Η μαγεια της τεχνης του θεατρου συγκεντρωμενη στους «Αχαρνης» του Γιαννη Κακλεα

Μια θεατρική παράσταση «ανάσα» στις «εκπτώσεις» της σύγχρονης τέχνης

Η αλήθεια είναι ότι σε σχέση με τον «πανζουρλισμό» των προηγούμενων χρόνων, το φετινό καλοκαίρι στην Κομοτηνή, από άποψη θεατρικών τουλάχιστον παραστάσεων, μέχρι στιγμής βαίνει «φτωχό». Τα προηγούμενα χρόνια τους τρεις μήνες του καλοκαιριού δεν προλαβαίναμε να διαλέγουμε παραστάσεις, καθότι σε όλες -μιας και το «κόμιστρο» ήτο ακριβό- δεν μπορούσαμε να πάμε. Φέτος ωστόσο  ζήτημα να έχουμε φιλοξενήσει δυο με τρεις παραστάσεις, εξωτερικές παραγωγές και η διαφορά είναι εμφανής για όσους δηλώνουν «εραστές» του θεάτρου.

Μία εκ των λιγοστών ωστόσο παραστάσεων που είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε πρόσφατα στην πόλη μας, και συγκεκριμένα το βράδυ της Πέμπτης ήταν η παράσταση «Αχαρνής» σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα, με ένα αξιοζήλευτο καστ ηθοποιών της ελληνικής θεατρικής και όχι μόνο σκηνής, που με πάσα ειλικρίνεια προσωπικά νομίζω ότι κάλυψε όλο το προαναφερθέν κενό που τυχόν δημιουργήθηκε σε κάποιους εξ ημών από την έλλειψη καλών θεατρικών παραστάσεων.

Την επιτυχία της παράστασης από άποψη κόσμου που έσπευσε να τη δει, τη θεωρούσαμε δεδομένη καθότι στον σχετικό διαγωνισμό που έκανε ο «ΠτΘ» για την διάθεση κάποιων δωρεάν εισιτηρίων, οι συμμετοχές ξεπέρασαν τις 50, δίνοντάς μας να καταλάβουμε το μεγάλο ενδιαφέρον του κόσμου.

Την επιτυχία όμως της εξαιρετικής από κάθε έννοια παραγωγής που εν τέλει απολαύσαμε δεν μπορούσαμε ούτε καν να την διανοηθούμε. Κι αυτό γιατί, έχοντας την εμπειρία των διαφόρων παραστάσεων που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στο μέτρο του δυνατού, με πάσα ειλικρίνεια, έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια από την τελευταία φορά που παρακολουθήσαμε, μία τόσο πλούσια(!) και άρτια παραγωγή, ένα τόσο ιδανικό τελικό αποτέλεσμα, από τα κουστούμια και τα σκηνικά, τους ηθοποιούς και το κείμενο, «φτιαγμένο και ραμμένο» πάνω στα όσα βιώνουμε τη σήμερον ημέρα όλοι οι Έλληνες.

Καθότι κριτικός θεάτρου δεν είμαι, ούτε διαθέτω τα ανάλογα προσόντα, νομίζω ότι τις απόψεις μου σε σχέση με την προχθεσινή «ανάσα πολιτισμού» την περιγράφει απολύτως η κριτική της κ.Όλγας Σελλά, από την Καθημερινή, την οποία και παραθέτω παρακάτω…

Ποτέ πριν δεν είχα συγκινηθεί με έργο του Αριστοφάνη. Το κατάφερε ο Γιάννης Κακλέας την περασμένη Παρασκευή, στη δεύτερη παράσταση των φετινών Επιδαυρίων, με τους «Αχαρνής» αυτήν τη φορά.

Μια ακόμα δύσκολη εβδομάδα όχι μόνο για τη χώρα, αλλά και για πολλές πολιτιστικές εκδηλώσεις, και, παρ’ όλα αυτά, την περασμένη Παρασκευή περίπου 4.000 θεατές απόλαυσαν την αγωνιώδη πάλη του Δικαιόπολι να φέρει, επιτέλους, ειρήνη στην πόλη (και αυτήν τη φορά η ειρήνη ακουγόταν ως γαλήνη και ήρεμη καθημερινότητα), και το Σάββατο περίπου 8.000 θεατές καταχειροκρότησαν τους συντελεστές της παράστασης.

Το σκηνικό (Γιάννης Παντελιδάκης) παρέπεμπε σε εγκαταλελειμμένο βιομηχανικό χώρο φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων, με μεγάλα κιβώτια, μια παρατημένη πρέσα, αναποδογυρισμένους μεταλλικούς κουβάδες κι εκείνη τη μεγάλη πόρτα, με τις πλαστικές κουρτίνες, απ’ όπου μπαινοβγαίνουν τα φορτηγά. Από την πρώτη σκηνή, με την εμφάνιση των ρημαγμένων προσφύγων λόγω του πολέμου, ο Γιάννης Κακλέας καθήλωσε το κοινό. Ο χορός μετέδωσε με ακρίβεια και συναίσθημα τον ζόφο.

Ο Δικαιόπολις (Βασίλης Χαραλαμπόπουλος) εμφανίστηκε στην Εκκλησία του Δήμου για να δηλώσει «τον τόπο μου λαχταρώ, τις Αχαρνές». Ομως οι πολίτες αυτής της άμεσης δημοκρατίας άβουλοι άκουγαν και χειροκροτούσαν μόνο τον πολεμοχαρή ηγέτη τους. Μια διεφθαρμένη πολιτεία αναδύεται από τις πρώτες σκηνές, μέχρι που ο Δικαιόπολις, απελπισμένος, αποφασίζει ότι «ήρθε η ώρα να λατρέψουμε πάλι τον Διόνυσο», τη ζωή δηλαδή. Και επιμένει ότι «δεν φταίνε σε όλα οι Σπαρτιάτες. Εχουμε κι εμείς ευθύνη». Και κάπου εκεί αρχίζουν να λειτουργούν οι παραλληλισμοί με το σήμερα. Που έγιναν πιο έντονοι με την εμφάνιση του στρατηγού Λάμαχου (Φάνης Μουρατίδης), ο οποίος είχε όλα τα χαρακτηριστικά του εθνικολαϊκισμού και του φανατισμού. Ηταν ένας αδυσώπητος σαρκασμός από τον σκηνοθέτη στα γοητευτικά (εκ πρώτης όψεως), παθιασμένα και μονίμως συναισθηματικά λόγια του λαϊκισμού. Και κάπου εκεί ο Δικαιόπολις απαντάει στον Λάμαχο: «Οποιος κοιμάται στη δημοκρατία, ξυπνάει σε δικτατορία»! Κι αν τους περισσότερους από τους συντελεστές τούς είχαμε ξαναδεί στις προηγούμενες τρεις κωμωδίες του Αριστοφάνη που είχε σκηνοθετήσει ο Γ. Κακλέας, η παρουσία του Αρη Σερβετάλη ήταν η πρώτη σε αριστοφανική κωμωδία. Ηταν ένας απολαυστικός Ευριπίδης, που κέρδισε όχι μόνο στην τελική υπόκλιση, αλλά και στο τέλος της σκηνής του ενθουσιώδες χειροκρότημα.
 
Οι «Αχαρνής» του Γιάννη Κακλέα ήταν η πιο ώριμη μέχρι σήμερα σκηνοθεσία του σε αριστοφανική κωμωδία. Είχε μελαγχολική τρυφερότητα, είχε μια γλυκόπικρη γεύση, είχε στοχασμό, είχε τρυφερό χιούμορ, είχε ωραίες ερμηνείες (από όλους).
Λίγο πριν από το τέλος ο Δικαιόπολις εμφανίζεται με άσπρο κοστούμι, της χαράς, και γιορτάζει την ειρήνη: «Μια ειρήνη που θα μας επιτρέψει να ζήσουμε σύμφωνα με τις επιθυμίες μας και τα όνειρά μας», είπε, και ήταν σαν να εξέφραζε την επιθυμία πολλών ακόμα σε αυτήν τη χώρα. Κι εκείνο το επαναλαμβανόμενο και λυγμικό «μπορώ» που είπε στο τέλος, έμοιαζε με προτροπή και ευχή.
Η Κομοτηνή δικαίως τίμησε με την παρουσία της την παράσταση, γεμίζοντας έως και τις τελευταίες θέσεις του Θερινού Δημοτικού Θεάτρου, δείχνοντας την ανάγκη όλων μας για την επάνοδο του «παρεμβατικού» ρόλου του πολιτισμού υπό την ευρεία έννοια, της τέχνης που μας βάζει σε περίσκεψη και μας κάνει να αισθανόμαστε κομμάτι μίας κοινής πραγματικότητας που ναι μεν βιώνουμε σχεδόν όλοι, αλλά ο κάθε ένας από εμάς, μόνος του… μοναχικά απολαμβάνει. Μπράβο!  

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.