Παρουσιαστηκε η μελετη «Γλωσσικες πολιτικες στις χωρες της Μεσογειου» της Ελενης Καραντζολα

Το βράδυ της Δευτέρας, στο βιβλιοπωλείο «Δημοκρίτειο» από τους Ζωή Γαβριηλίδου και Βασίλη Γραμματίκα

Μία ξεχωριστή βραδιά, κατά τη διάρκεια της οποίας ανεπτύχθη ένας ιδιαίτερα σημαντικός διάλογος για θέματα ευαίσθητα και όχι ιδιαίτερα δημοφιλή σε ό,τι αφορά τον δημόσιο λόγο, έλαβε χώρα το βράδυ της Δευτέρας στον χώρο του Δημοκριτείου Βιβλιοπωλείου.
 
Αφορμή για την ομολογουμένως πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, το βιβλίο της κ. Ελένης Καραντζόλα, με τίτλο «Γλωσσικές πολιτικές στις χώρες της Μεσογείου», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Επίκεντρο», και το οποίο παρουσιάστηκε από την Γλωσσολόγο Καθηγήτρια και Πρόεδρο του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης κ. Ζωή Γαβριηλίδου, τον Επίκουρο Καθηγητή του Τμήματος Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξεινίων Χωρών του ΔΠΘ κ.Βασίλη Γραμματίκα και τη φιλόλογο και επιμελήτρια εκδόσεων κ. Τζένη Κατσαρή – Βαφειάδη, η οποία είχε και τον συντονισμό της συζήτησης.
 
Παρούσα και η συγγραφέας κ. Ελένη Καραντζόλα, Καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, η μελέτη της οποία αποτέλεσε και την αφορμή για την ουσιαστική και γόνιμη συζήτηση σε σχέση με τις γλωσσικές πολιτικές και την εφαρμογή τους τόσο στη Μεσόγειο, όσο και σε άλλες γωνιές του κόσμου, καθώς και το πώς αυτές χρησιμοποιούνται ως μέσα διαφοροποίησης ή, μέσω της αορατότητας, και ως μέσα καταπίεσης μειονοτήτων. 

Βασίλης Γραμματίκας, διεθνολόγος, επ. καθηγητής ΔΠΘ «Πανεπιστημιακό σύγγραμμα – αφετηρία για περαιτέρω έρευνα, και με εξαιρετική κατηγοριοποίηση» 

Σε αυτό ακριβώς το κομμάτι αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της δικής του τοποθέτησης ο κ. Γραμματίκας, ο οποίος έκανε μία αναλυτική αναφορά στις θετικές αλλά και στις αρνητικές όψεις του υφιστάμενου τρόπου άσκησης γλωσσικής πολιτικής, επισημαίνοντας πως η γλωσσική πολιτική χρησιμοποιείται τόσο ως εργαλείο–μέσο άσκησης πολιτικής, ως μέσο γλωσσικού προγραμματισμού, αλλά και ως μέσο αφομοίωσης και καταπίεσης μειονοτήτων, παραθέτοντας αρκετά παραδείγματα της πρόσφατης ιστορίας, μερικά από τα οποία και από τον χώρο της Βαλκανικής και την πρώην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, όπου τελικά γλωσσική πολιτική, και μετά τις εθνοκαθάρσεις, επέβαλε ο διεθνής παράγοντας . Ένα από τα εξέχοντα παραδείγματα που χρησιμοποίησε ο κ.Γραμματίκας για να εξηγήσει τις πολιτικές που συνυφαίνονται με τον γλωσσικό προγραμματισμό, ήταν αυτό της Λετονίας(Latvia), στην οποία οι ρωσόφωνοι, λόγω επιλογής της λετονικής ως επίσημης γλώσσας και της χρήσης της ως διαπιστευτηρίου για την απόκτηση της ιδιότητας του λετονού πολίτη μέσω ενός γλωσσικού τεστ, αποκλείστηκαν από τη συμμετοχή τους στο δημόσιο χώρο, και δημιουργήθηκε έτσι μια ομάδα ρωσόφωνων ανιθαγενών. Σήμερα βέβαια αυτό το γλωσσικό τεστ έγινε περισσότερο τυπικό, οι απαντήσεις του μπορεί να απομνημονευθούν, και η κατάσταση εκεί βαίνει προς εξομάλυνση. Παραδείγματα γλωσσικής πολιτικής χρησιμοποίησε και άλλα, αναφερόμενος στον γεωγραφικό προσδιορισμό των γλωσσών στο Βέλγιο, στη γεωργιανή γλώσσα που επιχειρείται να καθιερωθεί, θεωρούμενη ως η μοναδική γλώσσα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Γεωργία, αλλά και σε πολιτικές που εφαρμόστηκαν στις πρώην Σοβιετικές Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες.
 
Ο κ. Γραμματίκας αξιολόγησε τέλος το βιβλίο της κ. Καραντζόλα ως βιβλίο- αφετηρία για περαιτέρω έρευνα και πανεπιστημιακό σύγγραμμα με εξαιρετική κατηγοριοποίηση, βάση και για ερευνητές της πολιτικής και της νομικής επιστήμης. 

Ζωή Γαβριηλίδου «Το βιβλίο της Ελένης Καραντζόλα μοναδικός θησαυρός ορολογίας» 

Με παραδείγματα εφαρμογής γλωσσικών πολιτικών που παραθέτονται στο βιβλίο, εκτός ωστόσο του χώρου της Μεσογείου, ξεκίνησε τη δική της τοποθέτηση η κ. Ζωή Γαβριηλίδου για την καλύτερη δυνατή κατανόηση του όρου. Ξεκινώντας από την Ολλανδία και την Γερμανία, η χάραξη των συνόρων μεταξύ τους, όπως επεσήμανε η ίδια, «επηρέασε σημαντικά την αντίληψη των ομιλητών για τη διάλεκτο που ομιλούν», για να περάσει στο παράδειγμα της Νότιας Σουηδίας, επισημαίνοντας «πως το τι βαφτίζεται γλώσσα ή διάλεκτος είναι τις περισσότερες φορές αποτέλεσμα πολιτικών και πολιτισμικών παρά γλωσσικών παραγόντων», για να καταλήξει σ’ ένα τρανταχτό παράδειγμα εφαρμογής γλωσσικής πολιτικής, αυτής του Τίτο, ο οποίος, όπως εξιστόρησε, «από το 1944 και μετά όταν μετονόμασε τη Νότια Σερβία σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας με πρωτεύουσα τα Σκόπια, όρισε μία ειδική επιτροπή γλωσσολόγων, προκειμένου να απομακρύνουν το τοπικό ιδίωμα που ήταν κατ’ ουσίαν διάλεκτος της βουλγαρικής από τη βουλγαρική γλώσσα και να το «εκσερβίσουν» στο πλαίσιο της νέας γλώσσας που κρίθηκε απαραίτητη τότε».
 
Παραθέτοντας και το ζήτημα της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στο γυμνάσιο, που επίσης έγκειται στο φάσμα της γλωσσικής πολιτικής, η κ. Γαβριηλίδου, μίλησε για την αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός ελληνόγλωσσου βιβλίου που θα αναφέρονταν στη γλωσσική πολιτική, τονίζοντας πως το βιβλίο της Ελένης Καραντζόλα «έρχεται να καλύψει αυτό το μεγάλο κενό στην ελληνόφωνη βιβλιογραφία και να ρίξει φως με τρόπο μεθοδικό σε γλωσσικές πολιτικές στη Μεσόγειο».
 

Όπως ανέλυσε το βιβλίο αποτελείται από πέντε κεφάλαια «το πρώτο εκ των οποίων, με τίτλο “Ζητήματα θεωρίας και ιστορίας του κλάδου” παρουσιάζει βασικούς όρους και έννοιες του κλάδου της γλωσσικής πολιτικής και του γλωσσικού προγραμματισμού, καθώς και μια συνοπτική ιστορία, σχολιασμένη με το κριτικό βλέμμα της συγγραφέως, η οποία ουσιαστικά ερμηνεύει την εξέλιξη του κλάδου με βάση συνοδά κοινωνικοπολιτισμικά φαινόμενα.
 
Το δεύτερο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Γλωσσική οικολογία και επίσημες γλώσσες στις χώρες της Μεσογείου» παρουσιάζει πλούσια δεδομένα από 23 χώρες της Μεσογείου, ταξινομημένες δόκιμα σε υπο-ομάδες με συνοχή, ενώ παράλληλα συζητούνται ζητήματα ορισμού της επίσημης έναντι της εθνικής και της επίσημης έναντι της μειονοτικής γλώσσας.
 
Το τρίτο κεφάλαιο, «Γλωσσικές πολιτικές στην εκπαίδευση: η περίπτωση της αραβοποίησης», συζητά τα εκπαιδευτικά συστήματα των χωρών του Μαγκρέμπ (Τυνησία, Αλγερία, Μαρόκο) από την περίοδο της αποικιοκρατίας μέχρι την πολιτική της αραβοποίησης που υιοθέτησαν την επομένη της ανεξαρτησίας τους», ενώ ακολούθως το τέταρτο κεφάλαιο, εστιάζει σε μία ενδιαφέρουσα, όπως την χαρακτήρισε η κ. Γαβριηλίδου, «πτυχή του δομικού προγραμματισμού, τον εγγραφισμό, ήτοι την επιλογή γραφικών συστημάτων και τις ορθογραφικές μεταρρυθμίσεις, αντλώντας παραδείγματα από την Ελλάδα, το Μαρόκο, την Τουρκία και το Ισραήλ, με ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και την παρουσίαση της προσπάθειας εγγραμματισμού της πομακικής με βάση αρχικά το ελληνικό αλφάβητο και αργότερα το λατινικό».
 
Το πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου, όπως τόνισε η ίδια, «εξετάζει τις γλωσσικές πολιτικές που σχετίζονται με τον χώρο της θρησκείας και το πώς οι γλώσσες στις οποίες γράφτηκαν τα ιερά κείμενα των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών που συναντάμε στη Μεσόγειο, επηρέασαν τις πρότυπες γλώσσες πολλών χωρών της Μεσογείου».
 
«Θεωρώ ότι το συγκεκριμένο βιβλίο έχει τέσσερις βασικές αρετές» υπογράμμισε κλείνοντας η κ. Γαβριηλίδου τις οποίες και ανέλυσε στη συνέχεια, ξεκινώντας « με την ακριβή αποτύπωση των γλωσσικών πολιτικών σε 23 χώρες της Μεσογείου που παρουσιάζονται στις σελίδες του βιβλίου, μέσα από πλούσια ντοκουμέντα τεκμηρίωσης, και ρίχνοντας διαρκώς μια κριτική ματιά στα δεδομένα». Αναφερόμενη στη συγγραφέα, η Πρόεδρος του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας υπογράμμισε «πως πρόκειται για ένα άτομο που έχει σχεδιάσει και υλοποιήσει γλωσσική πολιτική, αλλά και για έναν άνθρωπο που δεν φοβάται να πει τα πράγματα με το όνομά τους».
 
Τέλος, η ίδια χαρακτήρισε το βιβλίο έναν «μοναδικό θησαυρό ορολογίας», καθώς όπως εξήγησε, «για πρώτη φορά επιχειρούνται να αποδοθούν στην ελληνική όροι από τον χώρο της γλωσσικής πολιτικής που έλειπαν από τη γλώσσα μας». 

Ελένη Καραντζόλα, Καθηγήτρια Γλωσσολογίας «Οι θρησκείες επηρέασαν και προσπαθούν να επηρεάζουν τις γλωσσικές πρακτικές» 

Τις εισηγήσεις των ομιλητών ακολούθησε η τοποθέτηση της ίδιας της συγγραφέα, επικεντρώνοντας στο παράδειγμα γλωσσικής πολιτικής που ακολουθήθηκε στο Ισραήλ και αφορά ουσιαστικά στη μόνη επιτυχή ριζική αναβίωση μιας γλώσσας που είχε χαθεί και προέκυψε από τα βιβλικά κείμενα, προκειμένου να ενοποιηθούν γλωσσικά οι διασπορικές γλώσσες των εβραίων κατοίκων που εγκαταστάθηκαν στο νεοσύστατο κράτος, καθώς επίσης αναφέρθηκε και στο ζήτημα των σχέσεων των γλωσσικών πολιτικών με τη θρησκεία.
 
 Ακολούθησε γόνιμη συζήτηση για τον εγγραφισμό της πομακικής, τα σλαβομακεδονικά, την πολιτική των εθνικών κρατών απέναντι στις μειονότητες, ακόμη και σε κράτη απολύτως δημοκρατικά όπως η Γαλλία, που έχει μια ακόμη ιδιαιτερότητα σε σχέση με την αποδοχή των τριών εκδοχών της αγγλικής: την αγγλική της Μεγάλης Βρετανίας, της Αμερικής και του Καναδά, αφού η μόνη ορθόδοξη γαλλική που αναγνωρίζει είναι αυτή της Γαλλίας και όχι πχ. η γαλλική του Καναδά.
 
Μακάρι, οι τέτοιου είδους εποικοδομητικές και στο δημόσιο βίο βιβλιοπαρουσιάσεις-συζητήσεις πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, ωφέλιμων και για το ευρύ κοινό και να πολλαπλασιαστούν και έχουν πολυπληθέστερα ακροατήρια.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.