Ποιος εφερε και πως εφθασε του «υπουβρυχιου» στη Μεσσουνη

Η λέλιου (θεία) η Ιλέν, χάλιψι να ράψ φούστα και πήγαν σ΄ μουδίστρα σ΄ν Κουμουτίν, μι τουν Ιβάν τουν άντρατς κι τ΄ν αδιρφήτ τ΄Μάρου. Τί μαναχήτς δα πάει, πήγαν κι οι άλλ΄ μαζί να ιγκρίν του ύφασμα, του χρώμα, του μάκρους κι του σχέδιουσ΄ φούστας.

Σ΄ καλωσόρσι η Χρυσούλα η μουδίστρα, έκατσαν σ΄ καρέκλις στου σαλόν κι καϊτερούσαν. Που΄λίγου ήρθι η νοικοκυρά κι στου δίσκου που κρατούσι είχι τρία πουτήρια ιμάτα μι νιαρό κι μέσα στου πουτήρ ένα χλιαρούδ μι ένα άσπρου ματζούν.
Πήραν κι οι τρεις του πουτήρ στου χέρ κι τηρούνταν.

Άφκι η νοικοκυρά του δίσκου στου τραπέζ κι έκατσι σ΄ν καρέκλα να χορατέψ νιάτ΄ φούστα. Η νταής η Ιβάνς, η λέλιου η Ιλέν κι η Μάρου, κρατούν του πουτήρ στου χέρ κι μι του χλιαρούδ ανακατών του νιαρού, ξιανακατών  του νιαρό, του κουτσκαλίζν λίγου, κάντιπτα, του ματζούν δε λιών.
 

Είδι κι απόειδι η μουδίστρα, πήγι σ΄ν κουζίνα, πήρι κι αυτή ένα πουτήρ νιαρό μι ματζούν στου χλιαρούδ κι αφού έκατσι σ΄ν καρέκλα, αρχίνσι να τρώει λίγου λίγου του ματζούν, να πίν λίγου νιαρό, κι πάλι του ίδιου, κι πάλι του ίδιου.

Είδιαν οι μουσαφιραίοι, κοιτάθκαν, κατάλαβαν πώς τρώϊτι, κι λίγου-λίγου, δροσίσκαν κι αυτοί μι του νιαρό κι γλυκάθκαν μι τ΄ άσπρου του ματζούν.

«Βανίλια» του είπαν, του λέν κι «υπουβρύχιου», είπι η λέλιου η Ιλέν, σ΄ μάνα μ τ΄ν Ντόλη.

Έμαθαν τότε «τη βανίλια» κι σ΄ Μισσούν΄. Αγόρασι η νταής Ιβάνς ένα κουτί άσπρη, κάτασπρη, γλυκιά μαστιγωτή βανίλια, που με δρουσιρό νιαρό απ΄ τ΄ ντουλουμπούδα, μιντιμή μιντιμή (λίγο-λίγο) τ΄ βανίλια, να μη ευκαιρώς(ει) γλήγορα του κουτί, μι κιρνούσαν κι μένα. Είμαν καθημερνός μουσαφίρς στο σπίτ τ΄ νταή τ΄ Ιβαν κι σ΄ λέλιους Ιλένς.

Ένα πράμα δεν θυμούμι, παράγγειλαν φούστα ή δεν παράγγειλαν. Ούλου κι κάνα μαχανά δα βρήκι η νταής Ιβάνς, που μι του ζορπήγισ΄ μουδίστρα, να αφίκτ΄ ν κυρά Ιλέν χωρίς κινούργια φούστα. Ή του ύφασμα δα νάταν πουλύ ακριβό ή του χρώμα πουλύ φανταχτιρό ή του σχέδιου πολύ μουντέρνου ή οι παράδις ήταν πουλές ιά μια φούστα, κι μάλλον είπι:

-Άφκιτιν Ιλέν, ας πααίνουμι, του χρόν δα κάμς νιά κόμα καλή φούστα.
Φούστα μπορεί να μην έραψαν, έμαθαν όμως «του υπουβρύχιου», που κερνούσαν στα καθώς πρέπει σπίτια και το έφεραν στη Μεσσούνη.

Φεβρουάριος 2019

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.