Μαριος Κουκουναρας-Λιαγκης, λεκτορας Διδακτικης των Θρησκευτικων στο Τμημα Θεολογιας του Εθνικου και Καποδιστριακου Πανεπιστημιου

«Η ύπαρξη του μαθήματος των Θρησκευτικών στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών αμφισβητείται πλέον μόνο από κύκλους ιδεοληπτικά δεσμευμένους» - «Το μάθημα αυτό συμβάλλει στην ανάπτυξη της προσωπικής ταυτότητας αλλά και της κριτικής θρησκευτικότητας, με ένα τρόπο που ως στόχο έχει να προάγει τον μαθητή και τις αξίες του, από όπου κι αν εκκινούν πολιτισμικά και γλωσσικά»

Ο  Μάριος Κουκουνάρας-Λιάγκης είναι γνωστός Κομοτηναίος. Για χρόνια συνεργάτης μας στον «Παρατηρητή της Θράκης», σκληρά εργαζόμενος, δεν εγκατέλειψε ποτέ την αγάπη του για τα γράμματα και τις επιστήμες. Εξ ου και εν παραλλήλω και το μεταπτυχιακό του τελείωσε και το διδακτορικό του, κι όταν ξεμπέρδεψε και από τα δυο αυτά, αναζήτησε νέα πορεία εκτός Κομοτηνής  ως ερευνητής και μελετητής της παιδαγωγικής επιστήμης και περισσότερο συγκεκριμένα της διδακτικής, και όχι μόνον. Αφού τα τελευταία χρόνια στο βιογραφικό του έχουν προστεθεί τα εξής: μια θέση λέκτορα Διδακτικής των Θρησκευτικών στο Τμήμα Θεολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, τέσσερα επιστημονικά βιβλία  καθώς και μια σειρά σημαντικών άρθρων, μελετών και παρεμβάσεων σε επιστημονικά περιοδικά για την αναγκαιότητα και την ανανέωση των αναλυτικών προγραμμάτων της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης, που μπορεί να επαναθεμελιωθεί  στηριζόμενη σε σύγχρονα   μεθοδολογικά   παιδαγωγικά  και  διδακτικά εργαλεία.
 
Πέρα όμως από όλα αυτά τα πολύ σημαντικά για την εκπαιδευτική πράξη, τα τελευταία δύο χρόνια επιστρέφει στη Θράκη ως  εις εκ των υπευθύνων των δράσεων του έργου «Προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης Θεολόγων και Ιεροδιδασκάλων της Θράκης σε θέματα θρησκευτικών, θρησκευτικής ετερότητας και διαπολιτισμικής θρησκευτικής αγωγής»  με επιστημονικά υπεύθυνη την επίκουρη καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Αγγελική Ζιάκα.  Συμμετείχε μάλιστα ως «επιμορφωτής», ως διδάσκων στην πρώτη και δεύτερη φάση των επιμορφώσεων Θεολόγων και Ιεροδιδασκάλων σε θέματα θρησκευτικών, θρησκευτικής ετερότητας και διαπολιτισμικής θρησκευτικής αγωγής/εκπαίδευσης, και όχι μόνον, αφού ήταν και μεταξύ των διδασκόντων μελών ΔΕΠ στα σεμινάρια κοινής επιμόρφωσης χριστιανών Θεολόγων και Ιεροδιδασκάλων και Θεολόγων του Ισλάμ  που συνέβησαν στις αρχές του Σεπτέμβρη στην Κομοτηνή, τα οποία και παρακολουθήσαμε και μας έδωσαν την ευκαιρία να συζητήσουμε μαζί του, με την ιδιότητά του ως Kομοτηναίου αλλά και με εκείνη του ειδικού επιστήμονα, όσα ερωτήματα είχαμε κρατημένα τόσο για την αξία στην πράξη  του προγράμματος,  όσο κυρίως, εμμέσως αλλά και ευθέως, τα  όσα  μας απασχολούν και είναι σήμερα το μείζον θέμα της επικαιρότητας, αν δηλαδή η Θρησκευτική Εκπαίδευση έχει θέση στο σύγχρονο σχολείο και για ποιους λόγους. Ένα θέμα πρωθύστερο βέβαια στις αρχές του Σεπτέμβρη, αφού δεν είχαν ακόμη μεσολαβήσει οι εκλογές και δεν είχε με τόσο ζήλο τεθεί το ζήτημα της αξίας ή της απαξίας, της παραμονής ή του εξοβελισμού αλλιώς,  των Θρησκευτικών στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
 
Μάριος Κουκουνάρας-Λιάγκης λοιπόν για τη δυνατότητα των μουσουλμανοπαίδων να παραμένουν στην τάξη την ώρα των Θρησκευτικών προσεγγίζοντας όψεις του ζητήματος της Θρησκείας  όσο και για την αξία της  Θρησκευτικής Εκπαίδευσης στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και εν γένει στο παγκόσμιο χωριό της σήμερον.
 
 

«Η Θρησκευτική Εκπαίδευση είναι δικαίωμα, και το κράτος οφείλει να την παρέχει με τον αντικειμενικότερο τρόπο στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης σε όλους  τους μαθητές»

 
ΠτΘ: Πώς  εισπράττεις την πρωτοβουλία αυτή του υπουργείου παιδείας να ασχοληθεί για πρώτη φορά στα χρονικά της ελεύθερης Θράκης επιστημονικά και με τη θρησκευτική εκπαίδευση των μουσουλμάνων μαθητών που μέχρι πρόσφατα ως διαφορετική αγνοούνταν; Είναι μια θετική κίνηση στο πλαίσιο της ισονομίας που οφείλουν να απολαμβάνουν όλοι οι συμπολίτες η οποία θα ριζώσει ή μια κίνηση  «πυροτέχνημα»,  στο πλαίσιο δημιουργίας μιας εικόνας ότι όλα βαίνουν καλώς;
Μ.Κ.-Λ.:
Σαφώς η Ευρωπαϊκή κοινότητα στην οποία ανήκουμε δεν αφήνει περιθώρια να σκεφτούμε και να πράξουμε διαφορετικά. Η Θρησκευτική Εκπαίδευση είναι δικαίωμα, και το κράτος οφείλει να την παρέχει με τον αντικειμενικότερο τρόπο στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης σε όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από τη θρησκεία τους, την πίστη τους και τις πεποιθήσεις τους. Η θρησκευτική γνώση είναι πολύτιμη ιδιαίτερα στην εποχή μας, όταν οι θρησκείες αναδεικνύονται ή “επιστρέφουν, χωρίς να επιστρέφει πάντα  και ο Θεός”, όπως λέει και ο Berger. Η ύπαρξη του μαθήματος των Θρησκευτικών στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών αμφισβητείται πλέον μόνο από κύκλους ιδεοληπτικά δεσμευμένους. Δείτε πώς οι τελευταίες κυβερνήσεις, όπως και αυτή ακόμη του ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετώπισαν το ζήτημα του μαθήματος και της υποχρεωτικότητάς του. Πρόσφατα διάβασα συνέντευξη του π. Υπουργού (κ. Μπαλτά) που δηλώνει ότι δεν τίθεται θέμα αλλαγής της υποχρεωτικότητας. Σκεπτόμενος θετικά θεωρώ ότι αυτή η θέση για τη Θρησκευτική Εκπαίδευση δεν είναι μικροπολιτική, αλλά αναγνώριση της εκπαιδευτικής της σημασίας. Πολύ περισσότερο φαίνεται αυτή η αναγνώριση στην εισαγωγή του μαθήματος και για τους μουσουλμάνους μαθητές στη Θράκη. Η ετερότητα τίθεται στο προσκήνιο. Η μειονότητα αντιμετωπίζεται με ισοτιμία και αναγνωρίζεται πλήρως το δικαίωμά της στην εκπαίδευση. Και η αλήθεια είναι ότι είχε το δικαίωμα να ζητήσει την εισαγωγή εκπαίδευσης στο γνωστικό αντικείμενο του Ισλάμ και με προηγούμενο νόμο και προεδρικό διάταγμα. Τώρα όμως το ίδιο το κράτος προσφέρει το κατάλληλο προσωπικό που θα διδάξει το μάθημα και επιπλέον το επιμορφώνει με ευθύνη ενός Πανεπιστημίου, του ΑΠΘ και του Τμήματος Θεολογίας. Αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα. Οπωσδήποτε, χωρίς να είναι «κίνηση πυροτέχνημα», υπάρχουν ακόμη πολλά περιθώρια ανάπτυξης και βελτίωσης, μέχρις ότου να ισχυριστούμε με βεβαιότητα ότι όλα βαίνουν καλώς.
 
ΠτΘ: Ποια ήταν η εμπειρία σου από την επαφή σου ως εκπαιδευτή, επιμορφωτή με τους Θρακιώτες Θεολόγους και Ιεροδιδασκάλους του Ισλάμ κατά τη διάρκεια των επιμορφώσεων; Δεν υπήρχε καχυποψία, παράπονο;
Μ.Κ.-Λ.:
Είχα τη χαρά να συναντήσω τους συναδέλφους, θεολόγους και ιεροδιδασκάλους  και στις δύο περιόδους επιμόρφωσης. Και στην πρώτη και δεύτερη φάση, όταν επιμορφώθηκαν οι δύο ομάδες ξεχωριστά, και στην τέταρτη φάση που επιμορφώθηκαν μαζί (είχε προηγηθεί η τρίτη φάση της γλωσσικής επιμόρφωσης σε θεολογικούς μουσουλμανικούς όρους και της μεταφοράς τους στην ελληνική γλώσσα.) Οι διορισμένοι Θεολόγοι των δημόσιων σχολείων, όπως ήταν φυσικό, μας υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό, ακριβώς γιατί η δική μου παρέμβαση αφορούσε καθαρά τη διδακτική μεθοδολογία και την παιδαγωγική προσέγγιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης. Είναι τέτοιες οι ανάγκες των σύγχρονων εκπαιδευτικών και δη των θεολόγων που η παιδαγωγική επιμόρφωση και μάλιστα από Πανεπιστημιακό φορέα (Α.Π.Θ.) αποτελεί για αυτούς πραγματική δωρεά. Πόσο μάλλον όταν σχεδιάζεται ειδικά για τον τόπο τους και τις ιδιαίτερες συνθήκες του. Αυτό συνειδητοποίησαν όλοι οι συνάδελφοι και για αυτό η συμμετοχή τους ήταν αθρόα και με πολύ διάθεση.
 
Στους Ιεροδιδασκάλους όχι μόνο δεν υπήρχε καχυποψία αλλά αντίθετα ήταν πολύ συνεργάσιμοι, με πολύ διάθεση, και όσοι από αυτούς ήταν πιο νέοι, και είχαν σπουδές παιδαγωγικής ως απόφοιτοι της ΕΠΑΘ, διέθεταν σε μεγάλο βαθμό γνώσεις και δυνατότητες απίστευτες. Όσον αφορά την προσωπική μας επικοινωνία, γνωρίζοντας ως Κομοτηναίος που μεγάλωσα στην πόλη, σε γειτονιά με μουσουλμάνους (Αδριανουπόλεως), τους συντοπίτες μου, πρέπει να πω ότι οι συνάδελφοι, κυρίως στην πρώτη μας συνάντηση, ήταν μία αποκάλυψη για μένα και για τον συνεργάτη επιμορφωτή (Α. Βαλλιανάτο) από την Αθήνα. Η ευγένεια και η φιλοξενία τους μου ήταν γνωστά, αλλά διαπίστωσα επίσης σε πολλές περιπτώσεις την παρρησία και την ειλικρίνειά τους στην επικοινωνία, πράγμα που το εκτιμήσαμε ως το πιο σημαντικό θετικό αποτέλεσμα αυτής της επιμορφωτικής προσπάθειας.
 
 

«Κανένα παιδί και νέος την ώρα των μαθημάτων δεν μπορεί να στερείται την εκπαίδευση που παρέχει το κράτος σε όλους ανεξαιρέτως»

 
ΠτΘ: Ασχολείσαι κυρίως με την παιδαγωγική και τη διδακτική της θρησκευτικής εκπαίδευσης στο σύγχρονο σχολείο, πώς αξιολογείς λοιπόν το μέχρι τώρα έθος οι μουσουλμάνοι μαθητές την ώρα των Θρησκευτικών να μένουν στο προαύλιο του σχολείου, και τελικά η δυνατότητα Θρησκευτικής Εκπαίδευσης  και για τους μουσουλμανόπαιδες εγγράφει νέα δεδομένα μήπως, τόσο  στο επίπεδο της κοινωνίας του σχολείου αλλά και της κοινωνίας ευρύτερα;
Μ.Κ.-Λ.:
Κανένα παιδί και νέος την ώρα των μαθημάτων δεν μπορεί να στερείται την εκπαίδευση που παρέχει το κράτος σε όλους ανεξαιρέτως. Αυτό ισχύει ακόμη και στην περίπτωση των αποβολών από την τάξη. Πόσο μάλιστα όταν ζητά ο ίδιος να απαλλαγεί από ένα μάθημα. Η αλήθεια είναι ότι σύμφωνα με την εγκύκλιο των απαλλαγών θα έπρεπε να απασχολούνται σε άλλα μαθήματα ή να διδάσκονται την ελληνική γλώσσα αντί να περιφέρονται στο χώρο του σχολείου. Ο «διαφορετικός» είναι μέρος της σχολικής κοινότητας, και το σχολείο, σεβόμενο τη διαφορετικότητά του, οφείλει να του προσφέρει ό, τι είναι δυνατό και στο πλαίσιο των προβλεπομένων από την Ελληνική και την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και νομολογία, ώστε να μην υπολείπεται των άλλων, εξαιτίας της διαφορετικότητάς του, και να απολαμβάνει ό, τι όλοι οι άλλοι. Έτσι, όλοι γίνονται οικείοι μεταξύ τους χωρίς να χρειάζεται να αλλάξουν.  
 
Το «Πρόγραμμα δια βίου εκπαίδευσης Θεολόγων και Ιεροδιδασκάλων της Θράκης σε θέματα θρησκευτικών, θρησκευτικής ετερότητας και διαπολιτισμικής θρησκευτικής αγωγής», στο οποίο συμμετέχω, φαίνεται να ανοίγει τέτοιες προοπτικές στον τόπο και να θέτει στο κέντρο της κοινωνικής ζωής και έναν μεγάλο αριθμό νέων μουσουλμάνων συμπολιτών, επιστημόνων-Θεολόγων και Ιεροδιδασκάλων που θα μπορούσαν όχι μόνον να προσφέρουν θρησκευτική εκπαίδευση στους μουσουλμανόπαιδες αλλά να είναι και επικεφαλής νέων ωσμώσεων  και προσεγγίσεων στην κοινωνία, καθιστώντας περισσότερο οικείο τον παγιωμένα «άλλον». Τις δυνατότητες αυτές τις έχουν αντιληφθεί μουσουλμάνοι και χριστιανοί, πολιτικοί και πολίτες, ιεράρχες και πιστοί, όλοι κάτοικοι της Θράκης, αλλά και άλλοι που έχουν βρεθεί σε υπεύθυνες θέσεις στο υπουργείο και στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, που δεν πρέπει να τους ξεχνούμε. Είναι ένα θετικό βήμα και αποτελεί  εκκίνηση για την ανάδειξη της διαπολιτισμικής κουλτούρας στον τόπο.
 

 
«Είναι αποδεκτό ότι η θρησκευτική γνώση αποτελεί μέρος του γραμματισμού κάθε ανθρώπου»

 
ΠτΘ: Σήμερα εποχή οικονομικής κρίσης στη χώρα και προοπτικής μετάβασης σε έναν άλλο κόσμο παγκοσμιοποιημένο και εχθρικό στις θρησκείες και τη μεταφυσική, η θρησκεία και η Θρησκευτική Εκπαίδευση έχουν θέση στο σχολείο, και αν ναι για ποιους λόγους;
Μ.Κ.-Λ.:
Το σχολείο δεν υπάρχει ανεξάρτητα από το πολιτισμικό πλαίσιο ενός τόπου. Οι εμπειρίες των μαθητών καθώς και οι έννοιες, τα σύμβολα και τα θέματα που ξεχωρίζουν στη δημόσια σφαίρα δεν μπορούν να μένουν εκτός εκπαίδευσης. Για να ερμηνεύσει ο μαθητής τον κόσμο στο πλαίσιο που ζει και για να προσδιορίσει τον εαυτό του σε σχέση με αυτόν τον κόσμο, στην περίοδο που τόσο το έχει ανάγκη, εφοδιάζεται με τη γλώσσα και τη γραμματική της. Είναι αποδεκτό ότι η θρησκευτική γνώση αποτελεί μέρος του γραμματισμού κάθε ανθρώπου. Όπως μαθαίνει τη γλώσσα για να μιλήσει, μαθαίνει και τη θρησκευτική γλώσσα για να μπορεί να επικοινωνήσει. Πρώτα με τον εαυτό του, έπειτα με τους άλλους και, αν πιστεύει και με τον Θεό. Ο μεγάλος στοχαστής και παιδαγωγός John Dewey αυτό ακριβώς λέει για τη θέση της θρησκείας στην εκπαίδευση. Μπορεί να προσφέρει εκείνα τα εργαλεία στον άνθρωπο που θα τον καλλιεργήσουν νοητικά και συναισθηματικά σε τέτοιο βαθμό ώστε, αν πιστεύει, να είναι ένας «καλός πιστός». Αν όχι, τουλάχιστον να γνωρίζει και να αποδέχεται όποιον πιστεύει. Πρόκειται για μία κριτική πνευματικότητα σε πρώτο επίπεδο και, σε δεύτερο, κριτική θρησκευτικότητα.
 
Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν εστιάζει στη διδασκαλία της πίστης αλλά στην παροχή γνώσεων για  τη θρησκεία και τη θρησκευτική ζωή αλλά και στην προώθηση της κατάλληλης σχετικής εκπαίδευσης, ώστε το κάθε παιδί να μπορεί να αντιληφθεί και να ερμηνεύει τη θρησκεία και τον ρόλο της στον κόσμο. Η πίστη δεν διδάσκεται με ένα υποχρεωτικό μάθημα, δύο ώρες την εβδομάδα, στους τέσσερις τοίχους μιας αίθουσας, και μάλιστα του σχολείου. Η καλλιέργεια πίστης προϋποθέτει προαίρεση και κοινότητα. Στο πλαίσιο του σχολείου το μάθημα σκοπεύει, όπως και όλα τα υπόλοιπα μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος, στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, αλλά και στην επίτευξη των γενικών σκοπών της εκπαίδευσης. Το μάθημα των Θρησκευτικών όμως έχει μία περαιτέρω ιδιαιτερότητα σε σχέση με όλα τα άλλα μαθήματα∙ συμβάλλει επιπλέον στη ανάπτυξη της προσωπικής ταυτότητας και της κριτικής θρησκευτικότητας, με ένα τρόπο που ως στόχο έχει να προάγει τον μαθητή και τις αξίες του, από όπου κι αν εκκινούν πολιτισμικά και γλωσσικά. Και τα παραπάνω δεν αποτελούν προσωπικές ιδέες και απόψεις, αλλά στηρίζονται σε σχετικές επιστημονικές έρευνες σε όλο τον κόσμο.
 
Πιο απλά σκεφτείτε τον κόσμο που μεγαλώνει ένα Θρακιώτης έφηβος. Τι βλέπει και ακούει κάθε μέρα στην οικογένεια, στο σχολείο στους δρόμους και κυρίως στο διαδίκτυο; Ακόμη και αν μείνει 24 ώρες κλεισμένος στο δωμάτιό του μπορεί να βρεθεί μέσω των μέσων επικοινωνίας εκτεθειμένος σε πολλά διαφορετικά περιβάλλοντα, σε ποικίλες επιρροές και πληροφορίες, με φανταστικά ή αληθινά πρόσωπα, σε έναν κόσμο του οποίου την ποικιλία και των καταιγισμό πληροφοριών του δεν μπορούμε καν να φανταστούμε. Ξέρετε πόσος Θεός ή θρησκεία υπάρχει πίσω από όλα αυτά; Στο τραγούδι της Lady Gaga, στο σήριαλ της τηλεόρασης «Ταμάμ», σε ένα νέο video game, σε μία νέα σειρά  ρούχων του επώνυμου σχεδιαστή ή στο νέο πολιτικό κίνημα ή ακόμη στην νέα πρόταση άσκησης και ευεξίας. Είναι αδύνατο λοιπόν σήμερα να κατανοήσει κανείς τον πολιτισμό και την πολιτική αλλά και το μάρκετινγκ χωρίς να αναφερθεί στις θρησκείες. Δείτε ένα δελτίο ειδήσεων και ανακαλύψτε πόσο λίγα γνωρίζετε για τη θρησκευτική ερμηνεία αυτών που αναφέρονται στα νέα του. Από το γιατί δεν επιθυμούν να μας δανείζουν οι Γερμανοί, εμμένοντας σε μια  αποκαθαρμένη προτεσταντική λογική επιχειρημάτων, μέχρι γιατί συγκρούονται οι πρόσφυγες στη Μυτιλήνη, που αν και μουσουλμάνοι στην πλειοψηφία τους είναι φορείς διαφορετικών παραδόσεων, τοπικών θρησκευτικών αναφορών και γλωσσικών οικογενειών.
 
Θα αφήσουμε αγράμματους τους σύγχρονους Έλληνες γιατί ιδεοληπτικά πρέπει να είμαστε κατά των θρησκευτικών ή απομονωμένοι μόνον στη «δική μας» αλήθεια; Φυσικά και όχι. Τελειώνοντας το σχολείο ο καθένας, όπως οφείλει να γνωρίζει τη γλώσσα, έτσι οφείλει να είναι επαρκής και στη θρησκευτική του γλώσσα, αν έχει, αλλά και ευρύτερα στη θρησκευτική γλώσσα και  παράδοση του τόπου που ζει, για να μπορεί να επικοινωνήσει με τους άλλους. Στη συνέχεια, όπως γίνεται και με την εκμάθηση των ξένων γλωσσών, είναι καλό να διδαχθεί ως δεύτερη θρησκευτική γλώσσα κάθε άλλη, με σκοπό να μπορεί να προσδιορίσει τον εαυτό και να αποδεχθεί τον άλλον. Είναι τόσα πολλά που χρειάζεται ο νέος άνθρωπος για να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα σήμερα και να εφοδιαστεί κατάλληλα για το μέλλον. Ένα μέλλον που δεν μπορούμε να το προδιαγράψουμε, παρά μόνο να το υποψιαστούμε.
 
 

«Μου έκανε εντύπωση στην τέταρτη φάση των επιμορφώσεων, στην οποία βρέθηκαν μαζί Θεολόγοι του σχολείου με Ιεροδιδασκάλους, η δίψα όλων να μάθουν για τη θρησκεία του άλλου, όταν ζούμε μαζί αιώνες!»

 
ΠτΘ: Από τα πρώτα επιστημονικά μελήματά σου ήταν η προσέγγιση της ετερότητας και της  διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, ζητήματα που φαίνονται και τα δυο να εκκινούν από την πραγματικότητα της Θράκης. Αρκετά χρόνια μετά, και χρόνια τώρα μη μόνιμος κάτοικος Θράκης, πώς αξιολογείς το βαθμό προσέγγισής μας, τον πολιτισμικό μας συγκρητισμό, τη γνώση του ενός για τον άλλο;
 
Μ.Κ.-Λ.:
Οι αλλαγές δεν γίνονται εύκολα. Θεωρώ ότι προηγείται πάντα ένα μακρύ στάδιο αναστοχαστικότητας, κατά το οποίο, ο καθένας και το σύνολο, κρίνει την πραγματικότητα και τις αφηγήσεις της, για να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό και ό, τι γνώριζε μέχρι τώρα, ώστε να προχωρήσει. Νομίζω ότι στο θέμα της προσέγγισης του άλλου η ελληνική κοινωνία και περισσότερο η Θράκη, για λόγους που όλοι αναγνωρίζουμε, βρίσκεται στην αρχή αυτού του σταδίου. Μου έκανε εντύπωση στην τέταρτη φάση των επιμορφώσεων, στην οποία βρέθηκαν μαζί Θεολόγοι του σχολείου με Ιεροδιδασκάλους, η δίψα όλων να μάθουν για τη θρησκεία του άλλου. Όταν ζούμε μαζί αιώνες! Μαθαίνουμε για τον άλλον που είναι δίπλα μας από τα βιβλία και όχι γνωρίζοντάς τον. Η επικοινωνία αυτή ήταν ένα πρώτο βήμα γνωριμίας, μέσα σε ένα εκπαιδευτικό πλαίσιο, αλλά και αυτοκριτικής για την μέχρι τώρα μη προσέγγιση του «άλλου».
 

«Η Θρησκευτική Εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι ανοιχτή και αντιμετωπίζει σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική γνώση αντικειμενικά»

 
ΠτΘ:  Τα συμπεράσματά σου για την προσφερόμενη στο σχολείο Θρησκευτική Εκπαίδευση, ζήτημα που ερευνάς χρόνια ποια είναι; Ποια είναι τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά και χρήζει μήπως «ανακαινίσεως»;
Μ.Κ.
-Λ.: Νομίζω ότι έχουν αναφερθεί πολλά. Η Θρησκευτική Εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι ανοιχτή και αντιμετωπίζει σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική γνώση αντικειμενικά. Για παράδειγμα οι διορισμοί των θεολόγων γίνονται από το κράτος και όχι από την Εκκλησία. Τα Προγράμματα Σπουδών συντάσσονται από το κράτος ΙΕΠ (Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής) και μπορεί κατόπιν η Εκκλησία, για να διασφαλίσει τη συνέπειά του περιεχομένου τους στο δόγμα, να εκφράσει τη γνώμη της, όπως το ίδιο μπορούν να κάνουν και όσες άλλες Εκκλησίες και θρησκευτικές κοινότητες περιλαμβάνονται στην ύλη του μαθήματος.
 
Οι συνάδελφοι θεολόγοι σε μεγάλο αριθμό επιμορφώνονται, χρησιμοποιούν νέες τεχνολογίες και διδάσκουν το μάθημα με σύγχρονους παιδαγωγικά τρόπους. Εξαιρέσεις, όπως και σε άλλους κλάδους πάντα υπάρχουν.  Οπωσδήποτε, τα Προγράμματα Σπουδών του 2003 και τα βιβλία, πρέπει να επικαιροποιηθούν και να λάβουν υπόψη τους σύγχρονα επιστημονικά και θρησκευτικά δεδομένα 13 χρόνια μετά.  Προς την κατεύθυνση αυτή έχουν συνταχθεί νέα προγράμματα (2011, 2014 και 2015), τα οποία παιδαγωγικά κρίνονται επαρκή και θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση μίας ανανέωσης. Μίας ανανέωσης που καλό είναι να ξεφύγει του  ψευδο-διλήμματος: ομολογιακό ή θρησκειολογικό μάθημα. Δεν τίθεται νομίζω τέτοιο θέμα, όταν μάλιστα ακολουθείται η επιστημονική παραδοχή ότι ο καθένας στο σχολείο μαθαίνει πρωταρχικά για τη δική του θρησκεία και τη θρησκεία του τόπου του. Το πραγματικό ερώτημα που τίθεται είναι αν η Θρησκευτική Εκπαίδευση βρίσκεται στην υπηρεσία της εκπαίδευσης ή στην υπηρεσία της θρησκείας. Η επιστημονική μου έρευνα επικεντρώνεται σε αυτό ακριβώς το ερώτημα, το οποίο και αναγνωρίζεται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Παραλλήλως διαπιστώνουμε την αναγκαιότητα της συνεχούς έρευνας, η οποία συνυπολογίζει όλες τις διαφορετικές απόψεις επί του θέματος. 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.