«Ιωαννης Καποδιστριας»: το «προβατο» που θυσιαστηκε στον βωμο των εμφυλιων παθων του ελληνικου λαου

«Τέτοιον εργατικό και ανιδιοτελή Κυβερνήτη ποτέ ξανά δεν θα έβρισκε ο ελληνικός λαός»

Θάνος Βερέμης – Ιάκωβος Μιχαηλίδης, «Ιωάννης Καποδίστριας, ο “αμνός” της Παλιγγενεσίας των Ελλήνων», εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2020, σ. 232.

Η αλήθεια είναι ότι τα δύο τελευταία χρόνια παρατηρείται αρκετά μεγάλη παραγωγή σε ό,τι αφορά τον πρώτο Κυβερνήτη του ελληνικού κράτους, τον Ιωάννη Καποδίστρια, τόσο σε λογοτεχνική όσο και σε καθαρά ιστορική παραγωγή.

Στη δεύτερη κατηγορία κατατάσσεται το παρόν πόνημα «Ιωάννης Καποδίστριας, ο “αμνός” της Παλιγγενεσίας των Ελλήνων» των έγκριτων πανεπιστημιακών καθηγητών Θάνου Βερέμη και Ιάκωβου Μιχαηλίδη. Πρόκειται για ένα βιβλίο, καρπό εμπεριστατωμένης έρευνας, το οποίο, σε γλώσσα απλή και κατανοητή, εξετάζει τον βίο, τον χαρακτήρα και, ιδίως, το έργο του Κερκυραίου Κόμη στην Ελλάδα από τον κυβερνητικό θώκο. Δεν πρόκειται επομένως για βιβλίο το οποίο απευθύνεται μόνο σε ιστορικούς, το αντίθετο μάλιστα. Τα παιδικά χρόνια και τα χρόνια των σπουδών του εξετάζονται αδρομερώς, όπως και η σταδιοδρομία του από το 1809 ως το 1822 στις διπλωματικές αυλές της Ευρώπης ως εκπροσώπου της τσαρικής Ρωσίας.

Ο Καποδίστριας, θερμός πατριώτης, έκανε πράγματι ό,τι καλύτερο μπορούσε προκειμένου να εξασφαλίσει στους Έλληνες ένα πραγματικά ευνομούμενο κράτους δυτικού τύπου. Μερίμνησε για την παιδεία, την πάταξη της πειρατείας, τα ορφανά, τον στρατό, την οικονομία επιδεικνύοντας θεάρεστον έργο σε πολλούς τομείς. Αναπόφευκτα όμως θα ερχόταν αντιμέτωπος με τα ισχυρά τοπικιστικά συμφέροντα, τα οποία ήθελε να καταπολεμήσει στον βωμό της δημιουργίας ενός σύγχρονου αστικού κράτους. Αναπόφευκτη ήταν επίσης η καχυποψία των Αγγλογάλλων προς το πρόσωπό του, αφού δεν έπαψαν ποτέ να τον θεωρούν όργανο της ρωσικής πολιτικής

Η αφήγηση γίνεται όμως λεπτομερέστερη από την ώρα που ο Κόντε αναλαμβάνει καθήκοντα Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους και πατάει το πόδι του για πρώτη φορά στην Ελλάδα, δηλαδή από το 1827-28.

Ο Καποδίστριας, θερμός πατριώτης, έκανε πράγματι ό,τι καλύτερο μπορούσε προκειμένου να εξασφαλίσει στους Έλληνες ένα πραγματικά ευνομούμενο κράτος δυτικού τύπου. Μερίμνησε για την παιδεία, την πάταξη της πειρατείας, τα ορφανά, τον στρατό, την οικονομία επιδεικνύοντας θεάρεστον έργο σε πολλούς τομείς. Αναπόφευκτα όμως θα ερχόταν αντιμέτωπος με τα ισχυρά τοπικιστικά συμφέροντα, τα οποία ήθελε να καταπολεμήσει στον βωμό της δημιουργίας ενός σύγχρονου αστικού κράτους. Αναπόφευκτη ήταν επίσης η καχυποψία των Αγγλογάλλων προς το πρόσωπό του, αφού δεν έπαψαν ποτέ να τον θεωρούν όργανο της ρωσικής πολιτικής, μια κατηγορία ωστόσο χωρίς υπόσταση, αφού ο Κόντε, ως έμπειρος διπλωμάτης, είχε φροντίσει εγκαίρως να κρατήσει ίσες αποστάσεις και από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις μετά από την εκλογή του ως Κυβερνήτης.

Οι δύο συγγραφείς εξετάζουν ενδελεχώς και την αντιπολίτευση που ασκήθηκε στον Καποδίστρια, και συγκεκριμένα από ποιες ομάδες και για ποιους ακριβώς λόγους. Μας παραδίδουν επίσης και τα πορίσματα της νεώτερης ιστορικής έρευνας, η οποία παραδέχεται ότι οι Γάλλοι ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, εκείνοι που όπλισαν το χέρι των Μαυρομιχαλαίων εκείνο το μοιραίο πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου του 1831, την ημέρα της αποτρόπαιης δολοφονίας του και όχι οι Άγγλοι, όπως συνήθως πιστεύεται. Πάντως, όπως και να ’χει, ο μεγάλος χαμένος στην υπόθεση της δολοφονίας του Καποδίστρια δεν ήταν ο ίδιος ο Κόντε, αλλά ο ελληνικό λαός

Οι δύο συγγραφείς εξετάζουν ενδελεχώς και την αντιπολίτευση που ασκήθηκε στον Καποδίστρια, και συγκεκριμένα από ποιες ομάδες και για ποιους ακριβώς λόγους. Μας παραδίδουν επίσης και τα πορίσματα της νεώτερης ιστορικής έρευνας, η οποία παραδέχεται ότι οι Γάλλοι ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, εκείνοι που όπλισαν το χέρι των Μαυρομιχαλαίων εκείνο το μοιραίο πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου του 1831, την ημέρα της αποτρόπαιης δολοφονίας του και όχι οι Άγγλοι, όπως συνήθως πιστεύεται.

Προσωπογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια, πιθανότατα του Γεράσιμου Πιτζαμάνου, στην οποία διαπνέεται από έντονο αποφασιστικό ύφος. Σε αυτήν «αποδίδεται επίσης ως ένας ευρωπαίος πολιτικός, αφού φορά τη στολή και τα παράσημα του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας». Πηγή: Εθνικό Ιστορικό Μουσείο


Πάντως, όπως και να ’χει, ο μεγάλος χαμένος στην υπόθεση της δολοφονίας του Καποδίστρια δεν ήταν ο ίδιος ο Κόντε, αλλά ο ελληνικό λαός. Διότι, σύνταγμα για το οποίο τόσο πολύ κατηγόρησε τον Καποδίστρια ο ελληνικός λαός ότι δεν του το έδωσε, θα το αποκτούσε σύντομα, μόλις περνούσε η πρώτη δύσκολη περίοδος. Τέτοιον εργατικό και ανιδιοτελή Κυβερνήτη όμως ποτέ ξανά δεν θα έβρισκε ο ελληνικός λαός. Γι’ αυτό και, δικαιολογημένα, οι συγγραφείς προσθέτουν ως υπότιτλο στον τίτλο του βιβλίου τους το «ο “αμνός” της Παλιγγενεσίας των Ελλήνων». Διότι πράγματι ο Καποδίστριας, άνθρωπος ευσυνείδητος, δίκαιος, λιτός και εγκρατής, ήταν αυτό ακριβώς: το πρόβατο το οποίο θυσιάστηκε στον βωμό των εμφύλιων παθών του ελληνικού λαού.

*Η Λεύκη Σαραντινού είναι φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο η ιστορική μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία», Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2020

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.