Που πηγαν τα χρηματα της πανδημιας;

Η στήριξη της οικονομίας της χώρας μας από την πανδημία είναι λογικό να δημιουργεί απορίες: Πώς δηλαδή ο δημόσιος τομέας που απαξιώνεται διαρκώς από την κυβέρνηση και δυσλειτουργεί από τις χρόνιες παθογένειές του (έλλειψη προσωπικού, κομματισμός, πελατειακές σχέσεις), οι οποίες διαβρώνουν την αποτελεσματικότητά του και υπονομεύεται από τις ιδεοληψίες των κυβερνώντων, κατόρθωσε να ανταποκριθεί στην απρόβλεπτη επέλαση της πανδημίας και να διανείμει ένα τεράστιο ποσό; Αυτό έγινε με τρόπο αντικειμενικό ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των κοινωνικών ομάδων, ή με τρόπο ασύμμετρο και διεύρυνε ακόμη περισσότερο τις κοινωνικές ανισότητες, και σε ποιον βαθμό;

Τα παραπάνω τίθενται διότι η Ελλάδα πραγματοποίησε την υψηλότερη άμεση δαπάνη για τη στήριξη της οικονομίας από την πανδημία, μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, χωρίς να επιτύχει αντίστοιχες υψηλές επιδόσεις στην αναπλήρωση του απολεσθέντος εισοδήματος. Καθοριστικός παράγων για την αποτελεσματικότητα των δαπανών που πραγματοποίησε κάθε χώρα είναι η ποιότητα της διακυβέρνησης  Όσο πιο αποτελεσματική είναι η λειτουργία του κράτους και των θεσμών τόσο λιγότερες δαπάνες απαιτούνται για να επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία ενός λειτουργικού δημόσιου τομέα απαλλαγμένου από τις παθογένειες της ελληνικής διακυβέρνησης. Σύμφωνα με τη World Bank, η Ελλάδα έχει τον χαμηλότερο δείκτη αποτελεσματικότητας διακυβέρνησης. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί παρά την πρωτιά στις υψηλές δαπάνες, η ύφεση ήταν στη χώρα μας από τις υψηλότερες, όπως και το επίπεδο αναπλήρωσης του απολεσθέντος εισοδήματος χαμηλό, χωρίς βέβαια να παραβλέπονται οι πολιτικές επιλογές των κυβερνώντων. Παραδείγματα: Οι εργαζόμενοι που ήσαν σε αναστολή δηλώνονταν τον επόμενο μήνα της αναστολής, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατος ο έλεγχος, και στις περιπτώσεις που τυχόν εργάζονταν ενώ δηλώνονταν σε αναστολή, τα οικονομικά οφέλη από την αποζημίωση και τις ασφαλιστικές εισφορές θα τα επωφελείτο ο εργοδότης. Στην περίπτωση συγκεκριμένης καταγγελίας του τ. υπουργού κ. Βρούτση, αξιώνονταν μηνιαία ένα τεράστιο ποσό ως αποζημίωση, συμβάν που απέδειξε ότι δεν υπήρχε ανώτατος κόφτης για ποσά που κανείς εκ των υστέρων δεν θα μπορούσε να ελέγξει.

Τις «ιδιαιτερότητες» της ελληνικής περίπτωσης φωτίζει ένα δοκίμιο εργασίας του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ) με τίτλο «Διερεύνηση των προσδιοριστικών παραγόντων των δαπανών COVID-19 στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη». Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ που επεξεργάστηκαν οι μελετητές, οι άμεσες δαπάνες της χώρας μας για τη στήριξη της οικονομίας της, σε τομείς πλην της Υγείας, ανέρχονται σε 10,7% του ΑΕΠ της, ποσοστό που αφήνει δεύτερη της Γερμανία με 9,8% του ΑΕΠ. Παρόλα αυτά, τα στοιχεία της Eurostat που επεξεργάστηκαν οι μελετητές του ΕΔΣ δείχνουν ότι δεν εξασφάλισε υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης της απώλειας εισοδήματος. Το αντίθετο μάλιστα! Σύμφωνα με τη μελέτη του ΕΔΣ, το ποσοστό αναπλήρωσης ήταν μόλις 41,2%, που τοποθετεί τη χώρα μας στην 11η θέση μεταξύ των 19 της Ευρωζώνης, καίτοι πρώτη στις δαπάνες, και στην 16η μεταξύ των 27 της ΕΕ. Αυτά τα συγκριτικά στοιχεία και μόνον, μεταξύ της υπερβολικής δαπάνης και του πενιχρού αποτελέσματος αναπλήρωσης του απολεσθέντος εισοδήματος, αποδεικνύουν ότι η δαπάνη κατευθύνθηκε προς την κοινωνία κατά τρόπο άνισο, ευνοώντας προφανώς κάποιες κοινωνικές ομάδες.

«Η Ελλάδα πραγματοποίησε την υψηλότερη άμεση δαπάνη για τη στήριξη της οικονομίας από την πανδημία, μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, χωρίς να επιτύχει αντίστοιχες υψηλές επιδόσεις στην αναπλήρωση του απολεσθέντος εισοδήματος. Καθοριστικός παράγων για την αποτελεσματικότητα των δαπανών που πραγματοποίησε κάθε χώρα είναι η ποιότητα της διακυβέρνησης. Όσο πιο αποτελεσματική είναι η λειτουργία του κράτους και των θεσμών τόσο λιγότερες δαπάνες απαιτούνται για να επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία ενός λειτουργικού δημόσιου τομέα απαλλαγμένου από τις παθογένειες της ελληνικής διακυβέρνησης. Σύμφωνα με τη World Bank, η Ελλάδα έχει τον χαμηλότερο δείκτη αποτελεσματικότητας διακυβέρνησης»

Οι στρεβλώσεις που προαναφέρθηκαν επιβεβαιώθηκαν με αδιαμφισβήτητο τρόπο με τα πλεονάζοντα ποσά. Μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 2η θέση μετά τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τις υπερβάλλουσες καταθέσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ –σε σύγκριση με αυτές που θα ήταν χωρίς την πανδημία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, από την αρχή της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020 μέχρι και τον Μάρτιο του 2021, οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 12,5 δισ. ευρώ και των επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα κατά 10 δισ. ευρώ, δηλαδή συνολικά 22,5 δισ. ευρώ. Συνολικά η αύξηση των καταθέσεων ήταν 14%, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ η καταναλωτική δαπάνη υποχώρησε μόνον κατά 5,5% το 2020.

Ένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο είναι η αύξηση της ζήτησης ακινήτων προς πώληση στην Αττική το πρώτο φετινό τετράμηνο κατά 65,2% και κατά 61% στην υπόλοιπη χώρα, έναντι του πρώτου τετραμήνου του 2020 που δεν επηρεάστηκε ιδιαίτερα από την πανδημία. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι η αύξηση στη ζήτηση ακινήτων προς πώληση στην Αττική διαδέχθηκε τη μείωση κατά -7,5% που είχε καταγραφεί το πρώτο τετράμηνο του 2020 έναντι του 2019. Και όλα αυτά με την κοινωνία και την αγορά το πρώτο τετράμηνο του 2021 σε κατάσταση lockdown. Η μεγάλη αύξηση των καταθέσεων και η εκτόξευση της ζήτησης αγοράς ακινήτων αποδεικνύει ότι τα ποσά δεν δόθηκαν σε κοινωνικές ομάδες που τα είχαν ανάγκη διότι διαφορετικά δεν θα πλεόναζαν. Διατέθηκαν κατά ασύμμετρο τρόπο στην κοινωνία, με αποτέλεσμα κοινωνικές ομάδες που βρέθηκαν στο απυρόβλητο των ενισχύσεων της πανδημίας ή πήραν «ψίχουλα» να πνέουν τα λοίσθια, και ενώ η ανεργία και η μετανάστευση των νέων παραμένουν τα κυρίαρχα προβλήματα της χώρας και οι ανάγκες για την αμυντική θωράκισή της είναι επιτακτικές.

Αλεξανδρούπολη, 14/6/2021 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.