Αγγελης Κωνσταντινου, ενας ευρωπαιος μαρωνιτης καπνοβιομηχανος

Η αναφορά του Μαρωνίτη στο βιβλίο του Ευάγγελου Α.Παπαστράτου

Οι καπνοβιομήχανοι με το όνομα Κωνσταντίνου είναι σίγουρα περισσότεροι του ενός. Στη μακρά πορεία αναγνώσεων για τον καπνό και με ανανεωμένο το ενδιαφέρον για την ιστορία αυτού του προϊόντος που έζησε για δυο τουλάχιστον αιώνες τη χώρα, και εξακολουθεί να ζει ακόμη τη Θράκη με τον μπασμά της- οι εκπρόσωποι της εταιρείας Παπαστράτος ΑΒΕΣ, μας ανέφεραν ότι το 50% του μπασμά είναι δέσμευση της εταιρείας ότι θα αγοραστεί από αυτή-  στη μακρά πορεία των αναγνώσεων για τον καπνό λοιπόν, το όνομα Κωνσταντίνου εμφανίζεται σε κουτιά τσιγάρων με το αρχικό Χ., Λ. και Α. Τα Χ (Χαρίλαος) και Λ. συνδέονται μάλιστα με το πιο φημισμένο γυναικείο τσιγάρο στη χώρα μας τα γευστικότατα Sante, με την ωραία ξανθομαλλούσα καλλονή στην επιφάνεια τού πιο ωραίου πακέτου τσιγάρων όπως λέγονταν, που έφτασε να φαντάζει στις συνειδήσεις μας σαν την ελληνίδα Μονρόε. Στην πραγματικότητα επρόκειτο  για την Πολίτισσα καλλονή και ερωμένη του Κεμάλ Ατατούρκ Ζωζώ Νταλμάς.
 
Τις τελευταίες ημέρες, ένα νέο ξεφύλλισμα του βιβλίου του Ευάγγελου Α. Παπαστράτου, «Η Δουλειά κι ο κόπος της – Από τη ζωή μου», που κυκλοφόρησε από τις  Εκδόσεις GEMA, μας οδήγησε εκ νέου στον μαρωνίτη καπνοβιομήχανο Αγγελή Κωνσταντίνου, από τη Μαρώνεια, οι σελίδες με τις αναφορές του Επαμεινώνδα στον οποίο ήταν τσακισμένες από χρόνια, αναμένοντας χρόνο για την αξιοποίησή τους. Σήμερα έφτασε η ώρα  και λόγω του γεγονότος ότι ένα νέο δίκτυο για την αξιοποίηση της ιστορίας του καπνού έχει διακηρύξει την πρόθεση λειτουργίας του στην Περιφέρειά μας, μέσω των Επιμελητηρίων του τόπου, δίνοντάς μας μια καλή ευκαιρία προσθηκών στην ιστορία του καπνού της Ροδόπης.
 
Αγγελής Κωνσταντίνου όμως, από τη Μαρώνεια Ροδόπης, δια χειρός Ευαγγέλου Α.Παπαστράτου…[1 Σελ. 127-130] Τ.Κ.-Β.


«… Η επίσκεψή μου [1] στο Ανόβερο υπήρξε από κάθε άποψη ευχάριστη κι ωφέλιμη. Όταν πήγα να επισκεφτώ το Εργοστάσιο Κωνσταντίνου και το αντίκρυσα από το δρόμο, αισθάνθηκα σαν Έλλην περηφάνεια βλέποντας το λαμπρό κι επιβλητικό χτίριο, με τη θαυμάσια εξωτερική εμφάνιση.
 
Ο ιδιοκτήτης, ο αείμνηστος Αγγελής Κωνσταντίνου, με δέχτηκε με πολλή φιλική διάθεση, κι αφού συνομιλήσαμε λίγο με συνόδεψε να επισκεφτώ το εργοστάσιο σε όλα του τα τμήματα. Στο τέλος περάσαμε από τις αίθουσες του εστιατορίου, όπου την ώρα εκείνη προγευμάτιζε το προσωπικό κι έβλεπε κανείς εκατοντάδες Γερμανίδες, ντυμένες με άσπρες μπλούζες και σκούφιες στο κεφάλι, καθαρές, φρέσκες, γελαστές και ροδοκόκκινες.
 
Ομολογώ πώς, αν και πέρασαν από τότε πάνω από πενήντα χρόνια θυμούμαι την καταπληκτική εντύπωση που μου έκαναν οι εγκαταστάσεις του Εργοστασίου, ο τρόπος της λειτουργίας του, με την άσπιλη καθαριότητα, αλλά και το θέαμα του εστιατορίου, που μου είχε φανεί πως ήταν όνειρο, κι όχι πως είχα μπροστά μου μια πραγματικότητα.
 
Και θα ομολογήσω επίσης πως ήταν μια πολύ μεγάλη ικανοποίηση για μένα όταν, είκοσι χρόνια αργότερα, η καπνοβιομηχανική Εταιρία μας πραγματοποίησε στο νέο εργοστάσιό της στον Πειραιά ανάλογες εγκαταστάσεις για την εξυπηρέτηση του προσωπικού της.
 
Το εργοστάσιο αυτό του Αγγελή Κωνσταντίνου το είχαν για πρότυπο σε όλη τη Γερμανία, κι εκτιμούσαν τα πασίγνωστα σιγαρέτα του για την καλή και σταθερή τους ποιότητα.
 
Ο Κωνσταντίνου, που καταγόταν από τη Μαρώνεια της Δυτικής Θράκης, ήταν τότε ένας από τους παλαιότερους Έλληνες που είχαν εγκατασταθεί στη Γερμανία. Άρχισε απλός βιοπαλαιστής κι ήταν δημιούργημα της φιλεργίας και δραστηριότητάς του. Με την τιμιότητά του κατόρθωσε να αποκτήσει ένα εργοστάσιο, μικρό στην αρχή, που είχε εξελιχτεί σ’ ένα από τα πιο σοβαρά εκείνης της εποχής. Φτασμένος πια, όταν τον γνώρισα, έμενε πάντα φιλοπρόοδος, και θερμός πατριώτης [2].
 
Είχε παντρευτεί με Γερμανίδα πολύ νέος, όπως συνέβαινε σε πολλούς δικούς μας που πήγαιναν νέοι στη Γερμανία, για να εγκατασταθούν εκεί.
 

Μετά την επίσκεψη του εργοστασίου, ο Κωνσταντίνου με σύστησε στο μοναχογιό του, που ήταν γενικός διευθυντής του εργοστασίου και μιλούσε καλούτσικα τα ελληνικά, επίσης και στον τεχνικό διευθυντή, που έκανε τα χαρμάνια· τον έλεγαν Στρατή Καθαρόπουλο. Δυο γιοί του εργάζονται ακόμα στο εργοστάσιό μας.
 
Ο Κωνσταντίνου μου εξέφρασε τα συγχαρητήριά του για την ευσυνείδητη και ικανοποιητική εκτέλεση των παραγγελιών του, που τον είχε ενθαρρύνει να χρησιμοποιήσει σε μεγάλη κλίμακα τα καπνά της περιφέρειάς μας. Μου παραπονέθηκε συνάμα για την έλλειψη συστήματος στο καπνεμπόριο της Παλιάς Ελλάδας γενικά, που ήταν η αιτία να δυσφημίζονται τα ελληνικά καπνά. Γι’ αυτό, μου πρόσθεσε, είχε αποφύγει κι εκείνος επί πολλά χρόνια να χρησιμοποιεί τα καπνά Αγρινίου, επειδή δεν είχε μείνει ευχαριστημένος από τις παραλαβές. Ας μου επιτραπεί να σημειώσω εδώ πως, πολύ σύντομα, τόση έγινε η εμπιστοσύνη του Εργοστασίου Κωνσταντίνου στην Εταιρία μας, ώστε πολλές φορές, εκτός από τις παραγγελίες του, έφτασε να κάνει και πρόσθετες σοβαρές αγορές καπνών Αγρινίου με βάση τα μικρά ταχυδρομικά δείγματα που του στέλναμε.
 
Είπα στον Κωνσταντίνου το σκοπό του ταξιδιού μου, κι αυτός μ’ ενθάρρυνε, μου πρόσθεσε μάλιστα πως μπορούσα να δηλώνω στα άλλα εργοστάσια πως η Εταιρία μας είναι ο αποκλειστικός προμηθευτής του δικού του εργοστασίου για τα καπνά Αγρινίου.
 
Με την ίδια ευκαιρία του έκανα λόγο για τα καπνά που είχαμε για πούλημα στο Αμβούργο και μου υποσχέθηκε να στείλει εκεί τον τεχνικό διευθυντή του να τα επισκεφθεί. Για να με διευκολύνει περισσότερο μου δήλωσε πως, αν δεν κατόρθωνα να πουλήσω τα καπνά που είχαμε στη Βρέμη, μπορούσα να δώσω εντολή να τα φορτώσουν για το Ανόβερο και θα κανόνιζε ο ίδιος τις καλύτερες τιμές που του επέτρεπε η εργασία του.
 
Τότε που ήμουν στο Ανόβερο με φιλοξένησε μια μέρα στο σπίτι του ο γιος Κωνσταντίνου, που ήταν παντρεμένος με μιαν ωραία και πολύ συμπαθητική Ελληνίδα, την Αγγέλα, κόρη του γνωστού Σμυρναίου καπνεμπόρου Κοραή Συννεφιά. Επίσης, ο πατέρας Κωνσταντίνου είχε αναθέσει στον Έλληνα γραμματέα του, που τον έλεγαν Αρνίδη, να με περιποιηθεί και να μου δείξει το Ανόβερο.
 
Θυμούμαι πως πήγαμε μια βραδιά στην Όπερα, όπου έπαιζαν την «Εύα» του Λέχαρ. Όταν άνοιξε η αυλαία νόμισα πως έβλεπα όνειρο. Όλο το θέαμα ήταν τόσο εντυπωσιακό για μένα, με τα πλούσια σκηνικά του, τους λαμπρούς ηθοποιούς, το θαυμάσιο μπαλέτο και την τέλεια ορχήστρα, που έμενα έκθαμβος σε όλη την παράσταση· κι άμα τελείωσε λυπήθηκα αληθινά που πέρασε η ώρα τόσο γρήγορα. Μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει την εντύπωση που μου έκανε το να βρεθώ, από τον καραγκιόζη του Αγρινίου ή από το θέατρο των Πατρών, όπου πήγαινα καμιά φορά, σ’ αυτό το θαυμάσιο περιβάλλον.
 
Από το Αννόβερο έφυγα για τη Βρέμη, κατενθουσιασμένος κι εφοδιασμένος από τον Κωνσταντίνου με διάφορα σιγαρέτα του, από τις καλύτερες μάρκες. Σκόπευα να επιστρέψω αργότερα, για να πάρω τις παραγγελίες του για τα καπνά της νέας εσοδείας.»



1. Η επίσκεψη έγινε το 1911.
 
2. Διετέλεσε στο Ανόβερο και  ως άμισθος Έλληνας Πρόξενος. Δώρησε μάλιστα 100 χιλ. μάρκα, 40.000 σιγαρέττα για τους αξιωματικούς, 80.000 σιγαρέττα & 1000 κουτιά καπνού χύμα των 50 γραμ. για τους στρατιώτες στο βαλκανικό μέτωπο.
 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.