Συμεων Μαυριδης «Οι τελευταιοι υπερασπιστες της Χριστουπολης»: Ενα βιβλιο αναφορας και προσθηκης

Γιατί και η ιστορία χρειάζεται την υπεράσπισή της

Από τις εκδόσεις «Παρατηρητής της Θράκης»  κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του Συμεών Μαυρίδη «Οι τελευταίοι υπερασπιστές της Χριστούπολης – Η ημιαυτόνομη πολιτεία των αδελφών Αλεξίου και Ιωάννου στην Ανατολική Μακεδονία πριν την οθωμανική κατάκτηση 1342-1387» (2020), ενός συγγραφέα που συνδέει με εξαιρετικό τρόπο το επάγγελμά του με τον τίτλο του πονήματός του, ως δικηγόρος-«υπερασπιστής». Το παρόν βιβλίο αποτελείται από 208 σελίδες, χωρίζεται σε τέσσερα μέρη, σε δεκατρία κεφάλαια και αφιερώνεται στον Άγιο Γεώργιο.  Ως προς την επιστημονική του συνεισφορά, το πόνημα αυτό παρουσιάζει μια τριπλή στοχοθεσία. Πρώτον αποσκοπεί να τιμήσει τα δυο αδέρφια, δεύτερον επιθυμεί να συμπληρώσει το κενό σε επίπεδο μονογραφίας, και τρίτον στοχεύει να αναδείξει τη βυζαντινή και τη χριστιανική πλευρά της Χριστούπολης.

Η ιστορική πραγματικότητα της εποχής

Τον 14ο αιώνα η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο) βρισκόταν σε πλήρη αποσύνθεση. Εξ αιτίας των δύο εμφυλίων πολέμων που ανέκυψαν, σε διάστημα τριανταπέντε μόλις ετών, οι εδαφικές της κτήσεις είχαν συρρικνωθεί στη Μικρά Ασία, την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Εν μέσω της διαμορφωθείσης χαοτικής καταστάσεως, δύο μέχρι τότε άγνωστα αδέλφια από τη Μικρά Ασία, ο Αλέξιος και ο Ιωάννης, χωρίς να διαθέτουν επώνυμο, εμφανίζονται στο ιστορικό προσκήνιο γύρω στο 1342. Συμμαχώντας, την περίοδο του εμφυλίου, με τις δυνάμεις του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, και μετά το 1345 αυτενεργώντας, κατόρθωσαν πολύ σύντομα να δημιουργήσουν μια μικρή ημιαυτόνομη βυζαντινή πολιτεία, με επίκεντρο τη Χριστούπολη (Καβάλα), ελέγχοντας τα γειτονικά κάστρα στην Ανακτορούπολη (Νέα Πέραμος), στη Θάσο και στη Χρυσούπολη στον Στρυμόνα (περιοχή Αμφίπολης). Παρά τις τεράστιες αντιξοότητες, κατόρθωσαν με σιδηρά πυγμή να διατηρήσουν αδιαλείπτως, για περίπου μισό αιώνα, ελεύθερη την τοπική βυζαντινή παραθαλάσσια ηγεμονία τους, όταν όλες οι γειτονικές κτήσεις είχαν χαθεί πλην της Θεσσαλονίκης. Δυστυχώς, ο θάνατος του Μεγάλου Πριμικηρίου Ιωάννη το 1386/1387 και η επιγενόμενη άλωση της Χριστούπολης το 1391 από τους Οθωμανούς, παρά την ηρωική αντίσταση των υπερασπιστών της, έθεσαν ένα ακόμα χοντρό καρφί στο φέρετρο της παραπαίουσας Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Τα αδέρφια Αλέξιος και Ιωάννης και η Ι. Μ. Παντοκράτορος

Ο Αλέξιος και ο Ιωάννης με τις ικανότητές τους κατόρθωσαν να διατηρήσουν και να επεκτείνουν τις περιοχές που ήλεγχαν, χτίζοντας κάστρα και συμμαχώντας ενίοτε με τρίτους όταν το επέβαλαν οι περιστάσεις όπως π.χ. με τον βενετικό στόλο. Μάλιστα μετά τον θάνατο του Αλεξίου, ο Ιωάννης κατάφερε με σιδηρά πυγμή να κρατήσει τόσο τη Χριστούπολη όσο και τη Θάσο ελεύθερες, γεγονός αξιομνημόνευτο και επίτευγμα κολοσσιαίο.  Γενικότερα, η ημιαυτόνομη πολιτεία τους κατά την διάρκεια της ζωής τους και για πενήντα χρόνια περίπου έμεινε ελεύθερη.

Τα δυο αδέρφια ήταν ιδιαιτέρως θρήσκοι, αγαπούσαν την ορθοδοξία και το μοναστικό πολίτευμα. Επί των ημερών τους, θεμελιώθηκε από τους ίδιους η Ι.Μ. Παντοκράτορος του Αγίου Όρους, την οποία όσο ζούσαν προίκισαν αμφότεροι με πληθώρα δωρεών και εκτάσεων. Έτσι, μέχρι και σήμερα οι τάφοι τους σώζονται εντός της Μονής αυτής σε ειδική σαρκοφάγο. Δηλαδή αν και για πάνω από πεντακόσια χρόνια από την οθωμανική σκλαβιά πολυάριθμοι εχθροί της Ελλάδος σκύλευσαν τη ρωμηοσύνη τους, εντούτοις τα δυο αδέρφια τιμώνται ακόμα και σήμερα.

Μεταξύ μορφής και περιεχομένου

Μορφολογικά, το πρώτο μέρος με τίτλο «14ος αιώνας – Η διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», τοποθετεί την έρευνα στο κατάλληλο χωροχρονικό πλαίσιο και ασχολείται με βασικά ζητήματα ορολογίας γύρω από τον επίπλαστο όρο «Βυζάντιο». Το δεύτερο μέρος, το οποίο τιτλοφορείται «Τα αδέρφια Αλέξιος και Ιωάννης σε δράση», αποτελεί τον κορμό της έρευνας και αναλύει τα πρώτα βήματα των Αλεξίου και Ιωάννη μέχρι και τον θάνατο του πρώτου το 1368/1369 και την ανάληψη έκτοτε της διοίκησης μόνο από τον Μέγα Πριμικήριο Ιωάννη. Ακόμα, μας πληροφορεί για την κατάκτηση της Ανακτορούπολης, της Θάσου και της Χρυσούπολης, καθώς και για τη δημιουργία της ημιαυτόνομης πολιτείας. Το τρίτο μέρος πραγματεύεται τα τελευταία χρόνια της πολιτείας των Αλεξίου και Ιωάννη, χρόνια ιδιαιτέρως μελαγχολικά, τη συμμαχία του Ιωάννη με τους Βενετούς και θίγει και το ζήτημα της απόσυρσης του Ιωάννη από τα εγκόσμια γύρω στο 1384 έως και τον θάνατό του το 1386/1387. Το τέταρτο και τελευταίο μέρος περιλαμβάνει την αξιολόγηση, δηλαδή το απόσταγμα της έρευνας και απαρτίζεται από τα συμπεράσματα και τον επίλογο.

Όπως επισημαίνει και ο ίδιος ο συγγραφέας του βιβλίου, οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με την παρουσία των δύο αδερφών κατά τον 14ο αιώνα είναι ελάχιστοι, εξαιτίας των δυσκολιών της εποχής. Έτσι, η σημαντικότητα του πονήματος αυτούς είναι τεράστια, διότι από τη μια παραθέτει πλούσια βιβλιογραφία για τους μετέπειτα μελετητές και από την άλλη βοηθάει κάθε μελλοντικό αναγνώστη να γνωρίσει καταστάσεις, γεγονότα και πρόσωπα, που πιθανόν αγνοούσε. Συγκεκριμένα σημειώνει στο πρόλογό του:

«Δεδομένου ότι οι πηγές προς ανάλυση είναι συγκεκριμένες και έχουν αναλυθεί έως έναν σημαντικό βαθμό, το βάρος δόθηκε στη σύνθεση των διαθέσιμων πηγών, στη χρησιμοποίηση εικόνων και χαρτών προς βοήθεια του αναγνώστη, καθώς και στην επίλυση ερωτημάτων που ταλάνισαν τους Ειδικούς, όπως π.χ. στην εξακρίβωση της καταγωγής της συζύγου του Μεγάλου Πριμικηρίου Ιωάννη, της Άννας Ασανίνας Κοντοστεφανίνας, αλλά και της μυστηριώδους Άννας Τορνικίνας της Πιγκέρνισσας, με την οποία τα δύο αδέλφια Αλέξιος και Ιωάννης είχαν έρθει σε επαφή».

Πράγματι, το πόνημα αυτό περιλαμβάνει εξαιρετικά πλούσιο εποπτικό υλικό, ήτοι ο σημαντικός αριθμός ιστορικών χαρτών που αποτυπώνει τις συνεχείς αλλαγές επικυριάρχων επί των άλλοτε εδαφών της χαινούσης τον 14ο αι. Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στη Βόρεια Ελλάδα και την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, αλλά και τοπογραφικά σχεδιαγράμματα, αρχιτεκτονικά σχέδια, σχεδιαστικές και φωτογραφικές αποτυπώσεις μνημείων και εικόνων που συνδέονται με τη ζωή και το έργο των δύο πρωταγωνιστών, ανασυνθέτοντας άγνωστες ψηφίδες από τη δράση των αδελφών Αλεξίου και Ιωάννου, των τελευταίων υπερασπιστών της Χριστούπολης, που παρά τη σύγχρονη «αφάνειά» τους αγωνίστηκαν σθεναρά για την προάσπιση της περιοχής.

Ο «υπερασπιστής…» Συμεών Μαυρίδης

Ο  Συµεών Νικ. Μαυρίδης γεννήθηκε στην Καβάλα. Είναι κατά σειρά πτυχιούχος Νοµικής (2005), Κοινωνικής Διοίκησης (2009) και Πολιτικών Επιστηµών (2013) του Δηµοκριτείου Πανεπιστηµίου Θράκης. Κατέχει µεταπτυχιακό τίτλο στην Κοινωνική Διοίκηση του Δ.Π.Θ. (2010), στη Δηµόσια Διοίκηση του Πανεπιστηµίου Λευκωσίας (2015), αλλά και διδακτορικό δίπλωµα στο τµήµα της Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήµης του Δ.Π.Θ. (2014). Σήµερα ασκεί τη δικηγορία, είναι µεταδιδακτορικός ερευνητής στο Δ.Π.Θ. και διδάσκει σε διάφορα πανεπιστηµιακά τµήµατα βάσει του ΠΔ 407/80 και συναφούς νοµοθεσίας. Έχει εκδώσει τα εξής βιβλία: «Το δίληµµα ελευθερία ή ασφάλεια στην ανάπτυξη της κοινωνικής ζωής και η περιστολή δικαιωµάτων και ελευθεριών» (εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2015),  «Η τροµοκρατία και το δικαίωµα στην επανάσταση», (Ξυράφι, 2016), « Το ζήτημα της εκτελεστότητας των πράξεων των εκκλησιαστικών αρχών» (εκδ. Παρατηρητής της Θράκης, 2018) και «The right of revolution», (εκδ. Scholars’ Press, 2018).

*Η Γεωργία Ντεμίρη είναι φιλόλογος και διδακτορική φοιτήτρια στο ΤΕΦ/ΔΠΘ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.