«Οι Ρετσινες του Βασιλια»: Μια συγχρονη ηθογραφια, με εντονους προβληματισμους

Χριστουγεννιάτικο δώρο η γλαφυρότητα των περιγραφών και ο λυρισμός του Ισίδωρου Ζουργού

Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση του βιβλίου «Οι ρετσίνες του Βασιλιά» του Ισίδωρου Ζουργού, την Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου στο υπόγειο της «Λέσχης Κομοτηναίων».
 
Πλήθος κόσμου, έσπευσε να γνωρίσει και αγκαλιάσει το νέο βιβλίο του συγγραφέα, η παρουσίαση του οποίου υπήρξε αποτέλεσμα συνεργασίας των βιβλιοχαρτοπωλείων Βαφειάδη και των εκδόσεων Πατάκη, ενώ συζήτηση επί αυτού κατά την διάρκεια της παρουσίασης διημείφθη μεταξύ του συγγραφέα, της φιλολόγου κ. Ρένας Σαμαρά- Μάινα και του κ. Σπύρου Κιοσσέ, μέλους Ε.ΔΙ.Π. του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ.
 

«Ένα μυθιστόρημα που καταδεικνύει διαχρονικά και συλλογικά θέματα»

 
Ως μια «σύγχρονη ηθογραφία, με έντονους προβληματισμούς και μια ρεαλιστική απεικόνιση της ελληνικής επαρχίας στην περίοδο της οικονομικής κρίσης» χαρακτήρισε το βιβλίο η φιλόλογος κ. Ρένα Σαμαρά-Μάινα, ενώ παράλληλα συμπλήρωσε πως «πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που εν πολλοίς καταγράφει μια οικογενειακή ιστορία, αλλά μέσα από την περίπλοκη κατασκευή του καταδεικνύει διαχρονικά και συλλογικά θέματα».
 
«Ο Ισίδωρος Ζουργός σ’ αυτό του το μυθιστόρημα καταπιάνεται με θέματα κοινότοπα αλλά πάντα αξιομνημόνευτα» ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Σαμαρά-Μάινα, εξηγώντας πως πρόκειται για  «τη μοναξιά που βιώνει ο άνθρωπος, και κυρίως αυτός της τρίτης ηλικίας, την απώλεια, το πένθος, την προδοσία, τη ζωή που αλλάζει με ταχείς ρυθμούς. Κυρίως όμως στήνει έναν ανθρώπινο χαρακτήρα, το Λεόντιο Έξαρχο, φωτίζοντας όλες τις πτυχές του, δείχνοντας πως ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ μόνο καλός ή κακός, ποτέ δεν πρόδωσε μόνο αλλά και προδόθηκε».
 
«Όλα αυτά μέσα από την γλαφυρότητα των περιγραφών και τον λυρισμό του Ισίδωρου Ζουργού που μας κάνει το πιο ωραίο Χριστουγεννιάτικο δώρο με τις Ρετσίνες του βασιλιά του» τόνισε η φιλόλογος.
Μετά το πέρας της παρουσίασης, ο συγγραφέας απάντησε με χαρά στις ερωτήσεις που του τέθηκαν από το κοινό τόσο για το περιεχόμενο του επικείμενου βιβλίου όσο και για αυτό διαφορετικών βιβλίων που έχει συγγράψει στο παρελθόν.

 

Η «ανάγνωση»  της φιλολόγου Ρένας  Σαμαρά-Μάινα

 
«Ο συγγραφέας, με διάμεσο τη ρετσίνα,  συνδέει τον τίτλο του βιβλίου του με το συνήθειο του πρωταγωνιστή του και την ουσία της ελληνικής επαρχίας της κρίσης»
 

Ι. Η ιστορία- Ο πρωταγωνιστής Λεόντιος Έξαρχος

«Ένας βασιλιάς, ο Λεόντιος Έξαρχος, ηλικιωμένος πια, πρώην μηχανικός κι επιχειρηματίας, με όλα τα χαρακτηριστικά του μεγαλοαστού, μετά το θάνατο της γυναίκας του, Ουρανίας, επιστρέφει στον πατρογονικό πύργο του πεθερού του, σ’ ένα χωριό κάπου στην Αίγινα. Ο Λεόντιος, καθ’ όλα πετυχημένος, είναι εντελώς αποτυχημένος ως πατέρας, αφού δεν έχει επικοινωνία με καμία από τις τρεις του κόρες. Οι δυο από αυτές, η Γκαμπριέλα ή Γαβριηλία και η Ρεγγίνα,  ζουν στο εξωτερικό διαπρέποντας επαγγελματικά. Η πρώτη τον έβγαλε οριστικά από τη ζωή της οικογένειάς της, αφού δεν ανέχεται καμιά από τις επεμβάσεις του, ενώ η Ρεγγίνα λόγω της σεξουαλικότητάς της απορρίπτεται από τον Λεόντιο, που κόβει κάθε γέφυρα επικοινωνίας μαζί της, αδυνατώντας να την κατανοήσει. Η μικρότερη κόρη του, η Κορίνα, ζει στην Αθήνα, μια εντελώς αντισυμβατική ζωή, αντισυστημική και απορριπτική στον τρόπο ζωής του πατέρα της. Είναι η μόνη που γνωρίζει τα ένοχα μυστικά του, κι αυτό από μόνο του είναι ικανή συνθήκη να τον έχει απορρίψει εδώ και χρόνια. Έτσι ο Λεόντιος, απόμαχος και ολομόναχος, καταφτάνει στο χωριό της γυναίκας του για να κάνει τον απολογισμό του. Εμφανίζεται ένα φθινόπωρο και δημιουργεί αναστάτωση στην μικρή κλειστή κοινωνία του χωριού, αφού τους εξάπτει το ενδιαφέρον για τους λόγους που τον ώθησαν στην επιλογή  του να μείνει μόνιμα εκεί. Στη διάρκεια ενός έτους, όσο διαρκεί κι ο αφηγημένος χρόνος του μυθιστορήματος, χωρισμένος σε τέσσερις εποχές, ο Λεόντιος Έξαρχος θα προσπαθήσει να απεμπολήσει τις αστικές του συνήθειες, θα εγκλιματιστεί στην νέα κοινωνική του πραγματικότητα, θα συγχρωτιστεί ανθρώπους τόσο διαφορετικούς από τον ίδιο, θα υιοθετήσει τις συνήθειές τους και θα γνωρίσει τη ρετσίνα, το κρασί του λαού.
 

ΙΙ.Ο πύργος, το «βασίλειό» του

Ο Λεόντιος περνά το χρόνο του ανάμεσα στον πύργο του πεθερού του, το δικό του πια πύργο και στο καφενείο του χωριού. Ο πύργος είναι το βασίλειό του, αυτό που κληρονομικώ δικαίω, απέκτησε από τον πεθερό του, έναν άνθρωπο με τον οποίο ποτέ δεν είχε καμιά ουσιαστική επαφή, απεναντίας του ήταν ιδιαιτέρως αντιπαθής. Ο Ζαμάνης, άρχοντας της περιοχής, γιατρός και πολιτευτής, υπήρξε για τον τόπο του μάλλον εξουσιαστής και φεουδάρχης –αν και πολλοί τον θεωρούσαν και ευεργέτη. Η ανακάλυψη του αρχείου του πεθερού του θα τον φέρει σε επαφή με τον κόσμο του Ραμπελαί –και με έναν τρόπο θα επικοινωνήσει μαζί του, εκείνος έγραφε για να εκτονωθεί, το ίδιο κι Λεόντιος–  αλλά και κοντά σε ανομολόγητες αλήθειες για το παρελθόν της πατρικής οικογένειας της Ουρανίας, αποκαλυπτικές κι αναπάντεχες που θα κλονίσουν τα σαθρά θεμέλια της ψυχής του.
 
Στον πύργο κάνει και τον απολογισμό του γράφοντας ένα ιδιότυπο ημερολόγιο. Ξεκινά να συντάσσει μια σειρά ανεπίδοτες επιστολές τόσο στη νεκρή Ουρανία, όσο και στις τρεις του κόρες, καταγράφοντας τις ενστάσεις του για έναν κόσμο που δεν μπορεί να κατανοήσει, προσπαθώντας να εξηγήσει τους λόγους της δικής του συναισθηματικής ακαμψίας και ψάχνοντας τελικά την ελευθερία που απεγνωσμένα επιθυμεί για το τέλος της ζωής του.
 

ΙΙΙ. Στο καφενείο του χωριού με ρετσίνα

Στο καφενείο πάλι, τον έτερο χώρο, που εκτυλίσσεται η δράση, ο Λεόντιος Έξαρχος συναναστρέφεται  όλους τους απλοϊκούς ανθρώπους του χωριού, φιγούρες χαρακτηριστικές, αναγνωρίσιμοι τύποι, που ο καθένας με τον αξιακό του κώδικα και τη συμπεριφορά του επηρεάζουν τον βασιλιά  Λεόντιο και τελικά αργά αλλά σταθερά τον μεταμορφώνουν. Μέσα στο ομιχλώδες από τη νικοτίνη καφενείο αναπαρίσταται ο χθόνιος πολιτισμός του Ραμπελαί, ο διονυσιακός περίγυρος του Γαργαντούα, μια εύχαρις καρναβαλική ατμόσφαιρα.  Σ’ αυτόν τον κόσμο, στο καφενείο του Φώτη, ο συγγραφέας εντάσσει τους θυμόσοφους χωριάτες που βιώνουν τη ζωή σαν καρναβάλι, αποθεώνει τις μικρές ευτυχίες της, τη βρώση και την πόση, κυρίως όμως το γέλιο στην κοινωνική του διάσταση, ως μια ορισμένη κοινωνική χειρονομία, ως λειτουργία της κοινωνίας, όπως είπε ο Μπερκσόν.
 

IV. O  τρελός του χωριού, Ζαχαρίας ή Μασούρης

Σ’ αυτό το καφενείο ο Βασιλιάς Λεόντιος θα συναντήσει και τον πιο πιστό του ακόλουθο, τον Ζαχαρία ή Μασούρη, τον τρελό του χωριού. Θα αναπτύξουν μεταξύ τους μια πολύ τρυφερή σχέση. Ο Ζαχαρίας είναι συμπονετικός, αστείος, γκαφατζής, η μορφή του τρελού γελωτοποιού, μια μορφή γνωστή στα συγγραφικά χρονικά, από τον «μωρό» του ελληνορωμαϊκού θεάτρου, τους πονηρούς κωμικούς δούλους, την commedia dell’arte και την commedia erutida, τον τρελό του βασιλιά Ληρ. Ο χαρακτήρας του Ζαχαρία είναι σπουδαίος ως δευτεραγωνιστής του μυθιστορήματος, κατά τη γνώμη μου. Όπως και οι προγενέστεροί του γίνεται ηθικός –και καυστικός– σχολιαστής των δρώμενων. Ας θυμηθούμε τον τρελό των καρναβαλικών γιορτών, που αποστασιοποιημένος από την καθημερινή πραγματικότητα παίρνει το ρόλο κοινωνικού παρατηρητή και ασκεί δριμεία κριτική αποκτώντας φιλοσοφικό βάρος. Ο Ζαχαρίας, λοιπόν, μια αντισυμβατική φιγούρα, που ενώ φαίνεται να «μπαινοβγαίνει στην κοινωνία των ανθρώπων» και να παραπαίει ανάμεσα στο λογικό και το παράλογο, στην πραγματικότητα συνιστά πεδίο συγκερασμού τους. Κριτικάρει άρχοντες και χωρικούς αντιμετωπίζοντάς τους με μια «ισοπεδωτική δημοκρατικότητα» κι αποκαλύπτοντας με την ελευθερία και το αλλόκοτο φέρσιμο  που η τρέλα τού χαρίζει, τις αυταπάτες και τις παθογένειες τους. Ο Ζαχαρίας κρατά ατόφια την ικανότητα εσωτερικού ελέγχου, που με την πάροδο του χρόνου ο Λεόντιος έχει απωλέσει και γίνεται η μέσα του φωνή. Ξεσκεπάζει τον παραλογισμό της πραγματικότητας και την τρομερή ουσία των πραγμάτων. Παρόλα αυτά δεν γίνεται ποτέ δυσάρεστος στον Λεόντιο, ακόμα και με την πιο αιχμηρή κριτική του, η ωμή του ειλικρίνεια αρέσει στο βασιλιά του. Αρέσει και σε μας τους αναγνώστες, αλλά και για ένα ακόμα λόγο, γιατί σ’ αυτό το περίπλοκης κατασκευής μυθιστόρημα ο Ισίδωρος Ζουργός μέσα από τον δευτεραγωνιστή του, φωτίζει και μια άλλη πλευρά του πρωταγωνιστή του, την τρυφερότητα και την ανθρωπιά του, συμπληρώνοντας το κάδρο στη φωτογραφία του.
 
Ο Λεόντιος εκτός από την παρέα με το Ζαχαρία, αποκτά και το συνήθειο της ρετσίνας, του κρασιού των φτωχών. Ο συγγραφέας με αυτόν τον τρόπο συνδέει τον τίτλο του βιβλίου του με το συνήθειο του πρωταγωνιστή του και την ουσία της ελληνικής επαρχίας. Γίνεται αφορμή να αναφερθεί στην Ελλάδα της κρίσης, στις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, στη μετανάστευση των νέων, στην ερήμωση της επαρχίας και στην αδυναμία ανάκαμψης της πρωτογενούς μας παραγωγής».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.