Κοινοβουλευτισμος κομματικων στρατοπεδων

Με αφορμή την παραίτηση του Γαβριήλ Σακελλαρίδη

Η παραίτηση του Γαβριήλ Σακελλαρίδη από τη βουλευτική του έδρα ήταν από τα πλέον αισιόδοξα μηνύματα της μνημονιακής πενταετίας. Όχι μόνον για την πολιτική του ευαισθησία να παραιτηθεί «διότι αδυνατούσε να συμβάλει στην υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής», διότι στο παρελθόν υπήρξαν παρόμοιες ενέργειες, έστω ελάχιστες, από βουλευτές των αστικών κομμάτων. Αλλά κυρίως διότι όντας πολύ νέος ακόμη είχε ήδη διαδραματίσει ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας και το κυριότερο ανήκοντας στον ηγετικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ είχε μπροστά του ένα λαμπρό πολιτικό μέλλον το οποίο απεμπόλησε για λόγους συνειδησιακούς μη αντέχοντας τη δυσαρμονία λόγων και έργων. Υπάρχουν δηλαδή πολιτικοί με αρχές και ιδέες που δεν συναινούν να συμμετάσχουν στην παραποίησή τους και στην εξαπάτηση των ψηφοφόρων τους. Αντίθετα με την ενέργεια του Γαβριήλ Σακελλαρίδη, η διαδικασία στη Βουλή για τα προαπαιτούμενα, υπήρξε, ως συνήθως, κατώτερη των περιστάσεων και αναπαρήγαγε τις συνεδριάσεις της ολομέλειας κατά το παρελθόν, καταλήγοντας στην υπερψήφιση των προαπαιτούμενων με κυβερνητικές απώλειες και διαγραφές.
 
Η ψηφοφορία στη Βουλή και όσα ακολούθησαν την ανακοίνωση του αποτελέσματος με τις διαγραφές των βουλευτών που παρέκλιναν από τη γραμμή του κόμματός τους, ανέδειξαν για άλλη μια φορά ένα λιτότερο τρόπο λειτουργίας του Κοινοβουλίου που προσιδιάζει με τη νοοτροπία των αρχηγών των κομμάτων εξουσίας. Να συνεδριάζουν δηλαδή μόνον οι αρχηγοί των κομμάτων που υπερέβησαν εκλογικά το 3% και με την προσθαφαίρεση της κοινοβουλευτικής δύναμης των κομμάτων που κάθε αρχηγός κόμματος εκπροσωπεί, να εξάγεται το αριθμητικό αποτέλεσμα της υπερψήφισης ή της καταψήφισης ενός νομοσχεδίου. Τί χρειάζονται οι βουλευτές όταν κάθε διαφορετική άποψη από την άποψη του αρχηγού είναι απαγορευμένη; Με άλλα λόγια το Κοινοβούλιο διαφεντεύεται από μια ολιγαρχία, όταν μάλιστα η χώρα κυβερνάται από αυτοδύναμες κυβερνήσεις, τότε η κοινοβουλευτική δημοκρατία συρρικνώνεται στις αποφάσεις του ενός, του εκάστοτε πρωθυπουργού. Γι’ αυτό όταν η διακυβέρνηση ασκείται μέσω κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων, η δημοκρατία αποτελεί τυπικό στοιχείο του πολιτεύματος και όχι κύριο.
 
Πώς όμως είναι δυνατό ο ΣΥΡΙΖΑ που επαίρονταν για την πολυφωνία των συνιστωσών του να προβαίνει στη διαγραφή βουλευτή του, με συμβολική μάλιστα παρουσία στον πολιτικό χώρο της Αριστεράς, επειδή εξέφρασε τη διαφωνία του απουσιάζοντας κατά την ψηφοφορία; Πώς είναι δυνατό ένα κόμμα που υπεραμύνονταν της ελευθερίας έκφρασης της διαφορετικής άποψης να την καταδικάζει σήμερα με τη διαγραφή ενός εκφραστή της; Πρόκειται για ζήτημα με βαθιές ιστορικές ρίζες που εκφράζει την αντίφαση ανάμεσα στην ελευθερία και στην κυριαρχία. «Γιατί το δικαίωμα του ανθρώπου στην ελευθερία», διερωτάται ο Marx «παύει να είναι δικαίωμα μόλις έλθει σε σύγκρουση με την πολιτική ζωή, ενώ, σύμφωνα με τη θεωρία, η πολιτική ζωή είναι απλώς και μόνον η εγγύηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, του δικαιώματος του ανθρώπου ως άτομο, και έτσι ο άνθρωπος πρέπει να εγκαταλείψει αυτά τα δικαιώματα μόλις αυτό το δικαίωμα στην ελευθερία έλθει σε αντίφαση με τον σκοπό του;» Το παράδειγμα που είχε στο νου του ο Marx ήταν ο περιορισμός των ελευθεριών του τύπου στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Αυτό ήταν το «αίνιγμα», όπως έλεγε, που «δεν λύθηκε ακόμη, γιατί δηλαδή στον νου των υπερμάχων της πολιτικής χειραφέτησης η σχέση αναποδογυρίζεται και ο σκοπός εμφανίζεται ως μέσον και το μέσο ως σκοπός;».
 
Η ρίζα του κακού για όλα αυτά που επαναλαμβάνονται στην κοινοβουλευτική ζωή της χώρας μας έγκειται στον τρόπο επιλογής των υποψηφίων βουλευτών των κομμάτων. Διότι αυτοί επιλέγονται από τις ηγεσίες των κομμάτων με αποτέλεσμα να αισθάνονται, όσοι εκλεγούν, υπόλογοι απέναντι στην ηγεσία από την οποία κρίνεται και το πολιτικό τους μέλλον και όχι υπόλογοι απέναντι στην κοινωνία. Και όπως αποδεικνύουν οι ψηφοφορίες στη Βουλή τα τελευταία χρόνια το πολιτικό μέλλον των βουλευτών και των κυβερνητικών στελεχών πρυτανεύει των επιτακτικών, πλέον, αναγκών της κοινωνίας.
 
Με δεδομένη τη χειραγώγηση των βουλευτών από την κομματική τους ηγεσία θα ήταν άτοπο να προσδοκούσαμε ότι οι βουλευτές θα μπορούσαν να αντιληφθούν ότι ψηφίζοντας τα προαπαιτούμενα για τα κόκκινα δάνεια και αποδυναμώνοντας ακόμη περισσότερο το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο για τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας, ουσιαστικά υπέσκαπταν ακόμη περισσότερο τα θεμέλια της δημοκρατίας στη χώρα – ό,τι απέμεινε δηλαδή από το πλαίσιο των αρχών που αποκαλείται δημοκρατία αφού οι αποφάσεις λαμβάνονται καθ’ υπόδειξη του κουαρτέτου. Διότι, όπως μας λέει ο Ούλριχ Μπεκ: «Χωρίς αίσθημα υλικής εξασφάλισης δεν υπάρχει πολιτική ελευθερία. Δεν υπάρχει δηλαδή καμία δημοκρατία…». Και προσθέτει: «Ο καπιταλισμός με κοινωνικό πρόσωπο… βασίζεται στην παραδοχή ότι μόνο οι άνθρωποι που διαθέτουν μια κατοικία και μια σίγουρη θέση εργασίας και μέσω αυτών ένα υλικό μέλλον, είναι ή γίνονται πολίτες που ιδιοποιούνται τη δημοκρατία και της δίνουν σάρκα και οστά». Γι’ αυτό το εκλογικό σώμα στη χώρα μας αντιμέτωπο με την ανεργία, με τις απαξιωτικές συνθήκες της ευέλικτης εργασίας και τον κοινωνικό αφανισμό σύρεται πίσω από τις υποσχέσεις κομμάτων τα οποία μετεκλογικά τις αναιρούν.
 
Αλεξανδρούπολη, 22-11-2015

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.