Η Σημειωτικη της Ανατολικης Μεσογειου II

Του Αλέξανδρου Κολαΐτη*

Πριν από λίγες εβδομάδες δημοσιεύθηκε άρθρο (διαβάστε ΕΔΩ) φέρον τον ίδιο ακριβώς τίτλο. Πρόθεση του γράφοντος δεν ήταν η δημιουργία μιας σειράς άρθρων, η ροή ωστόσο των γεγονότων και κυρίως η εξαντλητικά εφαπτόμενη σχέση τους με την ίδια συλλογιστική (όπως εκείνη περιγράφηκε), επιβάλλουν μια ακόμα νύξη στα τεκταινόμενα της ανατολικής μεσογείου.

Η Ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία

Η νύξη αυτή ξεκινά με την υπογραφή της Ελληνο-αιγυπτιακής Συμφωνίας από τον ΥΠΕΞ Ελλάδος Ν. Δένδια και τον Αιγύπτιο ομόλογό του Σάμεχ Σούκρι (Sameh Shoukry) στην πόλη του Καΐρου την 6η Αυγούστου, για μερική οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (Exclusive Economic Zone) με τη χρήση συνολικά πέντε γεωγραφικών αναφορών («σημείων»), στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στις δύο χώρες. Από το κείμενο της Συμφωνίας εντούτοις, καθίσταται σαφές πως αποτελεί μια άτυπη παρέκκλιση από τις παραδεδεγμένες ελληνικές θέσεις, γεγονός εύλογο εφόσον υπεγράφη υπό το κράτος μιας αβέβαιης εξέλιξης στην περιοχή. Οι παραδεδεγμένες ελληνικές θέσεις, για τις οποίες έγινε λόγος, δεν είναι άλλες από εκείνες που τεκμαίρουν, την πλήρη χωρικά, συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ με κάθε αντικριστό κράτος.

 

Στις εν λόγω διαπραγματεύσεις με την Αίγυπτο, οι οποίες σημειωτέον άρχισαν πριν μια 15ετία, η ελληνική στάση πίεζε για μια και τελική συμφωνία με τη συμπερίληψη του συμπλέγματος Καστελλόριζου/Μεγίστης-Στρογγύλης, εφόσον νοείται –και παραμένει– αδιάσπαστος ελληνικός χώρος. Η αντίθεση των Αιγυπτίων επί της συμπερίληψης, κινήθηκε στον άξονα της αποφυγής εμπλοκής των στην ελληνο-τουρκική αντιπαράθεση και όχι στη μη αναγνώρισή τους ως πεδίο άσκησης οικονομικών δραστηριοτήτων (άρα και εκπόρευσης δικαιώματος ΑΟΖ). Παρέμειναν θετικοί σε μια συμφωνία που θα αφορούσε τον συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, μετά και την άρση οιονδήποτε αντικρουόμενων ισχυρισμών επί του ιδίου.

Η σταθερή ελληνική στάση όφειλε ωστόσο να αναθεωρηθεί, έπειτα και από την ανάληψη δυναμικότερων πρωτοβουλιών από τη γείτονα. Συγκεκριμένα, σημείο καμπής θεωρείται το «Μνημόνιο Κατανοήσεως» (Memorandum of Understanding) μεταξύ του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (Recep Tayyip Erdogan) και τον Φαΐζ Αλ-Σαράτζ (Fayez Mustafa al-Sarraj), επικεφαλής της –ήδη υπό αίρεση– λιβυκής «Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας» (Government of National Accord). Ο τίτλος του κειμένου –λόγω ακριβώς του αβάσιμου νομικά περιεχομένου του– είναι παραπλανητικός. Μέσα στις γραμμές του ενυπάρχει η οριοθέτηση της Τουρκίας με τη Λιβύη, μιας θαλάσσιας περιοχής που εν τοις πράγμασι δεν την αφορά, της περιοχής νοτίως της Κρήτης. Δεν παραγνωρίζεται ωστόσο μονάχα η νήσος της Κρήτης, αλλά και εκείνη της Κάσου, της Καρπάθου και της Ρόδου, υπακούοντας απαρεγκλίτως στην πάγια αξίωση της τουρκικής ηγεσίας που ορίζει ότι οι νήσοι δεν φέρουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Η αξίωση αυτή σαφώς κρίνεται παράδοξη, οι εμπράγματες ωστόσο ανάγκες που έφερε η συγκεκριμένη κυβέρνηση και η τεινόμενη χείρα βοηθείας της Άγκυρας, την εξώθησαν στο να την υιοθετήσουν.

Ας επιστρέψουμε όμως στην Ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία και στη συσχέτισή της με το ανωτέρω μνημόνιο (βλ. Επίμετρο). Μέσα από τον χάρτη που διέρρευσε από διπλωματικές πηγές και τις δηλώσεις των αξιωματούχων, αντιλαμβανόμαστε ότι ερείδεται σε δύο αρχές, όπως εν μέρει προαναφέρθηκε. Η πρώτη δεν είναι άλλη από την πλήρη επήρεια των νήσων, τόσο στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας, όσο και ΑΟΖ. Μετά τη Συμφωνία με την Ιταλία (εφόσον στην ίδια εμπεριέχεται η νησιωτική συστάδα των Οθωνών νήσων στο βόρειο, και η αντίστοιχη των Στροφάδων, στο νότιο Ιόνιο), η τρέχουσα με την Αίγυπτο επαναλαμβάνει de jure, την πάγια θέση περί ΑΟΖ των νήσων. Η δεύτερη είναι εκείνη της αναπροσαρμογής του βαθμού επήρειας, άρα και του αποτυπωμένου χάρτη της πρώτης.

Αναφορικά με την επίδραση των πέντε (5) συνολικά άρθρων της Συμφωνίας, στην προώθηση του ενεργειακού, μέσω και της Τριμερούς: Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου, θα ακολουθήσει διεξοδικότερη ανάλυση. Εκείνο που με ασφάλεια μπορούμε να πούμε, είναι ότι σημαντικό ρόλο κατά τις διαπραγματεύσεις έφεραν και οι γνωστές άτυπες πλειοδοτικές προτάσεις της Άγκυρας τόσο προς τη Λιβύη, όσο και προς την Αίγυπτο. Αν και ανεδαφικές έδωσαν τη δυνατότητα μεγαλύτερων πιέσεων στους εκάστοτε συνομιλητές, την ίδια ώρα που η Ελλάδα πραγματοποιούσε βρεφικούς βηματισμούς σε ό,τι αφορά την ενεργειακή της πολιτική. Στο σημείο αυτό ωστόσο, οφείλουμε να θέσουμε και τη μεταβλητή των ραγδαίων (από το 2013 και ένθεν) πολιτικών ανατροπών στο Κάιρο. Μέχρι την άνοδο του Προέδρου Σίσι (Abdel Fattah el-Sisi), η κυβέρνηση Μόρσι (Mohamed Morsi) μέσω του δικτύου των «Αδερφών Μουσουλμάνων» διατηρούσε θερμές σχέσεις με την Άγκυρα και είχε εν τοις πράγμασι αναστείλει του γύρους των διαπραγματεύσεων.

Με την πάροδο του χρόνου, θα απαιτηθεί μια περισσότερο υπεύθυνη αιγυπτιακή ηγεσία, ρεαλιστικοί (οικονομικά) ενεργειακοί σχεδιασμοί στην Ανατολική Μεσόγειο και μια διαχρονική τάση της Ελλάδας για καλλιέργεια των σχέσεων με τους γείτονες προς νότο. Καρπός της οποίας μπορεί να θεωρηθεί και η Συμφωνία αυτή.

Η σημερινή περίσταση

Το ακρότατο προς τα ανατολικά «σημείο», στον δημοσιοποιημένο χάρτη τής Συμφωνίας φαίνεται να αγγίζει τον 28ο μεσημβρινό (περιλαμβάνοντας σχεδόν ολόκληρη τη Ρόδο) και συγκεκριμένα φτάνει τις 27ο μοίρες και 24' λεπτά, ανατολικά. Η ακρίβεια έχει τη σημασία της και θα φανεί παρακάτω.

Το τελευταίο διάστημα, δίνεται η εντύπωση πως η χώρα, αναγκασμένη από τις περιβάλλουσες συνθήκες, έχει επιδοθεί σε μια προσπάθεια πραγμάτωσης, όσων θα όφειλε εδώ και αρκετά χρόνια. Αυτή η χρονική υστέρηση σε επίπεδο συντονισμού με τις κινήσεις των γειτόνων της γεννά αντιστοίχως την εικόνα ενός χάρτη. Ενός χάρτη βαθμιαίας αναίρεσης των τουρκικών ακροβασιών επί των θεμάτων. Με άλλα λόγια, βρέθηκε αναγκασμένη να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική της στη βάση των πλέον επίκαιρων (και γεωμετρικώς δυσχερέστερων) προκλήσεων. Έτσι, κάθε φορά που αποκρίνεται ικανοποιητικά, αποσοβεί τους πλέον επίκαιρους κινδύνους και δύναται να επικεντρωθεί σε γνωστούς, παλαιότερους.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και εν προκειμένω, και η ακρίβεια θα μας βοηθήσει να το κατανοήσουμε. Ενώ λοιπόν η Ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία υπογράφεται την 6η Αυγούστου, ο υδρογραφικός σταθμός της Αττάλειας εκδίδει δύο οδηγίες προς ναυτιλομένους (NAVTEX). Η πρώτη, την ίδια ημέρα, αφορά τη δέσμευση περιοχής (για άσκηση με χρήση πραγματικών πυρών), που εντάσσεται στη δική της υφαλοκρηπίδα νοτίως της Μάκρης (Fethiye), (1016/20). Η δεύτερη (1024/20) γίνεται σημειωτικά λίγες ημέρες αργότερα και συγκεκριμένα τη 10η Αυγούστου, ακριβώς 100 έτη από την υπογραφή της Συμφωνίας των Σεβρών (σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο). Αφορά τη δέσμευση περιοχής για σεισμογραφικές έρευνες με το ερευνητικό σκάφος «R/V ORUÇ REİS» (συνοδευόμενο από τα βοηθητικά: «ATAMAN» και «CENGİZ HAN»), που περιλαμβάνει εκτός από τη δική της υφαλοκρηπίδα, κατά πλείστο μέρος την ελληνική, αλλά και τη διακηρυγμένη κυπριακή ΑΟΖ. Η ακρίβεια ωστόσο των «σημείων» υποδεικνύει την εναλλαγή της τουρκικής πολιτικής, εφόσον εκκινεί ακριβώς δεξιότερα από το ανατολικότερο «σημείο» της Ελληνο-αιγυπτιακής Συμφωνίας και συγκεκριμένα τις 27ο μοίρες, τα 24' λεπτά και τα 83'' δευτερόλεπτα, ανατολικά. Επίσης στα νότια, η δεσμευμένη περιοχή φροντίζεται να φτάσει μέχρι το απώτερο όριο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και δεν αγγίζει την αιγυπτιακή, με στόχο να μην προκαλέσει την αντίδραση του Καΐρου.

Αν επιθυμούσαμε να εντάξουμε τη συγκεκριμένη διακοίνωση στο πνεύμα του χάρτη βαθμιαίας αναίρεσης που προαναφέρθηκε, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως η Ελλάδα έχοντας αντιμετωπίσει επιτυχώς την ύπαρξη του παρανόμου –πλην μόνου για μεγάλο διάστημα– νομικώς τουρκο-λιβυκού μνημονίου, καλείται σήμερα να διαχειριστεί την αμέσως προγενέστερη τουρκική πρόκληση επί της κείμενης περιοχής. Πρόκειται για τη δημοσιευμένη, στην Τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Remsi Gazete, αριθμ. 28.276) και ημερομηνία 27η Απριλίου 2012, εκχώρηση της θαλάσσιας περιοχής νοτίως της Ρόδου, του Καστελλόριζου και δυτικά της Κύπρου. Οι εκχωρήσεις αυτές έγιναν προς την κρατική τουρκική εταιρεία «TPAO» (Turkiye Petrolleri Anonim Ortakligi).

Το δυνητικό αποτέλεσμα των εκχωρήσεων αυτών, θα μπορούσε να είναι η στέρηση του μεγίστου μέρους της υφαλοκρηπίδας των νήσων Ρόδου και Καρπάθου, η παράλληλη απομόνωση του Καστελλόριζου στα χωρικά του ύδατα και η καταστρατήγηση της δυτικής κυπριακής ΑΟΖ. Οι εντεινόμενες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα την ίδια περίοδο, θα επιτρέψουν στην Αθήνα την έκδοση απλώς ενός διαβήματος διαμαρτυρίας προς την Τουρκία. Αρκετά αργότερα, τον Φλεβάρη του επομένου έτους θα κατατεθεί και στον ΟΗΕ παρόμοια διακοίνωση διαμαρτυρίας. Εδώ πρέπει να τονίσουμε, πως η περιοχή η οποία και παραχωρήθηκε στην «TPAO» παρανόμως, στα δυτικά ξεκινά από τον 28ο μεσημβρινό, ακριβώς δηλαδή από το σημείο που τερματίζει η τρέχουσα Ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία και εκκινεί αντιστρόφως η περιοχής της «NAVTEX» της 10ης Αυγούστου.

 

Κορωνίδα των τουρκικών διεκδικήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω του δόγματος «γαλάζια πατρίδα» (Mavi Vatan), αποτελεί ο χάρτης της υποτιθέμενης υφαλοκρηπίδας, ο οποίος και κατετέθη στον ΟΗΕ, τη 18η Μαρτίου του 2020 και φτάνει μέχρι και το ανατολικό τμήμα της Κρήτης. Σχηματικά, περιλαμβάνει πλείστες τις περιοχές που περιγράφει το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο και εκείνες που δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς, μονομερώς από την Άγκυρα. Ενώ λοιπόν η Συμφωνία του Καΐρου, αποτελεί σοβαρό νομικά αντίλογο σε ό,τι αφορά το δυτικό κομμάτι της ανωτέρω απεικόνισης, παραμένει αναπάντητο το ανατολικό, το οποίο η Τουρκία μετά και τη «NAVTEX» (1024/20) εξακολουθεί να ορίζει πεδίο της δικής της δικαιοδοσίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, συντίθεται μια απαιτητική εξίσωση που προϋποθέτει την ψύχραιμη αντίδραση των Αθηνών. Παρότι το σεισμογραφικό πόντισε τα ηχοβολιστικά καλώδια, μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να έχει προχωρήσει σε ανάλογες ενέργειες, αλλά και δεν θα μπορούσε άλλωστε στις δέκα ημέρες που απομένουν μέχρι τη λήξη της συγκεκριμένης οδηγίας (λήξη: 23η Αυγούστου). Πρόθεση της τουρκικής ηγεσίας δεν είναι η ερευνητική δραστηριότητα, αλλά η φαινομενική άσκηση υποτιθέμενων κυριαρχικών της δικαιωμάτων, πάντοτε υπό το καθεστώς των κανονιοφόρων. Παρότι η ίδια με πρόφαση την Ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία αποσύρθηκε από τις διερευνητικές, όλες οι ενέργειές της ακριβώς εκεί αποσκοπούν, στη σχηματοποίηση της εικόνας μιας (επίπλαστης) κατοχής εμπράγματων δικαιωμάτων στην περιοχή. Εικόνας χρήσιμης για τις ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις.
Την ίδια ώρα που το γεωτρητικό πλοίο «YAVUZ» παραμένει επί μήνες εντός της κυπριακής ΑΟΖ και ενδεχομένως πραγματοποιεί την 4η κατά σειρά γεώτρηση (ενώ άλλες δύο φέρει το «FATIH»), η Ελλάδα καλείται να συσπειρώσει την ενωμένη Ευρώπη σε μια προσπάθεια ανάδειξης του ευρωπαϊκού αυτού ζητήματος των προκλήσεων. Ιδιαίτερα μετά από τη χρήση ήδη μιας κατευναστικής γερμανικής πολιτικής παρέμβασης, την οποία και το ίδιο το Βερολίνο γνωρίζει πως πρέπει να χειρίζεται με φειδώ. Παράλληλα, απαραίτητη καθίσταται η συμπερίληψη –και σε δεύτερο χρόνο η ανασυγκρότηση– όλων των επιμέρους νομικών κειμένων (βλ. Συμφωνιών) και ενεργειών που σύναψε και ακολούθησε η Ελλάδα, σε ένα ενιαίο και συμπαγές σώμα πολιτικής. Κάθε ελληνική αξίωση αναφορικά με τα απώτερα όρια της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ (βλ. Νόμος Μανιάτη, 4001/2011) σε συνδυασμό με τις κείμενες διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, αλλά και την εμπράγματη εφαρμογή της στις μέχρι σήμερα Συμφωνίες, πρέπει να αποσαφηνιστεί με ακρίβεια και να αποτελέσει την προμετωπίδα της αναμενόμενης απόκρισης.

Στην άκρως σημειωτική περίοδο που διανύουμε, ποικίλες εκφάνσεις του δημόσιου βίου μπορούν να ειδωθούν ως σημεία, φέροντα σημαινόμενα. Η Συνθήκη των Σεβρών, ένα επιμέρους τμήμα της Συνδιάσκεψης Ειρήνης των Παρισίων (1919-1920) αποτέλεσε ένα κείμενο που οδήγησε στη ρηξικέλευθη ανατροπή του status quo τόσο της Βαλκανικής Χερσονήσου, όσο και της Εγγύς Ανατολής, με συνέπειες βαθύτατα χαραγμένες στο συλλογικό υποσυνείδητο πολλών λαών. Η αναθεωρητική τάση της έμμεσης επαναφοράς της στο προσκήνιο μαζί με το κλίμα των επομένων μηνών (π.χ. εκλογές στις ΗΠΑ τον ερχόμενο Νοέμβριο) οφείλουν να προκαλέσουν σκεπτικισμό.

Προς επίρρωση των ανωτέρω, αναφέρουμε την πλέον πρόσφατα εκδοθείσα «NAVTEX» από την Αττάλεια (1032/20), με δέσμευση περιοχής, νοτιοδυτικά της Σελεύκειας (Silifke), για δραστηριότητες της βυθοκόρου (χρησιμοποιείται για διαπλατύνσεις και τον καθαρισμό των βυθών) «R/V BELUGA», από τη 15η Αυγούστου μέχρι και την 1η Σεπτεμβρίου, εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Με τη γνωστή εργαλειοποίηση της θρησκευτικής εορτής του Δεκαπενταύγουστου να επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά, οι επόμενοι μήνες θυμίζουν το δύσκολο ’74 και απαιτούν ψυχραιμία και εγρήγορση. Και εκείνο το καλοκαίρι βρισκόμασταν σε διάλογο, έναν διάλογο που –με την παύση ολίγων ημερών εκείνου του Αυγούστου– συνεχίζεται ακόμα…

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Η κατάσταση στη Λιβύη

Προκειμένου να γίνει απολύτως κατανοητή η κρίσιμη κατάσταση της Κυβέρνησης της Τρίπολης την ημέρα υπογραφής του Μνημονίου αυτού (27η Νοεμβρίου 2019), χρειάζεται να γίνει και μια μικρή μνεία στα της Λιβύης γεγονότα.

Μετά την έκρηξη του 1ου Λιβυκού Εμφυλίου Πολέμου (15η Φεβρουαρίου 2011-23η Οκτωβρίου 2011), τη διεθνή διαμεσολάβηση (21η Μαρτίου) και την πτώση εν τέλει του Συνταγματάρχη Μουαμάρ Καντάφι (Muammar Mohammed al-Gaddafi) την 20η Οκτωβρίου ιδίου έτους, ως απότοκο της Αραβικής Άνοιξης, η κατάσταση στη χώρα παρέμεινε έκρυθμη. Ήδη από τον Οκτώβριο είχε συσταθεί το «Εθνικό Συμβούλιο Μετάβασης» (National Transitional Council) μέσω της «Ενδιάμεσης (*ΣτΣ ήτοι προσωρινής) Συνταγματικής Διακήρυξης» (Libyan interim Constitutional Declaration) της 3ης Αυγούστου, με σκοπό τη σύσταση κυβέρνησης, την επανίδρυση του κράτους και προθεσμία την 7η Φεβρουαρίου 2014. Απουσία συγκροτημένου εθνικού στρατού, σύντομα πολλές περιοχές της χώρας περιήλθαν στον έλεγχο ένοπλων ομάδων με αμφισβητήσιμες σκοπεύσεις.

Σε πολιτικό επίπεδο ωστόσο, οι διαβουλεύσεις οδήγησαν στις εκλογές του Ιουλίου 2012, τη σύσταση του «Γενικού Εθνικού Συμβουλίου» (General National Council/ Congress) και την πρώτη –ουσιαστικά– μετεμφυλιακή κυβέρνηση υπό τον Αλί Ζεϊντάν (Ali Zeidan), τον Νοέμβριο. Η διακυβέρνηση αυτή θα εκπνεύσει τον Μάρτιο του 2014, όταν θα λάβει χώρα και η άρση της στήριξής της από το Εθνικό Συμβούλιο. Τα αποτελέσματα ανασυγκρότησης έως τότε κρίθηκαν de facto ανεπαρκή. Η άρση ωστόσο αυτή δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εάν το ίδιο Συμβούλιο μονομερώς δεν επέκτεινε την προθεσμία της 7ης Φεβρουαρίου, για ένα σχεδόν έτος, δηλαδή μέχρι και την 24η Δεκεμβρίου 2014.

Στις επόμενες εκλογές που θα ακολουθήσουν τον Αύγουστο, η συμμετοχή του εκλογικού σώματος μειώθηκε δραματικά, ένδειξη του εντεινόμενου κλίματος ανασφάλειας που άρχιζε να επικρατεί. Αμέσως συστήνεται νέο νομοθετικό σώμα, η «Βουλή των Αντιπροσώπων» (House of Representatives). Λίγες ημέρες αργότερα ωστόσο (25η Αυγούστου), κάποια μέλη του τεθνηκότος Εθνικού Συμβουλίου, συγκροτούν εκ νέου ένα σώμα με την ίδια ονομασία, αμφισβητώντας τις εκλογές. Υπό αυτές τις συνθήκες, σχηματίζονται δύο πόλοι εξουσίας που με τη σειρά τους, συσπειρώνουν δυνάμεις πρόθυμες να εμπλακούν στις υποθέσεις της περιοχής. Ο 2ος Λιβυκός Εμφύλιος πόλεμος, είχε μόλις ξεκινήσει (16η Μάη 2014-σήμερα). Ο ταχύτατος εκτροχιασμός οποιουδήποτε αισθήματος συνεκτικότητας είχε παραμείνει, σε συνδυασμό με το αυξημένο ενδιαφέρον περιφερειακών δυνάμεων να αξιοποιήσουν την ένταση, θα ωθήσει τις αντίστοιχες γειτνιάζουσες να δημιουργήσουν μια λύση.

Η τελευταία θα δοθεί μέσω της «Πολιτικής Συμφωνίας για τη Λιβύη» (Libyan Political Agreement) που υπεγράφη τη 17η Δεκεμβρίου 2015, από εκπροσώπους και των δύο μερών στην πόλη Σκιράτ (Skhirat) του Μαρόκο και χαιρετίστηκε από τη διεθνή κοινότητα και σύσσωμο το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Σε μια προσπάθεια συγκερασμού των ετερόκλητων συμφερόντων, το κείμενο θα προσφέρει την εκτελεστική εξουσία στο «Προεδρικό Συμβούλιο» (Presidential Council), υπό τον νομοθετικό έλεγχο όμως της Βουλής των Αντιπροσώπων. Ταυτόχρονα θέσπισε και ένα αυτόνομο συμβουλευτικό όργανο, το «Ανώτατο Συμβούλιο του Κράτους». Ορίζοντας χρόνου για τη νεοσύστατη «Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας» τέθηκαν τα δύο έτη (δηλαδή μέχρι και τη 17η Δεκεμβρίου 2017), με δυνατότητα επέκτασης ενός ακόμη έτους.

Την 31η Δεκεμβρίου ο επικεφαλής της Βουλής, Ίσα (Aguila Saleh Issa) υποστηρίζει δημοσίως τη νέα συμφωνία. Εφόσον ήδη από τα τέλη του 2014 η Πρωτεύουσα Τρίπολη είχε καταληφθεί από ακραίες ισλαμιστικές ομάδες, το Κοινοβούλιο είχε μεταφερθεί στο Τομπρούκ (Tobruk) κοντά στα σύνορα με την Αίγυπτο, και η κατάσταση παρέμενε έκρυθμη, η πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου τη 2η Ιανουαρίου 2016, έλαβε χώρα στην Τυνησία. Κατά την επιστροφή του ωστόσο στη Λιβύη και τη Τρίπολη την 30η Μαρτίου, θα αποκλειστεί κάθε συμμετοχή της Βουλής από τις καίριες κυβερνητικές θέσεις, προκαλώντας την αντίδραση του Σώματος. Έκτοτε η διαμάχη αναθερμαίνεται, με τη Βουλή των Αντιπροσώπων να αποσύρει την αναγνώριση προς τη Κυβέρνηση, καλώντας για εκλογές τον Φεβρουάριο του 2018, μετά την εκπνοή δηλαδή της προθεσμίας βάσει των συμπεφωνημένων.

 

Οι δύο πλευρές οργανώνονται γύρω από τις πόλεις που εδράζονται τα όργανα, εκ των οποίων επιχειρούν να αντλήσουν πολιτική νομιμοποίηση. Στα δυτικά με έδρα την Τρίπολη και έχοντας ως κεντρικό λιμάνι τη Μισράτα (Misrata), βρίσκεται η «Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας» υπό τον Σαράτζ, η οποία και εξακολουθεί να αναγνωρίζεται από τα Ηνωμένα Έθνη. Βασικός υποστηρικτής της στρατιωτικά είναι η Τουρκία (και οικονομικά το Κατάρ) που αποστέλλει διαρκώς πολεμικό υλικό και ισλαμιστές Σύρους μισθοφόρους, εντείνοντας μια ήδη βαθιά ανθρωπιστική κρίση. Στα ανατολικά με έδρα τον άξονα Τομπρουκ-Βεγγάζης βρίσκεται το κοινοβούλιο με εκπρόσωπο σε επιχειρησιακό επίπεδο τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ (Khalifa Haftar). Υποστηρικτές της αποτελούν η Ρωσία, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με τη Σαουδική Αραβία και η Γαλλία.

Πολλαπλές συγκρούσεις και κατά τόπους καταπαύσεις του πυρός θα διολισθήσουν την ισχύ της Τρίπολης που θα αναγκαστεί τον Νοέμβριο να «αγκαλιάσει» τις τουρκικές θέσεις. Το παράτολμο εγχείρημά της ωστόσο απέδωσε, εφόσον θα καταφέρει μετά τις ανάλογες ενισχύσεις να άρει την πολιορκία της Τρίπολης και να προωθήσει τις δυνάμεις της ανατολικότερα, γεγονός που της επέτρεψε και μια καλύτερη θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων κατά τη Συνδιάσκεψη του Βερολίνου (19η Ιανουαρίου 2020), λίγους μήνες αργότερα.

Αναγνωρίζοντας την κενότητα του Μνημονίου, ο Σαράτζ θα ενημερώσει εγγράφως (27η Δεκεμβρίου 2019) τον ΟΗΕ για τη διαλλακτικότητά του ως προς το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αναφορικά με το Μνημόνιο, λίγες μόλις ημέρες μετά την υπογραφή του. Δεν θα μπορούσε ωστόσο να αποσκοπεί σε τίποτε παραπάνω, πέρα από μια απόπειρα διασκέδασης των εντυπώσεων, εφόσον οι εμπράγματες συνθήκες που τον οδήγησαν στην υπογραφή του, εξακολουθούν να υφίστανται.

Αυτήν τη στιγμή, ο 2ος Εμφύλιος πόλεμος εισέρχεται στη κρισιμότερη καμπή του, μιας και η Τρίπολη προετοιμάζεται για την ανακατάληψη της στρατηγικά σημαντικής πόλης της Σύρτης (Sirte), η οποία φέρει και μεγάλα αποθέματα πετρελαίου.

Φωτογραφικό υλικό – Πηγές

1. Η βασική φωτογραφία απεικονίζει τον Πρωθυπουργό Ε. Βενιζέλος να υπογράφει τη Συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920), Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ) – Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ).

2. Εξώφυλλο της 11ης Αυγούστου 1920, της γαλλικής εφημερίδας «Le Petit Journal», Bibliotheque nationale de France, Gallica. Είναι χαρακτηριστικό το σημείο που έχει τοποθετηθεί η είδηση της υπογραφής της Συνθήκης, και μάλιστα στη Γαλλία. Κεντρικό θέμα αποτελεί η εξέλιξη του μαινόμενου Πολωνο-σοβιετικού πολέμου (14 Φεβρουαρίου 1919-18 Οκτωβρίου 1920). Εκείνες τις ημέρες τα καταρρέοντα πολωνικά στρατεύματα θα επιτύχουν την ταχύτατη ανασυγκρότησή τους και θα ξεκινήσουν τις επιχειρήσεις της «Μάχης της Βαρσοβίας» (12-25 Αυγούστου 1920), η έκβαση της οποίας θα κρίνει ουσιαστικά και εκείνη του πολέμου.

3. Εξώφυλλο της 11ης Αυγούστου 1920, της αμερικανικής εφημερίδας «New York Tribune», Library of Congress – Chronicling America.

4. Απόκομμα της αναφοράς στη Συνθήκη, στο πλαίσιο του ανωτέρω εξωφύλλου. Η θέση εδώ της είδησης για την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, νομίζω αντανακλά αρκετά γλαφυρά το δόγμα Μονρόε (ήτοι απομονωτισμού), το οποίο παρά τη συμμετοχή των ΗΠΑ στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν είχε εκλείψει. Καλύτερα, θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε την προτεραιότητα που έφερε ο Πολωνο- σοβιετικός πόλεμος για την κληρονομημένη απ’ το Λονδίνο, οριενταλική πολιτική. Οι ρευστές ανακατατάξεις της Ανατολικής Μεσογείου, επισημαίνονταν, αλλά δεν απασχολούσαν περισσότερο την Ευρώπη.

*Ο Αλέξανδρος Κολαΐτης είναι τελειόφοιτος φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ. 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.