Η Αθηνα και ο Παρθενωνας κατα τον Μεσαιωνα και την πρωιμη νεοτερη εποχη

Η επίσκεψη της Κλειώς

Όσο διάσημη είναι η Αθήνα της κλασικής αρχαιότητας, άλλο τόσο άγνωστη και άσημη είναι η Αθήνα των μεσαιωνικών χρόνων, όταν αυτή τελούσε κάτω από βυζαντινή και φραγκική κυριαρχία. Παρ’ όλα αυτά, η ίδια η πόλη και ο περίφημος ναός της, ο Παρθενώνας, δεν ήταν τόσο ασήμαντοι όσο θέλουμε σήμερα να πιστεύουμε κατά τον Μεσαίωνα. Αντιθέτως, η ιστορία της μεσαιωνικής Αθήνας είναι πλούσια σε γεγονότα και πολεμικές συρράξεις.

Τα προβλήματα και η φημολογούμενη «παρακμή» της πόλης αρχίζουν το 338 π.Χ. μετά από τη νίκη του Φιλίππου Β΄ επί των Αθηναίων στη μάχη της Χαιρώνειας. Τότε η πόλη χάνει την ανεξαρτησία της και την ελευθερία να καθορίζει η ίδια την εξωτερική της πολιτική. Στα ελληνιστικά πλέον χρόνια η Αθήνα είχε απολέσει εντελώς τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στα πολιτικά δρώμενα της εποχής και αφέθηκε να αναλωθεί στις εμφύλιες διαμάχες στις οποίες προέβησαν οι πόλεις του ελλαδικού χώρου μετά από την παρακμή του μακεδονικού κράτους. Το 133 π.Χ. χρονολογείται η μεγαλύτερη εξέγερση δούλων στην πόλη. Εξεγείρονται οι δούλοι του Λαυρίου, με αποτέλεσμα η πόλη να εγκαταλείψει τα ορυχεία και να χάσει μία σταθερή πηγή των εσόδων της.

Το 86 π.Χ. γνωρίζει την πρώτη μεγάλη λεηλασία των μνημείων της και τη σφαγή του πληθυσμού της από τις ρωμαϊκές δυνάμεις του στρατιωτικού και πολιτικού Σύλλα, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την υποταγή της πόλης στους Ρωμαίους. Στη συνέχεια όμως, κάποιοι Ρωμαίοι αυτοκράτορες του πρώτου μεταχριστιανικού αιώνα
–συγκεκριμένα ο Τραϊανός,  ο Αδριανός, ο Αντωνίνος και ο Μάρκος Αυρήλιος–, ηγεμόνες οι οποίοι έτρεφαν σεβασμό για τον κλασικό πολιτισμό, ευεργέτησαν την Αθήνα, η οποία γνώρισε μία νέα περίοδο άνθησης.

Όσον αφορά τον εκχριστιανισμό της, ο απόστολος Παύλος την επισκέφθηκε το 52 μ.Χ. και, ενώ στην αρχή το κήρυγμά του χλευάστηκε, εν συνεχεία οι Αθηναίοι προσηλυτίστηκαν στη νέα θρησκεία χάρη στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη που θεμελίωσε τη χριστιανική κοινότητα των Αθηνών.

Το 267 μ.Χ. η γοτθική φυλή των Ερούλων εισέβαλε στην Αθήνα και πυρπόλησε όλο το άστυ με εξαίρεση –ευτυχώς– την Ακρόπολη. Αυτή ήταν και η δεύτερη καταστροφή στην ιστορία της πόλης. Ως και τον 4ο μεταχριστιανικό αιώνα πάντως η Αθήνα δεν είχε γνωρίσει ιδιαίτερη παρακμή, παρά τις δύο καταστροφές που είχαν προηγηθεί. Αυτό αποδεικνύεται από τη συνδρομή που παρείχε ο αθηναϊκός στόλος στον Μέγα Κωνσταντίνο ενάντια στους αντιπάλους του. Έτσι, όταν αυτός έγινε πια μονοκράτορας, το 324, αντάμειψε τους Αθηναίους απαλλάσσοντας τους δασκάλους της από τους άμεσους φόρους. Αυτό το γεγονός δείχνει πως η Αθήνα διατηρούσε την αίγλη στον εκπαιδευτικό τομέα. Πάντως, το 396 μαρτυρείται και επιδρομή από τους Γότθους.

Σε ό,τι αφορά τον Παρθενώνα, αυτός γύρω στο 480 μετατρέπεται σε χριστιανικό ναό αφιερωμένο στην Παναγία την Αθηνιώτισσα. Η λατρεία αυτή αντικατέστησε εκείνη προς την Αθηνά Παλλάδα. Αξίζει να σημειωθεί δε, ότι, καθώς περνούσαν τα χρόνια, η Αθήνα μετατράπηκε σταδιακά σε σπουδαίο προσκυνηματικό τόπο προς την Παναγία. Αυτό μας το μαρτυρούν πολλές πηγές περιηγητών. Μάλιστα και ο ίδιος ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος είχε επισκεφθεί την Αθήνα και τον Παρθενώνα για προσκύνημα.

Οι διατάξεις που ακολούθησαν εναντίον της αρχαίας θρησκείας καθώς προχωρούσαν οι αιώνες, η απαγόρευση δηλαδή κάθε δημόσιας παγανιστικής τελετής ή η απαγόρευση των ολυμπιακών αγώνων, δεν εφαρμόστηκαν απαρεγκλίτως στην Αθήνα, η οποία εξακολουθούσε να έχει ισχυρή ειδωλολατρική παράδοση.  Στα μέσα όμως του 5ου αιώνα το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, αφού γυμνώθηκε από κάθε τι πολύτιμο που είχε, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου χάθηκε μυστηριωδώς τον 10ο αιώνα. Την ίδια περίοδο μαρτυρείται και η καταστροφή τής Ποικίλης Στοάς. Οπωσδήποτε όμως, τη χαριστική βολή στην εκπαιδευτική παράδοση της πόλης έδωσε η απόφαση του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, η οποία αφορούσε το κλείσιμο της φιλοσοφικής σχολής της πόλης. Οι τελευταίοι εθνικοί δάσκαλοι, μετά από αυτό, κατέφυγαν στην αυλή του Πέρση βασιλιά Χοσρόη.

Η Αθήνα από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας μέχρι και τον 19ο αιώνα

Κι άλλες ληστρικές επιδρομές κατά της πόλης σημειώνονται το 580 από τους Σλάβους, το 1040 από τους Βαράγγους καθώς και από τους Νορμανδούς του Ρογήρου Β΄ το 1147 και από τους Σαρακηνούς το 1182, για να έρθουμε στην εισβολή το 1203 του Λέοντα Σγουρού, του βυζαντινού άρχοντα του Ναυπλίου, ο οποίος είχε επαναστατήσει  εναντίον του αυτοκράτορα Αλεξίου Γ΄  Άγγελου.

Σε αυτήν την κατάσταση βρήκε την Αθήνα η εισβολή των Φράγκων σταυροφόρων στα εδάφη της βυζαντινής αυτοκρατορίας  και η άλωση της Κωνσταντινούπολης του 1204. Η Αθήνα επιδικάστηκε στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό, τον αρχηγό της σταυροφορίας, ο οποίος έδιωξε τον Λέοντα Σγουρό και παραχώρησε την Αθήνα ως φέουδο στους Βουργουνδούς υπό τον οίκο των ντε λα Ρος. Έτσι ιδρύθηκε το Δουκάτο των Αθηνών και των Θηβών. Κατά τη διάρκεια αυτή της περιόδου οι άρχοντες της πόλης συγκρούονταν συχνά πυκνά με τους Φράγκους ηγεμόνες της Εύβοιας. Όσον αφορά τα οχυρωματικά έργα, έχτισαν έναν πύργο στην Ακρόπολη, που ονομάστηκε «Πύργος των Προπυλαίων» και έναν στη Θήβα (τον επονομαζόμενο και «Πύργο του Σαντομέρη») όπου διέμεναν οι ηγεμόνες του Δουκάτου. Εδραιώθηκε επίσης η ρωμαιοκαθολική εκκλησία στην Αθήνα, η οποία ωστόσο είχε μικρή επίδραση στον πληθυσμό, το ίδιο και οι επαφές των Φράγκων στους Έλληνες.

Οι Βουργουνδοί κυβέρνησαν την πόλη ως το 1311, οπότε στη μάχη της Κωπαΐδας ή μάχη του Αλμυρού οι εισβολείς από τη λεγόμενη «Καταλανική Εταιρεία» νίκησαν τους Βουργουνδούς. Η Καταλανική Εταιρεία είχε ιδρυθεί από τον Ρογήρο ντε Φλορ στις αρχές του 14ου αιώνα και αποτελούταν από τυχοδιώκτες μισθοφόρους. Όταν αυτοί έμειναν χωρίς δουλειά, και επομένως χωρίς πόρους για να ζήσουν, απευθύνθηκαν στον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄ ο οποίος τους προσέλαβε για να πολεμήσει τους Τούρκους. Αυτός όμως αθέτησε τις οικονομικές του υποχρεώσεις προς αυτούς, με αποτέλεσμα οι τυχοδιώκτες να λεηλατήσουν τα Βαλκάνια. Αφού νίκησαν λοιπόν τους Βουργουνδούς και κατέλυσαν το Δουκάτο, λεηλάτησαν φρικτά τη Θήβα. Ούτε η Αθήνα γλίτωσε από τη μανία τους, αφού οι Καταλανοί κατέστρεψαν τον Ελαιώνα στον Κολωνό και γκρέμισαν εξ ολοκλήρου τη συνοικία στα ανατολικά της Ακρόπολης.

Ούτε όμως υπό την κυριαρχία αυτών των νέων κυριάρχων γνώρισε την ειρήνη η Αθήνα, ούτε εκείνων που ακολούθησαν. Αντιθέτως, οι συγκρούσεις στον ελλαδικό χώρο για την απόκτηση εδαφών ήταν κοινός τόπος καθ’ όλη τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας. Στην Αθήνα ακολούθησαν με τη σειρά Ναβαραίοι, Αραγωνέζοι, Βενετοί κατακτητές και κατόπιν η δυναστεία των Αντσαγιόλι από τη Φλωρεντία. Η τελευταία αυτή περίοδος της κυριαρχίας των Αντσαγιόλι κράτησε από το 1388 ως το 1456 οπότε και η πόλη ενέσκηψε στην επιδρομή των Οθωμανών μετά από πολιορκία της Ακρόπολης, μια πολιορκία η οποία κράτησε σχεδόν δύο χρόνια. Τότε ο Μωάμεθ επισκέφθηκε την πόλη. Ορισμένοι υποστηρίζουν μάλιστα ότι η ονομασία της περιοχής «Πατήσια» δόθηκε εξαιτίας του Πατισάχ Μωάμεθ (τίτλος για τον σουλτάνο) που επισκέφθηκε τότε την πόλη. Το 1458 ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε τζαμί. Κτίστηκε ένας μιναρές στη νοτιοδυτική γωνία του Παρθενώνα, από το εσωτερικό του αφαιρέθηκαν όλα τα χριστιανικά σύμβολα, και οι αγιογραφίες της χριστιανικής περιόδου του καλύφθηκαν με επίχρισμα.

Αν και το μνημείο γνώρισε αρκετές καταστροφές κατά την πολιορκία του 1458 και από τις προηγούμενες δηώσεις, εντούτοις θα ήταν σήμερα σε πολύ καλύτερη κατάσταση και με τη στέγη του ακέραια αν το 1687, κατά τη διάρκεια του έκτου βενετοτουρκικού πολέμου, ο Βενετός αρχιστράτηγος Μοροζίνι, μετέπειτα δόγη της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας, δεν αποφάσιζε να πολιορκήσει την Αθήνα  και  την Ακρόπολη. Τότε μία οβίδα έπεσε ακριβώς επάνω στη στέγη του Παρθενώνα, τον οποίο οι Οθωμανοί, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, χρησιμοποιούσαν ως πυριτιδαποθήκη και την κατέστρεψε ολοσχερώς. Συν τοις άλλοις, ο Μοροζίνι, ο οποίος κατέλαβε εν τέλει την Αθήνα, αλλά την άφησε σχεδόν αμέσως διότι δεν μπορούσε να την κρατήσει, λεηλάτησε και αρκετά γλυπτά του μνημείου.

Έκτοτε, μετά από την ατυχή αυτή βενετική απόπειρα κατάληψης της πόλης, η Αθήνα θα μείνει υπό οθωμανική κατοχή έως την απελευθέρωσή της το 1822 κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Όσο για τον Παρθενώνα, αυτός αφού διετέλεσε ναός τριών θρησκειών ανά τους αιώνες, έγινε εν τέλει επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος.

ΠΗΓΕΣ

—Benjamin Hendrickx, «Οι θεσμοί της Φραγκοκρατίας», Αντ. Σταμούλη,  Αθήνα 2007.
—Αντώνιος Καλδέλλης, «Ο βυζαντινός Παρθενώνας», Ψυχογιός, Αθήνα 2013.
—Λευτέρης Καντζίνος, «Αθήνα 1204-1456 – Τα άγνωστα χρόνια», Μεταίχμιο, Αθήνα 2020.
—Peter Lock, «Οι Φράγκοι στο Αιγαίο, 1204-1500», Ενάλιος, Αθήνα 1998.
—Μαρία Ντούρου-Ηλιοπούλου, «Από τη Δυτική Μεσόγειο στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι σταυροφορικές ηγεμονίες στη Ρωμανία (13ος-15ος αιώνας): Πολιτικές και θεσμικές πραγματικότητες», Gutenberg και Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κύπρου, 2012.
—Μαρία Ντούρου-Ηλιοπούλου, «Οι Δυτικοί στη Ρωμανία (13ος-15ος αιώνας) – Μια ερευνητική προσέγγιση», Κοράλι, Αθήνα 2013.

*Η Λεύκη Σαραντινού είναι φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο η ιστορική μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία», Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2020.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.