«Το θεατρο ειναι διαχρονικης σημασιας και αξιας πολιτισμικη καταθεση»

Με αφορμή το έργο του Χάρολντ Πίντερ «Πάρτυ κομμάτια» που ανεβάζει το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής μια συνομιλία με το σκηνογράφο της παράστασης, Ανδρέα Σαραντόπουλο, είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Αφενός γιατί πρόκειται για ένα άνθρωπο που επί χρόνια υπηρετεί το θέατρο και άρα το γνωρίζει και αφετέρου γιατί πρόκειται για ένα άνθρωπο που έχει μελετήσει και έχει διαβάσει τον Πίντερ προτού ακόμη γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό από την κατάκτηση του Νόμπελ λογοτεχνίας. Αποδίδοντας τα εύσημα σε όλους τους συντελεστές μάς χαρίζει μία συνομιλία αποκαλυπτική όπως αποκαλυπτική είναι και η σκηνογραφική του πρόταση στην συγκεκριμένη παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ.
Ανδρέας Σαραντόπουλος όμως…

ΠτΘ: κ. Σαραντόπουλε για μία ακόμη φορά σκηνογραφείτε στην Κομοτηνή. Από τη μέχρι σήμερα συμμετοχή σας στις παραστάσεις του ΔΗΠΕΘΕ θεωρούμε ότι είστε από τους ανθρώπους που έχουν λόγο στην παράσταση, όπως πρέπει να έχει ο σκηνογράφος, και ότι κάνετε και εσείς τη δική σας ανάγνωση. Πώς είδατε αυτό το συγκεκριμένο έργο, που ανεβαίνει στη σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ και αποτελείται από δύο έργα του Πίντερ; Πώς διαβάσατε τον Πίντερ μετά από όλα όσα συνέβησαν και όσα συμβαίνουν στον κόσμο και βέβαια μετά το Νόμπελ;
Α.Σ.: Ο Πίντερ είναι δύσκολη περίπτωση που απαιτεί ιδιαίτερη ανάγνωση. Σημαντικό επίσης ρόλο παίζει και το γεγονός ότι πήρε το Νόμπελ. Κάπου λοιπόν όλα αυτά σε επηρεάζουν και σε κατευθύνουν σε ό,τι αφορά στο συγγραφέα, το έργο του και την πολιτική του θέση, η οποία είναι κυρίαρχη. Ο Πίντερ εκτός από θεατρικός συγγραφέας είναι και μαχόμενος άνθρωπος και άρα δεν μπορεί παρά να επηρεάσει την ερμηνεία που θα του δώσεις. Εάν λοιπόν αφαιρέσουμε το πρόσφατο γεγονός, την καταγγελία του, -και προσπαθώ να αφαιρώ όλα αυτά τα οποία ονομάζω επιφαινόμενα και τα οποία βέβαια θεωρώ σημαντικά, από τους πολιτικούς καλλιτέχνες, από τους ανθρώπους που ασχολούνται με την πολιτική,- μπαίνουμε στην ουσία που αφορά στην αρχή της επαφής μου με το θεατρικό λόγο, εν προκειμένω με το θεατρικό κείμενο, ή της ανάγνωσης που κάνω στο κείμενο οποιουδήποτε καλλιτέχνη. Κατ’ αρχήν προσπαθώ να του αφαιρέσω την κοινωνική του δραστηριότητα για να μπω στην ουσία του. Και φυσικά μετά ακολουθούν αυτά που αφορούν στο επίπεδο ανάγνωσης. Η ουσία του Πίντερ, ο οποίος δεν παρουσιάστηκε τώρα στα γράμματα αλλά την δεκαετία του 1950, έχει μία ολόκληρη διαδρομή στην οποία καταγγέλλει τα ίδια που καταγγέλλει και τώρα, είνια μια διαδικασία εξελικτική. Ο Πίντερ κατατάσσεται στα σύγχρονα ρεύματα και μπορώ να πω ότι είναι συνώνυμος του Μπέκετ. Είναι διαφορετικός από την άποψη ότι παρουσιάζει ένα ρεαλισμό στις λεκτικές εικόνες του και μάλιστα πολλές φορές παρουσιάζει και ένα νατουραλισμό που μπορείς να τον οδηγήσεις στον σουρεαλισμό, γιατί και ο σουρεαλισμός είναι ρεαλιστικές εικόνες του υποσυνείδητου. Απαιτεί μια πολύπλευρη προσέγγιση, γιατί δεν είναι μόνο ρεαλιστής. Είναι ρεαλιστικά τα σχήματα που παρουσιάζει, τις καταστάσεις δεν μπορείς να τις εντοπίσεις, γιατί κυλάνε και είναι αδιόρατες, υπάρχει μία αλληλοδιάχυση και εκείνο που κάνεις είναι να εντοπίσεις το γενικό πλαίσιο, το γενικό κλίμα που αποπνέει, τη γενική ατμόσφαιρα το γενικό νόημα πολλών νοημάτων. Μελετώντας τον θα συμπεράνεις ότι οι σιωπές είναι πολλές που λένε πολλά, και ανάποδα πολλοί λεκτικοί χείμαρροι που λεν πολλές σιωπές. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε μία πολυσύνθετη και πολύπλευρη προσωπικότητα. Το ζητούμενο είναι να αποδώσεις το έργο σε ένα χώρο όπως περιγράφεται. Πρέπει να ακουμπήσεις στο χώρο, και στη συγκεκριμένη περίπτωση σε ένα σαλόνι, και μετά να προχωρήσεις παρά πέρα για να δώσεις όλο αυτό το χείμαρρο που μπορείς να πεις ότι είναι μία άποψη τελικά. Θα το αφήσεις έτσι ή θα προχωρήσεις; Θα του αφαιρέσεις πολλά; Γιατί το βάθος και η ουσία είναι νοήματα που δεν φαίνονται κατ’ αρχήν στην ανάγνωση. Υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός, εγώ είχα την κατάληξή μου σε σχέση με τους προβληματισμούς και έχω το συγκεκριμένο αποτέλεσμα στη σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ.

ΠτΘ: Είχατε ξαναασχοληθεί με Πίντερ;
Α.Σ.: Όχι δεν είχα κάνει. Στο Εθνικό Θέατρο είχαμε κάνει κάποιες παραστάσεις αλλά εγώ δεν είχα ασχοληθεί ιδιαίτερα. Περισσότερο με τον Πίντερ είχε ασχοληθεί ο Κάρολος Κουν και οι ιδιωτικοί θίασοι. Ιδιαίτερα είχε ασχοληθεί ο Κουν και λένε ότι ο ρεαλισμός που έβλεπε ο Κουν στον Πίντερ γίνονταν μέσα από μία έξυπνη κίνηση του πάντοτε «έξυπνου» και πρακτικού Κουν, ο οποίος προσπαθούσε πάντα αυτούς τους μεγάλους συγγραφείς να τους περάσει στο κοινό και διάβαζε ποια χαρακτηριστικά είναι αυτά που μπορεί να προσεγγίσει ο θεατής με μια ευκολία. Στον συγκεκριμένο συγγραφέα είναι ο ρεαλισμός του Πίντερ, τον οποίο τον διόγκωνε. Διόγκωνε αυτά τα χαρακτηριστικά, γιατί ήταν πρωτοπόρος. Αυτός έβαλε και τον Πιραντέλο, τον Μπρεχτ κατ’ αρχήν με διάθεση ηθογραφική. Γιατί ο Μπρεχτ ήταν άγνωστος στον Κουν, αλλά πολύ περισσότερο στο ελληνικό κοινό. Γι’ αυτό και λέμε ο ρεαλισμός στον Πίντερ του Κάρολου Κουν. Αυτό ο Κουν το έκανε σε πολλούς συγγραφείς. Και γι’ αυτό έβαζε και το Χατζηδάκη και έγραφε τις ωραίες μουσικές που είναι μεν καταπληκτικές μουσικές αλλά δεν μπορείς να τις χαρακτηρίσεις και απόλυτα θεατρικές, γιατί είχαν φοβερή εκφραστική δύναμη ώστε το έργο να πατά στη μουσική. Είναι ο τρόπος που προσεγγίζεις τους συγγραφείς που απαιτούν κλειδιά για να ξεκλειδώσεις και να αποκρυπτογραφήσεις τα μηνύματά τους.

ΠτΘ:κ. Σαραντόπουλε διαβάζετε και έχετε μελετήσει τον Πίντερ. Πιστεύετε ότι αξίζει τον κόπο που στην Ελλάδα πολλοί θεατρολόγοι έχουν πέσει επάνω του και από άποψη τεχνικής;
Α.Σ.: Ο Πίντερ το άξιζε λόγω της πραγματικά πνευματικής προσφοράς και δεύτερον της κοινωνικής του προσφοράς. Δεν τον αναγνωρίσαμε μετά το Νόμπελ, είχε φροντίσει αν θέλετε και ο Κάρολος Κουν γι’ αυτό. Επανέρχομαι στην προσφορά του Κουν. Δεν ήταν κάτι ξαφνικό για μένα η πνευματική του υπόσταση. Μετά το Νόμπελ ασχολήθηκαν πάρα πολλοί, και πολύ καλά έκανε το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής και ανέβασε Χάρολντ Πίντερ, και πολύ καλά γίνεται που μετά το Νόμπελ κάποιοι θίασοι ανεβάζουν Πίντερ.

ΠτΘ: Ο Πίντερ είναι μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Πολύ καλός θεατρικός συγγραφέας, γιατί πραγματικά θεωρείται ότι έχει ρηξικέλευθες απόψεις για την εποχή μας, καταγγέλλει τον ρεαλισμό του χειμάρρου των λέξεων που υποκρύπτει πολλά, από την άλλη μεριά όμως είναι πραγματικά και ένας ενεργός διανοούμενος. Σήμερα όμως ως κοινοί αποδέκτες ζούμε τη σιωπή των διανοούμενων. Τον τελευταίο καιρό δεν είχαμε ακούσει κανένα καταγγελτικό πολιτικό λόγο, εκτός του Πίντερ. Πιστεύετε σε αυτή τη διάσταση του καλλιτέχνη; Είναι απαραίτητο ο καλλιτέχνης να απασχολείται και με το κοινό όραμα;
Α.Σ.: Όλα είναι στη ζωή. Ασφαλώς πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος έχει αυτή την ειδική αποστολή. Δημιουργεί κάπου και έχει και την κοινωνική υποχρέωση να είναι ενεργός πολίτης. Αυτό είναι μια βασική αρχή. Αυτό το αξίωμα το υποστηρίζω σαν κοινωνικό ον. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να ασχολούνται με τα κοινά και να καταγγέλλουν κάποιες προοπτικές δυσοίωνες φανερά, πολλώ μάλλον όταν ένας άνθρωπος εκ της θέσεώς του μπορεί να βοηθήσει ακόμη περισσότερο. Οι διανοούμενοι έχουν την υποχρέωση σαν κοινωνικά όντα να προσφέρουν στον πολιτισμό και ένα άλλο λιθαράκι που λέγεται κοινωνική συνδρομή. Δεν μπορώ να πω όμως ότι όσοι δεν ασχολήθηκαν δεν προσέφεραν στον πολιτισμό, γιατί και η φόρμα, η ανανέωσή της, η έρευνά της, είναι ένα λιθαράκι στον πολιτισμό, έτι περαιτέρω εάν ο καλλιτέχνης συνδράμει και στο κοινωνικό πεδίο.

ΠτΘ: Και δείχνει αυτό που σήμερα όλοι έχουμε λησμονήσει ότι είμαστε και κοινωνικά όντα;
Α.Σ.: Αναγκαστικά. Ή θα είμαστε ανενεργά και αδρανή έτσι όπως μας θέλουν ή θα είμαστε κοινωνικά. Πρέπει να αντιδράσουμε στην αδρανοποίηση των μαζών που απομονώνει τον άνθρωπο ο οποίος άγεται και φέρεται και υπάρχει ένα παγκόσμιο φαινόμενο που θέλει μία ριζική αντιμετώπιση η οποία θα προέλθει από τους πνευματικούς ανθρώπους. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους είναι άμεσα λαϊκοί, για παράδειγμα ο Μίκης Θεοδωράκης, άλλοι είναι αποκρυφιστές. Ο Χάρολντ Πίντερ είναι στην πρωτοπορία όχι τώρα, αλλά και από παλιά. Η ιδιαίτερη τεχνική του βασίζεται στον μυστικισμό και στην αποκρυπτογράφηση. Έχει ο Πίντερ μία ιδιαίτερη τεχνική που παρακολουθεί και καταγγέλλει αυτά τα πράγματα, γιατί παρακολουθεί και την εξέλιξη της φόρμας και την αισθητική του αναβάθμιση. Έτσι έχει ένα στυλ που όλα αυτά που καταγγέλλει τα διαχέει, τα κυλάει. Ο φόβος και η απειλή σε όλα του τα έργα κυλούν από τον ένα άνθρωπο στον άλλο και ποτέ δεν μορφώνει ένα χαρακτήρα που να μας λέει ότι αυτός είναι ο κακός και αυτός ο καλός που σημαίνει ότι βάζει συνυπαίτιους όλους, ακόμη και τον εαυτό του, στο δράμα. Η ευθύνη κυλά από τον ένα στον άλλο. Στο συγκεκριμένο έργο δεν μπορείς να πεις ποιος είναι ο αρχηγός, ποιος είναι ο κακός, ποιος ο θύτης και ποιος το θύμα. Η απειλή και ο φόβος κυλούν μέσα στο χώρο αυτό, έξω από αυτόν μέσα από δύο τρύπες που έχει το σκηνικό που είναι τα παράθυρα φαινομενικά, και μέσα από αυτά η απειλή βγαίνει έξω και επιστρέφεται και εισπράττεται πάλι. Είναι ένα σύστημα αποκρυφιστικό. Αυτός ο ψίθυρος, αυτές οι σιωπές, οι οποίες έχουν διττή σημασία, λένε πολλά. Και ο χείμαρρος που είναι η μεγάλη σιωπή, ένας λεκτικός χείμαρρος, είναι οι κατά συνθήκη λέξεις που πάρα πολλές φορές εκφέρουμε. Πάρα πολύ σωστά δεν είναι μόνο οι λέξεις, είναι την κάθε λέξη πώς την λες και γιατί την λες, πώς την εκφράζεις. Πολλές φορές με χιλιάδες λέξεις αντικαθιστούμε μια σιωπή. Όπως και στη σκηνογραφία, η μοναξιά σε ένα σκηνικό δίνεται με δύο τρόπους. Μπορεί να έχεις ένα κοινό σκηνικό με έναν καναπέ και ένα καλόγερο, φυσικά να μην είναι ζήτημα οικονομίας χρημάτων και να έχουμε μοναξιά. Ανάποδα την μοναξιά μπορεί να την δώσεις κουβαλώντας τρία φορτηγά αξεσουάρ και φροντιστήριο. Βλέπουμε μια μονομανία ενός ανθρώπου μόνου του. Να λοιπόν ο χείμαρρος των χιλιάδων λέξεων που είναι απλώς μια υστερική επανάληψη λέξεων και δείχνουν μια τέλεια μοναξιά. Υπάρχουν τρόποι να προσεγγίσεις τον Πίντερ. Να σημειώσω όμως και κάτι που δεν το έχω πει για το συγγραφέα. Είναι ένας πάρα πολύ πουριτανός. Καταγγέλλει την διάλυση των ηθών και την διάλυση των πάντων, του οικογενειακού ιστού, του κοινωνικού ιστού που σημαίνει ότι τα βλέπει σαν ανάγκη ύπαρξης, όπως ο Αριστοφάνης. Ο πιο πρωτοποριακός σε έκφραση, ο Αριστοφάνης ήταν ο πλέον πουριτανός Αθηναίος και νοσταλγούσε τα παραδοσιακά ήθη. Τα εξέφρασε με αυτόν τον τρόπο που ήταν μια καταγγελία. Στο υπόστρωμα του Πίντερ βλέπω αυτή την τάση. Καταγγέλλει με όλο αυτό το σκηνικό, γιατί είναι σκηνικό όλη αυτή η ιστορία, την συμπεριφορά των ρόλων και των ηρώων του, καταγγέλλει την έλλειψη κάποιων ηθών και θεσμών που διαλύονται.

ΠτΘ: Το θέατρο στον υπαρκτό σοσιαλισμό είχε παρελθόν συγκεκριμένη φόρμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η φόρμα αυτή έπληξε την καλαισθησία ή την καλλιτεχνική ευαισθησία. Για παράδειγμα ο Ταρκόφσκι μέσα από τις νόρμες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού ανανέωσε μ’ άλλους τρόπους, υπαινικτικούς κι εσωτερικούς, την κινηματογραφική τέχνη. Είχατε την ευτυχή συγκυρία να συνεργαστείτε με ένα θεατράνθρωπο που προέρχεται από χώρα του υπαρκτού σοσιαλισμού και από την άλλη να ανεβάζετε Πίντερ. Πώς ήταν αυτή η συνεργασία;
Α.Σ.: Όπως είπατε είναι ένας θεατρικός άνθρωπος, ήξερε και ξέρει θέατρο. Καταρχήν ήτανε λίγο δύσκολη η ιστορία, γιατί οι άνθρωποι αυτοί οι φορμαλιστές είναι αφοσιωμένοι στην ιδέα και στην άποψη που έχουν εμπεδώσει και δεύτερον πολύ προγραμματισμένοι. Αισθάνθηκα ότι ήμουν ένα αναγκαίο κακό. Από την άλλη όμως έχουν και την εξυπνάδα να θέλουν να γνωρίσουν κάτι παραπέρα από αυτό το πλαίσιο στο οποίο κινούνται. Έχουν ένα σεβασμό, ο οποίος τους γίνεται έμφυτος από παράδοση, στο καλλιτεχνικό γεγονός και στην πραγματική καλλιτεχνική αξία. Εγώ έσερνα την δική μου άποψη. Την άποψη της Αθήνας. Στην κυριολεξία ο Χρήστος Χαρτοματσίδης η πολύτιμη συνδρομή του οποίου είναι πασιφανής έπαιζε ένα ενδιάμεσο ρόλο. Εγώ ήμουν της άποψης του χώρου της Αθήνας και από την πρώτη συνεργασία εγώ ήμουνα κάθετος. Είπα ότι τον έχω διαβάσει, τον έχω δει έτσι και δεν υπάρχει περίπτωση να ακολουθώ ένα οργανόγραμμα καλλιτεχνικό που μου παρουσιάστηκε. Του είπα ότι καλό θα είναι να σας συστήσω ένα βοηθό που να έχει μια παιδεία θεατρική, παρά να πάρετε ένα σκηνογράφο ο οποίος έχει μια άποψη ολοκληρωμένη. Το θέατρο είναι συλλογική δουλειά. Είναι θέματα ισορροπίας. Πρέπει να ταιριάζει ο σκηνοθέτης με τον σκηνογράφο και ο σκηνογράφος με τον ενδυματολόγο που είναι πολύ δύσκολο να ταιριάξουν. Ο σκηνοθέτης είχε όμως την ευελιξία, την επιμονή και συμφωνήσαμε κατ’ αρχήν να κάνουμε ένα πλαίσιο, μια προγραμματική συμφωνία που να λέει ότι οι ανάγκες της παράστασης είναι αυτές. Από εκεί και πέρα του είπα ότι θα πρέπει να έχει και την ανησυχία ή την περιέργεια να δει τι θα του προσφέρει κάποιος άλλος σε σχέση με τον Πίντερ. Αυτά είναι που συμφωνούμε, από εκεί και πέρα κάντε ότι νομίζετε και θα τα ακολουθήσουμε. Αυτή ήτανε η πρώτη συνάντηση η οποία μετά ήταν ευτυχής ως εξέλιξη. Συμφωνούσε σε όλα και συμφωνούσα. Συμφωνούσε σε όλες μου τις προτάσεις γιατί ήταν ιδιαίτερη η ερμηνεία, η πρακτικοποίηση αυτού του όρου του Πιντερικού μηχανισμού, είναι ιδιαίτερη. Που φτάνεις στην λιτότητα, στην αφαίρεση για να αφήσεις τον λόγο, να δυναμώσεις τον λόγο, τι κάνεις για να καθίσει ο λόγος σωστά και να περάσει στους θεατές, πόσο τον προδιαθέτεις, το κάνεις μασημένη μπουκιά ή όχι. Σε όλες αυτές τις πρωτοβουλίες μου ήταν σύμφωνος. Και αυτό δεν σημαίνει ότι μου έκανε το χατήρι. Συμφωνούσαμε βήμα –βήμα στις προτάσεις μου και σε σχέση με τα δρώμενα γιατί ερχόμουν συχνά και παρακολουθούσα τις πρόβες. Από εκεί και πέρα είχαμε ένα θετικό αποτέλεσμα που είναι Πίντερ. Βέβαια σε αυτό συνέδραμε και ο Δημήτρης Παπασταμάτης.

ΠτΘ: Το άλλο μεγάλο στοίχημα στον Πίντερ είναι η απόδοση των ηθοποιών οι οποίοι πρέπει να «συλλαβίσουν» αλλά και να ασκηθούν στους κώδικες, στις τεχνικές που βάζει ο συγγραφέας. Πώς τα πήγαμε;
Α.Σ.: Τα πήγαμε καλά. Υπήρχε ένα υλικό καλλιτεχνικό εδώ που στο τέλος ανταποκρίθηκε. Σε αυτό έπαιξε βασικό ρόλο ο Στάϊτσεφ παρόλο που δεν γνωρίζει την ελληνική γλώσσα. Έπαιξε ρόλο στο να τους κινητοποιήσει, να τους ενεργοποιήσει κουβεντιάζοντας μέσω του Χρήστου του Χαρτοματσίδη, του οποίου η συμβολή ήταν πολύτιμη, ώστε να έχουν και την εκφορά του λόγου αλλά και τέτοια συνολική συμπεριφορά που να ανταποκρίνεται στο ζητούμενο. Είχαμε καλό αποτέλεσμα στην υποκριτική που είναι βασικό σημείο, γιατί είναι χαρακτήρες, χαρακτήρες που συνθέτουν το γενικό χαρακτήρα. Οι σιωπές αποτελούν επικίνδυνη ισορροπία. Η παιδεία λέω πάντα πρέπει να περνά μέσα από την ανάγνωση της παράστασης. Σε συνάντηση του Ζαν Πωλ Σάρτρ με τον Μπέκετ ένα απόγευμα στις ακτές της Νορμανδίας είπανε χιλιάδες πράγματα τα πιο ουσιαστικά που θα μπορούσαν να πουν άνθρωποι του πολιτισμού χωρίς να ανταλλάξουν μία κουβέντα. Αυτό παραπέμπει στις ουσιαστικές σιωπές.

ΠτΘ: Έχετε την καλή τύχη να δουλέψετε φέτος στο έργο «Ο εχθρός του λαού» του Ίψεν, ένα επίσης πολύ σημαντικό έργο…
Α.Σ.: Κατά τύχη έκανα δύο έργα παράλληλα και πολύ αγαπημένα. Είχα την ίδια αντιμετώπιση φόρμας και στόχων σε ό,τι αφορά την εικαστική απόδοση και τον ίδιο προβληματισμό. «Ο εχθρός του λαού» θέτει ένα τελείως ρεαλιστικό ζήτημα. Μία καταγγελία που θα μπορούσε στις μέρες μας να έχει κάνει η Green Peace. Ένα χώρο πάλι λοιπόν ρεαλιστικό αλλά όλα αυτά τι υποκρύπτουν; Αυτή τη βάση έδωσα στο σκηνικό. Γιατί το ζητούμενο στο οποίο κατατείνει όλη αυτή η ιστορία στο τέλος είναι ότι όλος αυτός ο κόσμος που κινείται πάνω στη σκηνή και που γίνεται, είναι ένας χώρος, είναι σαλονάκι, είναι γραφείο εφημερίδας, είναι ο χώρος που γίνεται η λαϊκή συνέλευση, είναι ο χώρος που στο τέλος μαζεύει τα πράγματά του να φύγει ο ήρωας, είναι δηλαδή ένας χώρος που έχει χαρακτηριστικά, γιατί πρέπει να ακουμπάμε κατά τη γνώμη μου οπωσδήποτε κάπου. Και αυτό διδάσκω στους μαθητές μου στη σχολή Βακαλό. Πρέπει να ακουμπάς οπωσδήποτε στο κείμενο, να μην είσαι στον αέρα. Όταν ερμηνεύεις τον Σαίξπηρ πρέπει να μπεις στο 1600. Αν κάνεις τον «Έμπορο της Βενετίας» θα είσαι στο 1600 αλλά θα τον αποδώσεις το 2006. Θέλουμε να υπάρχει ένας ιμάντας που ξεκινάει από εκεί και έρχεται στο 2006. «Ο Έμπορος της Βενετίας» είναι μια προσέγγιση δύσκολη. Η δουλειά μας δεν είναι εύκολη.

ΠτΘ: Σαφώς δεν είναι εύκολη. Γιατί σκηνογράφος σημαίνει δουλειά, μελέτη, έμπνευση, αγωνία. Δεν είναι τίτλος για την τηλεόραση…
Α.Σ.: Εκεί είναι πιο ρηχά τα πράγματα. Είναι ρηχή η αντιμετώπιση των πραγμάτων, γιατί η ζωή έχει υποκατασταθεί από μια ρηχή διαδικασία με ανθρώπους που έχουν πάρα πολύ εφήμερες ασχολίες και στο τέλος απολαύσεις. Αυτό που παραλαμβάνει ο θεατής ή το κοινωνικό άτομο σε ένα προϊόν τέχνης είναι κάτι πολύ ρηχό και πλαστικό. Η βαθιά ουσία είναι αυτή, οι θεατράνθρωποι, που έχουν καταθέσει βήμα -βήμα στον πολιτισμό και εμείς προσπαθούμε να τους ερμηνεύσουμε εμείς για τον εαυτό μας αλλά και την κοινωνία.

ΠτΘ: κ. Σαραντόπουλε σκηνογραφείτε εφέτος δύο περιπτώσεις μεγάλων θεατρικών συγγραφέων. Τον Ίψεν, ο οποίος τελικά είναι αρκετά παλιός, και τον Πίντερ, ο οποίος γράφει από το 50, τυχαίνει όμως εμείς εδώ στην Κομοτηνή να τον γνωρίζουμε το 2006 αλλά και οι δύο στον πυρήνα τους παρόλη τη χρονική διαφορά εμμέσως καταγγέλλουν. Τελικά είναι αυτή η βαθιά ουσία του θεάτρου;
Α.Σ.: Βεβαίως. Η ψυχαγωγία δεν είναι μονοδιάστατη, δεν είναι μόνο η απόλαυση της ψυχαγωγίας, είναι και ο προβληματισμός. Είναι διττή και η αποστολή του καλλιτέχνη και η αποστολή του προϊόντος του καλλιτέχνη. Εκφράζεις την κοινωνία, τα κοινωνικά προβλήματα, το κοινωνικό γίγνεσθαι, τις σχέσεις σου, όπως με το αρχαίο δράμα, οι σχέσεις με τους Θεούς, η σχέση με την κοινωνία, η σχέση με την ελευθερία, με τον έρωτα, με τα θεία. Είναι ζητήματα που αφορούσαν συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους και έχουν διαχρονική σημασία. Ο Ίψεν 100 χρόνια πριν και ο Πίντερ τώρα. Παίρνουμε αυτόν τον ιμάντα, γιατί ήταν διαχρονικός ο Ίψεν θίγει πράγματα με διαχρονική σημασία ή παίρνουμε τον Πίντερ και λέμε ότι είναι διαχρονικά τα πράγματα και ανάποδα. Όπως ο Ίψεν προβληματίστηκε τότε σε ζητήματα θεμελιακά, γι’ αυτό είναι διαχρονικά, έτσι και ο άλλος μπορεί να πάει ανάποδα, είναι για το μέλλον, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ή για το παρελθόν. Είναι πιο έντονος ο Πίντερ γιατί είναι και περισσότερο κοντινός. Χρωματίζει με πιο έντονες και αδρές πινελιές τα ζητήματά του και τους προβληματισμούς του.

ΠτΘ: Σήμερα που δεν γράφεται καλή λογοτεχνία ή μάλλον δεν μας δείχνουν ότι υπάρχει καλή λογοτεχνία, γιατί πάντα θα γράφονται καλά βιβλία όπως είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν και καλοί διανοούμενοι, εμείς γνωρίζουμε όμως τα best seller και αυτά που μας παρουσιάζει η τηλεόραση, η υπενθύμιση των αυτονοήτων αξιών στον πολιτισμό μπορεί να γίνει και από το θέατρο;
Α.Σ.: Το θέατρο επιβεβαιώνεται, αυτοεπιβεβαιώνεται και προχωράει. Είναι ένας πανίσχυρος θεσμός, μια τέχνη που συγκεντρώνει πολλά πράγματα πάνω στη σκηνή, που σημαίνει ότι είναι σε θέση ακριβώς να συνεγείρει. Το θέατρο ως εκ της φύσεως του μπορεί να βάλει ορισμένα ζητήματα πολιτιστικά ή πολιτισμικά. Γιατί ακριβώς πάνω στη σκηνή συγκεντρώνει το βιβλίο, τη μουσική, όλες τις τέχνες, ό,τι συγκεντρώνει. Δεν μπορώ να πω ότι η σκηνογραφία είναι εικαστικό γεγονός μόνο, δεν μπορώ να πω ότι το κείμενο είναι μόνο του, δεν μπορείς να πεις τίποτα από όλα αυτά, που σημαίνει ότι είναι πανίσχυρη δύναμη και εφόσον βλέπουμε ότι ο κόσμος το ψάχνει το θέατρο, το συναντάει, το θέατρο συναντά και τον κοινωνικό χώρο, την κοινωνία, τον πλαισιώνει κι αυτό σημαίνει ότι έχει δύναμη κατά περαιτέρω. Υπάρχει αυτός ο χώρος που μπορεί να πει αληθινά πράγματα σε σχέση με την τηλεόραση, με τα μέσα. Και αυτός ο χώρος έχει υποστεί τις αλλοιώσεις του, τις επιδράσεις του. Λένε ότι το θέατρο περνά κρίση και ότι χάνεται. Δεν χάνεται το θέατρο, εμείς χανόμαστε. Όπως έλεγε και ο Σεφέρης, δεν είναι τα αρχαία ερείπια εμείς είμαστε ερείπια. Τα αρχαία είναι αρχαία. Έτσι είναι το θέατρο. Είναι διαχρονικής σημασίας και αξίας πολιτισμική κατάθεση.

ΠτΘ: Θα ξαναρθείτε στην Κομοτηνή φαντάζομαι;
Α.Σ.: Πάντα έρχομαι και το βλέπετε ότι την αγαπώ πάρα πολύ. Με τιμάτε ιδιαίτερα γιατί και εσείς εδώ κάνετε τον αγώνα σας που έχει τη διάσταση την κοινωνική και την πνευματική κατάθεση, που είναι πάρα πολύ αξιόλογη.

ΠτΘ: κ. Σαραντόπουλε, σας ευχαριστούμε πολύ.
Α.Σ.: Κι εγώ σας ευχαριστώ.

Τ.Β.

 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.