Η Ευρωπη απο μια αλλη οπτικη γωνια

Η πορεία του κοινωνικού στοχασμού
 
 

Η οικονομική κρίση των ανεπτυγμένων χωρών ανέδειξε την κατάρρευση όλου του σύγχρονου κοινωνικού στοχασμού, όλων των κοινωνικών επιστημών, της φιλοσοφίας, της οικονομίας, της πολιτικής και της κοινωνιολογίας. Αποκάλυψε την πραγματικότητα, ότι δηλαδή δεν έχουν καν το δικαίωμα να θεωρούνται επιστήμες, καθόσον καμιά τους δεν διαθέτει το βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει μια επιστήμη, αυτό της «προβλεψιμότητας». Τόσο η Αγγλοσαξωνική διανόηση όσο κι αυτή της Λατινογενούς Ευρωπαϊκής και των ανεξάρτητων Εβραίων στοχαστών στέρεψε. Και συμπαρέσυρε σε πνευματική ένδεια και αδυναμία ολόκληρο το σύστημα της παγκόσμιας βιομηχανίας της συναίνεσης και της διαμόρφωσης γνώμης, οι οποίες μαζί με τους μηχανισμούς της στρατοκρατικής πειθαρχίας αποτελούν τους πυλώνες στήριξης του «συστήματος» εξουσίας των εκλεκτών. Ενός απαξιωμένου συστήματος που αποτελείται από τους πολιτικούς και τα υφιστάμενα κόμματα, την κρατική παιδεία, την κάθε λογής θρησκεία, την ελεγχόμενη τέχνη, τα ΜΜΕ καθώς και το σκοταδιστικό πανεπιστημιακό κατεστημένο των κοινωνικών επιστημών.
 
Απόδειξη των ανωτέρω είναι: α) Η ομολογία από τους ίδιους τους τελευταίους μεγάλους Αμερικανούς στοχαστές Σ. Xάντιγκτον («Η σύγκρουση των πολιτισμών») και Φρ. Φουκουγιάμα («Το τέλος της ιστορίας») της αποτυχίας των θεωριών τους, οι οποίες βασίζονταν στον διαλεκτικό ιδεαλισμό. β) Η αποδοχή από όλους τους ολίγους πλέον Ευρωπαίους στοχαστές, κυρίως σοσιαλδημοκράτες και νεομαρξιστές, οπαδούς του διαλεκτικού υλισμού, ότι η κοινωνία μας διανύει το τελευταίο και ανώτερο παρακμιακό στάδιο της βιομηχανικής εποχής και εισέρχεται σ’ ένα «άγνωστο» νέο στάδιο, το οποίο οι περισσότεροι ονομάζουν της «μεταβιομηχανικής» ή της «ψηφιακής» εποχής. Έναν νέο «άγνωστο χώρο», στον οποίο παράλληλα με τις παλιές παραγωγικές δυνάμεις αναπτύσσονται ανισόχρονα και νέες, με νέες παραγωγικές σχέσεις και τρόπους παραγωγής. Ένα νέο χώρο στον οποίο όπως όλοι τους προβλέπουν, ιδιαίτερα οι «μεγάλοι πανεπιστημιακοί οικονομολόγοι» (όχι σαν επιστήμονες αλλά σαν αστρολόγοι), θ’ αναπτυχθούν «άγνωστες πολιτικές δυνάμεις», που θα συγκρουστούν με «άγνωστες νέες μορφές αγώνων» και θα ανατρέψουν το υφιστάμενο σύστημα εξουσίας των εκλεκτών, αντικαθιστώντας το με «άγνωστες νέες μορφές εξουσίας» (Νέγκρι & Χαρτ, «Το πλήθος»). γ) Η νέκρωση της πολιτικής συνείδησης των ανεπτυγμένων λαών σαν αντανάκλαση της δημιουργηθείσας αντικειμενικής πραγματικότητας και ειδικότερα αυτών της νότιας Ευρώπης. Οι τελευταίοι, έκπληκτοι και «αγανακτισμένοι», είναι υποχρεωμένοι να επιλέγουν και να στηρίζουν τα υφιστάμενα πολιτικά τους κόμματα, «απολιθώματα» άλλων εποχών και ιδεολογιών, που όχι μόνο δεν εκφράζουν  τις σύγχρονες κοινωνικές τους τάξεις, αλλά λειτουργούν σαν κλεπτοκρατικοί μηχανισμοί «αρπακτικών» με τους επαγγελματίες πολιτικούς τους, για τη λεηλασία τόσο του παραγόμενου σήμερα πλούτου, αλλά και αυτού των μελλοντικών γενεών, υπερχρεώνοντας τις χώρες τους.

Ο λόγος στον οποίο οφείλεται αυτή η τελμάτωση του κοινωνικού στοχασμού είναι ότι τα στοιχεία-κίνητρα και τα δεδομένα που χρησιμοποίησε για την ερμηνεία των κοινωνικών προβλημάτων είναι ελλιπή. Υπάρχουν και δεν έχουν συν-αναλυθεί και άλλες κινητήριες δυνάμεις που, εξελισσόμενες στο χώρο και το χρόνο, επιδρούν καθοριστικά στην εξέλιξη της κοινωνίας και συνδιαμορφώνουν την πορεία της. Η μέχρι τώρα έρευνα και ανάπτυξη των «απαξιωμένων» κοινωνικών επιστημών βασίζεται στις παραδοχές ότι οι βασικές κινητήριες δυνάμεις της εξέλιξης της κοινωνίας είναι: α) η εξέλιξη των μέσων παραγωγής, των παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεών τους, β) η σύγκρουση της πάλης των αντιθέτων, κεφαλαίου κι εργασίας, ως συντελεστές παραγωγής αγαθών για τη βιολογική αναπαραγωγή του ανθρώπου και των αποταμιεύσεών του για την παραγωγή πλούτου,  γ) η εγγενής καλοσύνη των ανθρώπων και η ενστικτώδης τους διεκδίκηση για δικαιοσύνη και ισότητα, δ) ο συνεχής αγώνας τους για αντικατάσταση του παλιού από το νέο που επιτυγχάνεται με ποιοτικά άλματα, και ε) η νομοτελειακή μετάβαση όλων των κοινωνικών δυνάμεων από τις πιο απλές μορφές σε πιο σύνθετες.
           
Οι δυνάμεις αυτές παίζουν βασικό και καθοριστικό ρόλο και αποτελούν καθαυτές τις κινητήριες δυνάμεις εξέλιξης της κοινωνίας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτές. Υπάρχουν και άλλες, κύριες και δευτερεύουσες δυνάμεις, οι οποίες συμμετέχουν, συλλειτουργούν και συνδιαμορφώνουν τις εξελίξεις, όπως οι κύριες δυνάμεις του εξελισσόμενου συστήματος των μέσων άμυνας και επίθεσης των ανθρώπων (αυτές που ο Έγγελς αναφέρει ως «περίσκεψη και πάθος»)· μέσα άμυνας και επίθεσης τα οποία εκφράζουν ένα από τα κυριότερα ένστικτά του, αυτό της αρπακτικότητας· μέσα που εξελισσόμενα συγκαθορίζουν κι αυτά τις εξελίξεις, με μια παράλληλα διαδραστική πορεία αλληλεξαρτημένη με όλα τα άλλα. Όλα τα είδη στο ζωικό μας βασίλειο διαθέτουν όπλα άμυνας και επίθεσης. Η συμμετοχή του βασικού αυτού ενστικτώδους δίπολου στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου αποτελεί απόδειξη ότι και ο ίδιος αποτελεί ένα εξελισσόμενο είδος ζωής. Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τη νοημοσύνη παράγοντας τα κατάλληλα εργαλεία-όπλα για να κυριαρχήσει στη φύση και στην κοινωνία. Η κυριαρχία αυτή επιτυγχάνεται με τα όπλα της αρπακτικότητας, τόσο για τη λεηλασία της φύσης, όσο και για την αρπαγή του πλούτου των αδύνατων από τους δυνατούς. Μέσω της νοημοσύνης οι κάτοχοί της, συστήνοντας ομάδες δύναμης, ηγούμενοι κοινωνικών συνόλων, δημιούργησαν τα κράτη. Την εξουσία που κατείχαν οι δυνάμεις αυτές των εκλεκτών, τη χρησιμοποίησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της κοινωνικής ιστορίας του ανθρώπου προς δύο κατευθύνσεις: στο εξωτερικό για άμυνα ή λεηλασία του πλούτου άλλων πιο αδύναμων κρατών, και στο εσωτερικό για την αρπαγή του παραγόμενου πλούτου από τις παραγωγικές τάξεις,  με τον οποίο εξασφάλιζαν την επιβίωση και την ισχύ τους. Κατά τις μέχρι τώρα εξελικτικές περιόδους των ανθρώπινων κοινωνιών την εξουσία των εκλεκτών διαχειριζόταν, με βάση αντίστοιχα αποδεκτά ή επιβαλλόμενα με τη βία πολιτεύματα, η «αγία τριάδα», η οποία κατείχε και εκμεταλλευόταν το όπλο της νοημοσύνης: των ιερέων, των στρατιωτικών και των αριστοκρατών του πλούτου, είτε εκ περιτροπής είτε κατόπιν μεταξύ των συμπαιγνιών. Μια εξουσία που διατηρήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια τόσο της δουλοκτητικής και φεουδαρχικής, όσο και της βιομηχανικής εποχής, η οποία με την ανάδυση της ψηφιακής εποχής πλησιάζει στο τέλος της.
 
 
Επιπρόσθετα όμως, στις κοινωνικές εξελίξεις εμφανίζονται και δευτερεύουσες δυνάμεις που ενώ παράχθηκαν, κατά τα τελευταία περίπου 50 χρόνια, σαν αποτελέσματα (αιτιατά) της λειτουργίας των βασικών κινητήριων δυνάμεων εξέλιξης, μεταλλάσσονται και μετατρέπονται σε αίτια, σε βασικούς πυλώνες εξέλιξης της κοινωνίας. Κατά την περίοδο μετάβασης από τη βιομηχανική στην ψηφιακή εποχή (από το παλιό στο νέο, από το πιο απλό στο πιο σύνθετο) έχουν δημιουργηθεί νέες κοινωνικές συνθήκες που συνετέλεσαν στη δημιουργία και τη διαμόρφωση των δευτερευουσών αυτών δυνάμεων όπως:
 
1. Τον παραγόμενο πλούτο διεκδικούν πλέον τρία ισχυρά κέντρα δύναμης:
α) Οι πάντα εκτός εξουσίας παραγωγικές δυνάμεις, β) οι απαράγωγες δυνάμεις των εκλεκτών που πάντα κατέχουν την εξουσία και γ) η νέα αποδεσμευμένη από τις εξουσίες δύναμη των ανεξάρτητων πλέον διεθνών κεφαλαίων. Η ισχύς και των τριών τους συνεχώς μεταβάλλεται, οι μεταξύ τους σχέσεις δε, συγκρούσεις και συνεργασίες, επηρεάζουν απόλυτα τους τρόπους παραγωγής και διανομής του πλούτου των εθνών. Έτσι τα κατά κάποιο τρόπο μέχρι τώρα «δισδιάστατα-επιπεδομετρικά» πολιτικά προβλήματα μετατρέπονται σε απείρως πιο πολύπλοκα «τρισδιάστατα – στερεομετρικά». Δημιουργείται δηλαδή μια νέα πραγματικότητα στην οποία ο κοινωνικός στοχασμός έχει τη δυνατότητα να επεκταθεί, και από μια νέα οπτική γωνία να εξερευνήσει τον καινούργιο αυτό «τρισδιάστατο κοινωνικό κόσμο», ανακαλύπτοντας τις δομές και τους νόμους της εξελικτικής του πορείας. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος να επανακτήσει το κύρος και τη σημαντικότητά του και να βοηθήσει τις κοινωνίες για τη λύση των κοινωνικών – πολιτικών τους προβλημάτων.
 
2. Η ανθρωπότητα διχοτομήθηκε σε δύο κόσμους που συλλειτουργούν και εξελίσσονται παράλληλα αλλά και ανισόχρονα: α) Στον κόσμο της βιομηχανικής εποχής, οι λειτουργίες των παραγωγικών δυνάμεων του οποίου,- των σχέσεων παραγωγής και των αντιθέσεών τους- πραγματώνονται με βάση την πάλη των αντιθέτων, κεφαλαίου και εργασίας, και των οικονομικών νόμων της εποχής αυτής και β) Στον κόσμο της ψηφιακής εποχής, ο οποίος λειτουργεί με νέες παραγωγικές δυνάμεις, με νέους οικονομικούς νόμους και αντιθέσεις. Η κυριότερη αντίθεση είναι εκείνη της πάλης μεταξύ των απαράγωγων κοινωνικών δυνάμεων των εκλεκτών, που πάντα κατέχουν την εξουσία, και των παραγωγικών δυνάμεων που πάντα ανεπιτυχώς τη διεκδικούν.
 
3. Η μετατόπιση της βιομηχανικής παραγωγής από τις ανεπτυγμένες προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, με τη βοήθεια των επενδύσεων των απεξαρτημένων πλέον διεθνών κεφαλαίων. Το αποτέλεσμα αυτής της μετατόπισης ήταν: α) η δημιουργία πολυπολικών κέντρων οικονομικής δύναμης προερχόμενων και από το χώρο των πρώην αποικιών, β) η εμφάνιση μιας μόνιμης οικονομικής κρίσης των ανεπτυγμένων χωρών και γ) η εμφάνιση ενός νέου οικονομικού νόμου, αυτού της πτωτικής τάσης των εισοδημάτων των ανεπτυγμένων κρατών, ώστε να επιτευχθεί η σύγκλισή τους με αυτά των αναπτυσσόμενων.
 
 
4. Η εμφανής πλέον ουδετερότητα του διεθνούς κεφαλαίου απέναντι στη σύγκρουση των κοινωνικών τάξεων για την κατάκτηση της εξουσίας και η μη συμμετοχή του πλέον στις δαπάνες λειτουργίας των μηχανισμών εξουσίας των εκλεκτών.
 
5. Η υποχώρηση του μονοπωλιακού καπιταλισμού, δηλαδή της κυριαρχίας της απόλυτης δύναμης των «αρπακτικών», και η επικράτηση του ανταγωνιστικού καπιταλισμού, που σημαίνει μια ηπιότερη μορφή ανταγωνισμού αυτοελεγχόμενης εξισορρόπησης «ισοδύναμων αρπακτικών», στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και προϊόντων.
 
6. Η υποχώρηση, κυρίως στις ανεπτυγμένες χώρες, της ισχύος των μηχανισμών της στρατοκρατικής πειθαρχίας και η ενδυνάμωση των μηχανισμών της βιομηχανίας της συναίνεσης και της διαμόρφωσης γνώμης. Πρόκειται για ένα «οπλικό σύστημα» το οποίο, στην παρούσα περίοδο και με τις παρούσες συνθήκες, είναι το πιο κατάλληλο για την εξασφάλιση της τάξης και της εξουσίας των εκλεκτών. Στηρίζει μια βιομηχανία η οποία τροφοδοτείται από τον κοινωνικό στοχασμό και τις πάσης φύσεως πληροφορίες,  λαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες ή τις κατασκευάζει η ίδια, τις αποθηκεύει, τις αξιολογεί και τις διαχειρίζεται ώστε να αποτελούν την κύρια δύναμη της εξουσίας των εκλεκτών. Μεθοδεύει, καθοδηγεί και κατευθύνει με δόλο, παραπλάνηση και εξαπάτηση, διοχετεύοντας με τις κατάλληλες δοσολογίες τις «αξιολογημένες πληροφορίες» ή τα «απόκρυφα μυστικά» που μόνο αυτή κατέχει, στους πολίτες, οδηγώντας τους έτσι σε πλήρη πνευματικά αδιέξοδα.  Καταστρέφει τα εγκεφαλικά πολιτικά κύτταρα των πολιτών, δημιουργώντας αποπολιτικοποιημένα και αδρανοποιημένα άτομα, ακίνδυνα για το «σύστημα» εξουσίας και μεταστρέφει τα ενδιαφέροντα των πολιτών κυρίως προς τις θρησκείες ή την τερατώδη και υπερφυσική τέχνη με σκοπό να τους απομακρύνει από τα κοινά. Επειδή όμως απαιτεί για τη λειτουργία της τεράστιες ποσότητες πλούτου, το κόστος της αποτελεί βασικό λόγο της υπερχρέωσης των κρατών και της οικονομικής τους κρίσης. Οπότε,  νομοτελειακά βαδίζει προς την παρακμή και τη συρρίκνωση, καθόσον ο κοινωνικός στοχασμός στον οποίο στηρίζεται απαξιώνεται και οι οικονομικοί πόροι της τροφοδοσίας της στερεύουν. Παράλληλα, διχοτομείται η κυριότητά της σε δύο μετόχους, που κατέχουν τις πληροφορίες: αυτούς της εξουσίας των εκλεκτών, και αυτούς των ανεξάρτητων παγκόσμιων κεφαλαίων, των οποίων τα συμφέροντα σε μελλοντικές εξελίξεις θα συγκρούονται. 
 
Εκτός των κύριων δυνάμεων οι οποίες καθορίζουν την εξελικτική πορεία της κοινωνίας, υπάρχουν και δευτερεύουσες δυνάμεις, παραχθείσες από τις κύριες οι οποίες σταδιακά μετατρέπονται σε πρωτεύουσες:
 
α) Στη φύση, οι δυνάμεις «αντίδρασης κι εκδίκησής» της απέναντι στην επελθούσα καταστροφή του περιβάλλοντος και στην εξάντληση των φυσικών πόρων, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στην αύξηση του πληθυσμού της γης και του προσδόκιμου ζωής του (σ.σ. για τους κινδύνους της ανθρωπότητας από αυτή την «εκδίκηση» μας προειδοποιεί με το δοκίμιό του «Καιρός των κρίσεων» ο Μισέλ Σερ).
 
β) Στην κοινωνία, η παραγωγή «ανθρωπομηχανών», άτομων που έχουν επενδυμένα επάνω τους μεγάλα ποσά κεφαλαίων, τόσο από ιδιωτικές αποταμιεύσεις, όσο και από κρατικές δαπάνες. Πρόκειται για άτομα, ισχυρότερα των απλών ανθρώπων,  τα οποία με τα επενδυμένα σε αυτά κεφάλαια απέκτησαν «όπλα νοημοσύνης», τόσο παραγωγικά όσο και «αρπακτικά». Περίπου πριν 40-50 χρόνια «παράγονταν» σε μικρές ποσότητες και χρησιμοποιούνταν είτε για την επάνδρωση των κρατικών μηχανισμών εξουσίας είτε για τη διοίκηση των ιδιωτικών παραγωγικών μηχανισμών. Μέχρι την περίοδο αυτή, ο μικρός αριθμός τους και οι ανάγκες της κοινωνίας εξασφάλιζαν σε αυτές απασχόληση με ικανοποιητικές αμοιβές, οι οποίες ήταν αρκετές όχι μόνο για την αναπαραγωγή των επενδυμένων σε αυτές κεφαλαίων, αλλά και για την εξασφάλιση σημαντικών υπεραξιών.  Έτσι, μια σίγουρη και προσοδοφόρα μορφή επένδυσης κατηύθυνε προς τη «βιομηχανία παραγωγής» τους το μεγαλύτερο μέρος των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών και μεγάλο μέρος των κοινωνικών δαπανών. Αυτό συνέβη ειδικότερα στις ανεπτυγμένες χώρες: οι λαοί των οποίων αύξησαν τα εισοδήματά τους σαν αμοιβή για τη συμπαράστασή τους στις εξουσίες των χωρών τους, καταληστεύοντας τον πλούτο των αναπτυσσόμενων και των υπανάπτυκτων χωρών. Έτσι παράχθηκαν και θα συνεχίσουν να παράγονται μεγάλες ποσότητες «ανθρωπομηχανών». Ακριβώς αυτές οι «ανθρωπομηχανές», ενεργοποιώντας το νόμο της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους στα επενδυμένα σ’ αυτές κεφάλαια, δημιουργούν:
 
α) τη συνεχή ανεργία τους και την καταστροφή των επενδυμένων σ’ αυτές κεφαλαίων με τη μορφή μιας «μαύρης τρύπας» που απορροφά ένα τεράστιο μέρος του παραγόμενου από τα ανεπτυγμένα κράτη πλούτου, βασικό παράγοντα, που τα οδηγεί στην κρίση και τη χρεοκοπία,
 
β) την απαξίωση των αμοιβών και όλων των απασχολούμενων «ανθρωπομηχανών», λόγω της πληθώρας της προσφοράς και του σκληρού ανταγωνισμού που τις οδηγεί στη συρρίκνωση των εισοδημάτων τους και
 
γ) μια νέα κοινωνική τάξη, η οποία συνεχώς διογκώνεται, ισχυροποιείται, πολιτικοποιείται και σύντομα θα διεκδικήσει μέρος της εξουσίας με τη συνεργασία των άλλων παραγωγικών δυνάμεων. Κατά πάσα δε βεβαιότητα, λόγω της ισχυρής νοημοσύνης που διαθέτει, είναι προορισμένη να ηγηθεί στον αγώνα των παραγωγικών τάξεων για την κατάκτηση της εξουσίας, όπως παλαιότερα το προλεταριάτο.
 
 
Μόνο αν ληφθούν υπόψη οι βασικές και οι δευτερεύουσες δυνάμεις που επιδρούν καθοριστικά στην εξέλιξη της κοινωνίας και συνδιαμορφώνουν την πορεία της καθώς και οι σημερινές συνθήκες μπορούν να επιχειρηθούν αναλύσεις με στόχο την ύψιστη επιδίωξη κάθε έρευνας, την «προβλεψιμότητα».
 

Η πορεία του αναπτυγμένου κόσμου

Το σύνολο του ανεπτυγμένου κόσμου δεν πλήττεται με την ίδια ένταση και η συστημική του κρίση δεν επιφέρει τα πλήγματά της με τον ίδιο τρόπο σε κάθε λαό, καθόσον αυτός αποτελείται από δύο διαφορετικούς κόσμους, τον κόσμο της Αυτοκρατορίας και τον Ευρωπαϊκό κόσμο.  Ο κόσμος της Αυτοκρατορίας  λειτουργεί εν μέρει στον ελεγχόμενο ζωτικό της χώρο, ο οποίος προοδευτικά περιορίζεται, με συνθήκες μονοπωλιακού καπιταλισμού, επιτυγχάνοντας τεράστιες υπεραξίες και πλούτο, εν μέρει στο λοιπό χώρο της, με συνθήκες ανταγωνιστικού καπιταλισμού, με μηδαμινές υπεραξίες και με μοναδικό όφελος την εξασφάλιση της απασχόλησης του παραγωγικού δυναμικού των λαών της. Παράλληλα, λειτουργεί σε δύο παραγωγικά πεδία, το παλιό της βιομηχανικής εποχής και το νέο της ψηφιακής εποχής. Ο Ευρωπαϊκός κόσμος λειτουργεί κι αυτός στα ίδια πεδία, αλλά αποκλειστικά σύμφωνα με τις συνθήκες και τους νόμους του ανταγωνιστικού καπιταλισμού, στο νέο παγκοσμιοποιημένο μας κόσμο. Και οι δύο αυτοί κόσμοι έχουν το ίδιο πρόβλημα της πτωτικής τάσης των εισοδημάτων των χωρών τους και της μηδενικής ανάπτυξης.  Αυτό οφείλεται:
 
 
α) στην ανάγκη να λειτουργούν στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο με συνθήκες ανταγωνιστικότητας που συνεχώς περιορίζει τις υπεραξίες της παραγωγής τους, β) στην αδυναμία συντήρησης και διατήρησης των μηχανισμών στήριξης, της εξουσίας των εκλεκτών των κρατών τους, οι οποίοι συνεχώς απαιτούν μεγαλύτερες δαπάνες ώστε να αντιμετωπίσουν τις αντίπαλες δυνάμεις που συνεχώς ισχυροποιούνται και διεκδικούν την εξουσία τους, γ) στη δημιουργία της «μαύρης τρύπας» καταστροφής του πλούτου τους, η οποία οφείλεται στη διαρκώς αυξανόμενη παραγωγή άνεργων «ανθρωπομηχανών».
 
Η συρρίκνωση των εισοδημάτων και η μηδενική ανάπτυξη των αναπτυγμένων χωρών δεν μπορεί να καλυφθεί από οποιαδήποτε αναπτυξιακή επίδοση των λαών τους μόνο με την παραγωγική τους λειτουργία στο χώρο της βιομηχανικής εποχής. Απαιτείται πλέον και ανάπτυξη στον ψηφιακό χώρο.  Έτσι αναγκαστικά και οι δυο κόσμοι:
 
1) Θα οδηγούνται σε οικονομική κρίση και συστημική απαξίωση, πρώτα ο κόσμος της Ευρώπης και ακολούθως ο κόσμος της Αυτοκρατορίας, η οποία διαθέτει μεγαλύτερα αποθέματα «λίπους».
 
2) Θα αναγκαστούν να ενεργοποιήσουν νέες πολιτικές δυνάμεις, να εφαρμόσουν νέα πολιτικά συστήματα και να αναθεωρήσουν τους τρόπους παραγωγής και διανομής του πλούτου τους, ώστε στον νέο κόσμο που ανατέλλει να επιτύχουν ρυθμούς ανάπτυξης τόσο στο βιομηχανικό όσο και στον ψηφιακό χώρο για την ευημερία των λαών τους.
 
 
Με τη συνεχή απώλεια του πλούτου των ανεπτυγμένων κρατών την οποία  υφίστανται οι τρεις κύριες ομάδες διεκδίκησής του -το διεθνές κεφάλαιο, η εξουσία των εκλεκτών και των παραγωγικών δυνάμεων, οι οποίες σαν «άγρια αρπακτικά», διεκδικούν την ελαχιστοποίηση της απώλειας του μεριδίου τους-  η λύση στο πρόβλημα, σε άλλες εποχές, θα ήταν ο πόλεμος. Στην εποχή μας όμως είναι τόσο πολύπλοκες οι δομές, οι αλληλοσυνδέσεις και οι αλληλεξαρτήσεις των τριών δυνάμεων, καθώς και ο έλεγχος απόκρυφων πληροφοριών που διαθέτουν, που τον πόλεμο τον καθιστούν αδύνατο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την απαξίωση των στρατοκρατικών μηχανισμών εξουσίας των εκλεκτών. Έτσι, στο εξής, ο μεταξύ τους διμέτωπος αγώνας για τη διανομή  του πλούτου περιορίζεται στο πολιτικό και οικονομικό πεδίο, με όπλα που θα προέρχονται από τη βιομηχανία της συναίνεσης και της διαμόρφωσης γνώμης.
 
Στον Ευρωπαϊκό χώρο και ειδικότερα στον οικονομικό χώρο της Ευρωζώνης  φαίνονται ήδη τα σημάδια της παρακμής και της αποδυνάμωσης των οικονομιών των χωρών και του νομίσματός της. Μια εναλλακτική λύση άρχισε να διαφαίνεται με τη συγκρότηση ενός κέντρου ελέγχου με την εκχώρηση εξουσίας των κρατών της. Το κέντρο αυτό θα στηρίζει τα κοινά συμφέροντα των χωρών της Ευρωζώνης και θα χαράσσει την οικονομική πολιτική της. Θα  ροκανίζει τη δύναμη των εθνικών εξουσιών των εκλεκτών, την οποία εκβιαστικά θα αποδεχθούν, διότι οι συνέπειες θα είναι βαριές. Αυτή είναι μια σημαντική πολιτική ενέργεια και ένα πρώτο βήμα για μια πραγματική ενοποίηση της Ευρώπης, όμως δεν πρόκειται να δώσει οριστική λύση στα οικονομικά της προβλήματα.
 
Στο πολιτικό πεδίο, σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες και ειδικότερα σε αυτές της Ευρωζώνης της νότιας Ευρώπης, οι πολίτες παρακολουθούν φοβισμένοι τις πολιτικές αλλαγές, την πορεία μετάβασης από τη σοσιαλδημοκρατία στη νεοφιλελεύθερη δημοκρατία, με τη δεύτερη να απαξιώνεται ταχύτατα όπως και η πρώτη. Παρατηρούν τα κόμματα εξουσίας που εκφράζουν και τις δύο αυτές μορφές δημοκρατίας να εκφυλίζονται και να συρρικνώνονται, ενώ τα λοιπά μικροκόμματα, φονταμενταλιστικά, φασιστικά και κομμουνιστικά, να λειτουργούν πάντα σαν «απολιθώματα» της ιστορίας. Όσο θα επιδεινώνεται η κρίση, θα ισχυροποιούνται μεν, αλλά θα λειτουργούν περιθωριακά και ακίνδυνα για την εξουσία. Παρακολουθούν επίσης τη χρεοκοπία και την κατάρρευση των περισσότερων επιχειρήσεων των ΜΜΕ και της συντεχνίας του ανθρώπινου δυναμικού της -των «ανθρωπομηχανών» της- μιας συντεχνίας που οδηγείται σε πλήρη οικονομική και ηθική απαξίωση για την οποία δεν γνωρίζει κανείς αν πρέπει να την απεχθάνεται ή να τη λυπάται για την κατάντια της.
 
 
Η γενική πολιτική κατάρρευση της Ευρώπης είναι αντανάκλαση της κοινωνικής της πραγματικότητας, του «κοινωνικού της είναι» που δύει, και η απαρχή της δημιουργίας νέων μορφών πολιτικής και πολιτικών μηχανισμών οι οποίοι θα εκφράζουν τη νέα κοινωνική πραγματικότητα που ανατέλλει. Πρόκειται για μια νέας μορφής δημοκρατία στην οποία θα διαμοιράζονται και θα ελέγχουν από κοινού την εξουσία τα τρία κέντρα δύναμης, το κεφάλαιο, η εξουσία των εκλεκτών και οι παραγωγικές δυνάμεις, με εξουδετερωμένη κατά το δυνατόν την «αρπακτικότητά τους» και ανάλογα με την κατά περίπτωση ισχύ τους. Μια νέου είδους δημοκρατία όπου οι τρεις, αντίπαλες πλέον, δυνάμεις, απαραίτητες και οι τρεις για την παραγωγική λειτουργία της κοινωνίας, δεν θα επιδιώκουν την εξόντωση των αντιπάλων τους -η οποία θα πλήξει και τις ίδιες- αλλά τον περιορισμό της ισχύος τους κατά τη διανομή του παραχθέντος πλούτου (βλ. Σουν Τζου, «Η τέχνη του πολέμου»). Το μερίδιο της εξουσίας τους οι παραγωγικές δυνάμεις θα το ασκούν ανάλογα με τη συμμετοχή τους στον παραγόμενο πλούτο. Είναι μια νέα μορφή πολιτεύματος, δημιούργημα των πιο ανεπτυγμένων πολιτικά κοινωνιών, που εξοπλισμένη με τους κατάλληλους θεσμούς, θα εξασφαλίζει την αξιοκρατία και εξακριβωσιμότητα σε όλους τους χώρους λειτουργίας της εξουσίας και της παραγωγής. Είναι μια δημοκρατία, η οποία θα επικεντρώσει τις δυνάμεις της τόσο στο χώρο της βιομηχανικής εποχής, εξασφαλίζοντας όσο το δυνατόν υψηλότερη ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα, όσο και στο χώρο της ψηφιακής εποχής, δημιουργώντας συνθήκες αξιοποίησης της τεράστιας δύναμης των «ανθρωπομηχανών», θα επινοήσει νέα προϊόντα και θα εξασφαλίσει αγορές για την παραγωγή πλούτου και από το χώρο αυτό.
 
Τα υφιστάμενα κόμματα των κρατών της Ευρώπης, ιδίως τα κόμματα εξουσίας, σε περίπτωση που δεν θα δημιουργηθούν νέα, δεν έχουν άλλο δρόμο από αυτόν της μετάλλαξης και της μετεξέλιξής τους σε καινούργιας μορφής κόμματα, τα οποία θα εκφράζουν τις νέες παραγωγικές δυνάμεις. Σε κόμματα οι ισχυρότερες εσωτερικές  δυνάμεις των οποίων θα προέρχονται από τις πιο πολυπληθείς, ισχυρές και με «αυξημένη νοημοσύνη», πολιτικοποιημένες, και άνεργες ή υποαπασχολούμενες δυνάμεις των «ανθρωπομηχανών». Γι’ αυτό, πρωταρχική τους μέριμνα θα είναι να τις προσελκύσουν και να τις εντάξουν στο χώρο τους. Ο δρόμος αυτός είναι μονόδρομος. Είναι μια μη αναστρέψιμη νομοτελειακή εξέλιξη. Είναι η μόνη που μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη και την ευημερία των λαών της Ευρώπης. Όσο θα διατηρούνται οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις δημοκρατίας της παρακμής και της διαφθοράς και τα αντίστοιχα κόμματα που τις εκφράζουν, σε όλες τις χώρες της και ειδικότερα στην πιο διεφθαρμένη από όλες, τη χώρα μας, θα την οδηγούν σε βαθύτερη κρίση και ανυπολόγιστη καταστροφή.

Για περισσότερα κείμενα του Λάμπρου Σταματιάδη πατήστε εδώ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.