Αναζητωντας τη χαμενη Ευρωπη

Ο Κούντερα διαπιστώνει τελικά ότι η πραγματική τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης δεν ήταν η Ρωσία, αλλά η Ευρώπη που δεν έβλεπε πλέον τον εαυτό της ως αξία

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επανέφερε στο προσκήνιο τη βούληση όλων σχεδόν των λαών των πρώην ανατολικών χωρών να συνδεθούν με τη Δύση και να απαγκιστρωθούν από τη ρωσική κυριαρχία. Δυστυχώς στην εγχώρια δημόσια σφαίρα, στην οποία παραμένει ακόμα αγκυρωμένο ένα κράμα αντιδραστικού/θρησκευτικού αντιδυτικισμού και απλοϊκού ψυχροπολεμικού «αντιιμπεριαλισμού», διατυπώθηκαν πολλές αναλύσεις για την υποτιθέμενη περικύκλωση της Ρωσίας που αντιπαρέρχονται προκλητικά και ανήθικα τις βουλήσεις των λαών της περιοχής.

Η δυτική επιλογή των κρατών αυτών, μετά το 1989, δεν είναι βέβαια μόνο αποτέλεσμα της σοβιετικής-ρωσικής καταπίεσης της περιόδου 1945-1990. Ο τσεχικής καταγωγής εμβληματικός συγγραφέας Μίλαν Κούντερα, με το κείμενό του «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης», το οποίο δημοσιεύτηκε στο γαλλικό περιοδικό «Le Debat» τον Νοέμβριο του 1983 και περιέχεται στο ομώνυμο τομίδιο των Εκδόσεων της Εστίας, ανέλυσε προδρομικά την πολιτισμική βάση του προσανατολισμού στη Δύση της τότε Τσεχοσλοβακίας, της Πολωνίας και της Ουγγαρίας.

Τα κεντροευρωπαϊκά αυτά κράτη, που έγιναν ανεξάρτητα μετά τη διάλυση της Αυτοκρατορίας της Αυστροουγγαρίας, είχαν ένα πολιτισμικό υπόβαθρο το οποίο συνδιαλεγόταν με αυτό της Ευρώπης. Γι’ αυτό μετά τον πόλεμο η γεωπολιτική κατάστασή τους ήταν περίπλοκη. Ανάμεσα στη Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη, που σχηματοποιήθηκαν τότε, οι χώρες αυτές γεωγραφικά ήταν στο Κέντρο, πολιτισμικά στη Δύση και πολιτικά στην Ανατολή. Αποτέλεσμα και αυτής της κατάστασης ήταν οι συνεχείς εξεγέρσεις εναντίον των δοτών ολοκληρωτικών καθεστώτων τους, όπως η Ουγγρική Επανάσταση το 1956, η Ανοιξη της Πράγας το 1968, οι αγώνες των Πολωνών μέχρι το 1980 και την «Αλληλεγγύη». Η αντίσταση αυτή εναντίον της εθνικής και της ατομικής καταπίεσης δεν είχε καμιά βοήθεια από τα υποδουλωμένα τοπικά μέσα ενημέρωσης.

Ο Κούντερα θεωρεί ότι ήταν τα μυθιστορήματα, η ποίηση, το θέατρο, ο κινηματογράφος, η ιστοριογραφία και η φιλοσοφία, δηλαδή η κουλτούρα, που προετοίμασε, ξεκίνησε και πραγματοποίησε τις εξεγέρσεις αυτές. Για να καταδείξει τη δύναμη της κουλτούρας, εξηγεί ότι η Κεντρική Ευρώπη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, παρά και την τότε πολιτική αδυναμία της, ήταν ένα μεγάλο πολιτισμικό κέντρο. Τα ονόματα το πιστοποιούν απόλυτα. Ο Ούγγρος μουσικός Μπέλα Μπάρτοκ, οι Τσέχοι συγγραφείς Φραντς Κάφκα και Γιάροσλαβ Χάσεκ, οι Πολωνοί Γκομπρόβιτς, Σουλτς και Βίτκιεβιτς και άλλοι πολλοί, που μαζί με το έργο τους αναφέρονται στο κείμενο, συγκρότησαν ένα κεντροευρωπαϊκό διανοητικό σύμπαν το οποίο είναι αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαϊκού πολιτισμού

Το τότε ερώτημα όμως του Κούντερα προκύπτει αβίαστα, αλλά και με πίκρα. Γιατί η Κεντρική Ευρώπη βρίσκεται όχι μόνο υποδουλωμένη στη Ρωσία, αλλά και πολιτιστικά αποκομμένη και ξεχασμένη από την Ευρώπη; Η απάντηση που δίνει ο ίδιος είναι απλή και συνάμα μελαγχολική. Η Ευρώπη δεν πρόσεξε την εξαφάνιση της κεντροευρωπαϊκής κουλτούρας διότι και η ίδια πλέον δεν νιώθει την ενότητά της σαν πολιτισμική ενότητα. Ο Κούντερα βέβαια αιτιολογεί την απάντησή του. Τους μεσαιωνικούς χρόνους το ενοποιητικό στοιχείο της Ευρώπης ήταν η θρησκεία, ενώ στους Νέους Χρόνους τη θέση του Θεού κατέλαβε η κουλτούρα. Το 1983, όμως, αλλά και σήμερα πολύ περισσότερο, τη θέση της κουλτούρας έχει πάρει πλέον ένα απροσδιόριστο μείγμα φαινομένων όπως η αγορά, η τεχνολογία, τα μέσα ενημέρωσης, ένα περίεργο είδος πολιτικής και πολλά άλλα με παντελή απουσία της κουλτούρας πάντως. Ο Κούντερα διαπιστώνει τελικά ότι η πραγματική τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης δεν ήταν η Ρωσία, αλλά η Ευρώπη που δεν έβλεπε πλέον τον εαυτό της ως αξία.

Το ολιγοσέλιδο κείμενο περιέχει ακόμα καίριες επισημάνσεις για τον καθοριστικό ρόλο των Εβραίων στην πολιτισμική διαμόρφωση της περιοχής ή για την κατασκευή μιας «ιδεολογίας του σλαβικού κόσμου» από τον 19ο αιώνα για την εξυπηρέτηση των ρωσικών αυτοκρατορικών βλέψεων. Μία από τις παραφωνίες πάντως της προβληματικής του συγγραφέα είναι η απλοϊκή σύνδεση του Βυζαντίου με την Ανατολική Ευρώπη και την απολυταρχική παράδοσή της.

Το άλλο κείμενο που συναπαρτίζει το βιβλίο είναι η ομιλία του Κούντερα στο συνέδριο των Τσεχοσλοβάκων συγγραφέων το 1967, όταν ο άνεμος της Ανοιξης της Πράγας έφερε την ελευθερία της έκφρασης. Ο Κούντερα διερευνά τη διαδικασία, από τον 19ο αιώνα ακόμα, της συγκρότησης εθνικής συνείδησης της τσεχικής κοινωνίας και τη συνεισφορά της τέχνης και ειδικότερα της λογοτεχνίας σε αυτήν.

Ο ιστορικοί, ο Τσέχος Ζακ Ρούπνικ και ο Γάλλος Πιερ Νορά, επανατοποθετούν, με τις εισαγωγές τους, τα κείμενα στην ευρωπαϊκή συγκυρία των ιδεών, ενώ ο Γιάννης Η. Χάρης αποδίδει εξαιρετικά τον λιτό, αλλά πυκνό νοηματικά λόγο του Κούντερα.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.