Ο δημοκρατικος διαλογος με την κοινωνια δεν εβλαψε ποτε κανενα

Στο ερώτημα «τι γεωργία θέλουμε;» απαντάμε μόνο με δημοκρατικό διάλογο με τους αγρότες και με την κοινωνία για την χάραξη στρατηγικής.

Το γεγονός που συνέβη στην Αλεξανδρούπολη, που για ακόμη μια φορά ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Λ. Αυγενάκης έριξε λάδι στη φωτιά, όταν ματαίωσε τη συνάντησή του με τους αγρότες της περιοχής που είχε κανονιστεί λίγο νωρίτερα. Κατάληξη, της ακύρωσης ήταν οι  αγρότες να τον αναζητήσουν στο αεροδρόμιο και, μετά, να αποκλείσουν κάποιους δρόμου και στην συνέχεια μετέβησαν στο τελωνείο των Κήπων συνεχίζοντας τις κινητοποιήσεις τους.

Η απαξιωτική και αλαζονική  συμπεριφορά των Υπουργών ΥΠΑΑΤ προκαλεί θυμό και αγανάκτηση στους αγρότες που δίνουν την μάχη της επιβίωσης τόσο στην Αλεξανδρούπολη, στον Έβρο, στη χώρα αλλά και στην Ευρώπη. Τέτοιου είδους συμπεριφορές απέναντι σε ένα μεγάλο κομμάτι του παραγωγικού πληθυσμού είναι καταδικαστέες. Ο δημοκρατικός διάλογος δεν έβλαψε ποτέ κανένα.

Οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα διεκδικούν με εφικτά και ρεαλιστικά αιτήματα την μείωση του υψηλού κόστους παραγωγής, προκειμένου να συνεχίζουν  να παράγουν, να μην ξεκληρίζονται αναγκαζόμενοι να εγκαταλείπουν τα χωράφια, τα χωριά τους, ίσως και την χώρα.

Τα ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΜΠΛΟΚΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ είναι:

Μείωση του κόστους παραγωγής με μέτρα όπως:

• Θεσμοθέτηση αγροτικού αφορολόγητου πετρελαίου

• Πλαφόν 7 λεπτά/Kwh στο αγροτοκτηνοτροφικό ρεύμα

• Επιδότηση μέσων, εφοδίων και ζωοτροφών και κατάργηση του ΦΠΑ.

Να μην εφαρμοστεί και να επαναδιαπραγματευτεί η Νέα ΚΑΠ.


Αναπλήρωση του χαμένου εισοδήματος σε καλλιέργειες που έχουν απώλεια παραγωγής η οποία δεν καλύπτεται από τον ΕΛΓΑ καθώς και σε προϊόντα φυτικής και ζωικής παραγωγής που πουλήθηκαν κάτω από το κόστος παραγωγής. Αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ για όλες τις ζημιές και νόσους στο 100% της πραγματικής ζημιάς και όχι της ασφαλιζόμενης αξίας.


Να παρθούν μέτρα και να γίνονται έλεγχοι από την Κυβέρνηση για να σταματήσουν οι «ελληνοποιήσεις» προϊόντων φυτικής, ζωικής & μελισσοκομικής παραγωγής.
-Τιμές που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής ώστε να έχουμε εισόδημα για τις βιοποριστικές και καλλιεργητικές ανάγκες μας.


Έργα υποδομής για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Χώρας. Απ’ τις τρέχουσες κινητοποιήσεις των αγροτών στην χώρα αναδεικνύεται το ερώτημα «τι γεωργία θέλουμε;» που πρέπει άμεσα να απαντηθεί για να χαράξουμε τη στρατηγική.

Πέρα από τα παραπάνω επιμέρους ως επί το πλείστον είναι εύλογα αιτήματα,  ο συγχρονισμός των κινητοποιήσεων με αυτές των αγροτών σε άλλες χώρες της Ευρώπης δεν ήταν τυχαίος. Η εξέγερσή τους στην Ευρώπη ξεκίνησε ταυτόχρονα, όταν στο τέλος του χρόνου το τελικό τσεκ της ετήσιας βασικής ενίσχυσης που πήραν στα χέρια τους ήταν μειωμένο έως και 40%, λόγω των νέων προβλέψεων της ΚΑΠ. Οι αγρότες λένε: Ναι στην προστασία του περιβάλλοντος, ναι στην πράσινη ανάπτυξη, αλλά όχι εις βάρος τους, προκειμένου να συνεχίζουν να παράγουν ασφαλή διατροφικά προϊόντα. Δεν μπορεί η Ευρώπη να θέτει στους αγρότες και κτηνοτρόφους, νέους πιο αυστηρούς, πράσινους περιορισμούς» και την ίδια στιγμή «να εισάγονται αθρόα φθηνότερα αγροτικά προϊόντα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη από την Αίγυπτο, την Τουρκία, Νότια Αμερική και άλλες τρίτες χώρες, που δεν τηρούν κανόνες φυτοπροστασίας, για να καταναλώνονται απ’ τους ευρωπαίους  με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να γίνονται ποιο  φτωχοί. Αυτό είναι το νόημα της νέας ΚΑΠ.

Οι αγρότες θα έπρεπε να είναι συν διαμορφωτές της ΚΑΠ, κάτι που δεν συνέβη στην Ελλάδα: Γιατί, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό Βορρά ή και την Κεντρική Ευρώπη, δεν έχουμε συνεταιριστικό κίνημα που να εκφράζει τον λόγο των αγροτών. Κανένας αγρότης από μόνος του ή, έστω, μία ομάδα αγροτών δεν έχει ισχυρή φωνή ώστε να συμμετάσχει στη σύνταξη του στρατηγικού σχεδίου για τη γεωργική ανάπτυξη της χώρας, η οποία περιορίζεται στις βασικές στρατηγικές που δίνει η ΚΑΠ. Η κατά τα άλλα ορθή αυτή προτεραιότητα, γίνεται όμως με τρόπο γραφειοκρατικό και άδικο, χωρίς κανένα σχεδιασμό αντιμετώπισης των συνεπειών, αφήνοντας την αγορά ανεξέλεγκτη να καθορίσει τις εξελίξεις και τον αγρότη απροστάτευτο. Η χώρα μας μάλιστα, με ευθύνη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, υπήρξε εντελώς απροετοίμαστη για την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ και του Στρατηγικού Σχεδίου της χώρας.

Και ποια είναι η πολιτική απάντηση στις αγροτικές κινητοποιήσεις; Η ευρωπαϊκή Δεξιά, της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας συμπεριλαμβανομένης, επιχειρεί να δημιουργήσει κοινωνικούς αυτοματισμούς και να διχάσει την κοινή γνώμη αλλά και τους ίδιους τους παραγωγούς, παίζοντας με το ερώτημα: Επισιτιστική ασφάλεια και ενίσχυση των αγροτών ή πράσινη μετάβαση; Πρόκειται για ψευδές και επικίνδυνο δίλημμα. 


Το μεγάλο στοίχημα στον αγροτικό κόσμο, όπως και οπουδήποτε αλλού, είναι η κοινωνική διάσταση της πράσινης μετάβασης. Η μετάβαση πρέπει να γίνει. Δεν πρέπει να γίνει όμως οξύνοντας τις ανισότητες, αφήνοντας πίσω της κοινωνικά ευάλωτους μικρούς παραγωγούς και διευρύνοντας το χάσμα μεταξύ κρατών και περιφερειών. Η πράσινη μετάβαση είναι ευκαιρία για την ενεργειακή και κοινωνική δημοκρατία, και οι παραγωγοί δεν πρέπει να μετατραπούν ούτε σε θύματα ούτε σε πολέμιους ενός μετασχηματισμού από τον οποίο εξαρτάται και η βιωσιμότητα του επαγγέλματός τους μελλοντικά. Υπό το παραπάνω πρίσμα, το Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ χρειάζεται αναθεώρηση προς περισσότερο αναδιανεμητικές πολιτικές υπέρ των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων, προς την απλούστευση των πολύπλοκων διαδικασιών, την ενίσχυση της στήριξης προς τους νέους αγρότες και τις συλλογικές μορφές οργάνωσης και την ανάπτυξη τομεακής παρέμβασης για την κτηνοτροφία.
Από την άλλη πλευρά, δομικές αδυναμίες του εγχώριου παραγωγικού συστήματος γίνονται εμφανείς περισσότερο από ποτέ καθώς έχουν αφεθεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη να αναπαράγονται και να παροξύνονται. Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων και οι φορείς του (ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΛΓΑ) δεν εκσυγχρονίζονται με τους ρυθμούς που απαιτούνται, ούτε η ψηφιοποίηση ή η συμβουλευτική και η επιμόρφωση των παραγωγών προχωρούν ώστε να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις των καιρών. Το κύκλωμα εμπορίας των αγροτικών προϊόντων ισχυροποιείται καθημερινά ενώ η διαπραγματευτική ισχύς των παραγωγών απέναντι στις κερδοσκοπικές πολιτικές προμηθευτών, μεσαζόντων και υπεραγορών παραμένει χαμηλή, μολονότι θα μπορούσε να έχει ενισχυθεί με θεσμικές παρεμβάσεις. Ο κατακερματισμένος κλήρος,  η απουσία αξιόπιστων συνεταιριστικών δομών και η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, υποσκάπτουν περαιτέρω την αναπτυξιακή προοπτική του τομέα.
Οι κινητοποιήσεις των παραγωγών είναι δίκαιες, εκφράζουν την αγωνία της επιβίωσης και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με αποσπασματικά μέτρα  μιας παρωχημένης παροχολογίας. Σήμερα απαιτείται ένα σχέδιο στρατηγικού αναπροσανατολισμού και μια ριζοσπαστική αγροτική μεταρρύθμιση του πρωτογενούς τομέα. Ένα σχέδιο που θα δίνει βάρος στην  αντιμετώπιση του καρτέλ μεσαζόντων με ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών, που θα ενισχύει  τα τοπικά  δίκτυα παραγωγών-καταναλωτών και θα συμβάλει στην ανάπτυξη προγραμμάτων αξιοποίησης τοπικών αγροδιατροφικών προϊόντων στον τουρισμό και στην εστίαση. 


Σε αυτή την κατεύθυνση, μεγάλης σημασίας είναι τα κίνητρα σε νέες, δυναμικές παραγωγικές και ενεργειακές συλλογικότητες (ομάδες παραγωγών, συνεταιρισμοί, ενεργειακές κοινότητες).  Η σύνδεση της έρευνας με την παραγωγή, η αναβάθμιση των γεωργικών σχολών, η διεύρυνση του συστήματος παροχής γεωργικών συμβουλών και η επικαιροποίηση των προγραμμάτων κατάρτισης. Απαιτούνται επίσης έργα υποδομών που θα εντάσσονται σε έναν συνολικό σχεδιασμό και θα λαμβάνουν υπόψη τη φέρουσα ικανότητα των οικοσυστημάτων (ειδικά όσον αφορά την άρδευση). Το μείγμα αυτό, προϋποθέτει και μια κρίσιμη ακόμα πτυχή, την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων εργατικού δυναμικού και του σεβασμού και κατοχύρωσης των εργασιακών δικαιωμάτων των εργατών γης. Δυστυχώς, τα παραπάνω απουσιάζουν από την κοντόφθαλμη και αντιαναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης για τον πρωτογενή τομέα. Η περαιτέρω συρρίκνωση του τομέα και η συνακόλουθη δημογραφική συρρίκνωση των αγροτικών περιοχών της χώρας μας δεν μπορούν να ανασχεθούν με τις πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα.Στον αντίποδα, στόχος μας είναι η εκπόνηση ενός Εθνικού Σχεδίου για την Γεωργία και την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών που θα συνδέει την αγροτική παραγωγή με τις τεράστιες δυνατότητες που δημιουργούν οι δύο μεγάλες επαναστάσεις της εποχής μας: Η περιβαλλοντική και η ψηφιακή. Μόνο έτσι θα υπάρξει ουσιαστική αναβάθμιση του πρωτογενούς τομέα με περιβαλλοντικά βιώσιμες καλλιέργειες, ασφαλή και ποιοτικά προϊόντα, ώστε να είναι η ελληνική αγροτική παραγωγή ανταγωνιστική στο διεθνές περιβάλλον αλλά και ικανή να καλύψει σε συνθήκες κρίσης το μεγαλύτερο μέρος των διατροφικών αναγκών της χώρας μας.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.