Αναθεωρηση της ΚΑΠ

Με ήρεμο λόγο, ακριβείς και σαφείς παρατηρήσεις και παράπονα για την γραφειοκρατία που τους ταλαιπωρεί, τους φορείς που τους εκπροσωπούν, τον ΟΠΕΚΕΠΕ, την αδιαφορία του υπουργείου, το ασαφές καθεστώς της αγροτικής πολιτικής, τις συνεχείς ρυθμίσεις και τροποποιήσεις κανόνων για τα αγροτικά προϊόντα, τους γεωργούς άλλων περιοχών, τους υπαλλήλους της Διεύθυνσης Γεωργίας, την αγροτική τράπεζα, απευθύνθηκαν στο συνδικαλιστικό τους όργανο οι αγρότες της περιοχής που συμμετείχαν στο κάλεσμα του Διοικητικού Συμβουλίου της ΓΕΣΑΣΕ για μια συνεδρίαση ενημέρωσης και προβληματισμού στο φλέγον θέμα της αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) το βράδυ της Παρασκευής στο ξενοδοχείο Ροδόπη.

Η παρουσία της ΓΕΣΑΣΕ με δικό της περίπτερο στην έκθεση «Θράκη 2003» και η επίσκεψή του Προέδρου κ. Γιώργου Γωνιωτάκη και ολόκληρου του Δ.Σ. σ΄ αυτό, αποτέλεσε την αφορμή για τη συνεδρίαση, η οποία ξεκίνησε επεισοδιακά με την αποχώρηση των εκπροσώπων της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Κομοτηνής, Καβάλας και Δράμας όταν λόγω υποχρεώσεων καθυστέρησε να έρθει ο Πρόεδρος της ΓΕΣΑΣΕ και την κήρυξη έναρξης των εργασιών ανέλαβε ο Πρόεδρος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ροδόπης.

Στις δηλώσεις που ακολούθησαν οι εκπρόσωποι των Ομοσπονδιών, και μέλη της ΓΕΣΑΣΕ, τόνισαν ότι «δεν μπορεί να προεδρεύει η ηγεσία της Ένωσης σε συνέδριο της ΓΕΣΑΣΕ, διότι η ΕΑΣ είναι συνεταιριστικό όργανο, είναι εργοδότης και η συνεδρίαση είναι συνδικαλιστική.

Έτσι ό,τι και να ειπωθεί από τον Πρόεδρο της ΕΑΣ είναι ξένο προς το αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα»
.

Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της ΕΑΣ χαιρέτισε την έλευση του συνόλου του Δ.Σ. της ΓΕΣΑΣΕ στην Κομοτηνή δηλώνοντας ότι «ως συνεταιριστική οργάνωση στηρίζουμε και συμμετέχουμε σ’ αυτήν την εκδήλωση» αναγνωρίζοντας την σπουδαιότητα του αντικειμένου της συζήτησης.

Τα μεσογειακά προϊόντα

Το συνδικαλιστικό όργανο των αγροτών ανέλαβε πανελλήνια εκστρατεία ενημέρωσης του αγροτικού πληθυσμού της χώρας με κατά τόπους επισκέψεις του νεοεκλεγμένου προεδρείου και τη συνδρομή επιστημονικών του συμβούλων. Στη συνεδρίαση της Κομοτηνής την ανάλυση του θέματος της αναθεώρησης της ΚΑΠ ανέλαβε ο κ. Νικόλαος Λάππας.

Τονίστηκε ότι η ΚΑΠ ξεκίνησε ως «ενδιάμεση συμφωνία», για να εξελιχθεί σε «αναθεώρηση» και τώρα οι ευρωπαίοι υπουργοί έφτασαν να μιλούν για «μεταρρύθμιση». Ειπώθηκε ότι κατ΄ αρχήν πολλές χώρες αρνήθηκαν οποιαδήποτε συζήτηση και βάζοντας σε λειτουργία έναν υπόγειο μηχανισμό προσπάθησαν να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη από την τελική πρόταση που θα έπεφτε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, κάτι ανάλογο όμως δεν έγινε από την ελληνική πλευρά, παρόλο που υπήρχε σχετική εμπειρία από άλλες διαπραγματεύσεις (Ατζέντα 2000).

Εξαιρέθηκαν από τη διαπραγμάτευση τα μεσογειακά προϊόντα, λάδι, καπνός, βαμβάκι, κρασί, που αφορούν το 70% της εγχώριας παραγωγής και μόνο μετά από επίμονες προσπάθειες της ΓΕΣΑΣΕ και άλλων φορέων και οργανώσεων των αγροτών υιοθετήθηκε σαν πρόταση προς την ΕΕ από το υπουργείο Γεωργίας. Στην άτυπη σύνοδο των υπουργών Γεωργίας στη Κέρκυρα ασκήθηκαν από την ΓΕΣΑΣΕ έντονες πιέσεις προκειμένου να γίνει ανάληψη πολιτικής δέσμευσης για την προστασία και διασφάλιση των μεσογειακών προϊόντων, ενόψει μάλιστα και των διαπραγματεύσεων που αρχίζουν τον Σεπτέμβριο στον Παγκόσμιο Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε, αν και την αναγκαιότητα αυτή ασπάζεται και ο Επίτροπος Γεωργίας κ. Φίσλερ. Από την πλευρά της Ελλάδας, λέει η ΓΕΣΑΣΕ, μόλις τώρα τελευταία υιοθετήθηκε αυτή η άποψη και ο κ. Δρυς μιλάει για «ειλικρινή συμβιβασμό» και «αποδοχή της πρότασης αναθεώρησης μόνο αν διασφαλισθεί η στήριξη των μεσογειακών προϊόντων και υπάρξουν διορθώσεις σε τομεακό επίπεδο, ώστε να αρθούν ιστορικές αδικίες που υφίστανται μεταξύ των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης π.χ. ποσοστώσεις γάλακτος» και από τον περασμένο Μάρτιο αξιώνει δέσμευση της Επιτροπής και του Συμβουλίου για επαρκείς πόρους χρηματοδότησης και σταδιακή αύξηση της ποσόστωσης γάλακτος.

Αναγκαιότητα αναθεώρησης

Απ’ ό,τι φαίνεται ο Ιούνιος είναι το κρίσιμο σημείο που όλα τα βόρεια κράτη πιέζουν για την τελική έγκριση της αναθεώρησης της ΚΑΠ με τη λήξη της Ελληνικής Προεδρίας. Αυτή επιβάλλεται από διεθνείς συγκυρίες, όπως οι διαπραγματεύσεις με τον ΠΟΕ για τη μείωση των επιδοματικών πολιτικών, την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου και στο εσωτερικό της ΕΕ, την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, την προστασία περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με τον έλεγχο της διαδικασίας καταβολής επιδοτήσεων και την ένταξη των 10 νέων χωρών, όπου η ΕΕ καλείται να στηρίξει τους αγρότες των νέων χωρών χωρίς όμως να αυξήσει τις κοινοτικές δαπάνες.

Η ΓΕΣΑΣΕ επιμένει ότι η Κυβέρνηση θα πρέπει να συνταχθεί με τις χώρες του Νότου – Ισπανία – που κι αυτές θίγονται από τις προτάσεις και παράλληλα να λάβει συγκεκριμένα εσωτερικά μέτρα συμβατά με τους κοινοτικούς κανονισμούς, ώστε να προετοιμασθεί η δημόσια διοίκηση για να αντιμετωπίσει το νέο, πολύπλοκο, γραφειοκρατικό σύστημα που η αναθεώρηση θα φέρει, εν γνώσει μάλιστα και της εγγενούς αδυναμίας των υπηρεσιών να αντεπεξέλθουν στον έλεγχο και κατανομή ποσοστώσεων και επιδομάτων, όπως αυτό φάνηκε από τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν και συνεχίζουν να επιβάλλονται από την ΕΕ, με αποτέλεσμα να χάνεται πολύτιμο εισόδημα από τους Έλληνες αγρότες.

Ορατοί κίνδυνοι

Το θετικό σημείο της πορείας για την αναθεώρηση της ΚΑΠ ήταν η απόφαση των αρχηγών Κρατών της ΕΕ, τον Δεκέμβριο του 2002, ότι οι πόροι που δίνονται στη γεωργία δεν θα μειωθούν. Ωστόσο, η πολυπλοκότητα και η συνθετότητα του συστήματος καταβολής τους δημιουργούν σοβαρά προβλήματα, καθώς η Δανία υπολόγισε ότι για τους 70.000 αγρότες που έχει, θα χρειασθεί μια πενταετία για να προσαρμόσει στο νέο σύστημα τη δημόσια διοίκησή της.

Στη νέα ΚΑΠ πολύς λόγος γίνεται για τον όρο «αποσύνδεση των ενισχύσεων από την αγροτική παραγωγή» που σημαίνει ότι η ενίσχυση που θα παίρνει ο παραγωγός δεν θα έχει σχέση ούτε με τα κιλά ούτε με τα στρέμματα που θα παράγει.

«Η επιταγή», όπως ονομάστηκε, θα υπολογίζεται στο σύνολο της επιδότησης που έχει πάρει ο παραγωγός κατά την τριετία 2000-2001-2002, διαιρούμενη δια τρία. Το ποσό που θα προκύψει θα εισπράττεται από τον παραγωγό σταθερά μέχρι το 2013, ενώ, αν έχει κι άλλες παραγωγές που δικαιούνται επιδότησης, θα προστίθενται ανεξάρτητα η μία από την άλλη υπολογιζόμενες με τον ίδιο τρόπο. Το ποσό θα υπόκειται σε παρακρατήσεις που θα φτάσουν μέχρι το 2013 στο ύψος 12,5%.

Η θέση της ΓΕΣΑΣΕ είναι να αυξηθεί στα 15.000 και να είναι αφορολόγητο, διότι «η πρόταση ορίζει ότι θα γίνεται παρακράτηση ποσού, που θα χρησιμοποιηθεί το 6% για την ανάπτυξη της υπαίθρου στα κράτη – μέλη και τα υπόλοιπα θα πάνε στα ταμεία της ΕΕ για να χρηματοδοτηθούν πολιτικές αγορών για προϊόντα που θα έχουν πρόβλημα στην αναθεώρηση, όπως η ζάχαρη, τα τεύτλα, το γάλα».

Η ένσταση που προβάλλει επί του θέματος η ΓΕΣΑΣΕ είναι ότι οι επιδοτήσεις θα έχουν ημερομηνία λήξης, θα απαξιώσουν την αγροτική παραγωγή, θα επιφέρουν επιπτώσεις στην ποιότητα και την ποσότητα των παραγομένων προϊόντων, θα νομιμοποιηθούν παρανομίες του παρελθόντος, θα υπάρξουν δυσμενείς συνέπειες σε άλλους κλάδους της οικονομίας, καθώς και στο εμπορικό ισοζύγιο.

Ενα σημείο που πρέπει να προσεχθεί είναι ότι παράλληλα ο παραγωγός θα έχει το δικαίωμα να καλλιεργεί προϊόντα που ναι μεν θα είναι ανταγωνιστικά στην αγορά, αλλά θα υπάρχει και η απόλυτη δέσμευση διατήρησης της στρεμματικής του έκτασης. Εδώ εντοπίζεται πρόβλημα διαδοχής στην αγροτική ιδιοκτησία και μένει ασαφές το καθεστώς στην είσπραξη της στρεμματικής ενίσχυσης, καθώς το 45% των εκτάσεων που καλλιεργούνται είναι νοικιασμένες. Επίσης, προβλέπεται ότι θα υπάρξει μείωση των επιδοτήσεων κατά 50% επί του συνόλου. Οι φόβοι της ΓΕΣΑΣΕ είναι ότι θα υπάρξει απορύθμιση των αγορών όλων των αγροτικών προϊόντων και οι παραγωγοί θα οδηγηθούν στην κατάσταση που ισχύει για τα προϊόντα όπου δεν υπάρχει Κοινή Οργάνωση Αγοράς (ΚΟΑ), όπως στα κηπευτικά και ορισμένα φρούτα, όπου η αύξηση των τιμών της μιας χρονιάς εκμηδενίζεται από την αύξηση των διαθεσίμων ποσοτήτων την επόμενη.

Καπνός, βαμβάκι, γάλα

Ζητήματα που αφορούν στη βελτίωση της ποιότητας τίθενται στο πρόσθετο κομμάτι της πρότασης α) δίνονται 1.500 ευρώ ανά εκμετάλλευση, ανά έτος και για μια πενταετία για την ενημέρωση του καταναλωτή από τον παραγωγό για την αυξημένη ποιότητα των προϊόντων που διαθέτει.

β) δίνονται 10.000 με τους ίδιους όρους για να μπορέσει ο αγρότης να προσαρμοσθεί στους κώδικες της νέας γεωργικής πρακτικής.

γ) δίνονται 1.500 ευρώ για να έχει συμβουλευτικές υπηρεσίες και

δ) 500 ευρώ ανά μονάδα ζώου σε κτηνοτρόφους που θα δεχθούν να εφαρμόσουν επιπλέον ποιοτικές προδιαγραφές βελτίωσης ποιότητας παραγωγής κρέατος και γάλακτος. Η ΓΕΣΑΣΕ θεωρεί ότι είναι το πιο θετικό σημείο της πρότασης, αλλά υπογραμμίζει ότι «όλα αυτά θέλουν εθνικά προγράμματα κι εκεί είναι το κρίσιμο σημείο για μας και οι φόβοι μας, διότι, όπως λειτουργεί η δημόσια διοίκηση, η πολυπλοκότητα του συστήματος, που ως πρόταση είναι 160 σελίδες, και με τους όρους που επιβάλλονται, τελικά την αύξηση της παραγωγής από τα σχέδια βελτίωσης δεν θα την εισπράξει ο παραγωγός».

Η αποσύνδεση της παραγωγής από την ενίσχυση αφορά και στο βόειο κρέας όπου η ΓΕΣΑΣΕ προτείνει η ποσόστωση να φτάσει τα 1-1,2 εκατομμύρια τόνους, το σκληρό σιτάρι και το ρύζι. Για το αγελαδινό γάλα ορίζει η πρόταση αύξηση 1% και δίνονται στην Ελλάδα 14.000 τόνοι, που η ΓΕΣΑΣΕ το θεωρεί «αστείο ως νούμερο», και προτείνει να αυξηθεί στους 1,2 εκατομμύρια τόνους και μετά «να συμφωνήσουμε στο μοίρασμα αυτής της ποσόστωσης, που θα τονώσει τη βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεων και θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για νέες, επειδή προβλέπεται αύξηση της ζήτησης γάλακτος στις δύο επόμενες δεκαετίες». Επίσης, σε πλήρη αποσύνδεση παραγωγής βρίσκεται ο καπνός και το βαμβάκι «και πάμε σε αναθεώρηση της ΚΟΑ σε μηδενική βάση για ένα μικτό σύστημα αποσύνδεσης».

Σκληρή διαπραγμάτευση

Ο πρόεδρος της ΓΕΣΑΣΕ, κ. Γιώργος Γωνιωτάκης, τόνισε με έμφαση ότι μπορεί κατ΄ αρχάς η πρόταση να φαίνεται δελεαστική, αλλά πρέπει οι αγρότες να σκεφτούν τις παγίδες που κρύβει, καθώς μεθοδεύεται σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων, ο παραγωγός θα αποσυνδεθεί από την ποιότητα και την ποσότητα που παράγει και θα υποβαθμιστεί το ενδιαφέρον του για την παραγωγή του, θα χαθεί η ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, επίσης, αφήνονται ακάλυπτοι οι νέοι αγρότες, καθώς και οι προσπάθειες για αύξηση της παραγωγής δεν θα έχουν αντίκρισμα στο εισόδημα.

Ζήτησε από τους αγρότες συστράτευση και περιφρούρηση των δομών και των φορέων τους, τονίζοντας ότι είναι «τα εργαλεία» τους και ότι «αν οι διοικήσεις δεν μας αρέσουν, αλλάζουμε τα πρόσωπα. Τον φορέα όμως δεν τον χαρίζουμε σε κανέναν». Επικριτικός στάθηκε απέναντι στο υπουργείο Γεωργίας για έλλειψη στρατηγικής τακτικής και εναλλακτικών σεναρίων στην αναθεώρηση της ΚΑΠ, τα οποία θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν και τη θέση του υπουργού Γεωργίας ότι τα χρήματα που θα χαθούν από τις επιδοτήσεις θα αντικατασταθούν από τις εμπορικές τιμές, ρωτώντας: «Έχουμε εμπορικά δίκτυα; Οι Ενώσεις είναι έτοιμες να κλείσουν. Πού είναι το εμπορικό δίκτυο που θα μπορέσει να στηρίξει την παραγωγή και να κερδίσουμε από τη διαφορά στην εμπορική τιμή;».

Επίσης, δεν παρέλειψε την αναφορά στη γραφειοκρατική δομή της δημόσιας διοίκησης που αποδεικνύεται καθημερινά ατελέσφορη, «πόσο μάλλον με την νέα ΚΑΠ που εισάγει ένα ακόμη πιο γραφειοκρατικό σύστημα», τον κρατικό μηχανισμό του ΟΠΕΚΕΠΕ, στους «δήθεν προστάτες του περιβάλλοντος» που θεωρούν υπεύθυνο τον αγρότη για ό,τι συμβαίνει, αντί να επιβάλλουν στις βιομηχανίες να παράγουν προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον.

Καταλήγοντας, πρόσθεσε ότι η συζήτηση για τη νέα ΚΑΠ είναι ένα πεδίο σκληρών διαπραγματεύσεων «αλλά στην κακή αυτή διαπραγμάτευση θέλουμε να ενταχθούν τα μεσογειακά προϊόντα για τον απλό λόγο ότι, αν ήταν μέσα στη διαπραγμάτευση, θα μπορούσαμε να ζητήσουμε ή να «εκβιάσουμε» λύσεις».

Έφη Μωραΐτου

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.