Βαλιτσα διακοπων

Του καλοκαιριού... Short Stories

Τις λίγες μέρες των διακοπών του τις περνούσε εδώ και χρόνια στο ίδιο νησί, στην ίδια πανσιόν, στο ίδιο δωμάτιο. Η πανσιόν, τραβηγμένη λες στην άκρη του οικισμού, ήταν ήσυχη. Το μπαλκόνι του έβλεπε τη θάλασσα. Η ηλικιωμένη σπιτονοικοκυρά διακριτική. Ήξερε τις συνήθειές του και δεν τον ενοχλούσε. Καθόταν ώρες στο μπαλκόνι του γράφοντας. Εκείνος όριζε πότε το δωμάτιο μπορεί να καθαριστεί και πότε θ’ αλλαχτούν τα σεντόνια. Δεν του άρεσαν τα πολλά λόγια. Η επικοινωνία ήταν σύντομη με τις απολύτως αναγκαίες κουβέντες και οι αποχαιρετισμοί λιτοί χωρίς συναισθηματισμούς. Μόνο μια φορά –υπό την επήρεια ενός ερωτικού ενθουσιασμού που τον αναστάτωσε– έχασε το μέτρο. Το βράδυ είχε πιει αρκετά σε ένα μπαρ. Έφευγε με το πρωινό πλοίο. Μέρες βασανιζόταν, αλλά δειλός, όπως ήταν, δεν τόλμησε να πει στην όμορφη αγγλίδα του πρώτου ορόφου πώς νιώθει. Την έβλεπε τα απογεύματα στο δικό της μπαλκόνι να κοιτάζει το πέλαγος κι έγραφε στο χαρτί όσα θα ήθελε να της πει. Τα βράδια, μαζί με τα αποτσίγαρά του και το τασάκι, είχε και τη στάχτη από τις επιστολές του. Το πλοίο είχε καθυστερήσει λόγω δυνατών ανέμων στο Αιγαίο. Το κεφάλι του κόντευε να σπάσει από τον πόνο. Πήρε ένα ντεπόν, παρήγγειλε καφέ. Περιμένοντας στο σαλόνι της ρεσεψιόν, χωρίς να ξέρει «γιατί», ρώτησε τη σπιτονοικοκυρά για μια γαλαζοπράσινη καρό υφασμάτινη βαλίτσα, δίπλα στην είσοδο, που παρατηρούσε μπαίνοντας. Μέσα στα χρόνια το ντεκόρ της πανσιόν άλλαζε, μα η βαλίτσα βρισκόταν σταθερά εκεί. 

Σοβαρή η οικοδέσποινα κόμπιασε.

―Ε, δεν ωφελεί να θυμόμαστε τα περασμένα, είπε και του έδωσε την απόδειξη.

―Το πλοίο θα αργήσει, της είπε εκείνος. Θα με ενδιέφερε να μάθω.

Εκείνη κοκκίνισε, έφτιαξε τον καφέ και όρθια μπροστά στην τζαμαρία, κοιτώντας τη θάλασσα, είπε:

―Ήμουν είκοσι δύο, ήρθε για διακοπές και τον ερωτεύτηκα. Ποιητής αναγνωρισμένος, χρησιμοποιούσε λέξεις που με έκαναν να ριγώ. Ήξερα από έρωτες του καλοκαιριού. Έβλεπα. Αλλά χτυπούσε η καρδιά μου τόσο δυνατά που παρέλυα. Νόμιζα θα λιποθυμήσω. Ετοιμαζόταν να φύγει. Έκλαιγα. Μου έλεγε πως μ’ αγαπά, ότι θα πάει να τακτοποιήσει κάποιες εκκρεμότητες και θα επιστρέψει για μένα. Δεν τον πίστευα. Γνώριζα ότι όλοι στο τέλος φεύγουν. Οι έρωτες του καλοκαιριού δεν κρατούν. Για να με πείσει, άφησε τη βαλίτσα του.

—Να,  η απόδειξη, μού είπε.

Την αφήνω εδώ, δίπλα στην είσοδο. Έχει μέσα όλα τα πράγματά μου. Από τότε είναι εκεί και τον περιμένει. Εκείνος δεν μίλησε. Κοίταξε πάλι τη βαλίτσα. Στο ξεθωριασμένο καρτελάκι της διέκρινε ένα Ε και ένα Κ. Κανέναν γνωστό ποιητή δεν θυμόταν με αυτά τα αρχικά. Έπειτα ο νους του πήγε στις καλοκαιρινές περιπέτειες του Ελύτη που διέσωσε ο Τεριάντ. Στο τέλος σκέφτηκε ότι σε ένα άλλο νησί, όταν εκείνη ήταν νέα, γυρίστηκε η ταινία «Το κορίτσι με τα μαύρα», του Κακογιάννη. Μετά την αφήγηση της ιδιοκτήτριας της πανσιόν ακαριαία επανήλθε μέσα του το ερώτημα που από μικρό τον βασάνιζε: Άραγε ο Χορν, αφού βρήκε δουλειά, επέστρεψε για τη θλιμμένη Μαρίνα;

*Ο Aλέξανδρος Βαναργιώτης  (Τρίκαλα Θεσσαλίας, 1966) σπούδασε στο Κλασικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής Ιωαννίνων. Σήμερα, εργάζεται ως καθηγητής φιλόλογος στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Έχει δημοσιεύσει τις εξής συλλογές διηγημάτων: Διηγήματα για το τέλος της μέρας (Λογείον, Τρίκαλα 2009), Η θεωρία των χαρταετών (Παράξενες Μέρες, Αθήνα 2014) και Κατά μήκος της εθνικής οδού (Εύμαρος, Αθήνα 2019). **Το έργο είναι του ζωγράφου Βασίλη Πέρρου, από τη σειρά «sometimes I dream of a better world», μολύβι σε χαρτί, 21×29εκ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.