Σχεση ιστοριας και λογοτεχνιας με αφορμη το μυθιστορημα του Κοσμα Χαρπαντιδη «Το ακυρο αυριο»

Ο Πωλ Βαλερύ είχε γράψει ότι «Η ιστορία είναι το πιο επικίνδυνο προϊόν που έχει παρασκευάσει η χημεία της διάνοιας. Δικαιολογεί ό, τι θέλει ο καθένας. Δεν διδάσκει τίποτα απολύτως, γιατί χωράει τα πάντα, και δίνει για όλα παραδείγματα». Και καταλήγει πως «μπαίνουμε στην ιστορία με την πλάτη. Η ιστορία είναι η επιστήμη εκείνου που δεν ξαναγίνεται». Πέραν του παραπάνω αφορισμού του Βαλερύ, ας δούμε εγγύτερα πως αντιμετωπίζεται η ιστορία στον φιλοσοφικό στοχασμό.
 
Η ιστορία νοείται πάντα εν αντιθέσει προς τη φύση.  Και τούτο γιατί η ιστορία  είναι πάντοτε εντός της σφαίρας των αξιών, ενώ η φύση όχι. Η ιστορία μετριέται με αξίες, ενώ η φύση με φυσικά γεγονότα. Ο νόμος της βαρύτητας λ.χ. δεν είναι αξία όπως είναι η θρησκεία ή η τέχνη ή η πολιτεία. Κάθε αναφορά λοιπόν στην ιστορία σημαίνει αυτοδίκαια και αναφορά στο σύστημα αξιών του ανθρώπινου πνεύματος.  Η ιστορικότητα αρχίζει από εκεί που ο άνθρωπος αφήνει τη φυσική του κατάσταση και μεταπηδά στην ιστορική του. Με αυτό τον τρόπο η ιστορία παρουσιάζει πάντοτε κινητικότητα. Το πνεύμα είναι η αιτία, με την οποία αρχίζει η ιστορία και το νόημά της. Και νόημα υπάρχει όταν ο άνθρωπος αρχίζει να υπερβαίνει την τυφλή ακολουθία του φυσικού γίγνεσθαι, μέσα στο οποίο και ο ίδιος ζει,  και από τον νόμο της αναγκαιότητας περνάει στον νόμο του σκοπού. Ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι ο άνθρωπος πολλές φορές παρασύρεται και από τα πάθη του.  Πολλά γεγονότα στην πορεία του ιστορικού γίγνεσθαι, έχουν την αιτία τους σε ψυχικά παρορμήματα. Αυτό συμβαίνει π.χ. στις μάζες, οι οποίες κινούνται και δρουν από βιώματα και παρορμήματα και όχι από λογικές διεργασίες.  Πάθη όπως η φιλοδοξία, η φιλαρχία, η δίψα της υλικής δύναμης, ο φθόνος, η φιλοχρηματία, η φιληδονία, επιδρούν και εξελίσσουν την πορεία του ανθρώπου.  Αυτό εννοούσε ο Έγελος όταν έλεγε ότι η ιστορία συντελείται και από το πάθος.
 
Η πνευματική και η ψυχική αιτιότητα λοιπόν είναι οι δύο πόλοι που μαζί με την υλική αιτιότητα  (τεχνική, οικονομικές συνθήκες) επιτρέπουν την κίνηση και τη ροή του ιστορικού γίγνεσθαι. Οποιαδήποτε προσπάθεια για να δώσουμε την αποκλειστικότητα σε ένα μόνο τρόπο από τους παραπάνω είναι αποτυχημένη. Η ιστορία δεν είναι δυνατό να ερμηνευθεί καθαρά εξ ολοκλήρου λογικά, αλλά ούτε και με μόνο τις ψυχικές παρορμήσεις του ανθρώπου, ούτε τέλος με βάση τις υλικές του αναγκαιότητες. Το ιστορικό γίγνεσθαι κινείται εξαιτίας  των παραπάνω τρόπων του φέρεσθαι που συναιρούνται στο ανθρώπινο πνεύμα. (σε Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο, «Εισαγωγή στη Φιλοσοφία», Εκδόσεις Εστία, Τόμος τέταρτος). Στον ιστορικό χρόνο ό,τι ονομάζουμε παρελθόν και ό,τι θεωρούμε σημαντικό είναι δύο πράγματα, τα οποία δεν είναι ποτέ αποτελειωμένα, αλλά είναι πάντοτε καινούρια. Το παρελθόν και η σημασία του κρίνεται πάντοτε και ανανεώνεται από το παρόν και από τη γνώση των μεταγενέστερων. Γι’ αυτό και το παρελθόν ζει αφομοιωμένο μέσα στον άνθρωπο, γίνεται συνάμα και παρόν, αποκτά δηλαδή αυτό που ονομάζουμε διάρκεια και αποτελεί μία άλλη κατηγορία χρόνου της ιστορίας.
           
            Ο λόγος της ιστορίας όμως σχετίζεται με την τέχνη του λόγου δηλαδή τη λογοτεχνία. Η θεωρητική αντιμετώπιση αυτής της σύνδεσης αντιμετωπίστηκε με διάφορα σχήματα, τα οποία ακολουθούσαν βέβαια και τις κατά καιρούς διατυπωμένες θεωρίες που αφορούσαν μεμονωμένα είτε την ιστοριογραφία είτε την λογοτεχνία και την αφηγηματικότητα. Από τον Αριστοτέλη λοιπόν που αντιμετώπιζε αυτά τα δύο πεδία ως ριζικώς διαφορετικά θεωρώντας την  ποίηση ως στοχαστικότερη  και σπουδαιότερη της ιστορίας καθώς η ποίηση μιλάει για το καθολικό, ενώ η ιστορία για το ατομικό ή το μερικό, φτάνουμε στις σύγχρονες θεωρίες και στον HaydenWhite που με το έργο του “Metahistory”, προσπαθεί να τοποθετήσει τον ιστορικό λόγο σε μία διαρκή επιστημολογική ένταση μεταξύ τέχνης και επιστήμης. Αντιμετώπισε δηλαδή την ιστοριογραφία και τη λογοτεχνία ως είδη καλλιτεχνικής γραφής που μοιράζονται τα ίδια γλωσσικά πρωτόκολλα (σε «Ιστορία και λογοτεχνία», Μία συνέντευξη του Χέιντεν Ουάιτ στην Αγγελική Σπυροπούλου, περιοδικό ο «Αναγνώστης»).  Υποστηρίζει ότι τα ιστορικά έργα έχουν μία πλοκή ρομαντική, τραγική, κωμική, ή σατιρική και πως κάθε μία από αυτές τις επιλογές αποδίδει ένα διαφορετικό νόημα και ένα ιδιαίτερο ύφος στην ιστορική αφήγηση (σε Βενετίας Αποστολίδου, «Λογοτεχνία και Ιστορία. Μία σχέση ιδιαίτερα σημαντική για τη λογοτεχνική εκπαίδευση» ). Στο πλαίσιο όμως της σύνδεσης των δύο λόγων και της αλληλεπίδρασής τους, η θεωρία ανέπτυξε τους τρόπους εκείνους που και η λογοτεχνία εμπνέεται από τον ιστορικό λόγο, με αποκορύφωμα βεβαίως το λεγόμενο ιστορικό μυθιστόρημα.
Δύο βασικά κριτήρια ένταξης και αναγνώρισης ιστορικού μυθιστορήματος είναι αφενός η προσπάθεια ανάπλασης  μία συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου με ρεαλιστικό περιγραφικό τρόπο και με συγκεκριμένη εστίαση και  η οποία θα είναι ενταγμένη σ’ ένα ήδη αποσαφηνισμένο και ενοποιητικό χρονικό παρελθόν και αφετέρου η αναφορά στη δράση μιας τουλάχιστον ιστορικής προσωπικότητας πλαισιωμένης από μυθοπλαστικές μορφές, χωρίς απαραίτητα να έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην αφήγηση.
 
Σ’ αυτή την κατηγορία του ιστορικού μυθιστορήματος βέβαια,  η αβασάνιστη και απερίσκεπτη βιβλιοκατανάλωση τοποθέτησε και πεζογραφήματα που δε φέρουν τα δομικά χαρακτηριστικά και κριτήρια που έχει αναπτύξει η θεωρία, αλλά που αρκούνται σε εμπνεύσεις από μεμονωμένα ιστορικά γεγονότα, πλάθοντας μία πλήρη μυθιστορηματική φανταστική αφήγηση.
 
Αν εξαιρέσουμε λοιπόν την παραπάνω κατηγορία, υπάρχουν τα μυθιστορήματα εκείνα όπου η διάχυση των ιστορικών γεγονότων, ή τα σημαινόμενα μιας ιστορικής περιόδου εκτείνονται σε όλη την έκταση του έργου. Οι συγγραφείς χρησιμοποιούν τα ιστορικά γεγονότα όχι τόσο για την ακριβή ανάπλαση μιας ιστορικής περιόδου σ’ ένα απώτερο παρελθόν μιας ή δυο γενεών από το χρόνο της συγγραφής,  όπως απαιτείται  στο ιστορικό μυθιστόρημα,  αλλά για να διαλεχθούν με το παρόν, να φέρουν στην επιφάνεια τη μνήμη που δεν ειπώθηκε, να αναψηλαφίσουν την ιστορική διαδικασία και να θέσουν νέα ερωτήματα και προβληματισμούς. Να αντιμετωπίσουν τους πρωταγωνιστές τους ως πεπρωμένα μιας ιστορικής διάστασης. Με λίγα λόγια τα ιστορικά γεγονότα αποτελούν την ιστορική συνείδηση –πλαίσιο του μυθιστορηματικού καμβά. Όπως το έλεγε πολύ όμορφα ο Κούντερα μιλώντας για τα δικά του μυθιστορήματα «από τις ιστορικές περιστάσεις δεν συγκρατώ παρά εκείνες που δημιουργούν για τα πρόσωπά μου μιαν αποκαλυπτική υπαρξιακή κατάσταση» (σε Μίλαν Κούντερα, «Η τέχνη του Μυθιστορήματος»). Αυτό επιτυγχάνεται με την ομαλή μετάπλαση κάθε ιστορικού γεγονότος σε στοιχείο λογοτεχνικού μύθου, απ’ όπου η τέχνη της μυθιστορίας θα κρατήσει τον πρώτο και τελευταίο λόγο.
 
Αυτά τα παραπάνω είναι στοιχεία που θεωρώ ότι βρίσκονται στο μυθιστόρημα του Κοσμά Χαρπαντίδη «Το άκυρο αύριο». Με βάση μία συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, την κατοχή και τον εμφύλιο, σε ένα συγκεκριμένο τόπο στο οροπέδιο της Μικρόπολης Δράμας και με ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο τον Πρόδρομο Αρσλάνογλου ή Αρσλάν αγά, μυθοπλαστικό έτερο  του ιστορικού προσώπου  ΑντώνΤσαούς που έδρασε στην περιοχή, ο συγγραφέας  παρακολουθεί τον ήρωά του σε πολλές εκφάνσεις του βίου του, από τη σκοπιά του παρόντος. Ταυτόχρονα δεικνύει πώς  οι αντιλήψεις και η δράση του Αρσλάνογλου έχουν επιρροή στο τώρα, πώς σχηματίζεται η ιστορία του ίδιου και πώς αυτή η ιστορία με την γλώσσα των συμβόλων και των μνημείων επιδρά στη συλλογική ή κοινοτική μνήμη.
 
Ο Πρόδρομος Αρσλάνογλου ή Αρσλάν Αγάς είναι ο ήρωας του μυθιστορήματος, που επιθυμούσε «να παρουσιαστεί ως άγιος στο τέμπλο». Εμφανιζόταν ως ακρίτας μιας πραγματικά πολύπαθης περιοχής της Μικρόπολης Δράμας. Η δράση εξελίσσεται στα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου, και φτάνει στη σύγχρονη εποχή, όχι όμως με γραμμική αφήγηση, αλλά με τη μέθοδο της αναδρομής και της σύνδεσης των ιστορικών γεγονότων μεταξύ τους. Τον πρωτοπρόσωπο διηγηματικό ρόλο στο μυθιστόρημα αναλαμβάνει η Αθηνά Παγκρατίδου, κόρη του στενού συνεργάτη του Αρσλάνογλου και αυτόχειρα, Παγκράτιου Παγκρατίδη.  Με την επιστροφή της στην Μικρόπολη, προσπαθεί να γράψει ένα βιβλίο αφιερωμένο στη μνήμη του αυτόχειρα πατέρα της για τη δράση του θηριώδη Αρσλάνογλου, τον οποίο θεωρεί υπαίτιο αυτής της αυτοκτονίας. Η ιστορία ενός ανθρώπου-λύκου, ενός ήρωα-σφαγέα «που έλουζε τα χέρια του στο αίμα» αρχίζει από την εποχή της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου. Συνεχίζεται με την εκλογή του ως δημάρχου στη Μικρόπολη επί σειρά πολλών ετών, την πολιτική του πτώση που συντελέστηκε όταν τα πολιτικά ήθη άρχισαν ν αλλάζουν στην παράταξή του,  την μετέπειτα εξαφάνισή του, την εύρεση του λειψάνου του με το άλιωτο δεξί  χέρι,  μέχρι την τελική του αγιοποίηση, χάρη στα τεχνάσματα του ίδιου  και της γραμματέας του. Ένας ήρωας θρύλος που τού αποδίδονταν υπερφυσικές δυνάμεις. Οι αντίπαλοί του τον θεωρούσαν έναν εθνικιστή σφαγέα, οι υποστηρικτές του όμως έναν ήρωα χάρη στον οποίο υπάρχει ελεύθερη και ελληνική η Μικρόπολη, καθώς αντιστάθηκε με ανηλεή σφοδρότητα σε κάθε κατοχή.   Το νόμισμα της ιστορίας.
 
Ο συγγραφέας σκιαγραφεί τον  ψυχισμό του θηριώδη Αρσλάν αγά, (φιλοδοξία, υστεροφημία, πάθος για εξουσία). Ενώ και από την αφηγήτρια Αθηνά Παγκρατίδου, η οποία ξεκινά μία ιστορική έρευνα, δεν λείπει η ιδιοτέλεια. Ν’ αποκαταστήσει τη μνήμη του αυτόχειρα πατέρα της. Κοντά σ’ αυτούς, οι μάζες, η στρατιωτικοποιημένη ναζιστική οργάνωση «Σπαρτιατική Λάβρυς», η θρησκευτική κοινότητα του μοναστηριού Αητοβίτσας, βουτηγμένες στις προλήψεις και στον δογματισμό, κατασκευάζουν ήρωες για να επηρεάσουν την ιστορική εξέλιξη. Αρκεί ένα χέρι που δεν εφθάρη από το χρόνο για να έρθει η αγιοποίηση. Και όλα αυτά τα γεγονότα αναπτύσσονται σε μία διάρκεια πολλών ετών στη διήγηση. Φαίνονται όμως να είναι γεγονότα παρόντος, αφού η αφηγήτρια τα εξερευνά στον δικό της βιωματικό χρόνο. Ακόμη και στο σημείο που  γράφεται ότι το παρελθόν κλείστηκε στα ντουλάπια, η μετέπειτα εξέλιξη του μυθιστορήματος δείχνει ότι ο Αρσλάν αγάς έκανε κυριολεκτικά ότι περνούσε από το χέρι του για να μείνουν ανοιχτά τα ντουλάπια γι  αυτόν.
 
Άγιος ή τέρας ο Αρσλάνογλου, αυτός που σφάγιασε για την καθαρότητα της ελληνικής φυλής, (αν και αποδείχθηκε ότι τρέχει τούρκικο αίμα στις φλέβες του), κατασκεύασε τη μνήμη του μέλλοντος. Ο Χαρπαντίδης  δεν χαρίζεται στην ιστορία και στους ήρωες. Ψάχνει στις όχθες της και ανασύρει τις μικρές λεπτομέρειες για να μας δείξει τον τρόπο καταγραφής της. Ακολουθεί τους χαρακτήρες του στη φύση, στις κοινωνικές και οικογενειακές τους σχέσεις, στις επαγγελματικές ενασχολήσεις  στις μύχιες και σκοτεινές δραστηριότητές τους, στις ευαισθησίες και στις σκληρότητές τους. Αναλύει με μεστές περιγραφές το ρόλο των μαζών, παρουσιάζει τον διαβρωτικό ρόλο των δογμάτων και των συμβόλων.  Θέτει ερωτήματα για την πρόοδο, την ατομική και συλλογική μνήμη που τελικά χειραγωγεί το παρόν.   Παρουσιάζει μία ολοκληρωμένη λογοτεχνικά συνθήκη ψυχισμών. Συνθέτει τις πλευρές της δόξας και της βίας, θυμίζοντάς μας ότι τα περασμένα ανήκουν στις σκέψεις και στη γλώσσα μας. Και ότι πολλά ακόμη μένουν ρευστά και  ανολοκλήρωτα, καθώς υπόκεινται στη βάσανο της γλωσσικής κατασκευής.
 

*Ο Χρήστος Βασματζίδης είναι δικηγόρος και κριτικογράφος. Κείμενά του ανελλιπώς  φιλοξενούνται στο ένθετο για το βιβλίο «Νησίδες» της «Εφημερίδας των Συντακτών»
 
Διαβάστε το ένθετο αφιέρωμα από τη βιβλιοπαρουσίαση εδώ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.