλογική είναι ένα σύστημα το οποίο προάγει τη δημοκρατία. Το πλειοψηφικό σύστημα, δηλαδή αυτό με το οποίο θα γίνουν τώρα εκλογές, είναι αυτό το οποίο προάγει τη δημοκρατία-κυβερνησιμότητα. Είναι η διαφορά του “democracy” από το “republic”.  Η απλή αναλογική προβάλει την εκπροσώπηση, ενώ τα πλειοψηφικά συστήματα προάγουν την πολιτική της κυβερνησιμότητας. Άρα τώρα που θα πάμε στις διερευνητικές εντολές, πρέπει να δούμε τα προγράμματα.

«Η αποχή σημαίνει κρίση δημοκρατίας»

ΠτΘ: Η αποχή και πάλι έφτασε σε υψηλά επίπεδα, φτάνοντας ανά περιοχές και τα ποσοστά του 2019. Παρόλα αυτά δεν εμφανίζεται στην πολιτική συζήτηση. Πόσο θα πρέπει να μας απασχολεί ως «μετρήσιμο» μέγεθος;

Χ.Τ.: Αποχή σημαίνει κρίση δημοκρατίας. Τις κρίσεις της δημοκρατίας και τις κρίσεις της πολιτικής, τις μετράμε με δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι τα μέλη των κομμάτων και τα μέλη των συνδικάτων. Αυτό που λέμε συνδικαλιστική πυκνότητα, σε σχέση με τις οργανώσεις της κοινωνίας και της πολιτικής, τα συνδικάτα και τα κόμματα, και ακολούθως είναι η αποχή από τις εκλογές. Στην σημερινή εκλογική αναμέτρηση η αποχή είναι μεγάλη και αυτό έχει να κάνει κυρίως με τη μη δυνατότητα των κομμάτων να κινητοποιήσουν τους πολίτες.  Αρχικά γιατί τα κόμματα δεν έχουν πλέον τη λογική του κόμματος των μαζών και το δεύτερο φαίνεται ότι έχουν χάσει το στοιχείο της εκπροσώπησης. Τα κόμματα έχουν ένα διπλό χαρακτήρα. Ο  πρώτος έχει να κάνει με την εκπροσώπηση. Εκπροσωπούν κοινωνικά αιτήματα και συμφέροντα, ενώ ο δεύτερος είναι ότι έχουν και ένα στοιχείο ενσωμάτωσης, δηλαδή τώρα που έχουμε εθνικές εκλογές, πηγαίνουν στο κοινοβούλιο, εκλέγουν βουλευτές εκλέγουν κυβέρνηση, στελεχώνουν δημόσιους οργανισμούς και άρα πηγαίνουν προς το κράτος. Σε αυτά τα δυο στοιχεία πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία. Η αποχή  γιγαντώνεται γιατί ακριβώς τα κόμματα στην Ελλάδα, τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, έχουν  χάσει την έννοια της εκπροσώπησης και κυρίως έχουν στοχεύσει στην «αναπαραγωγή» τους στο κράτος, γιατί εκεί πια είναι οι πόροι, στην κυβέρνηση, το κοινοβούλιο, στην διοίκηση των οργανισμών κ.ο.κ. Η αποχή λοιπόν έγκειται στο γεγονός ότι οι πολίτες δεν βρίσκουν ταύτιση με τα κόμματα. Η συμμετοχή τους στα κόμματα δεν φαίνεται να έχει κάποια σημασία και επίσης η πολιτική ατζέντα μεταξύ των κομμάτων και του κομματικού ανταγωνισμού συρρικνώνεται. Οι διαφορές στα προγράμματα υπάρχουν, βεβαίως, αλλά είναι πλέον διαχειριστικού τύπου, ότι «εμείς τα κάνουμε καλύτερα από εσάς». Δεν συζητάει κανένας για ένα εντελώς ριζοσπαστικό ή εναλλακτικό πρότυπο οικονομικής οργάνωσης και ανασυγκρότησης. Το πιο σημαντικό θα ήταν να είχαν οργανωθεί 15 debate, ένα σε κάθε περιφέρεια, όπου οι πολιτικοί αρχηγοί θα έρχονταν και θα μας έλεγαν το σχέδιο ανάπτυξής τους για την κάθε περιφέρεια και μετά να είναι και το συνολικό debate. Αλλά θα πρέπει τα κόμματα να μας πουν τις θέσεις τους, να μας πουν το πρότυπο. Εγώ είμαι καλόπιστος και μακάρι να μας αυξήσουν τους μισθούς. Πείτε μας όμως πώς θα αυξηθούν οι μισθοί στην Ελλάδα, όταν έχουμε ως βασικό αναπτυξιακό μοχλό τον τουρισμό, ο οποίος είναι ένας κλάδος με πολύ χαμηλό συντελεστή προστιθέμενης αξίας, δηλαδή έχει να κάνει με πολύ κυρίως χαμηλούς μισθούς και με άσχημες εργασιακές σχέσεις. Πώς θα αυξηθούν οι μισθοί όταν θα μειωθούν οι φόροι. Πώς θα το κάνει όταν θα κλείσει η στρόφιγγα από την Ε.Ε.;

Τα κόμματα έχουν γενικόλογες ατζέντες και κυρίως δεν έχουν εναλλακτικές επιλογές. Δεν μιλάει κανένας για ένα παραγωγικό μοντέλο, το πώς πρέπει να αλλάξει κι ότι αυτό το παραγωγικό μοντέλο μας έφερε στην ύφεση η οποία είναι πιο σημαντική σε χώρες που έχουν υπηρεσίες, από χώρες που έχουν μια δευτερογενή παραγωγή.

«Την οικονομία μπορούμε να την φτιάξουμε, η δημοκρατία δεν φτιάχνεται όμως άμα χαλάσει»

ΠτΘ: Πρωτοφανές, αλλά…

Χ.Τ.: Ναι, και το ομολόγησε και ο πρωθυπουργός. Πρέπει να το δούμε, γιατί άσχετα πιο κόμμα ψηφίζουμε και ποιο κόμμα μας ταιριάζει, αυτό το οποίο πρέπει να δούμε είναι να  περιφρουρήσουμε την έννοια της δημοκρατίας. Την οικονομία μπορούμε να την φτιάξουμε, η δημοκρατία δεν φτιάχνεται όμως άμα χαλάσει.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.