Η υποχωρηση της πανωλης τον 19οαιωνα

Η επίσκεψη της Κλειώς

Η πανώλη, ή ο Μαύρος Θάνατος όπως είναι ευρέως γνωστή η φοβερή αυτή ασθένεια, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ιστορία το 541 μ.Χ. στο Πηλούσιο του Δέλτα του Νείλου στην Αίγυπτο. Κατόπιν πέρασε στην Ασία, στο Βυζάντιο και την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου έμεινε γνωστή ως η «πανώλη του Ιουστινιανού», πριν εξαφανιστεί τελικώς  το 755, αφήνοντας πίσω της γύρω στα 20-50 εκατομμύρια θύματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην αρχαιότητα η ύπαρξη της συγκεκριμένης ασθένειας δεν επιβεβαιώνεται, καθώς σύμφωνα με νεότερες έρευνες ο λοιμός του Περικλή στην Αθήνα του 429 π.Χ. δεν ήταν εν τέλει πανώλη, όπως υπέθεταν άλλοτε οι ερευνητές, αλλά τυφοειδής πυρετός.

Η δεύτερη επανεμφάνιση της πανώλης χρονολογείται στην Κεντρική Ασία το 1330 και φθάνει στην Ευρώπη το 1347 πρώτα στη Γένουα –από καράβι που ήλθε από τη γενουατική αποικία του Καφφά στη Μαύρη Θάλασσα, μία πόλη την οποία πολιορκούσαν οι Μογγόλοι– και την ιταλική χερσόνησο, και κατόπιν σταδιακά σε όλον τον κόσμο. 

Αυτό το πρώτο κύμα υπήρξε σφοδρότατο ως το 1353, οπότε και εκτιμάται ότι σκότωσε περίπου τον μισό ή το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της Ευρώπης. Κατόπιν οι επανεμφανίσεις της ασθένειας υπήρξαν τοπικές και περιοδικές, πολλές φορές όμως ήταν εξίσου σφοδρές με την πρώτη, πριν αυτή εξαφανιστεί εντελώς από τον δυτικό κόσμο το 1743. 

Τα κυριότερα ξεσπάσματά της μετά από το πρώτο κύμα, ήταν στη Νάπολη το 1656, στο Λονδίνο το 1665-66, στη Βενετία το 1578 και μετά πάλι το 1629-30, στη Μασσαλία το 1720 και, τέλος, στη Σικελία το 1743.

Η τρίτη πανδημία ή η σύγχρονη πανώλη, όπως αποκαλείται, ξεκίνησε και πάλι από την Κεντρική Ασία το 1855 και υποχώρησε ως τα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά έπληξε μονάχα τον Τρίτο Κόσμο και ιδίως την Κίνα και την Ινδία. Στην Αμερική θεωρείται ακόμη και σήμερα ενδημική, ενώ η επανεμφάνισή της στη σύγχρονη εποχή δεν έχει εξαλειφθεί, αφού ακόμη και στον 21ο αιώνα σημειώνονται θάνατοι στα αναπτυσσόμενα μέρη του κόσμου εξαιτίας της.

Πώς υποχώρησε τελικά η πανώλη μετά από τέσσερις ολόκληρους αιώνες;

Η δεύτερη εμφάνιση της πανώλης ήταν η πιο φοβερή από τις τρεις και ήταν αυτή που μας κληροδότησε την ονομασία με την οποία η ασθένεια καθιερώθηκε τον 18ο αιώνα, ως «Μαύρος Θάνατος» δηλαδή, από τα μαύρα σημάδια που αφήνει στο δέρμα των πασχόντων. Πώς όμως υποχώρησε τελικά η πανώλη μετά από τέσσερις ολόκληρους αιώνες; Τρεις λόγοι φαίνεται πως έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σε αυτό.

Όπως είναι γνωστό, ο βάκιλος της πανώλης ευδοκιμεί στους ψύλλους των αρουραίων με το τσίμπημα των οποίων μεταδίδεται στον άνθρωπο. Συγκεκριμένα ο ψύλλος Ξενόψυλλα του Χέοπος είναι υπεύθυνος για τη μετάδοσή του από τα ποντίκια στους ανθρώπους, ενώ μέσω του κοινού ψύλλου των ανθρώπων μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Ως τον 18ο αιώνα στην Ευρώπη υπήρχε ο γηγενής μαύρος αρουραίος ο οποίος συμβίωνε συχνά μαζί με τους ανθρώπους, εξαιτίας του φιλικού χαρακτήρα του αλλά και εξαιτίας, όπως εξυπακούεται, των συνθηκών υγιεινής στην Ευρώπη του Μεσαίωνα.

Στις αρχές όμως του 18ου αιώνα, έφτασε στην Ευρώπη ο καφέ νορβηγικός αρουραίος (Rattus Norvegicus) από την Ανατολή, ο οποίος εκτόπισε τον μαύρο (Rattus rattus). Αυτός ο αρουραίος είναι πιο άγριος από τον μαύρο και έχει την τάση να κρύβεται και να απομονώνεται από τους ανθρώπους. Έτσι λοιπόν, αφού ο καφέ αρουραίος έμενε μακριά από τους ανθρώπους, μειώθηκε συνακόλουθα και ο κίνδυνος μετάδοσης της νόσου από τους ψύλλους που κουβαλούσε. Αυτός ήταν ο πρώτος παράγοντας που οδήγησε στην εξάλειψη του δεύτερου κύματος της πανώλης.

Δεύτερον, το κλίμα έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο σε αυτό, αφού τον 18ο αιώνα κορυφώθηκε η Μικρή Εποχή των Παγετώνων με μία έξαρση χαμηλών θερμοκρασιών, η οποία μοιραία οδήγησε στην αδράνεια του βάκιλου της πανώλης, αφού αυτός ευδοκιμεί καλύτερα στα θερμότερα κλίματα.

Τέλος, στην εξαφάνιση της πανδημίας ρόλο έπαιξαν και οι εμφανείς βελτιώσεις στον τομέα της υγιεινής, βελτιώσεις που απομόνωσαν περαιτέρω τους ανθρώπους από τα τρωκτικά. Αυτές αφορούσαν χωριστούς τόπους αποθήκευσης των δημητριακών από τις ανθρώπινες κατοικίες και την αντικατάσταση της αχυρένιας σκεπής από κεραμιδένια, με την τελευταία να είναι λιγότερο φιλόξενη για τις φωλιές των ποντικιών. Επίσης, η αντικατάσταση στο υλικό των δαπέδων των κατοικιών από λάσπη σε τσιμέντο έπαιξε κι αυτή τον ρόλο της, μαζί με τη μείωση του όγκου των ακαθαρσιών στον δρόμο από τη βυρσοδεψία και τα ανθρώπινα ούρα και περιττώματα.

Βέβαια, εκτός από τους παραπάνω λόγους, ίσως και άλλοι παράγοντες να διαδραμάτισαν μικρό ρόλο στην εξάλειψη της πανώλης τον 18ο αιώνα, όπως η βελτίωση της διατροφής των Ευρωπαίων και τυχόν μεταλλάξεις του βάκιλου. Έκτοτε,  η πανώλη αποτελούσε απειλή κυρίως του Τρίτου Κόσμου, χωρίς όμως να μπορεί να αποκλειστεί σήμερα η επανεμφάνισή της και στον Δυτικό αναπτυγμένο Κόσμο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

—Τοmas Krause, «Το ταξίδι των γονιδίων μας», Γιώτα Λαγουδάκου (μτφρ.), εκδ. Διόπτρα, Αθήνα 2021.

—Κώστας Κωστής, «Στον καιρό της πανώλης», εκδ. ΠΕΚ, Αθήνα 2013.

—Frank M. Snowden, «Επιδημίες και Κοινωνία – Από τον Μαύρο Θάνατο μέχρι σήμερα», Τιτίνα Σπερελάκη (μτφρ.), εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2021.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.