«Το Ταβλι» του Δημητρη Κεχαιδη στην Κομοτηνη για 6 παραστασεις

Το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής παρουσιάζει την θεατρική παράσταση «Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη για έξι παραστάσεις την Παρασκευή 17, το Σάββατο 18, την Κυριακή 19, την Τετάρτη 22, την Πέμπτη 23 και την Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012 στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κομοτηνής στις 9 το βράδυ.
«Το Τάβλι» είναι μια γνήσια λαϊκή κωμωδία χαρακτήρων, σοκαριστικά επίκαιρη, ως σάτιρα της νεοελληνικής νοοτροπίας, σαράντα χρόνια μετά το πρώτο του ανέβασμα από το Θέατρο Τέχνης και τον Κάρολο Κουν.
Ο ΠτΘ συνάντησε τους δύο πρωταγωνιστές της παράστασης «Το τάβλι», την Παρασκευή το πρωί στο θέατρο του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κομοτηνής, ενώ έστηναν το σκηνικό της παράστασης και διευθετούσαν τις τελευταίες λεπτομέρειες για την αποψινή πρεμιέρα.

Το τάβλι αφορμή για συζήτηση

ΠτΘ: Εσείς παίζετε τάβλι; Το τάβλι είναι μια αντρική υπόθεση;
Ν.Ο.:
Όχι απαραίτητα, εξάλλου μια από τις μεγαλύτερες ταβλαδόρους ήταν η Μελίνα Μερκούρη. Εγώ δεν παίζω τάβλι, προτιμώ να διαβάζω στις ελεύθερες μου ώρες, ωστόσο είχα μάθει και είχα εξελιχθεί σε καλό ταβλαδόρο, όταν ήμουν φαντάρος στην Αλεξανδρούπολη. Μετά το στρατό το παράτησα και μου ξαναέμαθε τώρα ο Κώστας, είμαι λίγο ανεπίδεκτος. Σε ό,τι αφορά το έργο, σε όλα τα θεατρικά έργα, αν συλλάβεις την αιτία που ενώνει όλα τα πρόσωπα σε ένα συγκεκριμένο χώρο, έχεις συλλάβει το μισό έργο. Το τάβλι είναι η αιτία για να βρεθούν οι δύο ήρωες και να ξεκινήσει να ξετυλίγεται το κουβάρι της ιστορίας.
Κ.Κ.: Το τάβλι, δεν είναι αυτό που κυριαρχεί στην παράσταση, το τάβλι είναι απλώς η αφορμή, για να ξεκινήσει μια συζήτηση, που ξεκινάει σε μια αυλή. Όλα ξεκινούν από το τάβλι αλλά έχουν μια πολύ διαφορετική εξέλιξη. Και δεν είναι ένα έργο που αφορά μόνο τους άντρες, αφορά ίσως περισσότερο τις γυναίκες.

Τα νεοελληνικά έργα που ασχολούναι με τον Έλληνα δεν θα γίνουν ποτέ ντεμοντέ

ΠτΘ: Το έργο γράφτηκε το 1972 και πραγματεύεται ανθρώπινους χαρακτήρες. Πόσο πιστεύετε ότι έχουν αλλάξει οι άνθρωποι από τότε;
Ν.Ο.:
Στην Ελλάδα οι άνθρωποι και ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα αλλάζουν με πολύ αργούς ρυθμούς. Η Ελλάδα άλλαξε ραγδαία στο περιτύλιγμα τις τελευταίες δεκαετίες, δηλαδή φοράμε ευρωπαϊκά ρούχα, κουβαλάμε δυο – τρία ηλεκτρονικά μηχανήματα ο καθένας μας, αλλά κατά βάθος παραμένουμε ένας ραγιάδικος λαός που κοιτάει να τη βολέψει με το λιγότερο κόπο. Τα νεοελληνικά έργα που ασχολούνται με τη φύση του έλληνα θα αργήσουν πάρα πολύ να γίνουν ντεμοντέ, ακριβώς γιατί δεν αλλάζει η κοινωνία. Οι βασικές τομές που έχουν γίνει στην ελληνική κοινωνία, έχουν γίνει από ανθρώπους που ήρθαν από το εξωτερικό, επειδή αγαπούσαν αυτό τον τόπο με νέες ιδέες για να βελτιωθεί η ζωή.
Κ.Κ.: Τόσα χρόνια έχουν αλλάξει τόσες κυβερνήσεις και δεν έχει γίνει τίποτε σε αυτό τον τόπο, έτσι χωρίς εξέλιξη έχουν μείνει και οι άνθρωποι. Εκτός από αυτούς που έχουν φύγει στο εξωτερικό και έχουν αποκτήσει άλλες εικόνες, η βασική ρίζα των ελλήνων έχει μείνει ίδια.
Ν.Ο.: Πρέπει βέβαια να πω ότι δεν πρέπει να είναι επίκαιρο το έργο αλλά να είναι επίκαιρη και η παράσταση. Γιατί έχουμε δει πολύ επίκαιρα έργα σε πολύ ντεμοντέ παραστάσεις

ΠτΘ: Πως καταφέρνετε να είναι επίκαιρη μια παράσταση; γιατί η κάθε παράσταση είναι διαφορετική…
Κ.Κ.:
Ακολουθώντας ακριβώς τη μηχανορραφία του έργου, χωρίς να επεμβαίνουμε στο έργο. Είναι απίστευτο το πώς ο Κεχαϊδης, γράφοντας ένα έργο το 1972, παραμένει τόσο επίκαιρος σήμερα. Δεν χρειάστηκε να κάνουμε την παραμικρή αλλαγή. Ανταποκρίνεται τόσο πολύ το κείμενο στο σήμερα, που εμείς δεν χρειάστηκε να κάνουμε τίποτε παραπάνω από το να μείνουμε πιστοί σε αυτό που πρεσβεύει το έργο. Και φυσικά να επικοινωνήσουμε το έργο στο κοινό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ν.Ο.: Η σκηνοθετική μας άποψη κινήθηκε στο να αναδείξει τη διαχρονική δύναμη που έχει αυτό το έργο. Και το έργο έχει αυτή τη δύναμη γιατί είναι αληθινό και ό,τι είναι αληθινό σπάει το φράγμα του χρόνου. Πολλές φορές οι σκηνοθέτες ξεκινούν ανάποδα, βάζουν πρώτα την άποψή τους και μετά ψάχνουν το κατάλληλο έργο για να την υποστηρίξουν. Στο «Τάβλι» δεν γίνεται κάτι τέτοιο, αιτία της παράστασης είναι το έργο και η σκηνοθετική άποψη είναι να αναδείξει τα νοήματά του, την αλήθεια του και τους διαλόγους του που είναι αριστοτεχνικά γραμμένοι.

Οι καθιερωμένοι θεατρικοί χώροι δεν αφήνουν χώρο στις νέες θεατρικές δυνάμεις να εκφραστούν

ΠτΘ: Η παράσταση ανέβηκε σε μια αυλή στο Θησείο. Τελευταία βλέπουμε να ανεβαίνουν παραστάσεις σε αποθήκες, σε ταράτσες, γιατί γίνεται αυτό; Γιατί κι εσείς επιλέξατε μια αυλή;
Κ.Κ.:
Η ιδέα ξεκίνησε από το ίδιο το έργο, διαβάζοντάς το, σκεφτήκαμε ότι θα ήταν τέλειο να βρούμε το σκηνικό του έργου μέσα στην πόλη.
Ν.Ο.: Εξάλλου το θέατρο είναι γάργαρο νεράκι, δεν μπορείς να το βάλεις σε καλούπια, θα αναβλύσει από παντού. Αυτή τη στιγμή έχουμε πάρα πολλές νέες θεατρικές δυνάμεις. Ας μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε ένα καταραμένο κράτος που κανείς δεν αναδεικνύει κανένα, και οι νέοι άνθρωποι πια είναι οι πλέον μειονοτικοί, η πλέον πολυπληθέστερη ομάδα ατόμων με ειδικές ανάγκες σε αυτή τη χώρα, που θέλει κάπου να εκφραστεί. Οι καθιερωμένοι θεατρικοί χώροι δεν αφήνουν χώρο στις νέες θεατρικές δυνάμεις να εκφραστούν, γι’ αυτό και επιλέγουν να εκφραστούν σε μπαρ, καφενεία, μηχανουργεία, και έτσι νέοι τρόποι έκφρασης εξερευνούνται σε μη συμβατικούς χώρους. Εξάλλου στο εξωτερικό γίνεται κατά κόρον.
Κ.Κ.: Η ανάγκη έκφρασης είναι δύσκολο να καλυφθεί σε ένα θέατρο λόγω και του οικονομικού κόστους που έχει η λειτουργία ενός συμβατικού θεατρικού χώρου.

Η δική μας παράσταση στήθηκε εξ’ αρχής για να επικοινωνήσει με όλη τη χώρα

ΠτΘ: Στην εποχή της κρίσης, η Αθήνα μοιάζει ένας κορεσμένος χώρος καλλιτεχνικά, θα μπορούσε να υπάρξει ένα ρεύμα «καλλιτεχνικής εσωτερικής μετανάστευσης»;
Κ.Κ.:
Η Αθήνα είναι ένας κορεσμένος χώρος λόγω του μεγάλου μεταναστευτικού ρεύματος, ωστόσο δεν θα έλεγα ότι είναι κορεσμένος καλλιτεχνικά. Ο λόγος που οι καλλιτέχνες δεν βγαίνουν προς την περιφέρεια, είναι σίγουρα τα αυξημένα κόστη, κόστη μετακίνησης, κόστη ενοικίασης των θεάτρων. Για μας είναι ευτυχία που μπορούμε να κινούμαστε με την παράσταση σε πολλά μέρη, αλλά είμαστε δύο και έχουμε μια παράσταση που μετακινείται εύκολα
Ν.Ο.: Η Αθήνα είναι μια πόλη «ξενοδοχείο», ζούμε όλοι εκεί αναγκαστικά γιατί σε αυτή τη χώρα έχουν αναπτυχθεί μόνο δύο πόλεις και ένας δρόμος που τις ενώνει, η Θεσσαλονίκη και η Αθήνα, όλες οι άλλες πόλεις έχουν αναπτυχθεί σε μια μικροκλίμακα βάσει τοπικών δυνατοτήτων. Άρα έχουμε ένα κορεσμό πια στην Αθήνα, όπου βρίσκεις πια θέατρο σε κάθε γειτονιά και αυτό σε συνδυασμό με την καλλιτεχνική και οικονομική χρεοκοπία των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ, δημιούργησε μια πόλη με 200 θέατρα και 50 πόλεις με κανένα. Η δική μας παράσταση στήθηκε εξ’ αρχής για να επικοινωνήσει με όλη τη χώρα. Δυστυχώς οι παραστάσεις δεν στήνονται με εξωστρέφεια. Αυτό που είναι σημαντικό στις μέρες μας είναι να μην υπάρχει στασιμότητα γιατί αυτό σημαίνει θάνατο.

Να βγάλουμε από το μυαλό μας τη νοοτροπία της επιχορήγησης

ΠτΘ: Είναι και αντίδοτο στην κρίση η μη στασιμότητα;
Ν.Ο.:
Είχαμε συνηθίσει σε ένα κράτος πατερούλη που περιμέναμε να μας χαρτζιλικώσει για να κινηθούμε. Αυτή η πρακτική τελείωσε, εμείς ξεκινήσαμε μόνοι μας και δεν περιμέναμε από κανένα κρατικό ή δημοτικό φορέα να μας βοηθήσει. Από δω και πέρα πρέπει να βγάλουμε από το μυαλό μας τη νοοτροπία της επιχορήγησης, θα δουλέψουμε όπως και να έχει.
Κ.Κ.: Δεν υπάρχει άλλη λύση πέρα από αυτή.

ΠτΘ: Το θέατρο σήμερα είναι ό,τι ήταν πάντα;
Ν.Ο.:
Το θέατρο είναι η πιο σύγχρονη τέχνη. Το θέατρο πρέπει να μιλάει γι’ αυτό που γίνεται στην κοινωνία σήμερα.
Κ.Κ.: Ο ζωτικός χώρος του θεάτρου είναι η κοινωνία.

 

Υπόθεση του έργου

 

Ο Φώντας και ο Κόλλιας. Αρχές δεκαετίας του ’70. Στην αυλή του σπιτιού τους, ένα αυγουστιάτικο απόγευμα. Ο Φώντας είναι ταβλαδόρος. Ο Κόλλιας λαχειοπώλης. Μέσα σε ένα απόγευμα θα στήσουν την κομπίνα του αιώνα, προκειμένου να «βγουν και αυτοί επιχειρηματίες στην κοινωνία, να πιάσουν την καλή» όπως λένε. Η κομπίνα στήνεται, τινάζεται στον αέρα, ξαναστήνεται, και οι ήρωες παλεύουν με το παρελθόν, το άχαρο παρόν τους και το ελπιδοφόρο μέλλον. Μια κωμωδία χαρακτήρων, από τις ωραιότερες του νεοελληνικού Θεάτρου.

Ταυτότητα παράστασης

 

Διανομή: Φώντας: Νίκος Ορφανός, Κόλλιας: Κωνσταντίνος Κάππας. Σκηνικά – κοστούμια: Πηνελόπη Μπάμπου. Σκηνοθεσία: Νίκος Ορφανός-Κωνσταντίνος Κάππας
Φωτισμοί: Γιώργος Ανεστόπουλος. Μουσική επιμέλεια: Νίκος Ορφανός
Μία συμπαραγωγή του Κέντρου Υποκριτικής & Αφηγηματικής Τέχνης και του ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής.

Τιμή εισόδου: 10€
Για πληροφορίες, κρατήσεις θέσεων και προπώληση εισιτηρίων μπορείτε να καλείτε στα γραφεία του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κομοτηνής στα τηλ. 25310-37770, 25310-25970 και 25310-27484.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.