Απογυμνωνοντας τον πονο

Joy Sorman, «Στην τρέλα», Αριάδνη Μοσχονά μτφρ., εκδ. Πόλις, Αθήνα 2023, σ. 288

2.500.000 άτομα στη χώρα μας αντιμετωπίζουν πρόβλημα ψυχικής υγείας, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε τον Ιανουάριο το Υπουργείο Υγείας,[1] με το ποσοστό αυτό να έχει ανεβεί κατακόρυφα μετά την έλευση της πανδημίας. Από το 5%, πλέον το 22,8% του πληθυσμού, ή 1 στους 4 πολίτες πασχίζουν να θεραπεύσουν ασθένειες της ψυχής, μια αύξηση απολύτως λογική αν αναλογιστεί κανείς πόσες φορές έχουμε βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο «χείλος του γκρεμού», ως κράτος, ως κοινωνία, ως άτομα, ως ανθρωπότητα.

Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια η ενημέρωση σε ζητήματα ψυχικής υγείας έχει σημειώσει σημαντικά βήματα, επιτρέποντάς μας το σημαντικότερο: να μπορούμε για αρχή να μοιραζόμαστε τα συναισθήματά μας, αλλά και το άγχος, το στρες, την κατάθλιψη, τη σχιζοφρένεια, και να μιλάμε για κάθε είδους διαταραχή που επηρεάζει την ποιότητα τόσο της δικής μας ζωής όσο και των συνανθρώπων μας. Όμως, ας μην είμαστε αιθεροβάμονες, βήματα μπορεί σημειώθηκαν προς τα εμπρός, όχι όμως και άλματα. Μένει αρκετός δρόμος για να  απαλειφθεί το κοινωνικό στίγμα της ψυχικής διαταραχής. Υπάρχουν ακόμη σοβαρά εμπόδια στην αναζήτηση βοήθειας και ανάρρωσης, μιας και πολλοί έχουν ταυτίσει αυτές τις ασθένειες με τον κοινωνικό αποκλεισμό που άδικα και αναίτια τις συνοδεύει.

Στον δρόμο της ψυχικής ευαισθητοποίησης κινείται και το νέο δοκίμιο της Γαλλίδας συγγραφέως Joy Sorman με τίτλο «Στην τρέλα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις και έτυχε της μεταφραστικής φροντίδας της Αριάδνης Μοσχονά. Οι σπουδές της Sorman στη Φιλοσοφία αλλά και η ενασχόλησή της με τον χώρο της δημοσιογραφίας είναι εμφανείς στο νέο της βιβλίο. Γνωρίζει πολύ καλά τι πλούτο κρύβουν οι καθημερινοί άνθρωποι που έχουν «ζυμωθεί» μες στη σκληρότητα της ζωής, τι φως κρύβεται μέσα στο σκοτάδι, και σε αυτήν την περίπτωση στο σκοτάδι των ψυχικών διαταραχών.

Στο νέο της βιβλίο λοιπόν, το οποίο μάλιστα έχει βραβευθεί το 2021 με το Prix du livre du réel, έρχεται να φωτίσει τον κόσμο των ψυχικών νοσημάτων, που για πολλούς δημιουργεί φόβο, κυρίως λόγω άγνοιας. Και με ποιον τρόπο το καταφέρνει; Επισκέπτεται επί έναν χρόνο, κάθε Τετάρτη, το περίπτερο 4Β ενός δημόσιου νοσοκομείου της Γαλλίας, που περιλαμβάνει δώδεκα κλίνες και ένα δωμάτιο απομόνωσης. Η ίδια ως επισκέπτρια βρίσκεται εκεί, έχει όμως και ένα σημαντικό όπλο στη φαρέτρα της, την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ να κυκλοφορεί, να παρατηρεί και να συνομιλεί με: το νοσηλευτικό προσωπικό, τους ψυχίατρους, τους ψυχολόγους, τα στελέχη υγείας, τους φροντιστές, τους ασθενείς κ.ά. 

Η Sorman συλλέγει εμπειρίες και περιγράφει με νηφαλιότητα και ψυχραιμία: το ντεκόρ («καθαρό, φωτεινό, μοντέρνο και δίχως ζωή, μια διαρρύθμιση λειτουργική, οικονομική, σύμφωνα με τους κανόνες της διοικητικής αισθητικής»), τους ήχους («ένας ατέρμονος θόρυβος κλειδιών που μπαίνουν σε κλειδαριές δίνει τον ρυθμό»), τα γεύματα, τη χορήγηση των φαρμάκων, το διάλειμμα για τσιγάρο σε προκαθορισμένες πάντοτε ώρες, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, τα χρώματα, τις μυρωδιές.

Φωτογραφίζει τα σταθερά μοτίβα αυτού του κλειστού σύμπαντος: το ειδικό δωμάτιο απομόνωσης, την υποχρεωτική ενδυμασία, τη μοναδική τηλεφωνική συσκευή στον διάδρομο, τη διαδικασία της ακούσιας νοσηλείας, τη μεθοδολογία και τη χρησιμοποίηση της διάγνωσης. Η συγγραφέας –μια διακριτική επισκέπτρια– συνομιλεί για ώρα με κάποιους, ανταλλάσσει δυο-τρεις κουβέντες με κάποιους άλλους, υποβάλλει ερωτήσεις, ακούει, συμπεριφέρεται αδέξια μερικές φορές, προσπαθεί να καταλάβει:

—Τι είναι η τρέλα;

—Πώς φτάνει κανείς σε αυτήν;

—Από τι πάσχουν οι ασθενείς;

—Πώς γίνεται η εισαγωγή και η νοσηλεία τους;

—Ποιος και πώς θα ασχοληθεί με τη φροντίδα τους;

Όλα αυτά τα ερωτήματα τίθενται στο βιβλίο, χωρίς πάντοτε να δίνονται απαντήσεις. Εδώ η συγγραφέας θα μάθει ότι: «Η μοναδική αρχή που έχει αξία είναι η αρχή της αβεβαιότητας».

Η Sorman, διατηρώντας την ανωνυμία των προσώπων, καταφέρνει να σκιαγραφήσει τους αγώνες και των δύο πλευρών: της πλευράς του νοσηλευτικού και ιατρικού προσωπικού, που, παρά τις ελλείψεις και τις παθογένειες του γαλλικού συστήματος υγείας, προσπαθεί να ανταπεξέλθει στα καθήκοντά της, αλλά και την πλευρά των ασθενών, οι οποίοι, γεμάτοι φόβο και με έντονο το αίσθημα της μοναξιάς, προσπαθούν να αντιμετωπίσουν διαταραχές όπως κατάθλιψη, εξαρτήσεις, σχιζοφρένεια κλπ. για να βρουν την πολυπόθητη ίαση.

Και όλα αυτά τα καταφέρνει σε ένα δοκίμιο – ντοκουμέντο, που διανθίζεται με μαρτυρίες και με το χαρακτηριστικό λογοτεχνικό υφόχρωμα της γραφής της.

Λίνα Πανταλέων: «Η Sorman ψηλαφεί το νήμα που χορδίζει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη»

Για το νέο δοκίμιο τής Joy Sorman, η κριτικός λογοτεχνίας Λίνα Πανταλέων σχολιάζει σχετικά στην ιστοσελίδα “Literature.gr”: «Η Sorman επιμένει στην εξουσία που ασκεί η κλειστή δομή του ψυχιατρείου, τόσο στους ασθενείς όσο και στους νοσηλευτές. Σε όλες τις σελίδες του βιβλίου διακρίνεται η αμφιρρέπειά της ανάμεσα στην καταπίεση των ασθενών και την κατασταλτική δύναμη των γιατρών. Διαβλέπει κάτι το σαδιστικό στους θεραπευτικούς τρόπους. Καταλήγει σε αδιέξοδο όταν προσπαθεί να αναλογιστεί τον συσχετισμό ανάμεσα στην κατασταλτική ηθική και τον ιατρικό ορθολογισμό. Κάποιες φορές οι θεραπείες τής μοιάζουν τιμωρίες. Την μπερδεύει το ακαταλόγιστο των ασθενών. Αν οι τελευταίοι, εξαιτίας της τρέλας τους, δεν φέρουν ευθύνη για τα ξεσπάσματά τους, τη δυσφορία τους, την αποστροφή τους, την οργή τους, γιατί αναγκάζονται να λογοδοτήσουν ώστε κατόπιν να τιμωρηθούν; Έτσι, όμως, ο ασθενής παύει να είναι “θύμα της ψύχωσής του” και καθίσταται ένοχος. [ …]

Η Sorman εισέρχεται στην τρέλα με διακριτικότητα, αμηχανία, δισταγμό και έντονες ηθικές αναστολές. Έχει επίγνωση πως μπαίνει αδαής στο περιβάλλον του ψυχιατρείου, “το ασαφές, το ομιχλώδες, το υπνωτικό, μέσα σ’ αυτό τον χρόνο, τον εξαρθρωμένο, τον τρελαμένο από την οδύνη”. Έχει επίγνωση πως τη στιγμή που εκείνη αναζητά τη σωστή λέξη, θα αρκούσε ίσως ένα νεύμα. Δεν την καθησυχάζει η αυταπάτη της κατανόησης. Βρίσκεται εκεί καταχρηστικά για να παραστεί “στην έκφραση της ζωής καθώς απογυμνώνεται”· “μην ξέροντας πάντα πού να σταθώ, ενίοτε αποσυντονισμένη, αδέξια – και να δοκιμάσω την ικανότητά μου όχι να κατανοώ, μα να οσμίζομαι, να περισυλλέγω, να βιώνω. Κι έπειτα να μένω σ’ αυτό”.

Ο λόγος της Joy Sorman, απορηματικός, διερμηνευτικός, εφεκτικός, συμπονετικός, βαθύτατα ηθικός, είναι απότοκος του βλέμματός της. Κοιτάζοντας τη ζωή στα έγκατα ενός ψυχιατρείου, η Sorman ψηλαφεί το νήμα που χορδίζει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, την οδύνη. Μπορεί να μην ξέρει τις σωστές λέξεις για να μιλήσει στην τρέλα, αλλά γνωρίζει πως ο πόνος, ο δικός μας και των άλλων, παραμένει πάντοτε αμετάφραστος».

Η δεινή «κολυμβήτρια» στις ψυχικές ασθένειες Joy Sorman

Η Joy Sorman γεννήθηκε στο Παρίσι το 1973 και σπούδασε Φιλοσοφία. Για ένα χρονικό διάστημα εργάστηκε στη μέση εκπαίδευση, αλλά και στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση ως δημοσιογράφος. Έχει δημοσιεύσει μυθιστορήματα, όπου συνήθως αναμειγνύει μυθοπλασία και έρευνα στο πεδίο, παιδικά βιβλία και δοκίμια. Τα θέματα που την απασχολούν κυρίως είναι το σώμα, η ταυτότητα, η ετερότητα και η σχέση των ανθρώπων με τα ζώα.


[1] Γιάννης Δεβετζόγλου, «Στοιχεία σοκ: Με ψυχική διαταραχή 1 στους 4 πολίτες στην Ελλάδα». Ανακτήθηκε από: https://www.news247.gr/ygeia/stoicheia-sok-me-psychiki-diatarachi-1-stoys-4-polites-stin-ellada.9908561.html

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.