Τα βιβλια που μας …ξεκουρασαν

Αποκριεύοντας οίκοι με μαγείρεμα νηστίσιμων αλλά μη χοληστερινούχων φαγητών ήτοι μαγειρεύοντας απλά κι ελληνικά, από φασολάδα μέχρι χόρτα…

Διατηρώντας, συν τοις άλλοις, τη διαύγεια της ηλικίας μας που απέκλειε το ποτό, ήταν λογικό τα βραδινά του τριήμερου να αφιερωθούν στην ανάγνωση δύο υπέροχων μυθιστορημάτων, άρτι εκδοθέντων από τις εκδόσεις «Πόλις», για τα οποία κι αφού δις ξενυχτήσαμε, το βραδινό της Δευτέρας διαβάσαμε εκτενείς αναφορές στο αφιέρωμα στο βιβλίο των «Νέων»…

Οπότε ιδού… Συστήνοντάς τα ανεπιφύλακτα, κι όσο ο καιρός είναι κρύος, αναζητείστε τα… Θα περάσετε, όπως κι εμείς, μαζί τους καταπληκτικά… Οίκοι πάντα…

Eric Fottorino,

«Κινηματογραφικά φιλιά», Μετάφραση: Άννα Δαμιανίδη, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2009

Ισχυρός άνδρας της γαλλικής «Le Μonde», εκδότης και διευθυντής της, ο Ερίκ Φοτορινό, εκπέμπει μια ηρεμία, χωρίς όμως να αφήνει έδαφος για παρεξηγήσεις. Μικρόσωμος ναι, χαμηλών τόνων, ίσως, τίποτα όμως απ΄ αυτά δεν τον εμποδίζει να είναι ουσιαστικός, παρεμβατικός, γεμάτος ενέργεια. Τα χαρακτηριστικά του ετούτα εξειδικεύονται με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τρόπο στη δεύτερή του ιδιότητα, του πεζογράφου.

Στο καινούργιο του μυθιστόρημα «Κινηματογραφικά φιλιά» (Βραβείο Femina 2007) πραγματεύεται επιδέξια το θέμα του φωτός και της σκιάς, και από δίπλα το θέμα του έρωτα, της θέλησης για ζωή, της ελευθερίας, της αναζήτησης της ταυτότητας, της διαχείρισης της μνήμης αλλά και της απουσίας μνήμης. Τίποτα το πολιτικό ή το δημοσιογραφικό δηλαδή. Ο Φοτορινό διαχωρίζει τις δύο ιδιότητες με αξιοθαύμαστη καθαρότητα. Σαν τους ήρωές του, ξέρει και αυτός τα πάντα για το φως, για το πώς μπορεί να σε λούζουν οι προβολείς και εσύ ίσα να φαίνεσαι, ή για το πώς μπορεί να είσαι στη σκιά και ταυτόχρονα να αποτελείς πηγή αστείρευτης ενέργειας, σαν ήλιος.

Ο ήρωάς του, ο Ζιλ, είναι γιος ενός σημαντικού διευθυντή φωτογραφίας που συνεργάστηκε με μεγάλους κινηματογραφιστές: από τον Φρανσουά Τριφό μέχρι τον Κλοντ Σαμπρόλ και από τον Αντονιόνι μέχρι τον Φελίνι. Ο Ζαν Εκτόρ αιχμαλώτιζε στον φακό του μεγάλες σταρ του σινεμά: την Ανούκ Εμέ, τη Ρόμι Σνάιντερ, την Κατρίν Ντενέβ, την Ιζαμπέλ Ατζανί, τη Μαρλέν Ζομπέρ, τη Μάρθα Κέλερ. Αλλά αν ήξερε να αποκαλύπτει την ομορφιά τους στον φακό, ήξερε παράλληλα να κρύβεται ο ίδιος από τον γιο του. «Για το φως δεν μιλάμε», έλεγε. Πέθανε χωρίς να του αποκαλύψει ούτε το ποια ήταν η μητέρα του. Μόνο λίγο πριν πεθάνει, του είπε ότι ήταν καρπός ενός κινηματογραφικού φιλιού.

Ο Ζιλ είναι δικηγόρος. Στον ελεύθερο χρόνο του βλέπει τις ταινίες του ΄60 και του ΄70, καθώς αναζητά τη μητέρα του στην οθόνη και μαζί αναζητά τη μήτρα μιας παρισινής εποχής που πλέον τη σκεπάζει η ομίχλη. Σε μια τέτοια αίθουσα γνωρίζει μια αέρινη ύπαρξη, τη Μεϊρίλ, παντρεμένη, πρώην μοντέλο του Ντιόρ και τώρα μεταφράστρια στην Ουνέσκο. Εκείνη διαθέτει το φως μιας πρωταγωνίστριας, αυτός αναζητά τις ρίζες του στα σκοτάδια του παρελθόντος. Η σχέση εξελίσσεται σε πάθος, ακολουθώντας εξελικτικά την πορεία των ερευνών του Ζιλ για τη μητέρα του. Η ταυτόχρονη κορύφωση των δύο ιστοριών θα φέρει και την απότομη λύση.

Τα «Κινηματογραφικά φιλιά» είναι ταυτόχρονα μια ελεγεία της νουβέλ βαγκ, ένας φόρος τιμής στους αφανείς ήρωές της, τους φωτογράφους των πλατό, επίσης μια διαπραγμάτευση της σχέσης του παιδιού με τα πατρικά μυστικά, μια διερεύνηση του ερωτικού πάθους, του νοήματος, της αναμέτρησης με την ίδια την ύπαρξη. Και όλα αυτά σε ύφος λιτό, χαλαρό, κάπως ψυχρό, χωρίς πάθος, με μια ελευθερία που μπορεί, όπως και η νουβέλ βαγκ, να αποστασιοποιείται ακόμη και από τον ίδιο τον εαυτό της.

Μανώλης Πιμπλής, «Τα Νέα»,28/2/-1/3/2009

Κάλλια Παπαδάκη, «Ο ήχος του ακάλυπτου»,

Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2009

Επί εννέα χρόνια έγραφε στα αγγλικά. Η αποστασιοποίηση από τη μητρική γλώσσα την απελευθέρωνε- σπούδαζε άλλωστε στη Βοστώνη. Άρχισε να γράφει στα ελληνικά μόλις προς το τέλος του 2006. Και σήμερα, η 30χρονη Κάλλια Παπαδάκη, η σπουδαγμένη οικονομολόγος, έχει έτοιμο το πρώτο της βιβλίο με νουβέλες που σε γραπώνουν και σε ταρακουνούν με το λογοτεχνικό τους ύφος. Ένα ύφος που αναπτύσσεται σε πολύ δυνατές εικόνες και ερμηνεύει θά ΄λεγε κανείς, τη νεο-νουάρ πλοκή καθεμιάς από τις έξι κοινόχρηστες ιστορίες της.

Μιλάμε για τον «Ήχο του ακάλυπτου» (Πόλις) που τυλίγει τον αμέριμνο αναγνώστη και, πριν το καταλάβει, τον πετάει στο πηγάδι της σύγχρονης πραγματικότητας. Όχι όμως για να δει τη μαυρίλα αλλά για να νιώσει στο πετσί του τις γκρίζες περιοχές της- και εκεί ακριβώς εντοπίζεται το ενδιαφέρον αυτού του βιβλίου. Η συγγραφέας έχει διαλέξει έξι κεντρικούς χαρακτήρες ως ξεναγούς σε μια σειρά από καταστάσεις εφιαλτικά ρεαλιστικές. Ο τυφλός με το μαύρο χιούμορ, η κουτσομπόλα με την κοινωνική ανοσία, ο ανήσυχος συγγραφέας, η λαϊκή «γάτα» με τη χαμαιλεοντική προσωπικότητα, ο διαμεσολαβητής- κοράκι και η ψυχοπροβληματική, είναι οι ιχνηλάτες του αναγνώστη στον… θαυμαστό καινούργιο ελληνικό κόσμο. Ποιος είναι αυτός; Είναι ο κόσμος της λαμογιάς και του φιλοτομαρισμού, της αποκτήνωσης και του θράσους, που λειτουργεί ερήμην των θεσμών και της Πολιτείας, χωρίς τύψεις ούτε προσχήματα. Μ΄ αυτόν τον κόσμο έρχεται, όχι πια σε σύγκρουση όπως θα συνέβαινε παλιότερα, αλλά σε διαλεκτική σχέση, η γενιά της συγγραφέως• η γενιά του Αλέξη Τσίπρα.

Αυτή είναι η γκρίζα διάσταση των πραγμάτων που συλλαμβάνει η Κάλλια Παπαδάκη, και την περιγράφει με διεισδυτικότητα, δίχως ιδεολογικές αναφορές- χαρακτηριστικό κι αυτό της γενιάς της- κατανοώντας τους ήρωές της χωρίς όμως να γίνεται συνήγορός τους. Ο καθένας τους λοιπόν, θα επιβιώσει καλύτερα ή χειρότερα ανάλογα με τη νοοτροπία του, αλλά η επίγευση που θα μείνει στον αναγνώστη είναι ότι εδώ τα πράγματα δεν θα τελειώσουν καθόλου happy.

Έχουν ένα απρόοπτο γύρισμα αυτές οι ιστορίες,που βάζει τον αναγνώστη στην πρίζα και καλλιεργεί ένα κλίμα αόρατης απειλής και δυσφορίας. Ο τυφλός πέφτει θύμα απαγωγής στο κέντρο της Αθήνας και μπλέκεται με την ρωσοπακιστανική μαφία που διακινεί ύποπτα κινέζικα κρέατα. Η κουτσομπόλα και η φιλενάδα της, κουτοπόνηρες εκπρόσωποι του κοινού των πρωινάδικων που τη βγάζουν μια χαρά χωρίς επαφή με την πραγματικότητα, παγιδεύoνται στην κομπίνα ενός παραχαράκτη που έχει προηγούμενα με μια γειτόνισσά τους. Ο νεαρός συγγραφέας που τον έχουν προδώσει κολλητοί και γκόμενες, αφήνεται στα κύματα της φαντασίας και της περιέργειάς του που θα τον οδηγήσουν να λύσει ανεξιχνίαστους φόνους αλλά και να γίνει κι ο ίδιος φονιάς. Η πανέξυπνη παραλίγο ηθοποιός που σιγοντάρει τον φίλο της στις διαρρήξεις και στα πάρε- δώσε του με τον υπόκοσμο, αλλάζει ταυτότητα όταν στραβώνει το κόλπο του, για να ζήσει άχρωμα σαν λογίστρια. Ο πρώην αστυνομικός και σήμερα «διαμεσολαβητής», που περιμένει στα νοσοκομεία ποιος θα πεθάνει για να τον «δώσει» σε έναν δικηγόρο ο οποίος θα εκβιάσει το νοσοκομείο να εγκρίνει αποζημιώσεις για (ανύπαρκτο) ιατρικό λάθος, σιχαίνεται αυτή τη δουλειά αλλά δεν μπορεί να πείσει ούτε τη μάνα του. Κι όταν ένα απρόοπτο θα του ξυπνήσει την ανθρωπιά του, εκείνος θα τη θάψει γιατί έχει αποδεχτεί τον ρόλο του οργάνου σε έναν κυνικό μηχανισμό, επαγγελματικό και οικογενειακό. Όσο για την 67χρονη με τις ανώδυνες μανίες και τις κρίσεις πανικού, που έζησε δέκα χρόνια στο ψυχιατρείο σαν ζώο επειδή η κοινωνία δεν ανέχεται την ασυμβατότητα, θα πέσει μαζί με τον γιο της πλέον, θύμα της εκμετάλλευσης των πρώην βασανιστών της. Αλλά εδώ θα επέμβει επιτέλους η θεία δίκη. Όλοι αυτοί οι ήρωες, φωτισμένοι από διαφορετική κάθε φορά γωνία, κάνουν περάσματα ο ένας στην ιστορία του άλλου καθώς μοιράζονται εντέλει τον ίδιο ακάλυπτο. Ή για να το πούμε πιο σκληρά, είναι και το ίδιο ακάλυπτοι όλοι τους, στα συναισθήματά τους…

Η Κάλλια Παπαδάκη λατρεύει να τριγυρνάει στους δρόμους και να ακούει τη ζωή. Αυτή είναι η πηγή της έμπνευσής της… Επιπλέον, ζει αφοσιωμένη στην τέχνη της αφήγησης. Με εντυπωσιακή ωριμότητα και γοητευτικά αποτελέσματα.

Μικέλα Χαρτουλάρη, [email protected], «Τα Νέα», 28/2/-1/3/2009

Κείμενα – Επιμέλεια: Τ.Β.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.