Ενας παραμυθενιος «Ιωνας» απο το Εθνικο Θεατρο

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα, που δεν είχαν παιδιά. Το μαράζι τους έτρωγε και αποφάσισαν να επισκεφθούν το Μαντείο των Δελφών να ζητήσουν χρησμό για το αν θα αποκτήσουν παιδιά…

Αρχή της… ιστορίας του «Ίωνα» του Ευριπίδη στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, το βράδυ της Τετάρτης στο Αρχαίο Θέατρο των Φιλίππων στο πλαίσιο του φετινού και ομολογουμένως πετυχημένου 46ου Φεστιβάλ. Σ’ ένα γεμάτο θέατρο οι θεατές χειροκρότησαν την καλύτερη- σύμφωνα με τη γενική αίσθηση- παράσταση του φετινού καλοκαιριού, η οποία κατέβηκε και στην Επίδαυρο και απέσπασε πολύ καλές κριτικές. Μια ευφάνταστη παραγωγή, καλόγουστη, κάτι που οφείλει στα εξαιρετικά, τα «παραμυθένια» σκηνικά και κοστούμια του Διονύση Φωτόπουλου.

Ανάμεσα στα διλήμματα του τότε και του σήμερα, στις μεγάλες τραγωδίες των μύθων και στις ατομικές μας τραγωδίες σε επίπεδο συνείδησης, δεν υπάρχουν διαφορές. Με ιστορική γέφυρα των δύο εποχών την Ελλάδα του 19ου αιώνα η Λυδία Κονιόρδου σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε στον «Ίωνα» του Ευριπίδη, ένα έργο ανατρεπτικό, με ειρωνική αμφισημία και ανατροπές.


Ενα έργο κλειδί για τη σύγχρονη έρευνα πάνω στο αρχαίο δράμα, που όμως δεν ήταν θελκτικό για τους περισσότερους σκηνοθέτες μέχρι σήμερα, γιατί δεν είναι ούτε αμιγώς τραγωδία ούτε κωμωδία. Το έργο γράφτηκε σε μια εποχή ταραγμένη, όπου οι βεβαιότητες του παρελθόντος ανατρέπονται, η σιγουριά της παντοκρατορίας των Αθηνών καταρρέει, η πολιτεία διαλύεται, όλα αλλάζουν. Ο Ευριπίδης ανασκευάζει οτιδήποτε χειρίζεται η τραγωδία, μας αποκαλύπτει τις διπλές όψεις της πραγματικότητας. Ο «Ίων» είναι ένα έργο πολύ σύγχρονο και μας αφορά άμεσα, γιατί και σήμερα ερχόμαστε σε σύγκρουση με την πραγματικότητα και τη βεβαιότητα. Τα ήθη αλλάζουν, χωρίς να ξέρουμε τι θα ξημερώσει στο μέλλον του πολιτισμού μας.

Μια παράσταση τρυφερή, απολαυστική, «καλοζυγισμένη», που δεν «αναπαύτηκε» στην τραγικότητα ή στο κωμικό στοιχείο, αντίθετα συνεχώς το διακινδύνευε σκηνοθετικά και υποκριτικά (με επιτυχία), που κινήθηκε σε λεπτές ισορροπίες, συνδυάζοντας το παραμύθι με την ποίηση, το μοντέρνο με το παραδοσιακό στοιχείο, το τραγικό με το κωμικό. Η Λυδία Κονιόρδου προχώρησε την έρευνά της μετά την «Άλκηστη» στα σατιρικά δράματα με σιγουριά δίχως αλαζονεία και έπαρση.

Η Λυδία Κονιόρδου, άλλωστε, εντυπωσιάζει με το ταλέντο και το πάθος της. Διαθέτει το παράστημα, τη φωνή αλλά και την παιδεία που απαιτεί η προσέγγιση του αρχαίου δράματος. Παρά τη μακροχρόνια και συνεπή ενασχόληση της με το αρχαίο δράμα, δηλώνει ότι προσέρχεται σεμνή και ταπεινή σε κάθε παράσταση και αυτό δείχνει τη μεγάλη της αξία.

Το ανέβασμα σεβάστηκε το κείμενο (καθαρός και άμεσος ο λόγος στη μετάφραση της Νικολέττας Φριντζήλα) και το ανέδειξε, αντιλήφθηκε τις δυσκολίες του και τις «παγίδες» του και κατέφερε να τις ξεπεράσει με μαεστρία, δια της σκηνοθετικής μπαγκέτας της Λυδίας Κονιόρδου. Η τελευταία οργάνωσε μία παράσταση μοντέρνα στην όψη, με φρεσκάδα, σαν παραμύθι, πατώντας όμως γερά στην παράδοση του αρχαίο δράματος. Και το κοινό γέλασε, συγκινήθηκε, χειροκρότησε θερμά όχι μόνο στο φινάλε, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, εγκαταλείποντας το θέατρο με αίσθημα ευφορίας και πληρότητας.

Δεκάδες ξύλινες μισοβαμμένες κολόνες σε διαφορετικά μεγέθη (φωτισμένες «μαγικά», όπως και όλη η παράσταση, από τον Λευτέρη Παυλόπουλο) οργάνωναν το χώρο, δίνοντας την αίσθηση των υπολειμμάτων ενός μεγάλου αρχαίου ναού (σκηνικά: Διονύσης Φωτόπουλος). Ο χορός έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στη δράση του έργου, μια και δεν έμεινε στα μετόπισθεν, αλλά μπήκε στην ουσία, στην εξέλιξη του μύθου. Η πάροδος ήταν εντυπωσιακή, με όλη την τονικά «θορυβώδη» βασιλική συνοδεία επί σκηνής, με τα μεγάλα ψάθινα καπέλα, τις ομπρέλες, τα μπαούλα, τα εντυπωσιακά φουστάνια που έφερναν μια ελαφράδα και μια ανεμελιά επί σκηνής.

Η Λυδία Κονιόρδου κατάφερε να διδάξει σωστά τους ηθοποιούς, αποσπώντας απ’ όλους πολύ ωραίες ερμηνείες. Ο Νίκος Καραθάνος ήταν απολαυστικός ως Ξούθος, όπως επίσης και ο Κοσμάς Φοντούκης ως Γέροντας, πολύ καλή και η Μαρία Καντιφέ ως Πυθία, άρεσαν και ο Δημήτρης Οικονόμου και η Τάνια Παπαδοπούλου ως Ερμής και Αθηνά αντίστοιχα. Στο ρόλο του νεαρού και ενάρετου πρίγκιπα της Αθήνας, ο νεαρός Χρήστος Λούλης, φετινό βραβείο Χορν. Έκανε φέτος την «παρθενική» του εμφάνιση στην Επίδαυρο ενώ τον απολαύσαμε και πέρυσι στην πόλη μας ως «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κρήτης. Ο νεαρός πρωταγωνιστής απέδειξε ότι διαθέτει παράστημα, φωνή, ωραία κίνηση, σκηνικό ήθος και σίγουρα αξιόλογο μέλλον στο θεατρικό σανίδι. Η υπέροχη Λυδία Κονιόρδου εντυπωσίασε με τις κωμικές πτυχές που ανέδειξε στον ρόλο, τις οποίες ενσωμάτωσε στο προφίλ της τραγωδού. Στις κωμικές στιγμές έβγαλε γέλιο, ενώ στις τραγικές, όπως για παράδειγμα στον κομό, συγκίνησε το κοινό. Από τις ωραιότερες σκηνές της παράστασης είναι η αναγνώριση μάνας-γιου που περνάει από όλες τις φάσεις-από την επιθυμία για αλληλοεξόντωση έως την αγάπη-που πραγματικά ήταν στημένη στη λεπτομέρεια και στην ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ τραγικού και κωμικού. Πολύ θετικά ήταν τα σχόλια για τη ζωντανή μουσική του Τάκη Φαραζή και τις χορογραφίες της Αποστολίας Παπαδαμάκη.

Μπάμπης Καλπάνης

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.