«Λεμε ναι σε ενιαιο ευρωπαικο πανεπιστημιακο χωρο»

«Αλλάζει ραγδαία ο χάρτης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας και ανοίγει πλέον ξεκάθαρα ο δρόμος σε κάθε μορφή ιδιωτικής παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Μετά την αναμενόμενη οδηγία της Ε.Ε. για αναγνώριση των πτυχίων που δίνουν τα παραρτήματα των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, όλα τα ιδρύματα που επί σειρά ετών αποτελούσαν τις «σκιές» των ελληνικών πανεπιστημίων νομιμοποιούνται», σημείωνε μεταξύ άλλων στο αναλυτικό του ρεπορτάζ «Το Βήμα της Κυριακής» για το μείζον αυτό ζήτημα που προέκυψε και το οποίο καλούνται να αντιμετωπίσουν πλέον υπό το πρίσμα της νέας πραγματικότητας το υπουργείο Παιδείας και οι διοικήσεις των ελληνικών πανεπιστημίων.

Η ειρωνεία για την κυβέρνηση είναι ότι μάχεται μια νομοθετική ρύθμιση της Ε.Ε., την πρωτοβουλία για την οποία είχε ένας ευρωβουλευτής της Ν.Δ., ο κ. Κώστας Χατζηδάκης, ο οποίος μάλιστα θα συνεχίσει να είναι στην ευρωβουλή και κατά την προσεχή πενταετία αφού βρίσκεται σε εκλόγιμη θέση στο ψηφοδέλτιο του κόμματός του.


Ο ΠτΘ ανοίγοντας το φάκελο της πολύκροτης, όπως αναμένεται να εξελιχθεί, αυτής υπόθεσης συνομιλεί σήμερα με τον πρύτανη του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης κ. Ιωάννη Σχινά, ο οποίος με τις απαντήσεις του θέτει κατ΄ ουσίαν το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα δομηθεί η γραμμή αμύνης των δημοσίων πανεπιστημίων, εκφράζοντας παράλληλα την εμπιστοσύνη του στην σημερινή ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.

Απαντώντας σε ερωτήσεις και τη φιλολογία που εκ νέου αναπτύσσεται στην τοπική κοινωνία το τελευταίο χρονικό διάστημα περί της εξαπλώσεως του πανεπιστημίου στην Ανατολική Μακεδονία, ζήτημα η συζήτηση για το οποίο χρονολογείται από τα μέσα της δεκαετίας του 90, ο κ. Σχινάς υπήρξε αφοπλιστικός στην απάντησή του, τονίζοντας ότι ναι μεν είναι αντίθετος σε μια ανάλογη επέκταση στην παρούσα χρονική συγκυρία, αλλά και ότι από την άλλη, δεν θα άφηνε ποτέ την πολιτεία να προχωρήσει στη δημιουργία αυτόνομου πανεπιστημίου στην Ανατολική Μακεδονία, που θα αντλεί κονδύλια από την ήδη περιορισμένη πίττα της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

ΠτΘ: κ. Σχινά, βρισκόμαστε σε μία περίοδο πολύ ενδιαφέρουσα και προκλητική για την τριτοβάθμια εκπαίδευση με την επερχόμενη αλλαγή στο status quo που υφίσταται σήμερα, η οποία αλλαγή ακόμα είναι θολή και δεν μπορεί να μας προσδιορίσει ποιο θα είναι το μέλλον, η πορεία, η συνέχεια της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας μετά την υποχρεωτική αναγνώριση των πτυχίων των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών που συνεργάζονται με εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ε.Ε. Σε αυτό το επίπεδο οι αντιδράσεις των πρυτάνεων της χώρας υπήρξαν σημαντικές και έχω την αίσθηση ότι δίνουν τον τόνο αυτών που πρόκειται να ακολουθήσουν.

Γ.Σ: Ειδικά στο θέμα των ΚΕΣ που αντιπροσωπεύουν με κάποια σύμβαση franchising ξένα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, υπάρχει μία διάσταση νομική και μία διάσταση πραγματική και λυπάμαι πάρα πολύ ως νομικός που είμαι υποχρεωμένος να πω ότι σ΄ αυτή τουλάχιστον την περίπτωση άλλο είναι το νομικό και άλλο το πραγματικό.

Θα έπρεπε τα δύο να ταυτίζονταν αλλά δεν ταυτίζονται.

Έχουμε λοιπόν από την μία το Σύνταγμα το οποίο έχει ένα σαφές άρθρο 16, το οποίο δίδει το μονοπώλιο της Ανώτατης Παιδείας στο κράτος. Από την άλλη έχουμε ένα Ευρωπαϊκό καθεστώς το οποίο αναγνωρίζει μάλλον θετικώς θεμέλιο της Ε.Ε. ορισμένες ελευθερίες κυρίως οικονομικού χαρακτήρα μία από τις οποίες είναι η ελευθερία εγκατάστασης και μία άλλη είναι η ελευθερία διακίνησης υπηρεσιών, Επίσης υπάρχει άλλη αρχή του Ευρωπαϊκού Δικαίου εκδήλωση της οποίας είναι η αρχή της επικουρικότητας κατά την οποία ορισμένοι τομείς ανήκουν στα κράτη μέλη και όχι στην Ένωση μολονότι η Ένωση και εκεί επιφυλάσσεται σε ορισμένες περιπτώσεις να παρεμβαίνει.

Δυστυχώς και από ελληνικής πλευράς τέτοια κέντρα υπάγονται όχι στο υπουργείο Παιδείας αλλά στο υπουργείο Εμπορίου. Συνεπώς κατά κάποιον τρόπο, στρώνουμε την πάσα να θεωρηθούν όχι εκπαιδευτικές, αλλά οικονομικές υπηρεσίες. Από την άλλη μεριά έχουμε τη σχέση του εσωτερικού μας δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο και το ζήτημα της ιεράρχησης των κανόνων δικαίου, αν δηλαδή υπερέχει το εθνικό σύνταγμα ή το πρωτογενές ή ακόμα και το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο. Αυτά σε σχέση με το νομικό περιβάλλον. Όσο για το πραγματικό, έχουμε να κάνουμε με ένα έθνος που έχει μυθοποιήσει πέρα από κάθε λογική τον πανεπιστημιακό τίτλο. Η κάθε ελληνική οικογένεια αξιώνει ώστε το παιδί της να πάρει κάποιον πανεπιστημιακό τίτλο γιατί αυτό είναι στοιχείο κοινωνικής καταξίωσης.

Τώρα γίνεται μια ακροβασία απομόνωσης του επαγγελματικού από το εκπαιδευτικό, δηλαδή από το ακαδημαϊκό. Διακρίνουμε τα επαγγελματικά προσόντα, την πρόσβαση στην άσκηση ενός επαγγέλματος, τη δυνατότητα δηλαδή να έχει αναγνώριση πτυχίου και να μπει στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Αυτά δεν είναι σοβαρά διότι η επιστημονική κοινότητα μετέχει αμφοτέρων. Η αναγνώριση του επαγγελματικού προσόντος είναι ο δούρειος ίππος και το ερώτημα που μπαίνει είναι αν είναι τόσο κακό το franchising του ξένου πανεπιστημίου.

Η απάντηση νομικά είναι μονοσήμαντη. Δεν το επιτρέπει το Σύνταγμα. Πραγματικά, όμως, δεν είναι καθόλου μονοσήμαντη. Στην Ελλάδα τα πανεπιστήμια που λειτουργούν μέσω ΚΕΣ δεν είναι τα πρωτοκλασάτα πανεπιστήμια, το πολύ δεύτερης και κατά κανόνα πέμπτης, έκτης ή έβδομης κατηγορίας.

ΠτΘ: Αν είχαμε πρωτοκλασάτα θα άλλαζε το πράγμα;

Γ.Σ.: Εάν είχαμε πρωτοκλασάτα, το ασφαλές όχημα για να λειτουργήσουν στη χώρα μας είναι τα ελληνικά πανεπιστήμια και η διαπανεπιστημιακή συνεργασία η οποία και από την Ε.Ε. προάγεται αλλά και η ακαδημαϊκή κοινότητα και ασφαλώς η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας το βλέπει εξαιρετικά ευνοϊκά. Αυτά όμως τα οποία αυτή τη στιγμή παρατηρούνται είναι στην πράξη τα εξής: ότι πανεπιστήμια που έχουν ένα κύρος στον τόπο τους, στρατολογούν επιστήμονες άνευ διαφανών κριτηρίων οι οποίοι διδάσκουν παιδιά στην Ελλάδα. Αυτό συμβαίνει για δύο χρόνια και εν συνεχεία αυτά τα παιδιά πηγαίνουν στην έδρα του πανεπιστημίου και συνεχίζουν στο εξωτερικό. Τα περισσότερα από αυτά τα πανεπιστήμια δεν εμφανίζουν στην αναλυτική κατάσταση βαθμολογίας ή σε οποιαδήποτε άλλη δήλωση ή πιστοποιητικό το γεγονός ότι μέρος μόνο της παρακολούθησης έγινε στο αληθινό πανεπιστήμιο και το υπόλοιπο έγινε στην εμπορική επιχείρηση. Πολλά από αυτά στέλνουν και αληθινούς καθηγητές τους οι οποίοι κάνουν κάποια μαθήματα. Τα μαθήματα όμως αυτά συμπυκνώνονται σε ελάχιστα μερόνυχτα τον χρόνο έτσι ώστε να υπάρχει η τυπική διαβεβαίωση ότι και από αληθινούς καθηγητές διδάχθηκαν αληθινά μαθήματα.

Συνεπώς αφήνοντας κατά μέρος τις νομικές δεσμεύσεις ως προς τις οποίες η αμφισβήτηση έχει ακόμη πολλά στάδια για να παιχτεί, δύο από αυτά είναι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ως προς το πραγματικό κομμάτι αυτό το οποίο πάνω από όλα φαίνεται λογικό είναι το υπουργείο Παιδείας ή το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο να ασκήσουν έλεγχο στο πώς παρέχεται η παιδεία και τι είδους παιδεία παρέχεται από τα ποικιλώνυμα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, πράγμα το οποίο αυτή τη στιγμή δε συμβαίνει. Και βέβαια με τον τρόπο αυτό οδηγούμαστε αναπότρεπτα σ΄ αυτό που είναι ο μονόδρομος για το μέλλον του ευρωπαϊκού πανεπιστημίου και αυτό είναι ο ποιοτικός έλεγχος των πανεπιστημίων.

ΠτΘ: Στην Ε.Ε. λειτουργεί αυτό το σύστημα; Ή είναι ένα φαινόμενο που εντοπίζεται στην Ελλάδα;

Γ.Σ.: Είναι ένα φαινόμενο που κυρίως εντοπίζεται στην Ελλάδα και έχει ήδη πάρα πολύ μεγάλη διάδοση στη λεγόμενη νέα Ευρώπη στις πρώην κομμουνιστικές χώρες οι οποίες από την 1η Μάη είναι μέλη της Ε.Ε. Το γιατί γίνεται είναι θέμα βαθύτατα κοινωνικό. Είναι άλλη η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας από τις χώρες αυτές. Όπως επεσήμανε ο αείμνηστος Κωστής Μοσκώφ στην περίφημη διδακτορική του διατριβή στις αρχές του 70 με τίτλο «Εξάρτηση και αναπαραγωγή», ήδη από την ανάδειξη της ελληνικής αστικής τάξης τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα και έκτοτε διαρκώς μέχρι σήμερα η Ελλάδα κατέχει μία από τις πρώτες ευρωπαϊκά θέσεις, ακόμη και σαν κομμάτι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, σε αριθμό πτυχιούχων ανώτατης παιδείας σε σχέση με τον πληθυσμό.

ΠτΘ: Σαν να λέμε επιστημονικό προλεταριάτο δηλαδή;

Γ.Σ.: Δεν είναι κατ’ ανάγκην επιστημονικό προλεταριάτο, όμως απέβλεπε περισσότερο στην κοινωνική αναβάθμιση, στην ενίσχυση της κάθετης κοινωνικής κινητικότητας. Σήμερα βέβαια που δεν τίθεται το θέμα σε αυτή τη βάση έχει απομονωθεί από τον κοινωνικό περίγυρο που το παρήγαγε και είναι στοιχείο γοήτρου. Όμως ο πληθωρισμός φέρνει απομείωση της εσωτερικής αξίας. Και διερωτάται κανείς ποιο πλέον είναι το γόητρο ενός προσόντος που δυνάμει το έχουν όλοι και που ολοένα λιγότερο εγγυάται μια ποιοτική στάθμη και μια πραγματική γνώση.

ΠτΘ.:Ζητάτε λοιπόν ελεγκτικούς μηχανισμούς για τα ΚΕΣ ή σθεναρή αντιμετώπιση της λειτουργίας τους μέχρι τέλους;

Γ.Σ.: Ζητάμε την πραγμάτωση της συνταγματικής επιταγής έτσι ώστε πέρα από τη βαθύτατη νομιμότητά της, μία νομιμότητα η οποία εντάσσεται στην μακρότατη ιστορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, να υπάρχει ταυτόχρονα και μια προσαρμογή, μια ανταπόκριση στο κλίμα ανταγωνιστικότητας της ανώτατης παιδείας μέσα σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πανεπιστημιακό χώρο και μέσα σε μία ακαδημαϊκή οικουμενικότητα -και προτιμώ αυτό τον όρο από τον όρο παγκοσμιοποίηση. Αυτό είναι το κεντρικό, το κύριο ζητούμενο. Εάν όμως αυτό δεν περάσει, και θα αγωνιστούμε με όλη μας τη δύναμη για να περάσει, δεν σημαίνει ότι έρχεται η απόλυτη καταστροφή. Υπάρχουν διάφορα αναχώματα υποχώρησης. Το τελευταίο στάδιο που θα μπορούσαμε να υποχωρήσουμε, θα ήταν ο πραγματικός έλεγχος από το υπουργείο Παιδείας κι από Ελληνικό πανεπιστήμιο της ακαδημαϊκής στάθμης των παρεχόμενων σπουδών από τα ξένα πανεπιστήμια. Και βέβαια ζητούμενο όχι ενδιάμεσο, αλλά πρώτιστο είναι, αντί των ΚΕΣ, αντί αυτών των εμπορικών επιχειρήσεων, να υπάρξει συνεργασία των ελληνικών πανεπιστημίων με τα καλά και σοβαρά ξένα πανεπιστήμια.

ΠτΘ.: Αυτό νομίζω είναι και δική σας δυνατότητα.

Γ.Σ: Βεβαίως είναι αλλά δεν είναι τόσο απλή.

ΠτΘ.: Ανοίγονται προοπτικές και για σας τους καθηγητές από το άνοιγμα της αγοράς, όπου θα μπορείτε να διεκδικείτε καλύτερες αποδοχές σ΄ αυτά τα ιδιωτικού τύπου πανεπιστήμια;

Γ.Σ.: Νομίζω ότι κανένας σοβαρός ακαδημαϊκός άνθρωπος, δεν διάλεξε αυτό το δρόμο για να πλουτίσει.

ΠτΘ.: Υπάρχει βάση στα δημοσιεύματα του τοπικού τύπου που αναφέρουν ότι το Δημοκρίτειο πάει να απλωθεί και προς την Ανατολική Μακεδονία;

Γ.Σ.: Όταν την 1η Σεπτεμβρίου του 2003 ανέλαβα και έκανα τις πρώτες μου δηλώσεις, είπα ότι μέσα στις προτεραιότητες αυτής της Πρυτανείας δεν περιλαμβάνεται η περαιτέρω επέκταση του Πανεπιστημίου, διότι πέρασε μια εξαιρετικά δυναμική περίοδος με θετικά και αρνητικά αποτελέσματα και αυτή τη στιγμή αυτό το οποίο προέχει είναι η σύμμετρη εσωτερική ανάπτυξη των τμημάτων του με ένα ισόρροπο ανέβασμα της ακαδημαϊκής στάθμης. Όταν αυτό επιτευχθεί, τότε βλέπουμε, διότι βεβαίως μακροπρόθεσμα ένα πανεπιστήμιο ως ζωντανός οργανισμός έχει την τάση να επεκτείνεται. Αυτή και μένει πάντοτε η θέση.

Αν όμως, και άκαιρα κατά τη γνώμη μου, υπάρξει η πρόκληση, δεν θα την αφήσουμε να πέσει, διότι θεωρούμε ότι είναι άμεσα και μονοσήμαντα επιβλαβές για την ανώτατη παιδεία να ιδρυθεί έπειτα από τα τρία λαϊκιστικά πανεπιστήμια του τέλους της προηγούμενης κυβέρνησης άλλο ένα το οποίο απλώς θα ροκανίσει κι άλλο από την πολύ περιορισμένη επιχορήγηση των λειτουργούντων πανεπιστημίων και θα κάνει την επιβίωσή τους ακόμα δυσχερέστερη δεδομένου μάλιστα θα ιδρύεται χωρίς να υπάρχουν πανεπιστημιακές ανάγκες και χωρίς να υπάρχουν ευρύτερες εθνικές κοινωνικές ανάγκες.

Εάν τεθεί το δίλημμα, ή κάνουμε ως κράτος ένα πανεπιστήμιο αυτοτελές στην Ανατολική Μακεδονία, ή το βάζετε εσείς ως Δ.Π.Θ. κάτω από τις φτερούγες σας, εκεί η απάντηση είναι, «ναι το βάζουμε κάτω από τις φτερούγες μας».

ΠτΘ.: Βλέπετε ότι υπάρχει ρεαλιστική προοπτική για να τεθεί ένα τέτοιο δίλημμα;

Γ.Σ.: Η πολύ πρόσφατη νεοελληνική ιστορία λέει ναι. Η οπωσδήποτε αξιόπιστη φωνή της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, λέει όχι. Να δούμε τι θα επικρατήσει. Και εν πάση περιπτώσει, μολονότι η επέκταση του πανεπιστημίου δεν θεωρείται επίκαιρη και δεν αποτελεί προτεραιότητα των σημερινών πρυτανικών αρχών, ωστόσο για όταν αυτό θα συμβεί, οι συγκεκριμένες σκέψεις και τα συγκεκριμένα σχέδια για το ποια θα πρέπει να είναι τα βήματα της ακαδημαϊκής επέκτασης, υπάρχουν.

ΠτΘ.: κ. Πρύτανη, συνεχώς επανέρχεται το θέμα των οικονομικών των πανεπιστημίων. Υπάρχει μια έντονη αίσθηση αλλά και πληροφορίες ότι το Δημοκρίτειο περνάει δύσκολες στιγμές ως προς τα οικονομικά του. Ειδικά τα τμήματα των ΕΠΕΑΕΚ λέγεται ότι βρίσκονται σε μια μεγάλη δυσπραγία. Εσείς μπορείτε να επιβεβαιώσετε ή να διαψεύσετε αυτή την εικόνα;

Γ.Σ.: Είναι έτσι. Μολαταύτα, χωρίς δέσμευση υπάρχει η εικόνα ότι εκ των ενόντων θα ξεπεραστεί το πρόβλημα των τμημάτων διεύρυνσης που είναι 7 για το Δημοκρίτειο και 42 για όλη τη χώρα. Φοβούμαι όμως, αλλά οφείλω να καταγγείλω, ότι μία από τις λογιστικές αλχημείες για να παρουσιαστεί ο προϋπολογισμός του 2004 ισοσκελισμένος, ήταν η αγνόηση του αντικειμενικού γεγονότος ότι οι κοινοτικοί πόροι για τα ΕΠΕΑΕΚ της διεύρυνσης σταματούσαν στις 31 Αυγούστου 2004. Συνεπώς η προηγούμενη κυβέρνηση γνώριζε πάρα πολύ καλά και έκλεισε τα μάτια στο γεγονός ότι από 1ης Σεπτεμβρίου έως 31 Δεκεμβρίου, τα τμήματα διεύρυνσης θα έπρεπε να λειτουργήσουν με κρατική επιχορήγηση και έκανε πως δεν το καταλαβαίνει.

ΠτΘ.: Υπάρχουν τα κονδύλια για να καλυφθούν όλα αυτά εκ των ενόντων;

Γ.Σ.: Φαίνεται ότι υπάρχουν. Τις αμέσως προσεχείς ημέρες θα μπορούμε να τεκμηριώσουμε την αισιοδοξία μας.

ΠτΘ.: Αυτό σημαίνει ότι η χρηματοδότηση από τη νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας προς τα περιφερειακά πανεπιστήμια θεάται υπό διαφορετικό πρίσμα;

Γ.Σ.: Νομίζω ναι. Προς τα πανεπιστήμια γενικά και προς το Δημοκρίτειο ειδικά. Μένει να υλοποιηθεί.

ΠτΘ.: Κι όσον αφορά το Κ.Π.Σ. και τις απορροφήσεις μέσω των προγραμμάτων του ΠΕΠ που έχετε υποβάλλει;

Γ.Σ.: Εκεί δυστυχώς βρισκόμαστε ακόμα στο στάδιο των υποσχέσεων. Είμαστε όμως σε πολύ στενή επαφή, η οποία τουλάχιστον σε όρους κοινωνικούς, ευγένειας, καλών τρόπων υποδοχής είναι πολύ διαφορετική απ΄ ό,τι προηγουμένως.

ΠτΘ.: Σας ευχαριστώ πολύ.

Γ.Σ.: Κι εγώ σας ευχαριστώ

Δ.Δ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.