Εντος η εκτος;

Όσοι υπερεκθειάζουν την ένταξη της χώρας μας στις ευρωπαϊκές δομές και ιδιαίτερα στην Ευρωζώνη ας αναλογισθούν ότι: Από τα 203 δις ευρώ που εισέρευσαν στη χώρα μας από την ένταξη στην ΕΟΚ μέχρι το 2009, ένα ποσοστό της τάξης του 40% επιστράφηκε στα βιομηχανικά κράτη της Ευρώπης με τη μορφή εισαγωγής κάθε μορφής εξοπλισμού, τεχνογνωσίας κ.λ.π. ενισχύοντας την αγορά εργασίας των κρατών αυτών, ενώ σημαντικά ποσά φυγαδεύτηκαν στις ευρωπαϊκές τράπεζες ενισχύοντας την ανάπτυξη εκεί. Το οδυνηρό τίμημα για τη χώρα μας ήταν η βαθμιαία παραγωγική της απαξίωση που εκτόξευσε το ισοζύγιο εισαγωγών – εξαγωγών υπέρ των εταίρων μας με αποτέλεσμα την αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του χρέους, έτσι ώστε σήμερα η χώρα να μην διαθέτει αντιστάσεις. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα όλων αυτών; «Το ελληνικό παράδοξο της ενιαίας αγοράς»:
 
Σύμφωνα με μελέτη του γερμανικού ιδρύματος Bertelsmann «η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα από τις 14 χώρες που μελετήθηκαν στην οποία η συμμετοχή της στην ενιαία αγορά,  που συγκροτήθηκε το 1993, και στην ΕΕ γενικότερα, είχε ως αποτέλεσμα το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της να είναι μικρότερο το 2012 απ’ ό,τι θα ήταν αν δεν ήμασταν μέλη της Ένωσης» (Καθημερινή 29-7-2014, σελ. 26). Οι οικονομολόγοι του Bertelsmann υπολογίζουν ότι το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα ήταν το 2012 κατά 190 ευρώ υψηλότερο αν δεν ήμασταν μέλη της Ε.Ε., σε αντίθεση με τους Γερμανούς των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν κατά 680 ευρώ υψηλότερο και των Δανών κατά 720 ευρώ.
 
Ποιο ήταν τελικά το κέρδος από την ένταξη της χώρας στις ευρωπαϊκές δομές; Ότι δημιούργησε ψευδαισθήσεις για ένα βιοτικό επίπεδο που δεν ανταποκρίνονταν στην ελληνική πραγματικότητα; Ότι διέλυσε πλήρως τον παραγωγικό ιστό της χώρας; Ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, εν μέσω κρίσης, υπονομεύει κάθε αναπτυξιακή επένδυση στη χώρα μας (Socar, Gazprom, Cosco, αγωγοί, λιμάνια);
 
Επειδή ο Braudel έλεγε ότι «το παρελθόν δεν είναι ποτέ παρελθόν»,  δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ποτέ την Ιστορία: Υπήρξε ποτέ, ιστορικά,  πολιτισμικά κοινή πορεία ανάμεσα στους λαούς της Δύσης και στους ευρωπαϊκούς λαούς του χώρου του Ανατολικού Ζητήματος; Ήθελε η Δύση το Βυζάντιο(1) ή το αντιμάχονταν σε σημείο ώστε ο Λουκάς Νοταράς, ο τελευταίος μεγαδούκας του βυζαντινού στόλου, να αναφωνεί: «Προτιμώ να δω στην Πόλη τούρκικο καφτάνι, παρά λατινική τιάρα» (2) και ο Μένδελσων Βαρθόλδη στην «Ιστορία –του- της Ελληνικής Επαναστάσεως» να ισχυρίζεται ότι: «Αν μετά το 1204 δεν επήρχετο το 1453, δεν θα ήσαν πλέον έθνος οι Έλληνες»; (3). Δεν δικαιώθηκαν αυτοί οι φόβοι για τις πραγματικές προθέσεις της Δύσης με την αποικιοκρατική συμπεριφορά των Δυτικοευρωπαίων μέχρι σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα, με την εξαφάνιση ιθαγενών λαών, το δουλεμπόριο από το οποίο δεν συνήλθε ακόμη η Αφρική και τους ποταμούς αίματος χάριν του πλούτου μόνον; Σε όλα αυτά δεν στηρίχθηκε το ευρωπαϊκό εποικοδόμημα; Γιατί λοιπόν οι λαλίστατοι πολιτικοί μας αποσιωπούν όλα αυτά; Όταν μάλιστα πολλοί εξ αυτών, με προεξάρχοντα τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, διατυμπανίζουν ως αδιαπραγμάτευτο το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας, γιατί δεν αποσαφηνίζουν το περιεχόμενο αυτής της πορείας, αιτιολογώντας ταυτόχρονα την απαξίωση της Ελλάδας τις τρεις τελευταίες δεκαετίες εντός των ευρωπαϊκών δομών;
 
Η Ελένη Αρβελέρ στο βιβλίο της «Γιατί το Βυζάντιο» παραλληλίζει τους σημερινούς ευρωπαϊστές και ευρωσκεπτιστές με τους βυζαντινούς ενωτικούς και ανθενωτικούς. Γράφει: «Ο διαχωρισμός που εκδηλώθηκε μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης (σημ. το 1261 από τους Λατίνους της Δ’ Σταυροφορίας) σε ενωτικούς και ανθενωτικούς, διατρέχει όλη τη μετέπειτα βυζαντινή ιστορία ως εσωτερική κακοδαιμονία, και θα τολμήσω να πω ότι με διάφορες μορφές είναι ζωντανός, όχι μόνο στα χρόνια της τουρκοκρατίας, αλλά και ως τις μέρες μας, με την αντιπαράθεση των ευρωπαϊστών και των ευρωσκεπτιστών». Τότε οι ενωτικοί  ήθελαν να ενσωματωθεί η εναπομείνασα αποδυναμωμένη πλέον αυτοκρατορία στην παποσύνη παραβλέποντας ότι το Βατικανό ήταν αυτό που με τις Σταυροφορίες είχε αποδυναμώσει το Βυζάντιο, είχε καταλύσει και συλήσει την Πόλη, οδηγώντας στον μετέπειτα αφανισμό του. Σήμερα, οι εγχώριοι ευρωπαϊστές, αφού διαχειρίστηκαν από το 1981 την εξουσία, στα πλαίσια των ευρωπαϊκών δομών, οδηγώντας τη χώρα μας στη διάλυση, συνεχίζουν να επιμένουν στην ίδια πορεία χαρακτηρίζοντάς την ως μονόδρομο.  Όμως, όπως είπε η Αρβελέρ στις συζητήσεις της με τον Θανάση Λάλα, «όταν ακούτε να λένε “μονόδρομος το Μνημόνιο” κάποιο λάκκο έχει η φάβα!». Εμείς θα ισχυριστούμε ότι πρωταρχική σημασία έχει η εθνική αξιοπρέπεια ενός λαού. Υπάρχουν όρια στον κατήφορο!
 
Αλεξανδρούπολη, 24-6-2015

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.