Πετυχε το πειραμα της Νεκυιας με τον Γιαννη Αγγελακα στη Στεγη;
Ξηλώστε τα καθίσματα». Αυτή την προτροπή μού έρχεται να φωνάξω, σαν παραλλαγή του στίχου «ανοίχτε τα τρελάδικα», κάθε φορά που παρακολουθώ μια παράσταση και μου «κλωτσάει» το γεγονός ότι παρουσιάζεται σε ιταλική σκηνή (σ.σ: σκηνή μετωπική, αποτελούμενη από υπερυψωμένη σκηνή και πλατεία για το κοινό). Η «Νέκυια», αυτή η υπέροχη «Οδύσσεια με πλήκτρα, φωνές και μουσικό πριόνι», όπως πολύ ωραία περιγράφεται από τους ανθρώπους της Στέγης, είναι μία από αυτές.
Βρέθηκα στην πρεμιέρα της, στις 21 Δεκεμβρίου –που συνέπεσε με το χειμερινό ηλιοστάσιο, το οποίο δίνει τη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου– και καθ’ όλη τη μία ώρα που περίπου διαρκεί ένιωθα ότι θα ήθελα να ήμουν όρθιος, είτε σε έναν άδειο από καθίσματα χώρο –π.χ. σε ένα κλαμπ, σε μια αποθήκη, σε ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο– είτε σε κάποιο «παγωμένο μουσείο», για να χρησιμοποιήσω μια περιγραφή της Κατερίνας Γώγου, που τη βρίσκω επί του σημείου.
Κι αυτό για να έχω τη δυνατότητα να μετακινούμαι και να μπορώ να βλέπω την παραστασιακή δράση από διαφορετικές οπτικές γωνίες, με ακτίνα εύρους 360 μοιρών. Φευ! Και σε ιταλική σκηνή, η «Νέκυια» ήταν καλή.
Διαλειμματική εμβύθιση στην παραστασιακή μαγεία
Στην ουσία, αυτό που συμβαίνει στο συγκεκριμένο θέαμα-ηχοτροπική κατάσταση είναι το ότι ο Γιάννης Αγγελάκας και η Όλια Λαζαρίδου απαγγέλλουν, όπως ακριβώς θα έκαναν σε ένα θεατρικό αναλόγιο, τη Ραψωδία Λ της Οδύσσειας, στην οποία περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα στον Άδη.
Το story είναι γνωστό: Ακολουθώντας τις συμβουλές της Κίρκης, ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του πλέουν με το καράβι τους για τον Κάτω Κόσμο, όπου ο ομηρικός ήρωας θα ζητήσει τον χρησμό από την ψυχή του μάντη Τειρεσία για το πώς θα καταφέρουν να επιστρέψουν στην Ιθάκη. Για τη σύλληψη της ιδέας του έργου, τη σύνθεση της μουσικής που ακούγεται και τη γενικότερη καλλιτεχνική επιμέλεια, υπεύθυνος είναι ο Γιάννης Αγγελάκας. Τη σκηνοθεσία, την υπογράφει ο Χρήστος Παπαδόπουλος.
Η αλήθεια είναι ότι κατά τα πρώτα του λεπτά, ίσως επειδή δεν ήξερα τι ακριβώς να περιμένω, δυσκολεύτηκα λίγο να μπω στην ιστορία, αλλά μετά μια χαρά την παρακολούθησα. Οι γνώριμες φωνές των δύο αφηγητών –δεν έπαψαν στιγμή να είναι κάτι άλλο από ο εαυτός τους πάνω στη σκηνή ή τουλάχιστον έτσι τους προσλάμβανα εγώ– και ο χαρακτηριστικός τους τρόπος εκφοράς του λόγου, χρωματισμένος και υποβλητικός από μόνος του, δημιουργούσε ένα κοντράστ με την ιδιαίτερα εικονοκλαστική ματιά του Χρήστου Παπαδόπουλου.
Ο μη-συμβατικά σχεδιασμένος φωτισμός του θεάματος, που δημιουργούσε τοίχους, χώριζε τη σκηνή, έπεφτε πάνω στην πλατεία και την ένωνε με τη σκηνή ή φώτιζε σημεία μη-αναμενόμενα, αλλά και οι πλήρεις συσκωτίσεις, δημιουργούσαν κάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί ως «διαλειμματική εμβύθιση στην παραστασιακή μαγεία».
Δημιουργούσαν στο έργο εξάρσεις, κάνοντάς το μαγνητικό ακόμα και για κάποιον που, χαμένος στη μετάφραση, μπορεί να έχανε τον μίτο της αφήγησης. Το ίδιο και οι ήχοι, οι φωνές, οι σιωπές, οι θόρυβοι· έφτιαχναν μια ατμόσφαιρα και μια αισθητική εντός της οποία μπορούσες να τοποθετήσεις το κείμενο. Κι αυτό, αν μη τι άλλο, αποτελεί καλλιτεχνική νίκη.
Το θέαμα-ηχοτροπική κατάσταση «Νέκυια» παρουσιάζεται στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, έως τις 28 Ιανουαρίου.
Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.