«Παραδοξες αντιστροφες και βραχυχρονιες αυταπατες»

Του Γιώργου Χατζηκωνσταντίνου, Αντιπρύτανη, Πρόεδρου ΔΟΣΑ

Έχουμε σήμερα την αίσθηση ότι δρασκελίζουμε το κατώφλι που μας οδηγεί σε μια νέα περίοδο του πολιτισμού. Έχουμε την αίσθηση ότι το κύμα του πολιτισμού της βιομηχανικής εποχής, του πολιτισμού της ύλης και της ενέργειας, του πολιτισμού του νεκρού προϊόντος και του πράγματος, του μηχανικισμού, της αιτιοκρατίας και των προκαθορισμών, παρέρχεται ενώ ένα νέο κύμα του πολιτισμού αποκαλύπτεται μέσα από τις επιτυχίες της νέας επιστημονικής και τεχνολογικής επανάστασης, τις διεθνείς ανακατατάξεις, τους νέους συσχετισμούς και τις νέες ελπίδες. Έχουμε την αίσθηση ότι είμεθα μάρτυρες της γέννησης μιας νέας πολιτισμικής περιόδου, αυτής του μηνύματος και της πληροφορίας, του άϋλου αγαθού, του πιθανού και του αβέβαιου, της απροσδιοριστίας και της πολυπλοκότητας, των ποικίλων όσο και σύνθετων αλληλεξαρτήσεων και αλληλεπιδράσεων.

Την αίσθηση αυτή ορθώς την έχουμε. Αρκεί βέβαια η αίσθηση αυτή να ανταποκρίνεται και στην πραγματικότητα. Αρκεί δηλαδή η αίσθηση να μην είναι ψευδαίσθηση και οι δομές, οι συμπεριφορές, οι νόρμες, οι αξίες και οι αρχές που φυσιολογικές εκροές των νέων εξελίξεων είναι, να αναδύονται ανώδυνα και ελεύθερα μεταλλάσσοντας την πραγματικότητα σ’ όλο το πολύπλοκο ψηφιδωτό της. Ο νέος πολιτισμός δεν μπορεί να΄ ναι παρά μόνο διαφορετικός. Τέτοιον τον προοιωνίζουν οι συνθήκες. Δεν μπορεί να’ ναι μασκαρεμένος ή νοθευμένος, μεταμφιεσμένος ή υποκριτικός.

Το ότι ένα νέος πολιτισμός αναδύεται δεν υπάρχει αμφιβολία. Το θέμα είναι αν ο πολιτισμός αυτός είναι ή όχι ήδη γεγονός στον πραγματικό κόσμο, αν πράγματι αναδύεται ανεμπόδιστα, αν πράγματι τον βιώνουμε στην γνήσια μορφή του, δίχως παράδοξες αντιστροφές, βραχυχρόνιες αυταπάτες και πανουργία του λόγου. Το θέμα είναι αν οι κινητήριες δυνάμεις που είναι παρούσες, αφήνονται ελεύθερες, στο γενεσιουργό πολιτισμικό έργο τους, οδηγώντας πράγματι σε ουσιαστικές αλλαγές από τις οποίες ο άνθρωπος θα αναμένει ένα καλύτερο μέλλον. Ένα καλύτερο μέλλον με καινοτομίες σ΄ όλα τα επίπεδα και σ’ όλες τις σφαίρες δραστηριότητας που ξεκινούν από την οικονομία και κοινωνία για να αγγίξουν την πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις, το αίσθημα της διεθνούς δικαιοσύνης και να καταλήξουν στον αναγκαίο και απαραίτητο σεβασμό της βιόσφαιρας και των λεπτών ισορροπιών της.

Διότι, ας μην αυταπατώμεθα, κατεστημένα συμφέροντα παντός τύπου, κατεστημένες αντιλήψεις κι απόψεις του πολιτισμού, που δύει, ανθίστανται στην μεταλλαγή, την παραποιούν και την συσκοτίζουν, θολώνοντας το τοπίο και παραπλανώντας τη σκέψη μας. Ανθίστανται, αντιδρώντας ομοιοστατικά, συντηρώντας τους μύθους του παρελθόντος, μύθους ασύμβατους με τις αναδυόμενες πολύπλοκες μεταλλαγές. Ανθίστανται μασκαρεύοντας το παλαιό με το μανδύα του νέου, μιλώντας μας συνεχώς και έντεχνα για Νέα Τάξη Πραγμάτων, για Νέα Εποχή, για αλλαγές δήθεν καινούριες που όμως στη λογική του παλαιού φανατικά επιμένουν. Το πραγματικά Νέο εμποδίζεται να αναδυθεί. Ίσως να μην γίνεται ακόμα και κατανοητό. Ίσως όμως και να βολεύει το να γίνεται λόγος για αλλαγή δίχως τίποτε ουσιαστικά ν΄ αλλάξει. Εξακολουθούμε να είμεθα δέσμιοι μύθων του παρελθόντος. Τούτο όμως επιμελώς διαστρέφεται, συνειδητά αποκρύπτεται ή ασυνείδητα αποσιωπάται.

Η βραχυχρόνια αποτελεσματικότητα εξακολουθεί να λατρεύεται και να προτιμάται του μακροχρόνια αποτελεσματικού και συμφέροντος. Μακροχρόνια θα είμεθα όλοι νεκροί, είχε κάποτε πει ο Keynes. Τι μας ενδιαφέρει λοιπόν το τότε; Τούτο όμως είναι ασύμβατο μ΄ αυτό που πράγματι θέλει να αποκαλυφθεί με τη μορφή του νέου πολιτισμού. Αντίκειται στην παγκοσμιότητα που θα έπρεπε να διέπει την τόσο παράδοξη παγκοσμιοποίηση που τόσο προβάλλεται και λυσωδώς προωθείται. Παγκοσμιοποίηση μάλιστα που πανούργα προβάλλεται δίχως προσδιοριστικό της ουσίας της επίθετο, λες και είναι δεδομένη και αδιαφιλονίκητη, χωρίς εναλλακτικό λόγο η πρόταση.

Οι συντηρούμενες παλιές λογικές του απερχόμενου ρεύματος του πολιτισμού της βιομηχανικής εποχής, εν μέσω νεολογισμών και δογματικού σφυροκοπήματος που σε κανέναν κώδικα δεν εγγράφεται, παρουσιάζονται σήμερα απόλυτες όσο ποτέ. Παρουσιάζονται, ταυτόχρονα απόλυτα πεπεισμένες για το περιεχόμενο της λογικής που υιοθετούν, ενώ τεχνηέντως διοχετεύουν το μήνυμα, αφήνουν να υποβόσκει η αίσθηση, καλλιεργούν την υποσυνείδητη βεβαιότητα, ότι ο κόσμος αυτός δεν αλλάζει, παρά τα νέα, τα καινούρια και τα καταπληκτικά. Η πίστη στον κόσμο που βιώνουμε είναι ρεαλισμός. Η πίστη ότι ένας άλλος καλύτερος κόσμος είναι εφικτός αποτελεί ουτοπία. Ενδιαφέρον το παιχνίδι των λέξεων. Ενδιαφέρον όμως και ο δυνάμενος ν΄ αναπτυχθεί προβληματισμός για το τί είναι ρεαλιστικό ή το τι διατηρεί το περιεχόμενο της ουτοπίας.

Σ΄ οποιαδήποτε περίπτωση, ο συντηρούμενος οικονομικός μύθος και η λογική του, το δογματικό σφυροκόπημα και η περί ρεαλισμού καλλιεργούμενη άποψη, αφήνει να υπονοηθεί ότι οι θυσίες στις οποίες υποβάλλονται οι κοινωνίες και από τις οποίες βέβαια ορισμένοι εξαιρούνται, δεν οφείλονται στην φαυλότητα κάποιων, ούτε στις ανεπάρκειες του συστήματος, ούτε σε κενά της κυρίαρχης ακόμη λογικής. Οφείλονται απλώς στη φύση των πραγμάτων. Έτσι πιστεύουν κι έτσι υποστηρίζουν οι αυτοβαπτιζόμενοι θιασώτες του νέου που ως φαίνεται, συνειδητά ή ασυνείδητα, αδυνατούν να αντιληφθούν έως που φθάνει το παλαιό ή συγχέουν τις λογικές, γεγονός το οποίο εξυπηρετεί την ομοιοστατική αντίσταση στη μεταλλαγή.

Οι εκφραστές του ανακαινισμένου και μασκαρεμένου οικονομικού και αναπτυξιακού μύθου του παρελθόντος, οι εκφραστές δηλαδή της δήθεν νέας αλλά στην πραγματικότητα τόσο παλαιάς φιλοσοφίας που και πάλι κυριαρχεί, αυτοί οι θιασώτες της άμεσης αποτελεσματικότητας των αυτομάτων μηχανισμών της αγοράς, αλλά και της περίεργης οικονομικής παγκοσμιοποίησης νεοφιλελεύθερης έμπνευσης που το Βορρά και τη Δύση κύρια εξυπηρετεί, δεν διστάζουν να εξαγγείλουν ότι η μιζέρια των φτωχών και η παράλογη υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, είναι το τίμημα της γενικής ευημερίας, τούτο δεν είναι καθόλου κακό. Δεν ευθύνονται οι ίδιοι αν τα δεινά είναι για άλλους, ενώ η ποσοτική ευημερία γι΄ αυτούς. «Έτσι έχουν τα πράγματα, είσθε άτυχοι, τι να κάνουμε»!!

Τι ακριβώς λοιπόν μας συμβαίνει; Ποιος είναι αυτός ο οικονομικός μύθος του παρελθόντος, το οικονομικό αυτό παράδειγμα που μας παρασύρει στην πίστη ότι βιώνουμε τη νέα εποχή σέρνοντας εντούτοις το χορό του εικονικού;

Το δεύτερο κύμα του πολιτισμού, το κύμα του μηχανικισμού της Νευτώνιας και Κοπερνίκειας λογικής, αυτό της βιομηχανικής εποχής, ήταν φυσιολογικό να αδυνατεί να συλλάβει το περιεχόμενο της προόδου στοχαστικά. Η πρόσληψη της προόδου ήταν αθροιστική και προσθετική, όπως το ανέβασμα μιας σκάλας ή το χτίσιμο ενός οικοδομήματος. Εξ αυτού απέρρεε ένα πλήθος αντιλήψεων πεποιθήσεων και παραδοχών. Η ανάπτυξη ήταν επόμενο να ισοδυναμεί τελικά απλά και μόνο με την αύξηση του πραγματικού κεφαλαίου της οικονομίας, την αύξηση του ακαθαρίστου εθνικού προϊόντος και τη συσσώρευση του πλούτου. Και η ευημερία υιοθετούσε χαρακτήρες ποσοτικούς σε όρους μάλλον καταναλωτικής ικανότητας, καθώς κι όλα θα’ πρεπε να γίνονται στο βωμό της κάλυψης των υλικών αναγκών που σιγά –σιγά έμελλε να πάρουν τη μορφή των αναγκών για ανέσεις, πολυτελείς μάλιστα και τέλος χιμαιρικές.

Λίγος προβληματισμός για τις επιπτώσεις της οικονομικής διαδικασίας στο φυσικό περιβάλλον. Αντιστρεπτές οι με αυξανόμενο ρυθμό διαταράξεις του. Λίγος ο λόγος όμως και για τη διανομή του εισοδήματος. Η αγορά θα την έλυε αυτομάτως μέσω του μηχανισμού των τιμών του προϊόντος και των αμοιβών των συντελεστών παραγωγής. Νόμος αλλά και Μηχανισμός, η προσφορά και η ζήτηση. Πίστη στη ντετερμινιστική αντίληψη του μηχανιστικού δόγματος της κίνησης των ουρανίων σωμάτων και στην εξ αυτής απορρέουσα αιτιοκρατία και γραμμικότητα.

Η βιομηχανική κοινωνία κύρια δε η αστική τάξη έφτιαχνε τότε το μύθο της, τις βολικές παραδοχές της, το σύστημα της οργάνωσής της, το παράδειγμα των οικονομικοπολιτικών παραδοχών της. Ο μύθος έλεγε ότι η οικονομική ανάπτυξη (ποσοτικού κατ΄ εξοχήν περιεχομένου) μειώνει τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς και εξασφαλίζει την ευτυχία. Η βιομηχανική αύξηση αγκαλιάζει και προωθεί την οικονομική ανάπτυξη που αποτελεί προϋπόθεση της κοινωνική ανάπτυξης. Η κοινωνική ανάπτυξη είναι η κινητήρια δύναμη της ανθρώπινης απελευθέρωσης, ανάτασης και ευδαιμονίας που εκ των πραγμάτων προϋποθέτει και απαιτεί την βιομηχανική αύξηση που συνεπάγεται και επισφραγίζει την οικονομική ανάπτυξη κ.ο.κ. Η ποσοτική αύξηση βασικός στόχος. Και η λογική κυκλική και επιχειρούσα να βρει τη δικαίωσή της στην ίδια της τη συνεκτικότητα. Μήπως και το παράδειγμα εμπεριείχε το σπέρμα της περιβαλλοντικής υποβάθμισης; Μήπως και οι αφαιρετισμοί του οδηγούσαν σταδιακά στην εκδήλωση των Μεγάλων απειλών για το περιβάλλον της εποχής μας; Μήπως ακόμα και σήμερα, στη νέα λεγόμενη εποχή, και παρά τα υποστηριζόμενα περί νέου πολιτισμού, είμεθα δέσμιοι αυτών ακριβώς των μύθων, του παραδείγματος του παρελθόντος. Και μήπως οι παραδοξότητες και οι αυταπάτες που σήμερα μας πλήττουν δεν οφείλονται πουθενά αλλού παρά στις ασυμβατότητες της μεταβατικής εποχής μας; Μήπως τελικά επιχειρούμε να απλοποιήσουμε μια αδιαμφισβήτητη πολυπλοκότητα θέτοντας φραγμούς στην εξέλιξη; Πόση πανουργία των λόγων υποκρύπτεται πράγματι πίσω από όλα αυτά;

Η λογική του κυρίαρχου μύθου του μηχανικισμού και της βιομηχανικής κοινωνίας, τέτοια που σε γενικές γραμμές την παρουσιάσαμε προηγουμένως αναφερόμενοι στην άνοδο των αστών και στην εισαγωγή της μηχανής στο εργοστάσιο, μιλώντας για ανταγωνισμό, κυρίαρχο καταναλωτή και ελεύθερη ιδιωτική πρωτοβουλία, προϋποθέτει ταυτόχρονα την ορθολογική αναζήτηση του μεγαλύτερου πάντοτε πλεονεκτήματος με τη μικρότερη δυνατή θυσία, λαμβανομένων υπόψη των εκάστοτε διαθέσιμων μέσων. Κατά τον καθηγητή της οικονομικής θεωρίας στο πανεπιστήμιο του Παρισίου Rene Passet «… οι συγγραφείς κατασκεύασαν απαγωγικά ένα συμβατικό οικονομικό κόσμο που συνιστά μάλλον το ισοδύναμο μιας καθαρά μηχανικής διαδικασίας σε ένα περιβάλλον χωρίς τριβές, αλλά σε καμιά περίπτωση την εικόνα της πραγματικότητας που κυριαρχείται από συνασπισμούς μα κι από συγκρούσεις μεταξύ ανίσων».

Η λογική αυτή προϋποθέτει, μ΄ άλλα λόγια την ύπαρξη ενός υπερλογικού όντος, του Homo Oeconomicus. Η ύπαρξη μιας εξ αυτού απορρέουσας θεωρητικής ιδεώδους και αφαιρετικής συμπεριφοράς που κατευθύνεται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα και υπαγορεύει τους «νόμους» της αγοράς και το περιεχόμενο της αναπτυξιακής διαδικασίας, υποτασσόμενη ταυτόχρονα σ΄ αυτούς, καταστρέφει την αρμονία του κοινού παρονομαστή στο επίπεδο της σχέσης οικονομίας και βιόσφαιρας. Κοινός παρονομαστής θα μπορούσε και θα έπρεπε να’ ναι επί του προκειμένου η απρόσκοπτη δυνατότητα αναπαραγωγής και εξέλιξης και των δυο αυτών σφαιρών δραστηριότητας.

Η υιοθέτηση του μύθου και η οικονομική δραστηριοποίηση στα αυστηρά καθορισμένα όριά του, διαταράσσει την επιθυμητή αμοιβαιότητα. Η πολυπλοκοποιητική αντίληψη των σφαιρών αναγκαστικά απλοποιείται. Η λογική του οικονομικού μύθου επιβάλλεται στη φύση εκ των πραγμάτων και μάλιστα επιβάλλεται ιστορικά. Η συνειδητοποίηση των αλληλεξαρτήσεων και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ του οικονομικού και του ζώντος αμβλύνεται. Ο καρτεσιανός κατακερματισμός της αλήθειας, η αναλυτική διαδικασία με τις αφαιρέσεις και τους προσδιορισμούς της επιβάλλονται ως τα αποτελεσματικότερα εργαλεία των επιστημονικών προσεγγίσεων.

Οι απαιτήσεις μιας σφαιρικότερης αντίληψης των πραγμάτων, που φυσιολογικά επιβάλλεται στο μέτρο που το οικονομικό στοιχείο θεωρείται υποδεέστερο της ύπαρξης, υποχωρούν. Κι όταν ο οικονομικός μύθος μέσω των κυρίαρχων θεωριών που τον στηρίζουν, επιχειρεί να αφομοιώσει σειρά ολόκληρη φαινομένων που ανήκουν στην βιόσφαιρα, αισθανόμενος ιδιαίτερα δυνατός μέσα στο χώρο των δικών του εμπορευματικών και αναπτυξιακών θεωρήσεων, τότε τείνει ουσιαστικά να τα αναγάγει όλα στη δική του λογική, «λες και η φύση ασχολείται με τις προσαρμογές των τιμών, του κόστους και του οικονομικού optimum».

Πρόκειται για την εμφανέστερη θεωρητική προσπάθεια εσωτερικοποίησης (internalisation) αυτών που ονομάζουμε εξωτερικότητες (externalites). Αποτέλεσμα η τεράστια και επικίνδυνα εξελισσόμενη δυσαρμονία μεταξύ της αναπαραγωγής της οικονομικής σφαίρας και της βιόσφαιρας. Δέσμιοι του Σαινσιμονικού μύθου, έχουμε συνηθίσει, για τον Β. Commoner, «…να σκεφτόμαστε για γεγονότα ανεξάρτητα και ιδιαίτερα συνδέοντας το καθένα με ένα και μοναδικό αίτιο… Έχουμε διαταράξει τον κύκλο της ζωής, μεταμορφώνοντας τους αιώνιους κύκλους σε μια γραμμική ακολουθία γεγονότων πλασμένων από ανθρώπινο χέρι, πράγμα που μαρτυρά τη δύναμή μας να καταστρέφουμε αυτόν τον οικολογικό ιστό ο οποίος εδώ και εκατομμύρια χρόνια διαιωνίζει τη ζωή του πλανήτη».

Οι εμπειρίες και τα δεινά της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, παρά τη σημαντικότητά τους, δεν είναι εύκολο να οδηγήσουν στην αποδέσμευση από τα δεσμά του δόγματος. Αντίθετα, οι εμπειρίες αυτές και τα δεινά, παροτρύνουν μάλλον τους θεωρητικούς θιασώτες του μύθου, να λάβουν υπόψη τους τα νέα φαινόμενα, να αποφύγουν την αμφισβήτηση των καθιερωμένων αναλύσεων και να επιχειρήσουν απλώς την προέκταση αυτών, με στόχο τον περιορισμό και την ένταξη των φαινομένων στη δική τους εμπορευματική λογική.

Έτσι, η αμφισβήτηση του μύθου και της θεωρητικής του υποστήριξης που τον ανήγαγε σε δόγμα, κυρίαρχο ακόμη σήμερα, τοποθετείται επίσης στη δυνατότητα θεώρησης την οποία παρέχει, όσον αφορά την οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το σύνολο των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων και το φυσικό περιβάλλον. Ένας τέτοιος επιμερισμός του πραγματικού είναι δύσκολο να πείσει εκείνον που θέλει να στοχαστεί. Εν τούτοις υπάρχει.

Και οι πρόοδοι ή επισημάνσεις των προβληματισμένων θεωρητικών υποστηρικτών του μύθου, πραγματοποιούμενες έστω στα πλαίσια της κυρίαρχης λογικής και παρά τις σχετικές ανώδυνες και βραχυχρόνιας αποτελεσματικότητας προτάσεις τους (ο ρυπαίνων πληρώνει – δικαιώματα στη ρύπανση) αδυνατούν να διαφοροποιήσουν ουσιαστικά την κυρίαρχη οικονομική ιδεολογία και κυρίως την πρακτική.

Να όμως, που πρέπει πλέον να αντιληφθούμε την μεταλλαγή. Να που πρέπει πλέον να σκεφθούμε πολύπλοκα, να αντισταθούμε στους αντιστεκόμενους θιασώτες του παλαιού, να ξεσκεπάσουμε το μασκαρεμένο. Να που πρέπει πλέον να τελειώνουμε με τη σιωπή των αμνών και να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στο νέο πολιτισμό του μηνύματος και της πληροφορίας, του αβέβαιου και του πιθανού, της παγκοσμιότητας και της δικαιοσύνης εν ισοτιμία, της ανακατανομής του πλούτου, του σεβασμού του πλανήτη και της ζωής. Ας θεωρήσουμε επιτέλους φαιδρούς εκείνους που φαιδρούς αρέσκονται να θεωρούν εκείνους που ευαίσθητοι παρουσιάζονται για τα θέματα του φυσικού περιβάλλοντος ή των κοινωνικών προβλημάτων. Η ανθρώπινη περιπέτεια συνεχίζεται. Η ιστορία δεν ετελείωσε, και οι ιδεολογίες είναι περισσότερο απαραίτητες από ποτέ στο νέο πλαίσιο του μεταλλασσόμενου κόσμου. Στον 21ο αιώνα η πρόοδος είναι έννοια στοχαστική. Μοιάζει με το παιχνίδι των ζαριών που ρίχνει κανείς πάνω στο τραπέζι. Ό, τι κερδίζουμε από το ένα ζάρι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να το χάσουμε από το άλλο, ενώ σπάνια το τελικό αποτέλεσμα είναι απόλυτα εποικοδομητικό.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.