Μαρια Πανουσιαδου,* «Ειμαι ευγνωμων που ακουμπησε ο Αγγελης με θαρρος πανω μου, απογυμνωμενη, την ευαλωτη πλευρα του»

Είμαι η Μαρία Πανουσιάδου, εκπαιδευτικός στο επάγγελμα, μεταπτυχιακή φοιτήτρια δημιουργικής γραφής και σύντροφος του Αγγελή. Υπήρξα για πολλά χρόνια φανατική αναγνώστρια λογοτεχνίας και ασχολούμαι με τον πεζό λόγο περισσότερο απ’ ό,τι με τον ποιητικό. Δυσκολεύτηκα να αποφασίσω με ποια ιδιότητα θα μιλήσω για τα «Αντικριστά». Κριτικός λογοτεχνίας δεν είμαι, ποιήτρια δεν είμαι, φανατική αναγνώστρια ποίησης δεν είμαι, ούτε συγγραφέας είμαι. Από το να προσφέρω λοιπόν την αναγνωστική μου προσέγγιση –που δεν γνωρίζω αν έχει κάποια ιδιαίτερη βαρύτητα–σκέφτηκα να σας αφηγηθώ την ιστορία της γέννησης των «Αντικριστών» από τη θέση του μάρτυρα της δημιουργικής διαδικασίας, καθώς είχα την τύχη να είμαι παρούσα.

Μια μέρα, ίσως να ήταν και απόγευμα, θα σας γελάσω, εντελώς συνεπαρμένος ο Αγγελής, μου είπε «Βρήκα τον τίτλο της επόμενης συλλογής μου: “Ταριχευμένοι”». Αυτή η λέξη τον κατοίκησε για πολλούς μήνες με μια ένταση και με μια καθολικότητα. Απέκτησε παρουσία στην καθημερινότητά μας. Νεκροί που στερήθηκαν τη δυνατότητα να αφεθούν στη σήψη του σώματός τους, να ολοκληρώσουν τον κύκλο τους και να ελευθερωθούν, σώματα αιώνια παγιδευμένα στην εικόνα αυτού που κάποτε ήταν ζωή. Η δύναμη μιας και μόνο λέξης είναι τόσο ισχυρή που μπορεί να καθορίσει την ύπαρξή μας σε ένα επίπεδο που δεν είναι συνειδητό. Αξιοθαύμαστοι όσοι ασχολούνται με τον λόγο σε οποιαδήποτε μορφή,κι έχουν αυτήντην τόλμη να αισθανθούν, να παραδοθούν στη δύναμη μιας και μόνο λέξης και,προχωρώντας προς τη λύτρωση, να οικειοποιηθούν τη δύναμη αυτή και εν τέλει να οδηγηθούν στη μεταμόρφωση. OΑγγελής, φύσει τολμηρός, σήκωσε τα μανίκια και βούτηξε στα απύθμενα βάθη που τον οδήγησε η λέξη «Ταριχευμένοι». Κι άρχισε να μεταμορφώνεται εσωτερικά και εξωτερικά. Εντελώς φυσικά, άρχισε να μεταμορφώνεται και η ποιητική του συλλογή. Μόνο σταθερό σημείο, το πρώτο ποίημα της ενότητας ΑΝΑΛΟΓΙΟ«αίφνης», το σημείο εκκίνησης, η μήτρα από την οποία γεννήθηκαν τα ποιήματα των «Αντικριστών». Κατά κάποιον τρόπο, το ΑΝΑΛΟΓΙΟ περιέχει όλη τη συλλογή στα σπλάχνα του: τη δημιουργία, τη γέννηση, τον έρωτα, τον θάνατο, τον θρήνο. Είναι ένα αναλόγιο στιβαρό, ικανό να κρατήσει το βάρος των Αντικριστών.

αίφνης η αυλαία

Κυλάνε τα σκοτάδια

πάνω σε άλευρα γλιστρούν

άσπρα αφήνουνε σημάδια

μαύρου θεάτρου ψεγάδια.

αίφνης το φως

Σημαδεύει ο προβολέας

το θάμπος του κόσμου

θεοσκότεινο τ’ ακρογιάλι

φυλαχτά στον αφρό-καθαρτήριο.

αίφνης ο μύθος

Στον χώρο η προβολή της γέννας

αιώνιος επί σκηνής υψώνεται βωμός

ο λώρος στις γραμμές του τραίνου

ένα μωρό σπαράζει δρομολόγια

αίφνης ο άνθρωπος

Σκοτάδια κυλάνε

στα τσιμέντα της ολόγυμνης πόλης

σαν αόρατοι μανδύες

σκληρά τ’ αλισβερίσια μας

αίφνης ο έλεγχος

Σίμωσε στο τζάμι το στόμα

ίχνη προσφέρει αναπνοής

μες τη θαμπάδα έσβησε

χάθηκε η ανάσα στη σκιά.

αίφνης ο θάνατος

Ανακούφιση που ξεθωριάζει

εξαερώθηκε και τον σωριάζει

αυτόπτης μάρτυρας ο γδούπος

ο τελευταίος στα σανίδια ήχος

ΠΡΩΤΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ:«Ο Αγγελής συνδέθηκε με την πρωταρχική ανάγκη κάθε ανθρώπου να βρίσκεται κοντά στη φύση και στο μεγαλείο της, ανάγκη παραγνωρισμένη από τον σύγχρονο άνθρωπο των πόλεων»

Ο πρώτος σταθμός σε αυτό το ταξίδι με οδηγό τους ταριχευμένους, ήταν το δάσος κοντά στο σπίτι μας. Στην αρχή ο Αγγελής περπατούσε μόνος, κάπου κάπου μαζί με τα παιδιά μας κι έπειτα άρχισε να τρέχει. Συνδέθηκε με την πρωταρχική ανάγκη κάθε ανθρώπου να βρίσκεται κοντά στη φύση και στο μεγαλείο της, ανάγκη παραγνωρισμένη από τον σύγχρονο άνθρωπο των πόλεων. Ο Αγγελής μοιραζόταν συχνά μαζί μου την επιτακτικότητα της ανάγκης του να βρίσκεται στο δάσοςκαι μιλούσε πολύ για το πόσο του κόστιζε η απόστασή μας από τη μητρική γη της νότιας Κρήτης.

χωράφια

Σκιάχτρο χωρίς χαμόγελο

κι όμορφα καλαμπόκια·

γεμάτα πράσινους χυμούς

μπροστά στα μάτια σου.

Κόντρα τον ήλιο κοίταξες

—τυφλώθηκες παροδικά.

Το σκιάχτρο καιροσκόπος

σ’ έσπρωξε να βουτήξεις.

Κίνησες άτακτος με τρόμο

πριν βολιδοσκοπήσει ο αφέτης

δρασκέλιζες τον χρόνο άκυρος.

Σε τούτα τα χωράφια χάθηκες

δοξάρι αψήφησες τον φόβο

διάλεξες εσωτερικό διάδρομο

προκάλεσες αντινομία

ούρλιαξαν τα σπαρτά φινάλε

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ: «O θάνατος, η αποσύνδεση, ο ναρκισσισμός, η ιδεολογική χειραγώγηση, η πλάνη, ο μικροαστισμός μας, απασχόλησαν συχνά τους απογευματινούς καφέδες μας»

Ο δεύτερος σταθμός ήταν κάπως σαν αναγκαστική στάση για επείγουσα έξοδο. Αφορμή οι τραγωδίες της επικαιρότητας που συγκλόνισαν όλες και όλους τότε (η πυρκαγιά στο Μάτι, η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου και της Ελένης Τοπαλούδη). Ένας νέος επισκέπτης ήρθε στον εσωτερικό χώρο του Αγγελή: ο Άρης Αλεξάνδρου και το «Κιβώτιό» του. O θάνατος, η αποσύνδεση, ο ναρκισσισμός, η ιδεολογική χειραγώγηση, η πλάνη, ο μικροαστισμός μας, απασχόλησαν συχνά τους απογευματινούς καφέδες μας.

αναπόδραστα

Με λιθοβόλησαν

πάνω μου έφτιαξαν

λιθάρια λόφο.

Με προστατεύουν

πέτρες ζωντανές

δε νοιώθω τίποτα

στον έξω κόσμο.

Σκούρο το αίμα

παγωμένο χέρι

απάνθρωπο κορμί

χτιστό μνημείο.

Με λιθοβόλησαν

το αποδέχθηκα:

πολύτιμες οι πέτρες

θάνατος ελευθέρωση

«Η έξοδος από τον κόσμο των ταριχευμένων»

Ο Αγγελής άρχισε να προχωρά με μεγάλη ταχύτητα προς τα «Αντικριστά». Αναστάτωση μεγάλη καθώς μνήμες άρχισαν να ανασύρονται και να φωτίζονται υπό καινούριες γωνίες. Το σώμα σε ετοιμότητα, το μυαλό σε εγρήγορση, ξενύχτι, καταιγισμός εικόνων και αγώνας για να επιτευχθεί η έξοδος από τον κόσμο των ταριχευμένων.

καταιγισμός

Ήρθες αργά το βράδυ

νεφέλωμα γαλακτερό

νυκτερινό αποτύπωμα.

Αχ! γιασεμί, στεγνώνεις.

Φυτίλι στο μελισσοκέρι

σημαδεμένο καντηλέρι

μα η θαμπή συγκίνηση

στη λάμπα ζωγραφιά.

Ήρθες αργά το βράδυ

σκιά τ’ αποσπερίτη

μια πινελιά από έρεβος

άδειος καμβάς παράγωνος.

Αν και απείχαμε μερικούς μήνες από την αρχή της πανδημίας, αισθάνομαι πως η λέξη ταριχευμένοι προοιώνισε την επέλασή της.

δυτικά

Γεμάτες οι πλατείες

παλιές γενιές και νέες.

Άνθρωποι στα παγκάκια

τα σπλάχνα μαγκωμένα.

Ο θίασος ετοιμάζεται

για να μεταναστεύσει.

Δυτικά της σκέψης

ανατολικά της λήθης

ταξίδι έφυγε ο ήρωας

—κενό το βάθρο δίχως άγαλμα.

Να κάνουμε τα δέοντα·

μια σέλφι εκ περιτροπής.

Το βράδυ που ο Αγγελής ολοκλήρωσε την ανάγνωση του τελευταίο χειρόγραφου, βγήκαμε στο μπαλκόνι. Εκεί ελευθέρωσε τον θρήνο του. Είμαι ευγνώμων που ακούμπησε με θάρρος πάνω μου, απογυμνωμένη, την ευάλωτη πλευρά του και που, σαν το αναλόγιό του, εγώ μπόρεσα να την κρατήσω. Εκείνο το βράδυ οικειοποιηθήκαμε τελικά κι οι δύο τη δύναμη μιας και μόνης λέξης.Εκείνο το βράδυ, η ποιητική συλλογή του Αγγελή έγινε «Αντικριστά».

pressepapier

Θαυμάζω σε σένα, όχι το ποιος είσαι·

μην τσιτώνεις, κανείς δε σε αμφισβητεί.

Περίμετρος δυο μέτρα «μην πλησιάζετε»

σήμανση λίμνη, πορφυρή για τους πεζούς

τους πιο ανόητους και γραφικούς

μια σταθερή υπόθεση αισθητικής μελέτης.

Η ανηφόρα στα κάστρα παράγει έργο

γείωση συνδετήρια οι αστράγαλοί σου.

Υπό γωνία κάθε σκέψη στρέφει τα κοίλα άνω·

οι κλίσεις, οι αντωνυμίες, στριμώχνονται εκεί.

Τα ρήματα φωλιάζουν στους κροτάφους

ακαριαία δράση στην πάσχουσα στιγμή.

Αργεί η κατάληψη του υψώματος σαστίζεις.

Στα πόδια βάραθρο του κάτω κόσμου,

νεώτερες γενιές, δε σε δοξάζουν.

Γράφεις για τις επόμενες, αγέννητες φυλές

σίγουρος πως θα σ’ αναστήσουν με λεβάντα.

Μια προτομή θα γίνεις, pressepapier ποιητικών.

Μ’ ακούς ή τσάμπα στον καθρέφτη θα μιλάω;

*Η Μαρία Πανουσιάδου είναι εκπαιδευτικός και φοιτήτρια του ΔΠΜΣ Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Το παρόν είναι το κείμενό της στην εκδήλωση παρουσίασης της ποιητικής συλλογής του Αγγελή Μαριανού «Αντικριστά» (εκδ. Θράκα, 2021), που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 18 Δεκεμβρίου στη Λέσχη Κομοτηναίων. Οι μεσότιτλοι είναι της εφημερίδας.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.