Ελενης Χατζη: «Ο γραπτος λογος της Β. Κραββα εχει δυναμη, δημιουργει εικονες, μας συγκινει και μας συν-κινει»

Βασιλική Κράββα, «Καταναλώνοντας τον πολιτισμό: Διαδρομές κατανάλωσης, ιστορίες τροφής και στέρησης», εκδ. Πατάκης, Αθήνα 2020

O όρος πολιτισμός  στις νεότερες ανθρωπολογικές προσεγγίσεις

Το να ορίσουμε τον πολιτισμό αποτελεί εγχείρημα δύσκολο, ωστόσο θα αποπειραθούμε να παραθέσουμε κάποιον ορισμό που μπορεί να είναι με πολλές κριτικές επιφυλάξεις, γενικά αποδεκτός: Πολιτισμός είναι η συγκέντρωση πλούτου υλικών ή άυλων αγαθών που η κοινωνία τα κληρονομεί από το παρελθόν και μέσω του παρόντος τα μεταβιβάζει στο μέλλον. Περιλαμβάνει συνήθειες, πρακτικές, νοοτροπίες, συμπεριφορές και αντιλήψεις μιας κοινωνίας ή κοινωνικής ομάδας, που συνθέτουν ένα σύστημα  από το παρελθόν και μέσω του παρόντος τα μεταβιβάζει στο μέλλον.

Σε νεότερες ανθρωπολογικές προσεγγίσεις ως πολιτισμός αναφέρεται το σύνολο των συμπεριφορών και των σχέσεων με το παρελθόν, που χαρακτηρίζεται από βαθύ σεβασμό και σύνδεση με ένα αντικείμενο, ένα κτίριο ή έναν τόπο, αλλά, επίσης, και ως μια ιδιαίτερη σχέση με άυλες πρακτικές, οι οποίες φαίνεται ότι έχουν διαχωρισθεί και απομακρυνθεί από τα υλικά αντικείμενα.

Εάν θεωρήσουμε τον πολιτισμό έναν τρόπο θέασης, σκέψης, γνώσης, εμπειρίας, τότε μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι όλη η πολιτιστική κληρονομιά, κατά μία έννοια, είναι «άυλη. Η διεύρυνση και η διεπιστημονική προσέγγιση του υλικού πολιτισμού έδωσαν νέο περιεχόμενο στις διάφορες εκφάνσεις των υλικών δημιουργημάτων. Μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για  έρευνα και μελέτη, συγχρονική και διαχρονική, των τεχνουργημάτων  και την κατανόηση και ερμηνεία των τρόπων παραγωγής και κατανάλωσής τους, των αντιλήψεων, δοξασιών και πεποιθήσεων, των νοοτροπιών και των συμπεριφορών, όπως αποτυπώνονται και ενσωματώνονται στα τεχνουργήματα του πολιτισμού μιας κοινωνίας. Αντίστοιχα προτάθηκαν και ορισμοί για την άυλη πολιτιστική κληρονομιά,  όπως «πολιτιστική κληρονομιά [είναι] ό,τι είναι ενσωματωμένο στους ανθρώπους περισσότερο παρά στα άψυχα αντικείμενα». Η έννοια της «αϋλικότητας»  αποβλέπει στην ανάδειξη των σχέσεων των υλικών αντικειμένων με τη μνήμη, τα αισθήματα και τα συναισθήματα, στην ενσωμάτωση αντιλήψεων, νοοτροπιών και αξιακών συστημάτων, στην πρόσληψη και φαινομενολογική προσέγγιση του περιβάλλοντος, του τόπου και του τοπίου, στη συγκρότηση και την έκφραση της ταυτότητας των συλλογικών υποκειμένων.

Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, εκτός από τις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές του διαστάσεις, έχει ασκήσει άμεση επιρροή και στον τομέα του πολιτισμού. Μέσα σε ένα έντονα ανταγωνιστικό εξωτερικό περιβάλλον, στη δημιουργία του οποίου έχουν συμβάλει καθοριστικά οι τεχνολογικές εξελίξεις και τα σύγχρονα πληροφοριακά συστήματα, η πολιτιστική και η μνημονική κληρονομιά αναδεικνύονται ως παράγοντες διαμόρφωσης ταυτότητας. Είναι δεδομένο, ότι οι σύγχρονες κοινωνίες του 21ου αιώνα χαρακτηρίζονται από την κυριαρχία των οπτικών ερεθισμάτων και πιο συγκεκριμένα πολλές από τις καθημερινές μας ενασχολήσεις και ανάγκες υπάγονται στην τέχνη της εικονικής παρουσίασης.

Η διατροφή ως αντικείμενο του επιστητού

Η διατροφή ως επιστημονικό πεδίο απασχόλησε ποικίλους επιστημονικούς κλάδους (γεωπονική, διατροφολογία, ανθρωπογεωγραφία, πολιτισμική γεωγραφία, ιατρική, βιολογία, χημεία κ.ά.), εκτός φυσικά της λαογραφίας, της εθνολογίας και της ανθρωπολογίας, και αυτό αποτυπώνεται στην εκτενέστατη (σε ποσότητα και ποικιλία) σχετική βιβλιογραφία. Η παραγωγή, προετοιμασία και κατανάλωση της τροφής συνιστούν καθημερινές πρακτικές, καθώς καλύπτουν άμεσες βιολογικές ανάγκες, με στόχο πρωτίστως την επιβίωση. Όμως η πρώτιστη αυτή ανάγκη διαμεσολαβείται από τον πολιτισμό και επενδύεται με ποικίλους συμβολισμούς, αντιλήψεις, νοοτροπίες, συμπεριφορές, αναπαραστάσεις, πρακτικές.

Η τροφή (ως τρόπος παραγωγής) και η διατροφή (ως τρόπος κατανάλωσης) στην ανθρώπινη κοινωνία είναι πολιτισμικά οργανωμένες, και κατ’ επέκταση τόσο η παραγωγή όσο και η διανομή και κατανάλωση των διατροφικών προϊόντων, εφόσον εμπεριέχουν γνώσεις, πρακτικές, εμπειρίες, βιώματα, συναισθήματα, συγκινήσεις, αποτελούν κινητήριες δυνάμεις της μνήμης και της αφήγησής της, που εκφράζονται ατομικά, αλλά και συλλογικά, δημιουργώντας κοινή ταυτότητα και ένα «αίσθημα του συνανήκειν», ενσωματώνουν τον κοινωνικό και πολιτισμικό χωρόχρονο και εντάσσονται αυτοδίκαια στην πολιτιστική κληρονομιά. Έτσι η διατροφή συνιστά ένα «ολικό κοινωνικό φαινόμενο», κατά τη γνωστή έκφραση του Marcel Mauss, έναν ή πολλούς και σύνθετους τρόπους επικοινωνίας και δημιουργίας κοινωνικών και πολιτισμικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων.

Ατομική και  συλλογική ή κοινωνική μνήμη

Ο ανθρώπινος οργανισμός αλληλεπιδρά με το περιβάλλον επωφελούμενος των εμπειριών, οι οποίες και επηρεάζουν την τρέχουσα συμπεριφορά του. Επομένως, η σύνδεση της ατομικής μνήμης με πτυχές της κοινωνικής ζωής είναι άμεση, υπό την έννοια ότι ακόμα και μία προσωπική ενθύμηση οργανώνεται σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο, ενώ ανακαλείται και ανασυγκροτείται από λειτουργίες ατομικές, οι οποίες όμως έχουν δεχθεί την επίδραση των εκάστοτε κοινωνικών συνθηκών.  Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Moscovici, μέσω της μνήμης το παρελθόν «συνοικοδομείται», «συνκατασκευάζεται» στο παρόν με τη συνδρομή τόσο των ατόμων και των ομάδων όσο και της κοινωνίας και των θεσμών, τόσο μέσω ενδοατομικών, όσο και μέσω κοινωνικών λειτουργιών. Από τα προαναφερόμενα εύλογα προκύπτει ότι η ατομική μνήμη συνδέεται άρρηκτα με τη συλλογική ή κοινωνική μνήμη. Σύμφωνα με τον θεμελιωτή του όρου M. Halbwachs ο άνθρωπος αναγνωρίζει, προσδιορίζει και κατακτά τη μνήμη του μόνο εντός του κοινωνικού συνόλου στο οποίο ανήκει, ενώ ακόμα και οι προσωπικές αναμνήσεις διαθέτουν διάσταση κοινωνική, εφόσον προέρχονται από εμπειρίες που έχουν αποκτηθεί σε ατομικό μεν επίπεδο, αλλά εντός ευρύτερων συλλογικών ομάδων. Επομένως η συλλογική μνήμη δεν είναι ενιαία για όλους, αλλά διαφοροποιείται σε επιμέρους μνημονικές κοινότητες, οι οποίες με τη συνδρομή διαφόρων τεχνικών ανακαλούν μνήμες και συμβάλλουν στο να διατηρείται ενεργή η σχέση με το παρελθόν. Αναντίρρητα ο ρόλος της συλλογικής μνήμης στη διαμόρφωση των κοινωνιών είναι σημαντικός ανεξάρτητα από το επίπεδο ανάπτυξής τους, αφού αποτελεί αναπόσπαστο μέρος τους, όπως εξάλλου και κάθε κοινωνικής ομάδας ή τάξης. Παράλληλα οφείλει να διασώζει το παρελθόν, προκειμένου να εξυπηρετηθεί το παρόν και το μέλλον έχοντας χαρακτήρα απελευθερωτικό, όχι υποδουλωτικό.

Τις τελευταίες δεκαετίες είναι γεγονός ότι υπάρχει ένα έντονο ενδιαφέρον, τόσο στον δημόσιο λόγο όσο και στην επιστημονική έρευνα, για τη μελέτη της μνήμης σε σχέση με την ιστορία, την ταυτότητα και τον πολιτισμό. Η συγκάλυψη οδυνηρών αναμνήσεων προκειμένου να επουλωθούν τα παρελθόντα τραύματα οδήγησε σε μία συλλογική «λήθη», που έρχεται τη σύγχρονη εποχή να αντικατασταθεί από μία «έκρηξη» μνήμης, ως αποτέλεσμα της ανάγκης επαναπροσδιορισμού και επανερμηνείας του παρελθόντος. Η μνήμη και η ιστορία ως έννοιες είναι αλληλοεμπλεκόμενες και αλληλοσυμπληρωματικές. Σύμφωνα με τον Le Goff, η μνήμη αποτελεί πρώτη ύλη και πηγή πληροφοριών για την ιστορία, ενώ η ιστορία έχει άμεση σχέση με τα γεγονότα που καταλαμβάνουν εξέχουσα θέση στην ανθρώπινη μνήμη. Μέσω της ιστορίας επιτυγχάνεται η κάλυψη της απόστασης του παρελθόντος από το παρόν και η γεφύρωση του ρήγματος στη συνέχεια της ιστορικής αφήγησης, ενώ μέσω της μνήμης η ανάκληση του παρελθόντος, ώστε αυτό να συνδεθεί με το παρόν και το μέλλον.

Η συγκρότηση της ιστορικής μνήμης, η οποία αποτελεί μία περισσότερο εξειδικευμένη μορφή συλλογικής μνήμης, περιλαμβάνει διάφορες μνήμες γεγονότων, τόσο μαρτυρίες τεκμηρίων όσο και ενθυμήσεις ανθρώπων που αποτελούν μέλη μίας κοινότητας, ανεξάρτητα από το εάν τις έχουν βιώσει ή όχι. Η πολιτισμική μνήμη αποτελεί μία όψη του παρελθόντος εμπλουτισμένη σε μεγάλο βαθμό με περιεχόμενο πολιτιστικό και είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται ευρέως. Η πολιτισμική μνήμη συνδέεται άρρηκτα με την πολιτιστική κληρονομιά, εφόσον ένας από τους σημαντικότερους ρόλους της είναι και η συγκρότηση της ταυτότητας μίας κοινωνικής ομάδας, όπου μέσα από διάφορα μνημονικά γεγονότα, όπως δρώμενα, γιορτές, παρελάσεις, τραγούδια, ομιλίες, ταινίες κ.ά., καθίσταται συνειδητή τόσο η ενότητα, όσο και η ιδιαιτερότητά της.

Η συμβολή των τόπων μνήμης ενάντια στη λήθη ‒ Το Ολοκαύτωμα

Η πολιτιστική αλλά και η μνημονική κληρονομιά ενός τόπου ανασυγκροτούνται, διατηρούνται και μεταφέρονται στο παρόν με τη συμβολή των τόπων μνήμης. Οι μνημονικοί τόποι σύμφωνα με τους Nora & Kritzman αποτελούν στοιχεία συμβολισμού της μνημονικής κληρονομιάς μίας κοινότητας, καθώς η βιωματική σχέση των ανθρώπων με τα γεγονότα τείνει να εκλείψει. Εύλογα προκύπτει η ανάγκη διατήρησης κάθε υλικού ορατού στοιχείου ή μη υλικής οντότητας, μέσω των οποίων διασώζονται και αποκρυσταλλώνονται οι μνήμες του παρελθόντος. Οι τόποι μνήμης συμβάλλουν στη διατήρηση της ανάμνησης σημαντικών γεγονότων και τη μετάδοση του μνημονικού υλικού στις μελλοντικές γενιές. Λειτουργούν ως τεκμήρια που εμπεριέχουν την ιστορία του παρελθόντος, αλλά και ως τεχνικές ενθύμησης του παρελθόντος στο παρόν, προσφέροντας τη δυνατότητα αντίστασης στη λήθη όπως οι τόποι μαρτυρίου ή τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Το Ολοκαύτωμα αποτελεί μία πανανθρώπινη τραυματική μνήμη: Δεν αφορά μόνο στα θύματα των ναζιστικών θηριωδιών που κατάφεραν να επιβιώσουν, αλλά ως μία κατάσταση γενικευμένης βίας συνιστά μέσα από τη λειτουργία της μεταμνήμης ένα είδος συλλογικού πένθους, μία κοινή επώδυνη εμπειρία για όλη την ανθρωπότητα. Το Ολοκαύτωμα, μέσα από τη διάσταση που αποκτά ως φορέας πολιτισμικής μνήμης, σχετίζεται αρχικά με το ενσωματωμένο ή εγγενές πολιτισμικό κεφάλαιο, δηλαδή με την άυλη μορφή πολιτισμικού κεφαλαίου κληρονομιάς. Η ιστορικότητά του, η ανθρωπολογική του διάσταση και ο έντονα κοινωνικός χαρακτήρας του προσδίδουν στο Ολοκαύτωμα μία αξία διαχρονική, ενώ η ανάμνηση των γεγονότων του κληροδοτείται στις επόμενες γενιές μέσω της μεταμνήμης. Η προσέγγιση και κριτική επεξεργασία ενός τραυματικού ιστορικού θέματος μπορεί να λειτουργήσει ως καλός αγωγός για την άρθρωση συνειδησιακής ροής αποσκοπώντας στην κριτική και ιστορικοποιημένη ενσωμάτωση του παρελθόντος στο παρόν.

Επίσης, να τονισθεί εδώ ότι η λέξη ολοκαύτωμα δεν αποτελεί νομικό όρο. Η λέξη ολοκαύτωμα προέρχεται από την αρχαία λέξη ολόκαυστον, που σημαίνει «πλήρως καμένη προσφορά θυσίας» σε θεό. Η συνήθης σημασία της λέξης σχετίζεται με τη ναζιστική γενοκτονία. Ο όρος χρησιμοποιείται στην βιβλιογραφία με μια πιο στενή και ειδική έννοια, για να περιγράψει την άνευ προηγουμένου καταστροφή του Εβραϊκού στοιχείου στην Ευρώπη. Η λέξη Σοά με την σειρά της σημαίνει καταστροφή στα εβραϊκά και καθιερώθηκε ως όρος για να περιγράψει το Ολοκαύτωμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 40.

Η γνώση της Ιστορίας αποτελεί ούτως ή άλλως πολύτιμο εργαλείο για την πρόοδο και εξέλιξη της ανθρωπότητας, για να μην ξαναζήσουμε τα λάθη του παρελθόντος και η διδασκαλία της  προϋποθέτει την ανάλυση και την ερμηνεία της κοινωνικής εξέλιξης μέσα στο χρόνο, αλλά, επίσης, και των γεγονότων εκείνων που φέρουν ένα ιδιαίτερο συμβολισμό και στιγμάτισαν τον ανθρώπινο πολιτισμό. Το Ολοκαύτωμα αποτελεί ένα τέτοιο γεγονός που έχει επηρεάσει το σύγχρονο πολιτισμό και ασκεί τεράστια επιρροή στη συλλογική ιστορική συνείδηση.

Η μνήμη του Άουσβιτς και όλων των στρατοπέδων συγκέντρωσης δεν αποτελεί μια εβραϊκή μνήμη, αλλά έχει οικουμενικό χαρακτήρα. Η μνήμη αυτού του τραύματος δεν αφορά στις ιδέες, στις σκέψεις, δεν είναι μια διανοητική διεργασία. Αφορά στα αισθήματα, στα συναισθήματα, αυτά που προσλαμβάνουμε με όλες μας τις αισθήσεις, που ακουμπούν στην ψυχή και διαπερνούν ή/και συγκλονίζουν το σώμα μας. Είναι μια αισθητηριακή, μία σωματική μνήμη.

 Οι  κοινωνίες δεν μπορούν να προχωρήσουν δίχως την εγγραφή και μετάδοση αυτής της μνήμης στις νεότερες γενιές και δίχως την ιστορικοποίησή της. Κεντρική εστίαση είναι η συγκρότηση μιας ταυτότητας βασισμένης στην αυτογνωσία και την ενσυναίσθηση, στη συμβίωση και την αλληλλοκατανόηση, τον διαπολιτισμικό διάλογο, στον προσανατολισμό μέσα στην πολυπλοκότητα, τις αξίες και τις εμπειρίες του σύγχρονου κόσμου.  Όπως παρατηρεί ο Deleuze:  το παρελθόν και το παρόν δεν αποτελούν δυό διαδοχικές στιγμές αλλά δυο στοιχεία που συνυπάρχουν: το ένα είναι το παρόν που δεν σταματάει να παρέρχεται, και το άλλο είναι το παρελθόν, που δεν παύει να υπάρχει αλλά μέσω του οποίου όλα τα παρόντα παρέρχονται (…) με άλλα λόγια, κάθε παρόν επιστρέφει στον εαυτό του ως παρελθόν.

Ο Προυστ έγραψε: «όσο η ανάγνωση είναι για μας μια προτρεπτική δύναμη που τα μαγικά κλειδιά της ανοίγουν βαθιά μέσα μας την πύλη των χώρων όπου δεν θα μπορούσαμε να διαβούμε, ο ρόλος της στη ζωή μας είναι σωτήριος», και ακριβώς αυτό ήταν και είναι τούτο το βιβλίο για μένα. Η ανάγνωση είναι μια φιλία, μια ειλικρινής φιλία, μια φιλία απαλλαγμένη απ’ ό,τι τυχόν μπορεί να ασχημίζει τις άλλες φιλίες.

Το βιβλίο της κ. Κράββα έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με τον αναγνώστη

Ο γραπτός λόγος της αγαπητής Βάλιας Κράββα δεν είναι ξερή, κυριολεκτική, επιστημονική γλώσσα. Είναι λόγος ποιητικός. Έχει δύναμη, είναι άμεσος, δημιουργεί εικόνες, κινητοποιεί το συναίσθημα, τον εσωτερικό μας κόσμο, μας συγκινεί και μας συν-κινεί, μας παίρνει μαζί του. Αυτό που, επίσης, θέλω να πω τελειώνοντας είναι ότι το βιβλίο της κ. Κράββα έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με τον αναγνώστη. Ζητά από αυτόν να επανέρχεται σ’ αυτό, να συνδιαλέγεται μαζί του, να επιχειρεί να αισθανθεί και να κατανοήσει όλα του τα νοήματα. Τον προκαλεί για ταξίδια στην κατανόηση του κόσμου και για απόπειρες/προσπάθειες αυτογνωσίας. Χαράσσει διαδρομές ανθρώπινων πολιτισμικών διασταυρώσεων συνέχοντας παρελθόν και παρόν.

O μεγάλος γερμανός φιλόσοφος Theodor Adorno έγραψε ότι «μετά το Άουσβιτς το να γράψεις ποίηση είναι βάρβαρο». Οι κοινωνίες μας σήμερα καλούνται να «συνθέσουν» το δικό τους ποίημα που θα εμπνέεται από τις αρχές του σεβασμού κάθε ιδιαιτερότητας και την ανακάλυψη των πολιτιστικών στοιχείων της δικής τους κουλτούρας  και όχι μόνο.

*Η Ελένη Χατζή  είναι φιλόλογος με Μεταπτυχιακές σπουδές στην Τοπική ιστορία και Υποδιευθύντρια του Μειονοτικού Γυμνασίου-Λυκείου Τζελάλ Μπαγιάρ. Το κείμενο είναι η ομιλία της στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου της Βασιλικής Κράββα, «Καταναλώνοντας τον πολιτισμό: Διαδρομές κατανάλωσης, ιστορίες τροφής και στέρησης» (εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2020), την Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2023, που διοργανώθηκε από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κομοτηνής, στο πλαίσιο των δράσεων που υλοποιούνται με την ΚΟΙΝΣΕΠ «Κομοτηνή Εν Δράσει», το Δημοκρίτειο Βιβλιοχαρτοπωλείο και τις Εκδόσεις Πατάκη, στο Τσανάκλειο Μέγαρο – Δημοτική Βιβλιοθήκη.

**Οι μεσότιτλοι προστέθηκαν για διευκόλυνση της ανάγνωσης.

Μπορείτε να βρείτε το ρεπορτάζ της παρουσίασης εδώ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.