Η πραγματικη «δασκαλα με τα χρυσα ματια»;

Μια ιστορία για τη Στέλλα Ιωάννου, την 78χρονη που αυτοπυρπολήθηκε στο Μόλυβο το 1972 γιατί ήθελε με το τέλος της «να κάνει ένα ‘μπαμ’»

Πιτσιρικάς στα τέλη της δεκαετίας του 1960, βρέθηκα στο Μόλυβο. Μια επίσκεψη με τη μάνα μου μετά από ένα περιπετειώδες ολόκληρο «ταξίδι» που απαιτείτο να κάνει κανείς εκείνη την εποχή για να φτάσει στην όμορφο καστροπολιτεία, μου άνοιξε την πόρτα σε ένα μοναδικό τόπο. Πιτσιρικάς κι ανακάλυψα περπατώντας – τρέχοντας στα σοκάκια κάθε γωνιά του από το κάστρο ως κάτω στο λιμάνι.

Και φυσικά σε μια, δυο το πολύ μέρες δικτυώθηκα με την τοπική «μαρίδα» τρέχοντας στα σοκάκια, κάνοντας ότι άλλο «απαιτείτο» να κάνει ένας πιτσιρικάς της εποχής που σεβόταν τον εαυτό του.

Από τις πιο έντονες αναμνήσεις της εποχής όμως, ήταν η κατά Παπαδιαμάντη «γραία», καθισμένη θαρρείς μόνιμα στην πόρτα ενός ερειπιώνα στην πάνω –λεγόμενη- αγορά, παραδίπλα από την πάνω αυλόπορτα του Άγιου Παντελεήμονα, μπροστά από την οποία περνούσαν μοναχά οι τολμηροί.

Οι πολύ τολμηροί. Καθηλωμένη σε μια καρέκλα, με μια άσχημη μυρωδιά να αναβλύζει από τον κατασκότεινο ερειπιώνα της περνούσε τη μέρα «η δασκάλα». Μια αλλιώτικη δασκάλα από τη γλυκιά δική μου δασκάλα την κυρα Αφρούλα, ετούτη η βγαλμένη θαρρείς από παραμύθια σκοτεινή γυναίκα έβριζε όποιον περνούσε από μπροστά της και φυσικά οι τολμηροί της παρέας που λέγαμε, προκαλούσαν το θυμό της τρέχοντας από μπροστά της με την ιαχή «ου μουρή κυρα δασκάλα….».

Στο επόμενο ταξίδι στο Μόλυβο, δυο κοντά χρόνια μετά, δεν ήταν δα και ο Μόλυβος συχνός προορισμός των Μυτιληνιών της εποχής, έμαθα «αντράκι» πια από τα άλλα «αντράκια» πως η γραία της ιστορίας κάηκε ζωντανή.
Χρόνια μετά πίστεψα πως στα παιδικά μου χρόνια ήρθα πρόσωπο με πρόσωπο με την «Σαπφώ», την ηρωίδα του Στρατή Μυριβήλη στο «Η ζωή εν τάφω» και στη συνέχεια του «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Δε ξέρω τι πρωτοέκανα.

Τα βιβλία διάβασα πριν δω το σήριαλ το βασισμένο στα έργα του Μυριβήλη ή το αντίθετο; Αλλά σήμερα δεκαετίες μετά από τότε θυμάμαι πόσο είχα ταυτιστεί με τον ήρωα Λεωνή Δρίβα που ‘χε γυρίσει ηττημένος από τον πόλεμο της Μικρασίας για να ερωτευτεί τη δασκάλα τη Σαπφώ χήρα του φίλου του και συμπολεμιστή του που ‘χε σκοτωθεί στο μέτωπο.

Πέρασαν χρόνια πολλά για να μάθω πως η γραία των παιδικών μου χρόνων ήταν (ήταν;) η…. «Σαπφώ». Ή μήπως όχι;

Το καλοκαίρι του 1968 ένας φίλος και άξιος άνθρωπος, ο συγγραφέας Βασίλης Τζανακάρης, εκδότης ενός ζηλευτού περιοδικού του «ΓΙΑΤΙ» στις Σέρρες επισκέφθηκε το Μόλυβο, φωτογράφισε τη Στέλλα Ιωάννου, τη «γραία» της ιστορίας μας και της πήρε και μια συνέντευξη που ‘χε δημοσιευτεί δέκα σχεδόν χρόνια μετά, στο περιοδικό «ΓΙΑΤΙ» (τεύχος αρ. 49-50, σ. 18-20, τον Αύγουστο του 1979).

Αυτή η συνέντευξη εντυπωσίασε ένας άλλο άξιο άνθρωπο, τον αείμνηστο Φρέντυ Γερμανό ο οποίος και έσπευσε να την αναδημοσιεύσει στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Κάπου εκεί 18χρονος πήρα το νήμα της ιστορίας των παιδικών μου χρόνων και βίωσα ότι είχα συναντηθεί με την ιστορία της λογοτεχνίας και όχι μόνο του τόπου μου κραυγάζοντας (το τελευταίο δε το λέω ότι το έκανα με βεβαιότητα) «ου μουρή κυρα δασκάλα….».

Στο περιοδικό «ΓΙΑΤΙ» αναφέρεται στο τραγικό τέλος της Στέλλας Ιωάννου.
«…Στις 21 Ιουλίου 1972 η ‘Δασκάλα’ αποφασίζει να βάλει τέρμα στη ζωή της που είχε καταντήσει αφόρητη. Αφού περιβρέξει τα ρούχα της με φωτιστικό οινόπνευμα θα ανάψει ένα σπίρτο και θα αυτοπυρποληθεί για να πεθάνει λίγο αργότερα στο Βοστάνειο Νοσοκομείο της Μυτιλήνης.

Το τραγικό κι αδόκητο τέλος της θα λυπήσει αφάνταστα όλους όσοι την ήξεραν. Όπως μου είχε εκμυστηρευθεί θα ήθελε το τέλος της να κάνει έναν ‘μπαμ’ όπως και το έκανε».

Ήταν όμως η Στέλλα Ιωάννου η Σαπφώ του Στρατή Μυριβήλη; «Όταν έφερα την κουβέντα στον Στρατή Μυριβήλη μου είπε: ΄Δεν θέλω να τον ξέρω! Μ΄ έκανε ρεζίλι. Δεν ήμουν ερωμένη του! Μπορεί να μ΄ αγαπούσε αλλά αυτό μόνο με το μυαλό του. Έγραψε ψέματα. Γι΄ αυτό κι όταν έβγαλε το βιβλίο του δεν τόλμησε να μου το στείλει…’» γράφει ο Βασίλης Τζανακάρης.

Ο Παναγιώτης Μήλας από την άλλη μεριά διασώζει μια μαρτυρία του ίδιου του Στρατή Μυριβήλη δημοσιευμένη στην πολιτιστική ιστοσελίδα catisart.gr, προϊόν μιας συνάντησης μιας παρέας μαθητών με το συγγραφέα πριν πεθάνει: «Μας εξήγησε γράφει ο Μήλας ότι τους είπε ο Μυριβήλης, ότι η δασκάλα με τα χρυσά μάτια, η ‘Σαπφώ Βρανά’, δεν ήταν η Στέλλα Ιωάννου που ζούσε στον Μόλυβο.

Δεν ήταν ούτε η γυναίκα ενός σκοτωμένου φίλου στην προκάλυψη του Μοναστηρίου ή κάποιου άλλου συμπολεμιστή στο Εσκί Σεχίρ. Αλλά δεν ήταν ούτε και η δασκάλα ‘με τα μάτια τα χρυσαφιά’ που τη συνάντησε όταν βρέθηκε με άδεια στη Σμύρνη. Δεν ήταν ούτε η Χιωτοπούλα μούσα του, ούτε και η σύζυγός του Ελένη Δημητρίου, όπως μας είπε τη στιγμή που εκείνη πήγε να του φέρει ένα ποτήρι νερό…

‘Όμως κάθε ένας που διαβάζει το μυθιστόρημά μου κάτω από τις γραμμές θα μάθει το μυστικό της δασκάλας’, μας είπε λίγο πριν μας αποχαιρετήσει.». Ήταν ή δεν ήταν η Στέλλα Ιωάννου, η «γραία» των παιδικών μου χρόνων που αυτοπυροπήθηκε για να κάνει ένα «μπαμ» με το θάνατο της, η Σαπφώ Βρανά του Μυριβήλη της ζωής εν τάφω, η δασκάλα με τα χρυσά μάτια;
Δε ξέρω και τι σημασία έχει κιόλας πια;

Ιστορίες όλα ετούτα για να γράφονται. Μένει ο λόγος του συγγραφέα που περιγράφει τη Σαπφώ των διηγημάτων του. Εγώ σε ετούτη τη γυναίκα απέμεινα: «… Τι όμορφη που ήταν με τη μελάτη επιδερμίδα της… Είχε βαριά ματόκλαδα που πέφταν και ισκιώνανε τα μάτια της, όπως πέφτουνε δυο βελουδένια παραπετάσματα. Τα στήθη της φούσκωναν στέρεα και στα μάτια της έφεγγε ένα χρώμα… ένα χρώμα… μα τι χρώμα!».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.