Εχθες το απογευμα –Μια συνηθισμενη μελαγχολικη ιστορια

Στιγμιότυπα ζωής

Εχθές το απόγευμα, ανέβηκα με ελαφρύ τροχαδάκι την ανηφόρα, για να προλάβω ν΄ανάψω το κανδήλι στον τάφο πριν σκοτεινιάσει για τα καλά. ΄Εφθασα λαχανιασμένος κι αγόρασα φιτιλάκια από το ανθοπωλείο έξω από το νεκροταφείο. Ζήτησα από τον υπάλληλο να μου δείξει πως τοποθετούμε το φιτιλάκι, γιατί ήταν η πρώτη φορά που μου ανατέθηκε ν΄ανάψω το κανδήλι σ΄έναν τάφο. Γέμισα το ποτήρι με λάδι και μόλις την τρίτη φορά κατάφερα να τ΄ανάψω. Περίμενα με αγωνία να δω αν το κανδηλάκι σβήσει ξανά, αλλά τελικά δεν έσβησε.
 
Ο τάφος ήταν δίπλα ακριβώς στον τοίχο του νεκροταφείου που δίπλα του ακριβώς ήταν κτισμένη μια πολυκατοικία και όλη την ώρα άκουγα μια υστερική τσιριχτή φωνή μάνας να μαλώνει με τα δυο μωρά της. Όταν πήγα να πλύνω τα χέρια μου στην βρύση μια γριά πίσω από έναν τάφο φάνηκε να αιφνιδιάζεται και μόνο που δεν τσίριξε. Φορούσα αθλητικές φόρμες κι ένα κόκκινο καπέλο της Μπάρτσα. Μάλλον έμοιαζα αταίριαστος με τον χώρο. Μετά πέρασα απέναντι και προχώρησα κατά μήκος του γηπέδου της Δόξας και σταμάτησα σε μια πορτούλα απ όπου μπορούσα να δω αρκετά παιδιά νεαρής ηλικίας να προπονούνται σ΄ ένα λασπωμένο τερέν. ΄Ηδη σκοτείνιασε πολύ κι άρχισε να ψιχαλίζει.
 
 Μου φάνηκε περίεργο πως κάτω από τις κερκίδες του γηπέδου υπήρχαν εμπορικά καταστήματα που εκείνην την ώρα ήταν ανοικτά και φωτισμένα μ΄ ένα φθηνό φυματικό φως. Στον δρόμο δεν κυκλοφορούσε κανείς. ΄Αρχισε να με κυριεύει μια περίεργη θλίψη που μου γεννούσε ταυτόχρονα ένα αίσθημα μεταφυσικής ανησυχίας. Απέναντι από το γήπεδο είδα μια καφετέρια και κάθισα. Ο μόνος θαμώνας ήταν ένας παππούς που διάβαζε μια αθλητική εφημερίδα. Στο βάθος μια τεράστια τηλεόραση έδειχνε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, αλλά ευτυχώς η φωνή ήταν κλειστή. Παρήγγειλα καφέ. Μισοσκόταδο και ησυχία. Πήρα ένα χαρτί κι έγραψα:
 
Ενόσω τα θαλασσοπούλια
Τρυπούν τις σήραγγες
Των τελευταίων γεγονότων
Πείστηκες άραγε
Ω εσύ ο Μωρός Ονειροπόλος
Πως τα τελευταία κρίματα
Είναι απλά θανατηφόρα;
 
Ώστε γι΄ αυτό κάνουμε, είπα από μέσα μου, λογοτεχνία, για να’ χουμε την ψευδαίσθηση πως φρενάρουμε όσο μπορούμε την καθοδική μας πορεία προς τον ΄Αδη. Με πόσα γλυκά φρούτα μπορεί να μας θρέψει άραγε το περιβόλι της αυταπάτης; Χτύπησε αρκετές φορές το κινητό, αλλά δεν το σήκωσα. Δεν ενδιαφέρθηκα να δω καν ποιος ήταν. Στο μεταξύ έξω η βροχή δυνάμωσε πολύ. Εγκλωβίστηκα. ΄Επρεπε τώρα να περιμένω η βροχή να σταματήσει.
 
*Ο Αλέξανδρος Αραμπατζής  είναι δικηγόρος και ποιητής. Μεταξύ άλλων έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «Μεγαλιθικές μπαλάντες», Τυπωθήτω, (2011), «Ο χορός του σφυροδρέπανου», Μανδραγόρας (2005), «Περί υψηλής ραπτικής καταιγίδων και καρφιών στα φέρετρα», Μανδραγόρας (2005), «Δύο δρυοκολάπτες δραπετεύουν από το δρυοκολαπτεκκολαπτήριο, Μανδραγόρας(2002),«Η ανταρσία της μουστάρδας, Μανδραγόρας,(2002) κ.α.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.