Ζακ Μπουσαρ «Η Ελλαδα ειναι σα δευτερη μου πατριδα και την ποναω γι’ αυτο που γινεται»

Ο έγκριτος νεοελληνιστής και «διαπιστευμένος» φιλέλληνας - «Διάλεξα να είμαι ελληνιστής σε ηλικία 12 ετών»

Από τις σπουδαιότερες ανταμοιβές του δύσκολου δημοσιογραφικού επαγγέλματος, η συναναστροφή, όχι ιδιαίτερα συχνά, με προσωπικότητες των διεθνών γραμμάτων που θαυμάζεις από τα βιβλία και τις μελέτες τους και θεωρείς ότι είναι ανέφικτο κάποτε να συναντήσεις. Έτσι συνέβη και με τον Καναδό νεοελληνιστή Ζακ Μπουσάρ…
 
Τον Ζακ Μπουσάρ που γεννήθηκε στο Νότιο Κεμπέκ το 1940 και είναι καθηγητής αρχαίων και νέων ελληνικών. Έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια παγκοσμίως, έχει πραγματοποιήσει πολυετείς μελέτες πάνω στην ελληνική γραμματεία και μέσα από δημόσιες ομιλίες και συνέδρια, παρουσιάζει τους καρπούς της προσωπικής του έρευνας. Έχει ασχοληθεί με τη συγγραφή και τη μετάφραση πολλών ελληνικών συγγραμμάτων, αποτελώντας παράλληλα έναν από τους καλύτερους «πρεσβευτές» της ελληνικής γραμματείας παγκοσμίως.
 
Στην πόλη μας, τον γνωρίσαμε μέσω μιας εξαιρετικής ομιλίας του στο Διεθνές Συνέδριο με τίτλο «Ταυτότητες: γλώσσα και λογοτεχνία», που διοργάνωσε το τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Δ.Π.Θ. Αξιοσημείωτο βέβαια είναι το γεγονός ότι ο Ζακ Μπουσάρ είναι, αν όχι ο μοναδικός, τότε από τους ελάχιστους ακαδημαϊκούς, που έχουν εντρυφήσει στις γλώσσες των Παραδουνάβιων περιοχών, στην ιστορία των Φαναριωτών και στην εποχή του πρώιμου Διαφωτισμού.
 
Αυτό όμως που από την πρώτη στιγμή της συνομιλίας μας, μας κέντρισε το ενδιαφέρον ήταν το πάθος και η αγάπη με την οποία μιλά για την Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα. Διόλου τυχαίο, αφού αυτή η αγάπη του κρατάει χρόνια, ήδη από τα μαθητικά του χρόνια, όπως σημείωσε κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας. Μια συνομιλία που θα μείνει στη μνήμη μας για τον τρόπο με τον οποίο ξετύλιξε τα της προσωπικής του επιστημονικής πορείας στην Ελλάδα και στη Ρουμανία, το λεπταίσθητο χιούμορ του περί Καβάφη, το μέλλον της γλώσσας μας και των κλασικών γραμμάτων, των ανθρωπιστικών εν γένει σπουδών.
 
Ο λόγος στον ίδιο όμως… 

«Η γνώση δεν σκοτώνει ποτέ και πάντοτε κάνει καλό» 

ΠτΘ: κ. Μπουσάρ, αρχικά ποια είναι η σχέση σας με την Ελλάδα, την επισκέπτεστε συχνά;
Ζ.Μ.:
Έρχομαι στην Ελλάδα μερικές φορές τον χρόνο. Διδάσκω ελληνικά 45 χρόνια στα πανεπιστήμια. Αλλά έκανα τη διατριβή μου παλιά εδώ, τελείωσα επί χούντας στη Θεσσαλονίκη. Έκτοτε έρχομαι κάθε χρόνο πολλές φορές. 

«Έμαθα ελληνικά με ανθρώπους που είχαν υπομονή και αγάπη» 

ΠτΘ: Πείτε μας δυο λόγια για την αρχή της σταδιοδρομίας σας και, κυρίως, για την ενασχόλησή σας με τα ελληνικά γράμματα στο ξεκίνημα της καριέρας σας, αλλά και ως φοιτητής φυσικά.
Ζ.Μ.:
Έμαθα ελληνικά με ανθρώπους που είχαν υπομονή και αγάπη. Ο ένας ήταν ο Κωνσταντίνος Δημαράς, που πραγματικά με πήρε από το χέρι και με βοήθησε ως το τέλος της διατριβής μου. Αρχικά ήθελα να ζήσω στην Ελλάδα, κάνοντας μια διατριβή για τον Καβάφη. Πρωτοήρθα το 1965, σε μία εποχή που κανένας δεν είχε κάνει διατριβή για τον Καβάφη. Όταν δήλωσα ότι θέλω να κάνω διατριβή για τον Καβάφη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με κάλεσε ο τότε κοσμήτορας. Πήγα με διερμηνέα γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω ούτε τα μισά από αυτά, που έλεγε. Βυζαντινολόγος ήταν ο κύριος. Μου είπε λοιπόν επί λέξει «μήπως αγνοεί ο κύριος ότι ο ποιητής ημών ήτο ανώμαλος; Όθεν, δεχόμεθα μεν την αίτηση, αλλά ουχί το θέμα». Κι έτσι έκανα μία διατριβή για τον Τερτσέτη, που δεν ήταν και τόσο γνωστός, αλλά πιο γνωστός, έμεινε ως δικαστής που αρνήθηκε να υπογράψει την καταδίκη για τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα, να τους σκοτώσει δηλαδή το τότε καθεστώς των Βαυαρέζων.
 
Μετά, γυρίζοντας στο Κεμπέκ, βρήκα δουλειά στο πανεπιστήμιο. Στην αρχή δίδασκα αρχαία ελληνικά την ημέρα και νέα ελληνικά το βράδυ και μετά από λίγα χρόνια πήγα στο πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, όπου διδάσκω ελληνικά. Έχω βέβαια βοηθούς, που κάνουν τη γλώσσα και εγώ ασχολούμαι με τη λογοτεχνία και ειδικότερα τη λογοτεχνική μετάφραση. Κάνω το κέφι μου και το καλό είναι ότι πληρώνομαι για να κάνω το κέφι μου. Γι’ αυτό και αλλάζω θέμα κάθε χρόνο. 

«Ο πρώιμος διαφωτισμός είναι ένα θέμα καινούργιο» 

Έχω ασχοληθεί πάρα πολλά χρόνια με την εποχή των Φαναριωτών και τον πρώιμο διαφωτισμό. Για τον διαφωτισμό έχουμε τα έργα του Δημαρά, που έχει καλύψει σχεδόν όλη την «ύλη», όμως υπάρχουν κι άλλα θέματα, που μπορεί κανείς να «σκαλίσει». Ο πρώιμος διαφωτισμός είναι ένα θέμα καινούργιο. Με το θέμα ασχολείται εδώ και ο κ. Μαυρέλος. Προσωπικά, ξεκίνησα εδώ και 40 χρόνια, πήγα στη Ρουμανία, ασχολήθηκα με τη φαναριώτικη εποχή, πήρα του κόσμου τα μικροφίλμ τότε, γιατί νόμιζα ότι μπορούσα να τα εκδώσω εγώ. Τελικά φοιτητές μου έχουν μεταφράσει, έχουν εκδώσει κείμενα, που τα είχα σε μικροφίλμ τότε, και ευτυχώς τώρα στο Βουκουρέστι γίνεται το λανσάρισμα της ρουμανικής μετάφρασης της έκδοσης του Νικόλαου Μαυροκορδάτου, που έκανα εδώ και 25 χρόνια. 

«Στη Ρουμανία «έβγαλα» από τα χειρόγραφα έργα που «κοιμόντουσαν» εκεί από το 1600 περίπου» 

ΠτΘ: Πώς αποφασίσατε να πάτε στη Ρουμανία; Πώς είναι οι σχέσεις σας με τους ανθρώπους εκεί;
Ζ.Μ.:
Δεν μπορώ ούτε εγώ να εξηγήσω τις σχέσεις που έχω με τους Ρουμάνους. Την πρώτη φορά που ήρθα στην Ελλάδα, έκατσα 5 χρόνια για να τελειώσω τη διατριβή. Το 1970 ήταν ένα συνέδριο στην Αθήνα, ήρθαν μερικοί Ρουμάνοι, τους βοήθησα γιατί ήξερα πολύ καλά την Αθήνα, οπότε όταν πήγα μετά στη Ρουμανία με βοήθησαν και «έβγαλα» από τα χειρόγραφα έργα που «κοιμόντουσαν» εκεί από το 1600 περίπου, και δεν είχε δημοσιεύσει κανένας Ρουμάνος. Από τότε βέβαια ήμουν μέσα στα πανεπιστήμια, οπότε διάφοροι φοιτητές έκαναν διατριβές, μετάφραση προς τα γαλλικά και κράτησα δεσμούς με τη Ρουμανία. 

«Μεγάλη η συνεισφορά των Φαναριωτών στη ρουμάνικη κοινωνία» 

ΠτΘ: Στη Ρουμανία, βρήκατε αντίστοιχο υλικό σχετικά με την κατεύθυνση που επιλέξατε να ακολουθήσετε πάνω στη φιλολογική επιστήμη; Υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ των δύο χωρών, με τα οποία ασχοληθήκατε;
Ζ.Μ.:
Ανακάλυψα ότι πολλοί Έλληνες ασχολήθηκαν με τους Φαναριώτες και την εποχή τους, χωρίς να ξέρουν τις ρουμανικές πηγές. Ας πούμε ότι στα ελληνικά έχουμε 100 άρθρα για τους Φαναριώτες, στα ρουμάνικα θα έχουμε 1.000. Και υπέρ και κατά. Γιατί πήγαν εκεί από το 1709 οι Φαναριώτες πρίγκιπες και έφυγαν εκατό και πλέον χρόνια μετά. Ο Ρουμάνος καμιά φορά ντρέπεται και δεν λέει τι χρωστάει στους Έλληνες Φαναριώτες. Οι Φαναριώτες πρίγκιπες κατάργησαν τη δουλοπαροικία, παράγγειλαν την πρώτη γραμματική της ρουμανικής γλώσσας, άνοιξαν βιβλιοθήκες κ.λπ. Δηλαδή όλες αυτές τις μεταρρυθμίσεις προς τον μοντερνισμό της εποχής δεν τις έκαναν οι ντόπιοι βοεβόδες, που μάλλον είχαν άλλη προβληματική, γιατί τσακώνονταν μεταξύ τους και δεν ασχολήθηκαν όπως έπρεπε με το καθήκον τους, το καλό του λαού. Κι αυτό λέω καμιά φορά στους Ρουμάνους. Μια φορά έκανα μια σχετική διάλεξη στο Ιάσιο και μου λέει μια κυρία μετά «αν ήσασταν Έλληνας, θα σας λιντσάραμε, γιατί δεν μας αρέσουν αυτά που λέτε». 

«Όταν βλέπεις τις δύο όψεις του κέρματος, βλέπεις ότι έχουν δίκιο και οι δύο, αλλά από άλλη οπτική» 

Υπάρχουν επίσης μαύρα σημεία, που δεν τα ξέρουν οι Έλληνες και όσοι τα ξέρουν δεν τα λένε. Ότι ο Ρήγας των Ρουμάνων, ας πούμε, λεγόταν Βλαντιμιρέσκου. Δε μαθαίνουν οι Έλληνες την ιστορία του. Ήταν στη Φιλική Εταιρία με τον Υψηλάντη και ο Υψηλάντης πήγε και τον συνάντησε και του είπε «θέλεις να έρθεις μαζί μας να διώξουμε τους Τούρκους;». Και είπε ο Βλαντιμιρέσκου ξεκάθαρα «ναι, θα σας βοηθήσουμε να διώξουμε τους Τούρκους, αλλά μην ξεχνάτε ότι θα διώξουμε κι εσάς», εννοώντας τους Φαναριώτες, γιατί ήταν Ρουμάνος. Και αυτό που έκανε μετά ο Υψηλάντης ήταν να σκοτώσει τον Βλαντιμιρέσκου. Τον έκανε κομμάτια και τον πέταξε σε ένα πηγάδι. Αυτό οι Έλληνες δεν το ξέρουν. Τώρα, μπορεί να πει κανείς ότι ήταν πόλεμος τότε. Και όταν είδε ο Υψηλάντης ότι ο άλλος θα πήγαινε εναντίον των Φαναριωτών εκεί στη Μολδαβία και Βλαχία, είπε αυτός είναι προδότης. Καλό είναι να τα γνωρίζουμε αυτά, γιατί η γνώση δεν σκοτώνει ποτέ και πάντοτε κάνει καλό.
 
Θέλω να πω ότι όταν μιλάω στη Ρουμανία λέω πράγματα στους Ρουμάνους, γιατί ξέρω τις ελληνικές πηγές. Και στους Έλληνες λέω ακούστε, ο τάδε Ρουμάνος λέει αυτό κι αυτό και έχει δίκιο. Γιατί όταν βλέπεις τις δύο όψεις του κέρματος, βλέπεις ότι έχουν δίκιο και οι δύο, αλλά από άλλη οπτική. 

«Εγώ διάλεξα να είμαι ελληνιστής σε ηλικία 12 ετών» 

ΠτΘ: Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με την ελληνική γλώσσα; Σε ποια ηλικία πήρατε αυτή την απόφαση;
Ζ.Μ.:
Εγώ διάλεξα να είμαι ελληνιστής σε ηλικία 12 ετών. Γιατί ήμουν πρόσκοπος και στα βιβλία για την εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής, έβλεπα την Ακρόπολη σε κάτι φωτογραφίες, όπου δεν ήταν κανένας, και έλεγα, πρόσκοπος ων, «τι ωραία, θα πάω εκεί με τη σκηνή μου να κάνω κάμπινγκ». Έγραψα τότε, 12 ετών, στην ελληνική πρεσβεία στην Οττάβα και ζητούσα γραμματόσημα, εφημερίδες κλπ. Έμαθα τα ελληνικά γράμματα από την «Καθημερινή». Και τι να δω… μαθαίναμε τα αρχαία ελληνικά με ερασμιακή προφορά «ΑΤΕΝΑΪ» και λέω τι περίεργο πράγμα «ΑΤΕΝΑΪ» στα αρχαία ελληνικά και «ΑΤΕΝΑΪ» στα νέα. Γιατί τότε οι εφημερίδες ήταν στην καθαρεύουσα. Οπότε μου ήρθε η ιδέα ότι αν θέλω να κατέχω τα αρχαία ελληνικά πρέπει να ξέρω απταίστως τα νέα ελληνικά. Έτσι ξεκίνησα. Μετά έκανα σπουδές στα αρχαία ελληνικά, αρχαιολογία κλπ και αποφάσισα να έρθω εδώ. Αλλά τότε, το 1965, ήμουν ο πρώτος ξένος που υποστήριξε μια διδακτορική διατριβή στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Αρχικά πήγα στην Αθήνα, έγινε το πραξικόπημα, έπαψαν τον καθηγητή Ζώρα, οπότε έκανα μεταγραφή στη Θεσσαλονίκη και τελείωσα στη Θεσσαλονίκη. 

«Η διδασκαλία των γλωσσών στα πανεπιστήμια, δυστυχώς, έχει αλλάξει και δεν «ποντάρει» πλέον στη λογοτεχνία, γιατί ο σκοπός είναι τώρα ο τουρισμός» 

ΠτΘ: Πώς βλέπετε τα πράγματα στα ελληνικά πανεπιστήμια γενικά και ειδικότερα σε αυτά που έχουν ως αντικείμενο τη διδαχή της ελληνικής γλώσσας; Μέσα από τη δική σας εμπειρία, πιστεύετε ότι πρέπει να αλλάξει κάτι στον τρόπο λειτουργίας τους;
Ζ.Μ.:
Βλέπω στις μελέτες, τα συνέδρια κλπ ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή, που πρέπει να ξαναβρούμε την ισορροπία ανάμεσα στη ζήτηση των φοιτητών και στο τι προσφέρει κάθε πανεπιστήμιο. Νομίζω ότι με τα χρόνια θα βρούμε άλλο τρόπο να παρουσιάσουμε τις ελληνικές σπουδές. Γιατί ως τώρα ήμασταν λίγο πολύ σαν παράρτημα των κλασικών σπουδών σε μερικές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής. Τώρα που οι κλασικές σπουδές βρίσκονται σε δυσκολία σε πολλά πανεπιστήμια, εγώ πιστεύω ότι αυτό που πρέπει να προτάξουμε στις μελέτες και στις σπουδές μας είναι το πολιτισμικό στοιχείο. Έχω κάνει μερικές διαλέξεις στο Χάρβαρντ στα ελληνικά. Μου λέει ο καθηγητής «θα μιλήσεις ελληνικά;». Του απαντάω «πες μου κάτι, όταν το τμήμα γαλλικών ή γερμανικών σπουδών διοργανώνει μια διάλεξη, είναι στα αγγλικά; Τα ελληνικά είναι στην ίδια κατηγορία. Και θα δεις, αν κάνεις τη σωστή διαφήμιση…». Και πράγματι έκανα μια διάλεξη για τον Καβάφη και ήταν γεμάτη κόσμο.
 
Επίσης η διδασκαλία των γλωσσών στα πανεπιστήμια, δυστυχώς, έχει αλλάξει και δεν «ποντάρει» πλέον στη λογοτεχνία, γιατί ο σκοπός είναι τώρα ο τουρισμός. Να μάθεις δηλαδή «καλημέρα, τι κάνετε», «άνοιξε το παράθυρο» και «κλείσε την πόρτα». Όμως, τα ιταλικά, τα ελληνικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά της Αγγλίας έχουν κάτι άλλο να προσφέρουν.
 
Νομίζω λοιπόν ότι αυτό που χρειάζεται η ελληνική λογοτεχνία είναι η μετάφραση. Προσωπικά έχω κάνει πολλές μεταφράσεις, έχω μεταφράσει πολλή ποίηση. Βέβαια, οι εκδότες ζητάνε μυθιστορήματα. Γι’ αυτό και λέω για την ποίηση δεν πληρώνομαι. Για τα μυθιστορήματα, αφού θέλετε μυθιστορήματα και θα κερδίσετε, ζητώ πληρωμή. Την ελληνική λογοτεχνία την συγκαταλέγω μαζί με τη γαλλική, την αγγλική και την ιταλική. Δεν είναι υποδεέστερη. 

«Είναι κρίμα που βρίσκεται τώρα σε αυτό το σημείο η Ελλάδα» 

ΠτΘ: Ποια είναι η σχέση σας με την χώρα μας, και πώς αντιλαμβάνεστε την κατάσταση που επικρατεί σήμερα ;
Ζ.Μ.:
Η Ελλάδα είναι σα δεύτερή μου πατρίδα και την πονάω γι’ αυτό που γίνεται. Στο Μοντρεάλ έχει δύο κανάλια στην τηλεόραση από την Ελλάδα, παρακολουθώ τις ειδήσεις κάθε πρωί. Παλαιότερα νομίζαμε ότι ήμασταν σε μια εποχή ευημερίας στην Ελλάδα. Ήταν όμως μία αυταπάτη μεγάλη.
 
Επειδή έχω ζήσει εδώ τη χούντα, έβλεπα ότι μετά τη χούντα οι Έλληνες είχαν ανάγκη από ελευθερία, αλλά πήγαν στην υπερβολή, σε μία υπερβολική ελευθερία, που δεν είναι πια ελευθερία. Αυτό συνέβη και στα κονδύλια για διάφορα θέματα. Είναι κρίμα που βρίσκεται τώρα σε αυτό το σημείο η Ελλάδα. Έχει εν μέρει δίκιο ο Πάγκαλος, όταν λέει ότι «μαζί τα φάγαμε», αλλά δυστυχώς όχι όλοι μαζί.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.