H ποιητικη πλευρα του Αλεξανδρουπολιτη Γιαννη Μπουντζη

Ο Αλεξανδρουπολίτης Γιάννης Μπουντζής ξεκίνησε τη συγγραφή ποιημάτων ως ένα καταφύγιο από τη δύσκολη ρουτίνα της καθημερινότητας. Η ποίησή του ως γεωγραφική αναπαράσταση δεν γράφεται εκτός τόπου, αλλά είναι απολύτως εναρμονισμένη με το Θρακικό, και όχι μόνο τοπίο. Η Αλεξανδρούπολη με το έντονο «ελληνικό» χαρακτήρα κυριαρχεί, ενώ ακόμη και όταν δεν υπάρχει σαφής αναφορά, η ελληνικότητα διαφαίνεται μέσα από το ήθος των ηρώων.
 
Εικόνες θεριστάδων, ανταρτών αλλά και ερωτευμένων νέων σε αστικό περιβάλλον είναι ορισμένοι από τους ήρωες που σκιαγραφούνται, ήρωες που γεννιούνται, εξελίσσονται και δυναμώνουν στη συνείδηση του αναγνώστη. Χρονικά, οι ποιητικές αποτυπώσεις δεν είναι περιορισμένες αλλά αγγίζουν θέματα του παρελθόντος, του παρόντος αλλά και του μέλλοντος, όπως για παράδειγμα ο έρωτας, ένα βασικό μοτίβο στα παρόντα ποιήματα. Ο έρωτας κάνει ποικίλες εμφανίσεις, που μεταφράζεται άλλοτε ως αγάπη: «Η αγάπη είναι σαν το γυαλί / όταν το σπάσεις κόβει πολύ», και άλλοτε ως εφήμερη ικανοποίηση: «την συντροφιά της μιας στιγμής / εφήμερης προσωρινής». Ωστόσο, υπάρχει η περίπτωση ο έρωτας να είναι υπαρκτός και άλλοτε όταν έρχεται η αυγή να σβήνει σαν κερί. 

Το ιδιωματικό γλωσσικό εργαλείο 

Η χρήση της γλώσσας δεν θα μπορούσε να μείνει ασχολίαστη, καθώς δεν είναι ξύλινη ούτε δήθεν, ενδύει τον κάθε ήρωα με βάση τη δική του κοσμοθεωρία-προσωπικότητα. Αφομοιώνεται για παράδειγμα, το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα –χωρίς αυτό να «μιαίνει» την ποιότητα της ποίησης, όπως ορισμένοι θα βιαστούν να κρίνουν–, π.χ. αρκαντάσης, σκουμπωμένα, κ.ά. χρησιμοποιούνται για να αποτυπώσουν όσο το δυνατόν εναργέστερα και με πληρότητα τις ποιητικές φιγούρες. Η ομοιοκαταληξία κάνει συχνά την εμφάνισή της είτε ως ζευγαρωτή, πλεκτή αλλά και πιο ελεύθερη, προσδίδοντας ρυθμικότητα και μουσική πνοή στο κάθε ποιητικό δημιούργημα, ολοκληρώνοντάς το όχι μόνο ως προς σημαίνον αλλά και ως σημαινόμενο.
 
Στη συνέχεια ακολουθεί ένα μικρό δείγμα της ποιητικής πλευράς του Γιάννη Μπουντζή  

1.  Eνότητα πρώτη

Ο ΑΡΚΑΝΤΑΣΗΣ
 
Γεια σου φίλε σε φωνάζουν οι εργάτες
γεια σου σύντροφε σε λεν οι θεριστάδες
κι’ εάν αλήτη σε φωνάζουν μερικοί
αρκαντάς σε χαιρετάνε οι παλιοί
 
Κόσμος πολύς σε σέβεται
κόσμος σε υποπτεύεται
σε λένε φίλο μα και εχθρό
ήσουν αντάρτης στο βουνό
 
Από τον κόσμο πληγωμένος σε μια άκρη
και τον χρόνο ξεχασμένος στην γωνιά
το ποτό σου κατεβάζεις σαν νεράκι
μα η καρδιά σου συνεχίζει να χτυπά
 
Με το πρόσωπο καμένο από τον ήλιο
και τα χέρια ροζιασμένα από την δουλειά
τα μανίκια σκουμπωμένα στον αγκώνα
και στα μάτια σου ένα δάκρυ να κυλά
 
Από τον κόσμο ξεχασμένος σε μια άκρη
το τσιγάρο σου φουμάρεις στα βουβά
τους αγώνες στο ποτήρι σου γυρεύεις
που στον νου σου ζωντανεύουνε ξανά
 
Γεια σου φίλε σε φωνάζουν οι εργάτες
γεια σου σύντροφε σε λεν οι θεριστάδες
και εάν αλήτη σε φωνάζουν μερικοί
αρκαντάς σε χαιρετάνε οι παλιοί

 
ΤΟ  ΙΔΙΟ  ΒΛΕΜΜΑ
 
Ο ήλιος ακόμη δεν έχει βγει
και εγώ μέσ’ στην νύχτα και την σιωπή
κρεμιέμαι από την πόρτα για την δουλειά
ενός λεωφορείου που ξεκινά
 
Ξέρω πού πάω και τι θα βρω
στο τέρμα του δρόμου που ακολουθώ
τσιγάρο στο στόμα το βλέμμα θολό
το ίδιο βλέμμα όπου κ’ αν δω
 
Είμαι επιβάτης μοναδικός
τέρμα φωνάζει ο οδηγός
πρέπει να τρέξω και να βιαστώ
είναι η στάση μου να κατεβώ
 
Το μεροκάματο είναι σκληρό
μα πιο σκληρό το αφεντικό
μου ψιθυρίζει κάτι στ’ αφτί
η πόρτα πώς είναι για μένα κλειστή
 
Ξέρω πού πάω και τι θα βρω
στο τέρμα του δρόμου που ακολουθώ
τσιγάρο στο στόμα το βλέμμα θολό
το ίδιο βλέμμα όπου κ’ αν δω

 
 ΤΟ ΣΟΚΑΚΙ
 
Έξω κάνει κρύο πολύ
και εγώ μέσ’ στην νύχτα και την σιωπή
σέρνω το βήμα μου στο πουθενά
αναζητώντας μια συντροφιά
 
Σ’ ένα σοκάκι στα σκοτεινά
μιά κοπελίτσα αναζητά
να εξασφαλίσει την δόση της
και παζαρεύει την νιότη της
 
Η κοπελίτσα στα φανερά
μου παζαρεύει την συντροφιά
μα εγώ δεν έχω ούτε δραχμή
να της προσφέρω για αμοιβή
 
Και συνεχίζω ν’ αναζητώ
μες στο σοκάκι το σκοτεινό
την συντροφιά της μιας στιγμής
εφήμερης προσωρινής
 

2. Eνότητα δεύτερη 

ΤΑ   ΓΑΛΑΖΙΑ  ΜΑΤΙΑ
 
Τα διό μάτια σου αυτά τα γαλάζια
σαν  την θάλασσα είναι βαθιά
καθαρά σαν βουνίσιος αγέρας
μα ρυάκι που δεν σταματά
 
Και το δάκρυ σαν διαμάντι που χαράζει
και τον πόνο ζωγραφίζει στην ματιά
τις ελπίδες και τα όνειρά σου σβήνει
γιατί τα ‘κανες μικρή στην αμμουδιά
 
Ενώ ήξερες από όλους πιο καλά
πως τα όνειρα δεν είναι αληθινά
και όλα σβήνουν όταν έρθει το πρωί
όπως σβήνει στον βοριά ένα κερί
 
Όπως λέει στα παραμύθια η γιαγιά
γύρω γύρω από το τζάκι στα παιδιά
όλα χάνονται σαν έρθει η αυγή
όπως η σκιά ο ήλιος αν χαθεί

ΓΥΑΛΙΝΗ  ΑΓΑΠΗ
 
Η αγάπη είναι σαν το γυαλί
όταν το σπάσεις κόβει πολύ
το έχουν γράψει πολλοί ποιητές
το τραγουδήσαν τραγουδιστές
 
Μου έχεις κάνει πάρα πολλά
θα μετανιώσεις για όλα αυτά
πρέπει να ξέρεις θα πληγωθείς
αν φύγεις τώρα μην ξαναρθείς
 
Αν φύγεις τώρα θα κλάψεις πολύ
θα με γυρέψεις μα δεν θα με βρεις
θα έχω φύγει πολύ μακριά
όταν γυρίσεις θα είναι αργά
 
Θα με γυρέψεις γιατί μ’ αγαπάς
θα με θυμάσαι και θα πονάς
να λησμονείς δεν θα μπορείς
όσο κι’ αν ψάξεις δεν θα με βρεις
 
Η αγάπη είναι σαν το γυαλί
όταν το σπάσεις κόβει πολύ
το έχουν γράψει πολλοί ποιητές
το τραγουδήσαν  τραγουδιστές

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.