Αποθεωσαν την «Οπερα της Πενταρας» στους Φιλιππους

Επίκαιρη όσοι ποτέ -σε σημείο που απορεί κανείς για τη διορατικότητα του λαϊκού, όπως τον χαρακτήρισε ο Στέλιος Μάινας, διανοούμενου Μπερτολντ Μπρεχτ- η «Όπερα της Πεντάρας» παρουσιάστηκε το διήμερο που μας πέρασε στον υποβλητικό χώρο του Αρχαίου Θεάτρου των Φιλίππων στην Καβάλα, από την «5η ΕΠΟΧΗ/ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ» σε συνεργασία με το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας και το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κέρκυρας.

Ο ΠτΘ βρέθηκε στους Φιλίππους την Πέμπτη το βράδυ, στην επίσημη πρώτη της παράστασης στους Φιλίππους, παρουσία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Φεστιβάλ Θοδωρή Γκόνη και όλων των δημοτικών και νομαρχιακών αρχών.

Το κοινό αγκάλιασε μια παράσταση με μια μοναδική σκηνοθετική άποψη του Θέμη Μουμουλίδη κι εξαιρετικές ερμηνείες από τους Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στο ρόλο της πόρνης, Στέλιο Μάινα στο ρόλο του Μακήθ, Ρένια Λουιζίδου, από τον εξαιρετικό Μάνο Βακούση και τον καλό – αν και δεν το περιμέναμε, μάλλον λόγω υπερέκθεσης φέτος σε συγκεκριμένο σήριαλ! – Αλέξανδρο Μπουρδούμη.

Διαρκής και αμίμητος ο λόγος του Μπεχτ, έξοχη η ήδη γνωστή στον θεατή μοναδική μουσική του Kurt Weil, δυνατό χειροκρότημα σε κάθε εμφάνιση ηθοποιού στην ορχήστρα και έξυπνες σκηνοθετικές σφήνες συνέθεσαν μια βραδιά μαγική που τελείωσε με μια αυθόρμητη ενός λεπτού σιγή από το κοινό πριν την τελευταία αυλαία, στα λόγια του Μακήθ… για το πόσο πολύ μας αγγίζει η «Όπερα» του Μπρεχτ σε καιρούς που η διαφθορά και το χρήμα είναι και πάλι ο κανόνας, σε ένα επαναλαμβανόμενο γαϊτανάκι του κόσμου, της ηθικής του και των κοινωνικοοικονομικών συστημάτων με κέντρο τον άνθρωπο και το τομάρι του.

Κάποιες φορές ο άνθρωπος καθόλου δεν τρομάζει με την αδικία που διαπράττει, με την ανηθικότητά του, με τον καιροσκοπισμό και τον εγωισμό, με το ρουσφέτι και το λάδωμα, σαν να μην υπάρχει θεός στον κόσμο τούτο και να ναι μόνος ο άνθρωπος και τα θηρία. Πόσο όμως πολύ τρομάζει όταν ομολογείται μπροστά του αυτή η αδικία, ο φόνος του καλού, η πτώση της αγάπης και της αφοσίωσης, πόσο τρομάζει όταν ο δολοφόνος κι ο ληστής στέκονται μπροστά του και του απαριθμούν τα αίσχη του, όταν τους φωνάζει ότι είναι ίδιοι στο βούρκο!

Αυτό συμβαίνει και στην «Όπερα της Πεντάρας»… Μπορεί ο θεατής να γελά στο τέλος της παράστασης, με την απελευθέρωση του φονιά κι αφού όλοι κάτι κέρδισαν και κάτι προστάτεψαν από την μήνι του θεού και του δικαίου, ωστόσο το χαμόγελό του είναι παγωμένο, η αλήθεια είναι κρύα σαν το θάνατο κάποιες φορές, κυρίως όταν είναι τόσο μα τόσο πικρή και ίδια τόσα χρόνια μετά…

Έτσι γίνεται το θέατρο κοινωνική κριτική

«Η Όπερα της Πεντάρας παρουσιάστηκε πρώτη φορά την 31η Αυγούστου 1928 στο Berlin Schiffbanerdamm Theatre και είναι η πρώτη σοβαρή απόδειξη της συνεργασίας του Bertolt Brecht και του Kurt Weil. Μιας συνεργασίας η οποία στην πραγματικότητα είχε ξεκινήσει το 1927 με το Μικρό Μαχαγκόνυ, ένα σχεδίασμα της όπερας «Άνοδος και πτώση της πόλης του Μαχαγκόνυ» που θα προκαλέσει σκάνδαλο το 1930.

Η Όπερα της Πεντάρας αποτελεί μια νέα ματιά στην Όπερα του Ζητιάνου του John Gay. Η υποδοχή που έγινε στην επανεμφάνιση της Όπερας του Ζητιάνου, που παιζόταν στο Λονδίνο επί δυόμισυ σχεδόν χρόνια, είναι ένας από τους λόγους που ώθησαν τον Μπρεχτ να τη διασκευάσει για τη γερμανική σκηνή.

Η Όπερα της Πεντάρας απευθύνεται στο συνηθισμένο θεατρικό κοινό, το αστικό κοινό. Όπως γράφει ο Μπρεχτ είναι «συμπυκνωμένη η εκδοχή για τη ζωή που ο θεατής θέλει να δει στο θέατρο». Μία παράσταση-παγίδα στην οποία πρέπει να πιαστεί ο αστός θεατής που, όπως σημειώνει ο Μπέρναρ Ντορτ «βλέπει και μερικά πράγματα που δεν θα ήθελε να δει, καθώς βλέπει τις επιθυμίες του όχι μόνο να πραγματοποιούνται αλλά και να γίνονται αντικείμενο κριτικής». Η μουσική του Kurt Weil και τα τραγούδια του Μπρεχτ, παίζουν έναν πολύ βασικό ρόλο. Κάνουν το αστικό υπερθέαμα να χάνει την ισορροπία του, αποκαλύπτουν ότι αυτό το θέατρο δεν είναι αστικό αλλά απευθύνεται στους αστούς. Η μουσική και τα τραγούδια εξαίροντας τις ανομολόγητες επιθυμίες του θεατή, αναστέλλουν την ειδυλλιακή συμμετοχή του στην παράσταση.

Πέρα από την σημαντική μετατροπή των θεατρικών μέσων του μιούζικαλ σε μέσα κοινωνικής κριτικής, με την Όπερα της Πεντάρας επιχειρείται μια πρώτη απόπειρα να βρεθεί ένας νέος τρόπος παιξίματος. Απόπειρα που, παρά τις αντιδράσεις των ηθοποιών του Θεάτρου του Φράγματος των Ναυπηγών, στέφεται με θριαμβευτική επιτυχία και δίνει στον Μπρεχτ την δυνατότητα να συνεχίσει τους πειραματισμούς του».

Η απομυθοποίηση της όπερας

«Σκοπός του Μπρεχτ ήταν μέσω της παρωδίας της Όπερας να επιτύχει μια ανατροπή της λειτουργίας του αστικού Θεάτρου από θέαμα «γαστρονομικό» σε επικό – διδακτικό. Διατηρώντας το ψυχαγωγικό της χαραχτήρα, η δική του Όπερα θα είχε την ψυχαγωγία αντικείμενο της τσουχτερής σάτιρας.

Η νέα αυτή Όπερα αντί να αναπαρασταίνει απλώς, προέβλεπε τη γελοιοποίηση των ηθικών αξιών του αστού και την απομυθοποίηση του πιο δοκιμασμένου και προτιμώμενου φορέα ψυχαγωγίας- την Όπερα. Η Όπερα έπρεπε να χτυπηθεί με τα ίδια της τα όπλα. Ένας κριτικός έγραψε εύστοχα: «Το 1728 έχουμε καμουφλαρισμένη κριτική γυμνών αδικιών και το 1928 μια γυμνή κριτική καμουφλαρισμένων αδικιών».

Α.Χ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.