Μαρια Μητσιακη: Ειναι αδυνατο να αποτυπωσουμε σε λιγες λεξεις την παρουσια της κ. Αναστασιαδη-Συμεωνιδη στον χωρο της Γλωσσολογιας και της Διδακτικης αλλα και στις καρδιες μας

Ασημάκης Φλιάτουρας, Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδου (επίμ.), «Από τον οίκο στο σπίτι και τανάπαλιν… Το λόγιο επίπεδο στη σύγχρονη νέα ελληνική: Θεωρία, ιστορία, εφαρμογή», εκδ. Πατάκης, Αθήνα 2019
Βρισκόμαστε απόψε εδώ, για να παρουσιάσουμε τον άρτι δημοσιευθέντα τόμο ή τον τόμο που μόλις δημοσιεύτηκε για το λόγιο επίπεδο στη Σύγχρονη Νέα Ελληνική. Όμως, δεν θα μπορούσα σε καμία περίπτωση να μιλήσω για το περιεχόμενο και τη συμβολή του τόμου, χωρίς να μιλήσω πρώτα για τα πρόσωπα που τον επιμελήθηκαν. Βέβαια, ένα τέτοιο εγχείρημα μου προκαλεί πρόσθετη δυσκολία και έντονη συγκίνηση, ίσως μεγαλύτερη από εκείνη που μου προκάλεσε η παρουσίαση του βιβλίου του Ασημάκη «Η μορφολογική αλλαγή στην ελληνική γλώσσα» πριν από μερικούς μήνες στον ίδιο χώρο. Κι αυτό γιατί σήμερα είναι παρούσα μαζί μας η προσωπικότητα που σημάδεψε και διαμόρφωσε την ακαδημαϊκή πορεία της Ζωής, του Ασημάκη, της Αγγελικής και τη δική μου, που μας θωράκισε με επαγγελματικό ήθος και αμέριστη αγάπη για τη Γλωσσολογία αλλά και για τη Φιλολογία εν γένει.
Ας μου επιτραπεί, λοιπόν, πριν πω δυο λόγια για τον τόμο του λογίου, να κάνω μια ολιγόλεπτη εισαγωγή, προκειμένου να συστήσω την Ομότιμη Καθηγήτρια Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, σε όλους (αν και οι περισσότεροι γνωρίζουν ήδη το έργο της) αλλά κυρίως στους νεοεισαχθέντες φοιτητές μας, οι οποίοι τώρα ξεκινούν την ακαδημαϊκή τους πορεία.    
 
Η εικοσάχρονη πια ακαδημαϊκή, επαγγελματική και προσωπική σχέση μας με την κ. Άννα, όπως συνηθίζεται να την αποκαλούμε, μας προκαλεί αναπόφευκτα έντονη συγκινησιακή φόρτιση. Η πρώτη μας επαφή μαζί της ξεκίνησε σε προπτυχιακό επίπεδο. Αυτό που θυμόμαστε χαρακτηριστικά είναι οι συζητήσεις με συμφοιτητές μας πριν και μετά το μάθημα, από τις οποίες προέκυπτε μια άτυπη αξιολόγηση τόσο του προσώπου όσου και του μαθήματος. Στα πηγαδάκια αυτά διαγραφόταν το προφίλ μιας καθηγήτριας με πλήρη εποπτεία του επιστημονικού αντικειμένου και με την ικανότητα να εμφυσά το ενδιαφέρον και το πάθος για τη γλωσσολογική έρευνα, αλλά και το προφίλ ενός ανθρώπου που καταφέρνει να εμπνέει το σεβασμό και ταυτόχρονα να δημιουργεί μια γλυκιά αίσθηση εγγύτητας και οικειότητας. 
 
Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μας σπουδών η σχέση μας μαζί της εντάθηκε και εξελίχθηκε. Είναι ο πρώτος άνθρωπος στον ακαδημαϊκό χώρο, ο οποίος χωρίς να κάνει καμία έκπτωση στις απαιτήσεις των σπουδών, έδειχνε κατανόηση στην ανάγκη των φοιτητών για άμεση επαγγελματική αποκατάσταση. Η εκπαίδευση για την κ. Άννα δεν είναι προνόμιο μόνο όσων μπορούν να την υποστηρίξουν οικονομικά αλλά εκείνων που έχουν την ικανότητα, τη διάθεση και το ήθος να συμβάλλουν στο χώρο της Γλωσσολογίας. Έτσι, σε πολλούς από εμάς δόθηκε η δυνατότητα σπουδών στο εξωτερικό μέσω του προγράμματος Erasmus και όχι μόνο, σε άλλους η δυνατότητα να απασχοληθούμε ερευνητικά στους τομείς του ενδιαφέροντός μας και σε άλλους να απασχοληθούμε σε εφαρμοσμένο επίπεδο αποκτώντας διδακτική εμπειρία. Ως υπεύθυνη του μεταπτυχιακού προγράμματος «Γλωσσική επικοινωνία και διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας», το οποίο παρακολούθησα και εγώ, έδωσε σε πάρα πολλούς από εμάς τη δυνατότητα να αποκτήσουμε τα κατάλληλα θεωρητικά εφόδια για να διδάξουμε την Ελληνική και να διεξαγάγουμε γλωσσολογική έρευνα σε επίσημους φορείς σε μια χρονική περίοδο που οι απόφοιτοι Φιλολογίας βιώνουν έντονη ανεργία. Και όλα αυτά σε ένα κλίμα πλήρους αξιοκρατίας που τόσο έχουμε ανάγκη.
 
Σε προσωπικό επίπεδο, μας δόθηκε η δυνατότητα τόσο να εμβαθύνουμε στη μελέτη της γλωσσολογίας όσο και να εξελιχθούμε διδακτικά, έχοντας πάντοτε ως πρότυπο τη δική της πρακτική. Μέσα από ατελείωτες ώρες συνεργασίας μάς μετέδωσε την ικανότητα να περνούμε από τη γλωσσική περιγραφή στη γλωσσολογική ερμηνεία και μέσω της παρακολούθησης των μαθημάτων της μας αποκάλυψε πολύτιμους τρόπους να στεκόμαστε διδακτικά και παιδαγωγικά μέσα στην τάξη. Έτσι, μάθαμε ότι ο καλός γλωσσολόγος δεν μπορεί να περιορίζεται στη μελέτη ενός επιπέδου γλωσσικής ανάλυσης, αλλά και ότι ο καλός δάσκαλος, εκτός των άλλων, έχει και καλή εποπτεία της γλωσσολογίας. Και όταν έχεις πρότυπο μια τέτοια γλωσσολόγο και δασκάλα ―με την ευρύτερη έννοια του όρου― δεν μπορείς να αρκεστείς σε λίγα. Η κλασική ατάκα που κυκλοφορεί μεταξύ των συνεργατών της ―φοιτητών και καθηγητών είναι: «Πώς να της πεις δεν τα καταφέρνω ή δεν προλαβαίνω, όταν η ίδια φροντίζει με τόση επιτυχία να είναι παρούσα σε όλα και για όλους;».
 
Είναι αδύνατο να αποτυπώσουμε σε λίγες λέξεις την παρουσία της κ. Αναστασιάδη-Συμεωνίδη στον χώρο της Γλωσσολογίας και της Διδακτικής αλλά και στις καρδιές μας. Αυτό, όμως, που μπορούμε να αποτυπώσουμε είναι το γιατί ο συγκεκριμένος τόμος του λογίου συνιστά μια τεράστια καινοτομία για την Ελληνική Γλωσσολογία. Οι δύο επιμελητές διαμορφώνουν ένα «αχτύπητο δίδυμο», συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον στην αγάπη τους για τη γλώσσα και τη διαχρονία της υπό το πρίσμα της συγχρονίας. Η Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδη εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στον Καθηγητή Γλωσσολογίας του ΕΚΠΑ Γεώργιο Μπαμπινιώτη με θέμα τη νεολογία στην ΚΝΕ και πολύ νωρίς στην ακαδημαϊκή της πορεία ορίστηκε υπεύθυνη της μετάφρασης των διοικητικών εγγράφων του ΑΠΘ από την καθαρεύουσα στη δημοτική. Είναι πραγματικά μαγικό το πώς στο ίδιο πρόσωπο συνδυάζεται η αγάπη για τη δημοτική και τη συγχρονία της γλώσσας με τη βαθιά γνώση και τον σεβασμό στη διαχρονία. Οφείλω να πω ότι ακόμη και σήμερα, όταν επιμελούμαι κείμενα, καταφεύγω σχεδόν πάντα στο κριτικό της μάτι, το οποίο βλέπει ό,τι δεν βλέπουν ακόμη και δεινοί επιμελητές. Όμως, η αγάπη αυτή για τη γλώσσα σε όλες της τις εκφάνσεις δεν είναι χρωματισμένη, γεγονός που την καθιστά πρότυπο γλωσσολόγου, αφοσιωμένης στη γλωσσική περιγραφή και ανάλυση. Θεωρώ πως η πορεία και το έργο της κ. Άννας, μεταξύ του οποίου και ο παρών τόμος του λογίου, είναι η απάντηση στην επίθεση που δέχεται πολλές φορές ο χώρος της γλωσσολογίας, επειδή ακριβώς ως επιστήμη δεν στοχεύει στη ρύθμιση της γλώσσας. Είναι, δηλαδή, ο ίδιος άνθρωπος που οσμίζεται τις εν εξελίξει αλλαγές στη ΝΕ γλώσσα ακριβώς τη στιγμή που συμβαίνουν, για παράδειγμα την αισθητή μετακίνηση των πρωτόκλιτων θηλυκών αρσενικών της ΑΕ στα θηλυκά, π.χ. η ψήφος, ο ψήφος, τη λανθάνουσα τάση τονισμού των θηλυκών ουσιαστικών στη λήγουσα του πληθυντικού, π.χ. των ακτίνων, των ακτινών, τις αναλύει επιστημονικά ως αποκλίνουσες από τη νόρμα και ταυτόχρονα τις ερμηνεύει καθρεφτίζοντας τις σύγχρονες τάσεις στη γλώσσα μας, ενώ παράλληλα σέβεται και αναγνωρίζει την αξία της διαχρονίας και την κατάλληλη ανά περίσταση αξιοποίηση του επίσημου ακαδημαϊκού επιπέδου ύφους στη συγχρονία. Νιώθω μεγάλη τιμή και ευλογία που σε αρκετές από τις εργασίες αυτές συνεργάστηκα με την Άννα Αναστασιάδη-Συμεωνίδη.
 
Από την άλλη ή καλύτερα σε συνδυασμό με το παραπάνω προφίλ, ο Ασημάκης, πνευματικό τέκνο του Καθηγητή Χαράλαμπου Συμεωνίδη και της Άννας Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, εκδήλωσε πολύ νωρίς στα φοιτητικά του χρόνια την αγάπη του για τη διαχρονία. Η ουσιαστική ειδοποιός διαφορά του από άλλους ιστορικούς γλωσσολόγους της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού είναι ότι δεν μένει στη διαχρονική εξέταση αλλά σχεδόν πάντα αναζητά τη σύνδεση με τη διαχρονία. Ποιος, λοιπόν, θα ήταν καταλληλότερος για την ανάδειξη του λόγιου επιπέδου στη Σύγχρονη Κοινή Νεοελληνική; Ασημάκη μου, κατανοώ πως σε ρίχνω απόψε αλλά θα συμφωνήσουμε όλοι μας πως ενόψει της αυριανής επιτιμοποίησης τα λόγια ανήκαν δικαιωματικά στην κ. Άννα.

«Ο συγκεκριμένος τόμος, αποδυόμενος του οποιουδήποτε ιδεολογικού χρωματισμού, επιχειρεί να περιγράψει και αναλύσει επιστημονικά το λόγιο επίπεδο στη Σύγχρονη Κοινή Νεοελληνική στις πραγματικές του διαστάσεις»

Ας περάσουμε, λοιπόν, στον τόμο του λογίου. Θα ξεκινήσω με μια αναφορά στο εξώφυλλο του τόμου, ένα εξώφυλλο με άσπρο φόντο και μαύρα και γαλάζια γράμματα σε αυστηρή γραμματοσειρά, συνοδευόμενα από ένα κόσμημα, που αναπαριστά έναν νέο στο ανάκλιντρο να θωπεύει νωχελικά τη μόρφωση σε μια βιβλιοθήκη, να παιχνιδίζει και να ακροβατεί ανάμεσα στη νεκρική αχλή και την αναζωπύρωση, ανάμεσα στην ουδετερότητα και την επιδειξιομανία, ανάμεσα στο παλιό και στο καινούργιο. Δικαίως, λοιπόν, οι επιμελητές αναρωτιούνται στον υπέρτιτλο και το οπισθόφυλλο: «τελικά ο οίκος έγινε σπίτι ή το σπίτι είχε ανάγκη τον οίκο; Και επομένως, το λόγιο, είναι νεκρό σώμα, αιρούμενη ύλη ή και τα δύο;». 
Για μια πρόσφατη εργασία μου έβαλα ως λέξη κλειδί στη μηχανή αναζήτησης  Scholar Google τη φράση “learned register” που αποδίδει το λόγιο επίπεδο στην Αγγλική. Τα αποτελέσματα ήταν κάτω από 100 εμφανίσεις, οι περισσότερες από τις οποίες για την Ελληνική και αρκετές για τη Λατινική. Και πώς, άλλωστε, να μην έχουμε το αποτέλεσμα αυτό, όταν το λόγιο επίπεδο της Ελληνικής είναι μια τόσο ιδιαίτερη περίπτωση που εντάσσεται στην υψηλή ποικιλία και ταυτόχρονα διαφοροποιείται από αυτή; Παρακαλώ να έρθετε, παρακαλείστε να έρθετε, παρακαλείσθε να έρθετε, παρακαλείσθε να προσέλθετε ή παρακαλείσθε όπως προσέλθετε; Το μήνυμα στάλθηκε ή εστάλη; 
 
Τα διλήμματα και πολλές φορές ψευδο-διλήμματα που ταλανίζουν τον μέσο χρήστη της ελληνικής γλώσσας, και κυρίως τον εκπαιδευτικό είναι πολλά. Η γλώσσα γίνεται φορέας ιδεολογίας και μέσο χάραξης πολιτικής, όμως η ίδια χαράζει τη δική της πορεία και αλλάζει βάσει των αναγκών των χρηστών της. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ΛΚΝ παρατίθενται εναλλακτικά στο ίδιο λήμμα οι τύποι φτηνός και φθηνός, φτάνω και φθάνω, με πρώτους στη σειρά τους τύπους που εμφανίζουν το μη λόγιο συμφωνικό σύμπλεγμα /ft/, ενώ οι τύποι φτέρνα και πτέρνα αποτελούν ξεχωριστά λήμματα. Την ίδια στιγμή η αναζήτηση στο Google αναδεικνύει ως πιο συχνό τον τύπο φτηνός σε σχέση με το φθηνός. Κάποιοι θα πουν: «Ε φυσικά, το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής δημοτικίζει. Ας ελέγξουμε και άλλα λεξικά». Και κάπως έτσι ξεκινάει μια ατέρμονη συζήτηση που υποκινείται από ρυθμιστικές τάσεις λογιοποίησης αλλά και απολογιοποίησης.
 
Ο συγκεκριμένος τόμος, αποδυόμενος του οποιουδήποτε ιδεολογικού χρωματισμού, επιχειρεί να περιγράψει και αναλύσει επιστημονικά το λόγιο επίπεδο στη Σύγχρονη Κοινή Νεοελληνική στις πραγματικές του διαστάσεις. Καρπός 10 ειδικών γλωσσολόγων, της Α. Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, της Α΄. Ιορδανίδου, της Μ. Καμηλάκη, της δικής μας Π. Καμπάκη-Βουγιουκλή, της Γ. Κατσούδα, του Π. Κριμπά, της Ι. Μανωλέσσου, της Χ. Μπασέα-Μπεζαντάκου, της Γ. Νικολάου και του Α. Φλιάτουρα και των φοιτητριών του, επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τη σημερινή λειτουργία του λογίου, ορίζοντάς το και αναδεικνύοντας τη διαφορά του από τη νεοκαθαρεύουσα, παρέχοντας λεξικοστατιστικά δεδομένα για το λόγιο επίπεδο σε σώματα κειμένων και εργαλεία μέτρησής του, αναλύοντας την ιδεολογική χρήση της ποικιλίας και διαγράφοντας τη λεξικογραφική και εκπαιδευτική προοπτική του.
Οι συγκεκριμένοι επιμελητές και συγγραφείς τόλμησαν πολλές υπερβάσεις με τον συγκεκριμένο τόμο. Οι επιμελητές ως γενεσιουργοί της ιδέας και άοκνοι παρατηρητές των ενιαίων νημάτων και οι συγγραφείς ως φορείς καινοτόμων ιδεών και εφαρμογών υπερέβησαν ιδεολογικές και παρωχημένες κοινωνικοπολιτικές αγκυλώσεις και αντιπαλότητες, όπως αποτυπώνονται περίτρανα στους επικούς «τσακωμούς» στα διαδικτυακά fora, τόλμησαν να κλείσουν με σαφή και επιστημονικά κριτήρια τις καταπακτές και χαραμάδες του γλωσσικού ζητήματος, που έχουν μείνει ανοικτές ή προσπαθούν να ανοίξουν συγκεκριμένες ομάδες, αλλά ταυτόχρονα φρόντισαν να αναδείξουν τη συστημική και/ή υφολογική αναγκαιότητα ενός τμήματος του λογίου. Τα εννέα κείμενα από τους 10 γλωσσολόγους, τα δύο ευρετήρια, οι δεκάδες πίνακες με στατιστικά στοιχεία από σώματα κειμένων και παραδείγματα χρήσης είναι πολύ χρήσιμα για όλους: για μας τους γλωσσολόγους που επιθυμούσαμε να μπει η λόγια ποικιλία σε μια τάξη, για τους μεταφραστές που έχουν ανάγκη την πρωτοτυπικότητα, για τους εκπαιδευτικούς που χρειάζονται την επιμορφωτική ματιά στο φαινόμενο, για τους φοιτητές που πρέπει να ξεκαθαρίσουν τη σύγχυση ανάμεσα στη συγχρονία και τη διαχρονία, για τους απλούς χρήστες που βαλτώνουν στην ποικιλία και την ιδεολογία. Και όλα αυτά με έναν απολύτως εύληπτο λόγο, που όμως δεν φείδεται επιστημονικότητας. 
 
Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, στη συντριπτική πλειονότητα θα πούμε και θα γράψουμε φτωχός αλλά πτώχευση, την ίδια στιγμή, όμως, μπορούμε να αποκαλέσουμε ειρωνευόμενοι κάποιον πτωχό ή να απολαύσουμε παικτικές υβριδικές φράσεις, όπως εκείνες του Χάρη Ρώμα, μεταξύ των οποίων και η φράση υπέστηκα φτώχευση. 
 
Ο συλλογικός τόμος του λογίου αφήνει στον αναγνώστη και μελετητή την απαλλαγμένη από προκαταλήψεις και στερεοτυπικές αντιλήψεις αίσθηση ότι η λόγια και η μη λόγια ποικιλία είναι μεγάλη, γεγονός που συμβάλλει στην πλαστικότητα και στον πλούτο της γλώσσας, και η κατανομή της χρήσης της ως έναν βαθμό δεδομένη με βάση πραγματολογικά και κοινωνικά κριτήρια (περιστάσεις επικοινωνίας, ύφος, προθετικότητα, κειμενικά είδη κλπ.). Την ίδια στιγμή, συμβάλλει ουσιαστικά στην επιστημονική θέαση της απέραντης, περιπτωσιολογικής και πολυπαραμετρικής γλωσσικής ποικιλότητας και ετερογένειας της Ελληνικής. 
 
Κλείνω με μία αγαπημένη ρήση του αμερικανού γλωσσολόγου Edward Sapir «Η γλώσσα είναι η πιο μαζική και συμπεριληπτική τέχνη που γνωρίζουμε, μια τεράστια και ανώνυμη δουλειά ασύνειδων γενεών» ή γενιών, αν θέλετε. Νομίζω πως η θεώρηση αυτή διατρέχει τον παρόντα τόμο του λογίου, κάνοντάς τον να διεκδικεί μια θέση στη βιβλιοθήκη μας. κ. Άννα, Ασημάκη, σας ευχαριστούμε θερμά γι' αυτό.
 
 
* Το κείμενο είναι η ομιλία της κ. Μαρίας Μητσιάκη στην εκδήλωση παρουσίασης της συλλογικής έκδοσης με τίτλο «Από τον οίκο στο σπίτι και τανάπαλιν… Το λόγιο επίπεδο στη σύγχρονη νέα ελληνική: Θεωρία, ιστορία, εφαρμογή», σε επιμέλεια Ασημάκη Φλιάτουρα και Άννας Αναστασιάδη-Συμεωνίδου, που έγινε στη Λέσχη Κομοτηναίων, την Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019.
 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.