Οπως τα φυλλα πεφτοντας…

Όπως τα φύλλα πέφτοντας, έτσι να πέφτεις. Όχι όπως η πέτρα

Αν οι αισθήσεις μας δεν ήταν κουρασμένες… Αν ο νους μας ήταν επιφάνεια λίμνης γαληνεμένης, αρυτίδωτος από σκέψεις ανούσιες κι έγνοιες για τα μικρά και τα μεγάλα. Αν ξυπνούσαμε κάθε πρωί με όρεξη για το μάθημα της ημέρας, αυτό που η ζωή απλόχερα μας δίνει, τότε η κάθε μέρα μας θα ήταν ένα συναρπαστικό ταξίδι διδαχής, εμπειρίας και γνώσης.

Τα φύλλα κίτρινα πάνω στα δέντρα δεν βιάζονται να πέσουν. Το καθυστερούν. Κι όταν πέφτουν προσκαλούν το βλέμμα να παρακολουθήσει την ελεύθερη πτώση τους. Αλλά είπαμε, πρέπει οι αισθήσεις να είναι ολόφρεσκες και ξεκούραστες για να απολαύσουν αυτή την εμπειρία. Ολόφρεσκες, νέες και ξεκούραστες οι αισθήσεις σου, σαν τον ήλιο που είναι κι αυτός ολόφρεσκος, νέος και ξεκούραστος κάθε πρωί που ανατέλλει… ὁ ἥλιος νέος ἐφ᾽ ἡμέρῃ…

Κάθε μέρα, κάθε πρωί που ξημέρωσες είναι για σένα μια καινούργια ζωή, ένα συναρπαστικό ταξίδι όπου κι αν βρίσκεσαι. Ναι, όπου κι αν βρίσκεσαι, όπου κι αν ζεις, αυτό που σου αναλογεί είναι το παρόν, το στιγμιαίο, το μικρό που είναι συγχρόνως και «το μέγα». Αυτή η μικρή γωνίτσα της γης όπου ζεις, εκεί είναι η ζωή σου. Αυτή είναι η ζωή σου κι εκεί βρίσκεται και η ευτυχία σου. Η ανθρώπινη μετρημένη ευτυχία. Σ’ αυτή τη μικρή γωνίτσα σου όπου είναι εφικτό «το ζην» εκεί είναι δυνατόν και το «ευ ζην». Μεγαλώνοντας αποκτάς το βλέμμα του στωικού κι εκτιμάς «τὸ μικρὸν τῆς γῆς γωνίδιον» όπου ζεις κι από όπου αποκομίζεις μαθήματα ζωής.

Το έγραψε και ο Μάρκος Αυρήλιος στα Εις Εαυτόν του:

«[3, 10] Πέταξε τα όλα, κράτησε μόνο τούτα τα λίγα· και να θυμάσαι ακόμη ότι καθένας ζει μόνο το παρόν -τούτο το ακαριαίο· τα άλλα ή τα έχει ζήσει πια ή είναι στη σφαίρα του άδηλου. Μικρή λοιπόν η ζωή του καθενός, μικρή και η γωνίτσα της γης όπου την ζει…»· 

[3.10] πάντα οὖν ῥίψας ταῦτα μόνα τὰ ὀλίγα σύνεχε· καὶ ἔτι συμμνημόνευε, ὅτι μόνον ζῇ ἕκαστος τὸ παρὸν τοῦτο, τὸ ἀκαριαῖον· τὰ δ᾽ ἄλλα ἢ βεβίωται ἢ ἐν ἀδήλῳ. Μικρὸν μὲν οὖν ὃ ζῇ ἕκαστος, μικρὸν δὲ τὸ τῆς γῆς γωνίδιον, ὅπου ζῇ…»·

Το είπε και ο δάσκαλος, ο Γιώργος Σεφέρης, λίγο πριν «φύγει», στα Τρία Κρυφά Ποιήματά του:

«Στο μικρό περιβόλι δέκα δρασκελιές/ μπορείς να ιδείς το φως του ήλιου/ να πέφτει σε δυο κόκκινα γαρούφαλα/ σε μιαν ελιά και λίγο αγιόκλημα./ Δέξου ποιός είσαι.//Το ποίημα μην το καταποντίζεις στα βαθιά πλατάνια/ θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις./ Τα περισσότερα—/ σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρεις.»

«Σκάβω», λοιπόν, κι εγώ στη μικρή γωνίτσα της γης όπου ζω. Στο «μικρὸν τῆς γῆς γωνίδιον». Σκάβω στον ίδιον τόπο όπου ζω για να βρω εκεί διδαχή, γνώση, μετρημένη ευτυχία. Σκαπανέας, λοιπόν, σ’ αυτό το φθινοπωρινό τοπίο που με περιβάλλει στον πρωινό μου περίπατο.

Όπως τα φύλλα πέφτοντας, έτσι να πέφτεις. Όχι όπως η πέτρα. Όπως τα κίτρινα φύλλα αυτού του φθινοπώρου να πέφτεις. Αθόρυβα, διακριτικά, σιωπηλά, ανεπαίσθητα να πέφτεις. Έτσι που η πτώση σου να μην γίνεται αισθητή ως πτώση αλλά ως λίκνισμα, αιώρηση, ταξίδι στο ελαφρό αεράκι. Όχι πτώση αλλά πτήση.

Και να είσαι μικρό κίτρινο φύλλο. Ελαφρύ, πολύ ελαφρύ και εύκαμπτο. Να μην είσαι κανένα φύλλο μεγάλο, ξερό, στεγνό και πεθαμένο ήδη πάνω στο δέντρο του. Και να μην πέφτεις σαν το ξερό φύλλο του πλατανιού λίγα μέτρα γύρω από τον κορμό. Όχι σαν ξερό κίτρινο πλατανόφυλλο, αλλά σαν ελαφρύ, μικρό, τρυφερό φυλλαράκι δέντρου που δεν το πιάνει το μάτι σου, έτσι να πέφτεις. Και πέφτοντας να πετάς, να αιωρείσαι, να ταξιδεύεις μέτρα μακριά. Κι έτσι να γίνει η πτώση σου πτήση.

Ένα ελαφρύ μικρό κίτρινο φυλλαράκι δεν πέφτει στο απαλό φύσημα του αγέρα, αλλά πετάει σαν πεταλουδίτσα. Δεν πέφτει ποτέ κάθετα και προβλέψιμα, αλλά διαγράφει απρόβλεπτους κύκλους στροβιλιζόμενο στον αέρα, κάνοντας ζικ ζακ και σχέδια διάφορα, χορευτικές φιγούρες που ξυπνούν μέσα σου σιωπηλές μουσικές. Εκεί που το φυλλαράκι κατεβαίνει προς το έδαφος, να σου το  πάλι στο παραμικρό φύσημα του αγέρα να ανεβαίνει, να υψώνεται. Πετάει σαν πεταλουδίτσα. Σαν ψυχάρι. Σαν την ψυχή μας.

Κίτρινο φυλλαράκι που στροβιλίζεται κι η ψυχή μας. Μια πεταλουδίτσα. Σαν κι αυτή την πεταλουδίτσα, το «ψυχάρι», που ζωγράφιζαν οι αρχαίοι αγγειογράφοι στα ταφικά τους αγγεία να εγκαταλείπει το σώμα. Το σώμα κατεβαίνει, το ψυχάρι ανεβαίνει, δεν πέφτει. Έτσι και το κίτρινο μικρό φυλλαράκι πέφτει ανεβαίνοντας. Αυτή τη συγκίνηση μου μεταφέρει η πτώση-πτήση του. Γι’ αυτό και μου προκαλεί ευχαρίστηση η παρατήρηση της ελαφρότητας και της χάρης που έχει η κίνησή του. Πέφτοντας υψώνεται…

Να το μάθημα αυτής της ημέρας που μου έδωσε το μικρό φυλλαράκι. Έτσι να αιωρείσαι, να πετάς και να υψώνεσαι, όπως τα φύλλα πέφτοντας…

*Ο Δημήτρης Βλάχος είναι φιλόλογος με μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία Χωρών Χερσονήσου του Αίμου & Τουρκολογία (Α.Π.Θ) τέως Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων Ροδόπης (2012-2018)

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.