Με αφετηρια το «Γκουανο» του Γιωργου Γκοζη και πατριδα τη γλωσσα

Σε Κομοτηνή και Αλεξανδρούπολη παρουσιάστηκε το βιβλίο του Θεσσαλονικιού συγγραφέα

Από την Κομοτηνή και τον φιλόξενο χώρο της Λέσχης Κομοτηναίων, ξεκίνησε το μεσημέρι του Σαββάτου, 1 Απριλίου, το διήμερο των παρουσιάσεων του «Γκουανό» του συγγραφέα Γιώργου Γκόζη, σε Κομοτηνή και Αλεξανδρούπολη.
 
Η πρώτη παρουσίαση του τρίτου βιβλίου του Θεσσαλονικιού συγγραφέα, στην Κομοτηνή στέφθηκε με επιτυχία, τόσο από άποψη προσέλευσης κόσμου, όσο και από τα όσα κατέθεσαν για το «Γκουανό» οι ομιλητές της εκδήλωσης που διοργάνωσαν ο «Παρατηρητής της Θράκης» με το Βιβλιοπωλείο «Εκλογή» και τον Σύλλογο «Φιλοτέχνες», κ.κ. Σοφία Σουβατζόγλου και Βασίλης Δαλκαβούκης. 

Σοφία Σουβατζόγλου, φιλόλογος «Η  Ελλάδα ένας γκουανοφόρος πίθος των Δαναΐδων» 

Τον λόγο έλαβε πρώτη η φιλόλογος κ. Σοφία Σουβατζόγλου, η οποία επιμελήθηκε επίσης και ένα εξαιρετικό «κινηματογραφικό» σχόλιο σε απόλυτο συγχρονισμό με τα λεγόμενά της. Η κ.Σουβατζόγλου αναφέρθηκε αναλυτικά στο περιεχόμενο του βιβλίου, παρουσιάζοντας ένα σύντομο «βιογραφικό» των πέντε προσώπων της νουβέλας.
 

«Στην πραγματικότητα πρόκειται για τέσσερις προφορικές αφηγήσεις – εξομολογήσεις και μία επιστολή, που διαδέχονται η μία την άλλη σε μια προσπάθεια να αρμολογηθούν τα κουρελάκια της μνήμης. Ιστορίες ζωής πέντε διαφορετικών ανθρώπων, τεσσάρων εν ζωή και μιας κεκοιμημένης, δύο αντρών και τριών γυναικών. Όλοι τους είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Ρημαγμένοι από τα χτυπήματα των καιρών τους, ορφανεμένοι διπλά, από τη γενέτειρα αλλά και από τους γεννήτορές τους, ξεριζωμένοι βίαια από την πατρίδα τους, καταπονημένοι, αγωνίζονται να οικοδομήσουν μια ζωή στο “κλεινόν άστυ”. Να επαναπροσδιορίσουν και να επαναπροσδιοριστούν. Άνθρωποι από κάθε άκρη του ελληνισμού» είπε.
 
Η ίδια υπογράμμισε τη θεατρικότητα που διατρέχει την νουβέλα, επισημαίνοντας πως αυτή οφείλεται κυρίως στην ιδιόλεκτο που κρατά ακέραια ο συγγραφέας στους χαρακτήρες του βιβλίου, τα ιδιωματικά στοιχεία που αναδεικνύουν την ιδιαίτερη καταγωγή του καθενός, όπως βέβαια και η προφορικότητα του λόγου τους, για να τονίσει πως το «Γκουανό» θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει πρώτη ύλη για μία εξαιρετική θεατρική παράσταση.
 

Ιδιαίτερη μνεία έκανε η κ. Σουβατζόγλου στο τελευταίο μέρος του βιβλίου, τον επίλογο, γραμμένο σε γ’ πρόσωπο, «που είναι ίσως ο αποδέκτης των εξομολογήσεων, ο έκτος εν δυνάμει αφηγητής, μια persona του συγγραφέα ενδεχομένως. Φέρει τον τίτλο “Γκουανό” και θα μας λύσει τις απορίες και για τον τίτλο του βιβλίου» σημείωσε.
 
«Η λέξη επανέρχεται σταθερά, ως ένα είδος επωδού, στις αφηγήσεις των πέντε προσώπων. Ένα είδος φτυσιάς; Ένα υποκατάστατο της άλλης λαϊκής έκφρασης για τα ανθρώπινα περιττώματα; Μια υπόμνηση της σήψης και δυσοσμίας κάθε μορφής; Ένα παραβολικό σχόλιο; Τη συναντούμε πάντως σε στιγμές που ξεχειλίζει η οδύνη, η πικρία, η αγανάκτηση, που “η μνήμη προκαλεί ασφυξία” […]  Δεν έχει τέλος αυτό το γκουανό. Και δυστυχώς εξακτινώνεται και στη δική μας πραγματικότητα, στο εδώ και στο τώρα: γκουανό εικονολατρικό, “νοθευμένα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης” δηλαδή, που μας εμπλέκουν ύπουλα στον ιστό τους, γκουανό στημένο, ή αλλιώς “στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει», γκουανό κάθε μορφής. Μετατρέπει την Ελλάδα σε έναν γκουανοφόρο πίθο των Δαναΐδων, καθημερνά αυξανόμενων διαστάσεων και ολοένα απειλητικότερης τοξικότητας. Ελλαδική μιζέρια, εθνική ασφυξία, διάβρωση και σήψη, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική, κοινωνική, ηθική στη ρίζα της» τόνισε κλείνοντας. 

Βασίλης Δαλκαβούκης «Το Γκουανό ένα καταπληκτικό λίπασμα για το πώς θα πάμε παραπέρα» 

Ως ένα βιβλίο έκπληξη που διαβάζεται απνευστί, γιατί «ρέει» χαρακτήρισε το «Γκουανό» ο κ. Βασίλης Δαλκαβούκης, «μοιράζοντας» τις δικές του προσλαμβάνουσες από το βιβλίο σε τέσσερις άξονες, βασισμένους πάνω στις λέξεις «πειρασμός», «αφήγηση», «ιστορία» και σε μία μικρή αποτίμηση του βιβλίου με την οποία και έκλεισε.
 
Ξεκινώντας από τον «πειρασμό», εξήγησε για τον πειρασμό του αναγνώστη να ξεκινήσει την ανάγνωση από το τέλος, ούτως ώστε να ανακαλύψει το νόημα του τίτλου του βιβλίου όπως αυτός επεξηγείται στον επίλογο. Σε όλη την έκταση του βιβλίου, όπως σημείωσε η λέξη «γκουανό» εμφανίζεται για να υποδηλώσει τον θάνατο ή την ορφάνια, την αδικία, την κοινωνική αδικία, την απουσία, την αηδία, την απογοήτευση, την ματαίωση, την διάψευση, την απόρριψη και την ενοχή, ωστόσο όπως εξηγείται στο τέλος, και τόνισε και ο ίδιος ο συγγραφέας, το «γκουανό» επιθυμεί να αφήσει ένα αισιόδοξο μήνυμα για την παρόν και το μέλλον.
 

Ο κ. Δαλκαβούκης αναφέρθηκε εκτενώς στην αφηγηματική αρχιτεκτονική που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, μέσα από την μεταφορά αφηγήσεων ανθρώπων που δεν έχουν πρόσβαση στην επίσημη ιστορία, μέσα από την «σύζευξη προσώπων, κάτι  που δεν μπόρεσε να κάνει η επίσημη πολιτεία, αλλά το κάνουν  οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσα από υπόγειες διαδρομές», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
 
Κεντρικό μήνυμα του «Γκουανό»; «Πατρίδα είναι ο λόγος, η γλώσσα» σύμφωνα με τον κ. Δαλκαβούκη  ο οποίος κλείνοντας επεσήμανε πως «η μνήμη όπως αυτή καταγράφεται στο “Γκουανό”, είναι ένα καταπληκτικό λίπασμα για το πώς θα πάμε παραπέρα».
 
Μετά το τέλος της παρουσίασης το κοινό είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον συγγραφέα, ο οποίος υπέγραψε και αντίτυπα του βιβλίου του, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έγραψαν τις δικές τους αφιερώσεις στο αντίτυπο του συγγραφέα. 

Στην Αλεξανδρούπολη, στο βιβλιοπωλείο Κάφκα 

Η δεύτερη παρουσίαση του «Γκουανό» πραγματοποιήθηκε το μεσημέρι της Κυριακής, στην Αλεξανδρούπολη και συγκεκριμένα στον πανέμορφο χώρο του βιβλιοπωλείου «Κάφκα»  του Ανδρέα και της Κούλας Καφετζή, παρουσία μεταξύ άλλων του εκδότη  Γιάννη Λασκαράκη και του γιου του Μάνου, της συγγραφέα Σωτηρίας Μαραγκοζάκη, της Φωτεινής Σκάβδη, της επίκουρης καθηγήτριας του Τμήματος Παρευξεινίων Γλωσσών και Πολιτισμού του ΔΠΘ  Χριστίνας Μάρκου και πολλών άλλων.
 

Σε έναν άκρως ταιριαστό με τα όσα καταγράφονται στο βιβλίο, χώρο, την μαγική αυλή του βιβλιοπωλείου, «απομεινάρι» των «γκουανό» του παρελθόντος, αλλά και σύμβολο του «γκουανό» ως λίπασμα για το καλύτερο παρόν και μέλλον. Ένας λιτός πλην όμως εντυπωσιακός χώρος, προϊόν αγάπης, υπομονής, επιμονής και δημιουργικότητας των ιδιοκτητών του, στο κέντρο της Αλεξανδρούπολης.
 
Αγάπης ανθρώπινης και ειλικρινούς, όπως αυτή που έλαβε το σύνολο των συντελεστών της παρουσίασης μετά το πέρας  της, στο «οικογενειακό» τραπέζι που στρώθηκε με νηστίσιμους μεζέδες δια χειρός της Κούλας Καφετζή, και ανεκτίμητη παρέα.
 

Στα της παρουσίασης, μαγευτική ήταν η κ. Μαρία Παπαδοπούλου, η οποία ανέγνωσε αποσπάσματα του βιβλίου, ως σαν ένα θεατρικό αναλόγιο, ενώ τα «τυπικά» μέρη της παρουσίασης «κάλυψαν» η επιμελήτρια εκδόσεων και φιλόλογος κ. Τζένη Κατσαρή – Βαφειάδη και ο ποιητής και καθηγητής αγγλικών κ. Κωνσταντίνος Παπαγιάννης, για να ακολουθήσει συζήτηση, εν είδει συνέντευξης με την δημοσιογράφο κ. Νατάσσα Βαφειάδου. 

Κωνσταντίνος Παπαγιάννης «Στο “Γκουανό”, εξιστορούνται με εξαιρετική μαεστρία, δομημένα ως σπονδυλωτή νουβέλα, τα πρόσφατα οδυνηρά πεπραγμένα του 20ου αιώνα στον Ελλαδικό χώρο» 

«Στο “Γκουανό”, εξιστορούνται με εξαιρετική μαεστρία, δομημένα ως σπονδυλωτή νουβέλα, τα πρόσφατα οδυνηρά πεπραγμένα του 20ου αιώνα στον Ελλαδικό χώρο, από τη Μικρασία ως την αντιπαροχή» σημείωσε μεταξύ άλλων ο κ. Παπαγιάννης. «Εξιστορούνται όμως, από απλούς λαϊκούς ανθρώπους – της διπλανής πόρτας θα λέγαμε, – γνήσια τέκνα της εποχής τους όπως είμαστε άλλωστε και εμείς γνήσια τέκνα της δικής μας, εξαιρετικά δύσοσμης Γκουανό εποχής.  Η γλαφυρότητα της εξιστόρησης χτίζει πέτρα – την πυρπολημένη πέτρα, σπάραγμα το σπάραγμα την ταυτότητα των ηρώων – θυμάτων της και είναι σαν πορεία στην ύπαιθρο χώρα. Απ’ την Καισάρεια και την Ανατολική Θράκη στη Θεσσαλία, εκεί στην Ελασσόνα και μετά, στη Δυτική Μακεδονία, περνά, ακόμη συνεχίζει να περνά, μέρα – νύχτα όπως περνούν και τα κορμιά των ανθρώπων με μοναδικές αποσκευές τη μνήμη των παθών και τη νοσταλγία μιας “άλλης” ζωής, της ζωής που δεν έζησαν ποτέ» συνέχισε.
 

«Ο Γκόζης σκηνοθετεί εντέχνως την εξομολόγηση του σώματος, το οποίο περνάει και φεύγει και το κάνει παραδόξως με τρόπο τόσο ανάλαφρο ώστε να απευθύνεται σε μας σα να είμαστε γνώριμα πρόσωπά του, σα να είμαστε εμείς ο φίλος ή ο συγγενής ακροατής» ανέφερε ο ίδιος σε άλλο σημείο για να καταλήξει «η Μνημοσύνη, είπαν οι Έλληνες, είναι η μητέρα των Μουσών.  Το ανθρώπινο δράμα, ο κυνισμός, τ’ αδιέξοδα και η φρίκη είναι οι μαμμές της Ιστορίας.  Όλοι εμείς, περνάμε και φεύγουμε σφυρίζοντας στο σκοτάδι για να ξορκίσουμε τον φόβο και το τραύμα.  Άλλωστε, μόνον η τέχνη δύναται να καταστεί μοναδική σωτηρία όλων μας από τη φρίκη της ύπαρξης.  Γκουανό».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.