Για τις κινητοποιησεις στο Ιραν

Βασικό ζητούμενο παραμένει το σε ποιο βαθμό αυτό το κοινωνικό κίνημα μπορεί να συμβάλλει στην εκκίνηση μίας διαδικασίας «αρχόμενου εκδημοκρατισμού»

Πριν από λίγες ημέρες, ο θάνατος της νεαρής Ιρανής Μαχσά Αμινί, η οποία συνελήφθη επειδή δεν με τον «ορθό», σύμφωνα με τα πρότυπα και τις νόρμες που έχει θεσπίσει το αυταρχικό Ιρανικό καθεστώς, τρόπο την μαντίλα της, έχει προκαλέσει ένα πλήθος διαδηλώσεων εντός της Ιρανικής επικράτειας.

Διαδηλώσεων που είναι πυκνές, και από την άποψη της συμμετοχής,[1] και επίσης, από την άποψη της διαμόρφωσης αφηγήσεων, της κατάθεσης βιωμάτων (δεν θα ήσαν παράλογο το να συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις άτομα που υπέστησαν αστυνομική βία στο παρελθόν και σπεύδουν να διαδηλώσουν διαμαρτυρόμενοι και για τον θάνατο της Αμινί και εμμέσως, για τον δικό τους ξυλοδαρμό, φωνάζοντας «Φτάνει πια»), της αναπαραγωγής συνθημάτων. Που εν προκειμένω, θέτοντας στο επίκεντρο τους το πρόσωπο της Αμινί, επεκτείνονται προς διάφορες κατευθύνσεις.

Μιλώντας από θεωρητική σκοπιά, δεν θα θεωρήσουμε τις κινητοποιήσεις στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, ως απλή «συνέχεια» των κινητοποιήσεων που έχουν ξεσπάσει, με διάφορες αφορμές, το προηγούμενο χρονικό διάστημα.[2]

Και αυτό διότι, οι κινητοποιήσεις αυτές κινούνται σε σαφώς πιο έντονη δυναμική και ριζοσπαστική τροχιά[3] συγκριτικά με τις διαδηλώσεις των προηγούμενων χρόνων, θυμίζοντας έντονα αυτές του 2009, οι οποίες βέβαια, είχαν διαφορετική αφετηρία, προκύπτοντας, ακόμη και ex nihilo, ως αποτέλεσμα των καταγγελιών για την ύπαρξη νοθείας στις προεδρικές εκλογές εκείνης της χρονιάς.

Δίχως να στραφούμε στην ανάλυση του Γιώργου Μαρνελάκη, ο οποίος προσπαθεί να εντοπίσει τις υπόγειες και μη, συγκλίσεις που επιτυγχάνονται μεταξύ φύλου, σεξουαλικότητας και χώρου,[4] θα τονίσουμε πως στο στόχαστρο των διαδηλωτών[5] τίθεται εναργώς το καθεστώς και το όλο πλέγμα πολιτικών-πολιτιστικών αξιών που έχει διαμορφώσει ιστορικά, μετά από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.

Μάλιστα, το αντι-καθεστωτικό στοιχείο (η εναλλακτική δεν υπάρχει, όμως τίθεται από πολλές πλευρές, έστω και ανομοιογενώς),  μπορεί να είναι περισσότερο έντονο σε αυτή την περίπτωση, από ό,τι το 2009, από την στιγμή όπου, αυτή τη φορά, ανακύπτει στην επιφάνεια, επηρεάζοντας τις κινηματικές-συγκρουσιακές διεργασίες, το στοιχείο της ταύτισης, και για την ακρίβεια, της άμεσης ταύτισης.

Της ταύτισης με το πρόσωπο της νεκρής Μαχσά Αμινί, για την οποία αρκετοί διαδηλωτές θρηνούν ωσάν αυτή να είναι γνωστή, φίλη και αδελφή (εδώ οφείλουμε να δούμε το ό,τι στο επίκεντρο τίθεται μία συνθήκη όπου το «αγωνιστικό πένθος είναι κριτική του παρόντος», σύμφωνα με την ανάλυση της Αθηνάς Αθανασίου και του Δημήτρη Παπανικολάου),[6]  και επίσης, οπτικοποιούν (αφίσες με το πρόσωπο της), ώστε να την αντικρίσουν όλοι, μεταβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο τις προτεραιότητες τους.

Η μνήμη της Μαχσά Αμινί, όμως, η οποία όπως τονίσθηκε θρηνείται με ένα οικείο τρόπο, με τον δημόσιο χώρο να επαναπροσδιορίζεται ως μία μεγάλη τελετουργική αρένα εντός της οποίας συγκλίνουν αυτοί που θρηνούν για να εμπνευσθούν (η απώλεια της, μέσω συγκεκριμένων εργαλείων,  μετατρέπεται σε φασματική παρουσία που εμπνέει και «καθοδηγεί ηθικά και πολιτικά»), δεν καθίσταται διεκδικούμενη.

Και αυτό διότι οι συμμετέχοντες δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο, και πρωτίστως, δεν επιθυμούν να «χαρίσουν» την μνήμη της στο καθεστώς, φροντίζοντας, σε αυτό κυρίως το σημείο, να αναδείξουν στην επιφάνεια ένα βαθύτερο στοιχείο.

 Ήτοι, το «γιατί» ταυτίζονται με τέτοιον άμεσο τρόπο με την νεαρή Ιρανή: Ταυτίζονται διότι δεν είναι λίγες (και λίγοι) όσοι αισθάνονται πως στη θέση της θα μπορούσαν να βρεθούν οι ίδιες και άτομα που γνωρίζουν, βιώνοντας την καθεστωτική «βαναυσότητα» (άλλος ένας όρος που χρησιμοποιείται ευρέως και τον έχει κομίσει στο δημόσιο λόγο η μετα-αποικιακή και μετα-φεμινιστική κριτική).

Η έκβαση των δράσεων παραμένει άδηλη, με μία παράμετρο που αναδεικνύεται στην επιφάνεια τις τελευταίες ημέρες, να είναι η προσθήκη νέων θεμάτων που άπτονται της καθημερινής ζωής και της αυταρχικής διακυβέρνησης,[7] με το ζήτημα της αστυνομικής βίας (ας θυμηθούμε τις κινητοποιήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής μετά τη φόνευση του George Floyd), να τίθεται στο προσκήνιο.

Αυτό που μπορούμε να πούμε, είναι το ό,τι παρατηρώντας τις διαδηλώσεις αυτές, και λαμβάνοντας υπόψιν το αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης που έχει εγκαθιδρυθεί στο Ιράν, με τα διάφορα ανοίγματα που έχουν προκύψει στο εσωτερικό του να διέπονται από έναν υψηλό βαθμό ασυνέχειας, αν και διέθεταν συγκεκριμένο πολιτικό-μεταρρυθμιστικό πρόσημο, δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται η εκτίμηση του Kriesi, ο οποίος βέβαια αντλεί από έρευνες που εξετάζουν την σχέση πολιτικών κομμάτων και κινημάτων διαμαρτυρίας.

«Οι κοινωνικές και πολιτισμικές εντάσεις αρθρώνονται φανερά μόνο αν έχουν συνειδητοποιηθεί και οργανωθεί πολιτικά».[8]

Η απουσία πολιτικών φορέων (στο Ιρανικό σύστημα διακυβέρνησης δεν υφίστανται πολιτικά κόμματα), δεν έχει εμποδίσει, ούτε την εκδήλωση των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας, ούτε την άρθρωση ή αλλιώς, την υποδοχή των αιτημάτων τους από μηχανισμούς που διαμορφώθηκαν για αυτόν τον λόγο, και μπορούν με την ίδια ευκολία να διαλυθούν.

Ή αλλιώς, να αυτο-διαλυθούν. Η βασική τομή ή αντίθεση που αναδύεται στην επιφάνεια πλέον, είναι αυτή μεταξύ ενός καθαυτό εκσυγχρονισμένου, ανοιχτού  και μεταρρυθμιστικού τμήματος της κοινωνίας που ζητά όλο και περισσότερα, που ζητά θεσμούς συμβατούς με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους (όπως συμβαίνει σε Δυτικές, φιλελεύθερες δημοκρατίες), και ενός παραδοσιοκρατικού, αυταρχικού καθεστώτος το οποίο επιδίδεται, σε έναν διασυνδεδεμένο κόσμο, σε μία μάχη χαρακωμάτων.

Το βασικό ζητούμενο παραμένει το σε ποιο βαθμό αυτό το κοινωνικό κίνημα μπορεί να συμβάλλει στην εκκίνηση μίας διαδικασίας «αρχόμενου εκδημοκρατισμού»,[9] που θα απέχει μεν από τις επιδιώξεις σημαντικής μερίδας διαδηλωτών, θα έχει όμως ιδιαίτερη σημασία. Η έντονη καταστολή και η ύπαρξη νεκρών μεταξύ των διαδηλωτών, τροφοδοτούν εκ νέου τις κινητοποιήσεις.


[1] Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως οι γυναίκες και κατά κύριο λόγο οι νεαρές γυναίκες συνιστούν τον ‘κορμό’ των κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν. Οπότε, εν τοις πράγμασι, η έμφυλη διάσταση είναι υπαρκτή και έντονη. Όμως, το γεγονός αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει και ανδρική παρουσία η οποία εκφράζεται, όχι μόνο στη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις που συντελούνται με δυναμικό τρόπο (ο δυναμισμός διαφαίνεται και σε ένα επιμέρους ποιοτικό στοιχείο: Στην πρόθεση ανανέωσης της συμμετοχής, ή αλλιώς, στην πρόθεση της καθημερινής παρουσίας επί του δρόμου έως ότου προκύψει μία σαφής απάντηση του τι συνέβη), αλλά, και στην επιτέλεση, από άνδρες, πράξεων συμπαράστασης και αλληλεγγύης στις γυναίκες της χώρας, όπως είναι το κόψιμο των μαλλιών που φθάνει έως το ξύρισμα τους (για άνδρες).  Αυτή είναι ίσως η πλέον συμβολική πράξη εναντίωσης στο Ιρανικό, θεοκρατικό καθεστώς, καθότι εκφράζει την πρόθεση ανα-νοηματοδότησης της μαντίλας με αρνητικό τρόπο και, σε ένα δεύτερο επίπεδο, αποτίναξης της και του ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει και ‘ενσαρκώνει.’ Σε μία τέτοιου τύπου συγκρουσιακή κινητοποίηση, η μαντίλα εκλαμβάνεται, όχι τόσο ως ένδυμα όσο ως πολιτικό ‘εργαλείο’ θανάτου και ‘ανταλλάσσεται’ πολιτικά και μνημονικά, στο δημόσιο χώρο, με το όνομα της νεκρής: ‘Είμαστε Μαχσά Αμινί.’ Άρα, θεωρητικώ τω τρόπω, θα επισημάνουμε πως έχουμε να κάνουμε με την συγκρότηση μίας νέας συλλογικής ταυτότητα η οποία εμπεριέχει ένα νέο ‘εμείς’ (υπό την έννοια της ένταξης σε αυτό το ‘εμείς’ δρώντων που δια-μοιράζονται κοινές αξίες και μία ηθική δέσμευση σχετική με την υπεράσπιση της μνήμης της Μαχσά Αμινί και όχι της συγκρότησης ενός νέου πολιτικού υποκειμένου), στο εγκάρσιο σημείο όπου αυτή η ταυτότητα, παρά το ό,τι παραμένει ρευστή και υπό διαμόρφωση, γνωρίζει σαφώς το ποιους και τι αντιμάχεται.

[2] Αν μπορούμε να εντοπίσουμε μία κινηματική ‘σταθερά’  που προκύπτει στο Ιράν, τότε αυτή είναι η συμμετοχή και δη η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών αλλά και των νεότερης ηλικίας ατόμων, στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας.

[3] Είναι από τις φορές όπου ο γλωσσικός όρος ‘ριζοσπαστισμός’ που δεν προκαλεί βέβαια τις γλωσσικές-πολιτικές αντιπαραθέσεις που έχει προκαλέσει η πολύ συχνή χρήση του όρου ‘λαϊκισμός,’ προσλαμβάνει το πλήρες νόημα του, υποδηλώνοντας, τόσο την διάθεση αλλαγής των πραγμάτων εις βάθος, όσο και την διάθεση κλιμάκωσης.

[4] Βλέπε σχετικά, Μαρνεράκης, Γιώργος., ‘Στενές επαφές φύλου, σεξουαλικότητας και χώρου. 7 κείμενα του Γιώργου Μαρνεράκη,’ Εκδόσεις Futura, Αθήνα, 2014. Οι συζητήσεις γύρω από θέματα σεξουαλικότητας δεν είναι ταμπού για Ιρανούς και Ιρανές. Τα μέρη που συν-αποτελούν το κίνημα μπορούν και συγκλίνουν διεκδικώντας περισσότερες ελευθερίες (ελευθερία όπως είναι η ελευθερία της επιλογής, του λόγου, του συνέρχεσθαι), θέτοντας επί τάπητος ζητήματα «εκτεταμένου εκδημοκρατισμού», σύμφωνα με την ανάλυση του Charles Tilly. Βλέπε σχετικά, Tilly, Charles., ‘Κοινωνικά κινήματα 1768-2004,’ Μετάφραση: Τσακίρης Θανάσης, Επιμέλεια: Μήτσης Χρήστος, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα, 2004, σελ. 295., όπου και μία διεισδυτική ανάλυση της σχέσης μεταξύ της δημοκρατίας, των κοινωνικών κινημάτων και της δράσης αυτών.

[5] Η χρήση του όρου ‘ακτιβιστής,’ παραπέμπει σε μία περισσότερο οργανωμένη συλλογική δραστηριοποίηση, που λαμβάνει χώρο κατά κύριο λόγο μέσα από τις τάξεις αναγνωρισμένων συλλογικοτήτων όπως είναι οι συλλογικότητες περιβαλλοντικού τύπου. Αν και η χρήση του για την περιγραφή των ατόμων που συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις στο Ιράν, δεν θα ήταν αδόκιμη, καθώς, μέσω μίας τέτοιας γλωσσικής χρήσης, μπορούμε να επιτύχουμε μία πληρέστερη σύνδεση μεταξύ του κοινωνικού κινήματος (αρκετές δημοσιογραφικές αναλύσεις δεν επενδύουν συμβολικούς-γλωσσικούς πόρους στην έκφραση ‘κοινωνικό κίνημα’), των αιτημάτων που αυτό θέτει και των συμμετεχόντων σε αυτό, που μπορεί να είναι ακτιβιστές τελευταίας γενιάς: Επαρκώς συνδεδεμένοι τεχνολογικά, ώστε να καλούν σε συγκεντρώσεις, ακόμη και τοπικές, διαμαρτυρίας, μέσω της ανταλλαγής μηνυμάτων σε ψηφιακές πλατφόρμες επικοινωνίας, και επίσης, αρκούντως δημιουργικοί και ικανοί  ώστε να μπορούν να υπερβαίνουν τους σκοπέλους λογοκρισίας και απαγόρευσης  που θέτει το καθεστώς προκειμένου να εμποδίσει την πραγματοποίηση των συγκεντρώσεων.

[6] Βλέπε σχετικά, Αθανασίου, Αθηνά., & Παπανικολάου, Δημήτρης., ‘ «Πες το όνομα της»: Η Κουήρ μνήμη ως κριτική του παρόντος,’ στο: Αθανασίου, Αθηνά., & Παπανικολάου, Δημήτρης., (επιμ.), ‘Κουήρ πολιτική. Δημόσια μνήμη. 30 κείμενα για τον Ζακ,’ Ίδρυμα Rosa Luxemburg, Αθήνα, χ.χ., σελ. 20, Διαθέσιμο στο: Κουήρ Πολιτική – Δημόσια Μνήμη – 30 κείμενα για τον Ζακ.pdf

[7] Έχει ενδιαφέρον να δούμε το αν, συνεπεία αυτών των δράσεων, θα προκληθούν ρωγμές εντός του καθεστώτος και σε ποιον βαθμό.

[8] Βλέπε σχετικά, Kriesi, H., ‘Νέα κοινωνικά κινήματα στη Δυτική Ευρώπη,’ Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, 11, 1998, σελ. 7, Διαθέσιμο στο: (PDF) Νέα κοινωνικά κινήματα στη Δυτική Ευρώπη (researchgate.net) Είναι πολύ ενδιαφέρον να μελετάται η ύπαρξη και η  πολυποίκιλη δράση κοινωνικών κινημάτων εντός ενός αυταρχικού καθεστώτος. Τα εμπόδια (και τα αιτήματα δεν είναι ίδια, όπως και ο βαθμός παρεμβατικότητας ο οποίος διαφέρει) που το τελευταίο μπορεί να θέσει για να εμποδίσει τη διάχυση των δράσεων αυτών, είναι πολύ περισσότερα από τα αντίστοιχα που μπορεί και επιθυμεί να θέσει μία δυτική, φιλελεύθερη δημοκρατία (οι πολιτικοί θεσμοί της Αμερικανικής Δημοκρατίας αντιμετώπισαν με ώριμο τρόπο τις κινητοποιήσεις που εκδηλώθηκαν μετά τον θάνατο του Floyd),  εντός της οποίας, η εν συνόλω συγκρουσιακή δράση, άτυπα και μη, έχει θεσμοποιηθεί, με τις αλληλεπιδράσεις που έχουν επιτευχθεί στον άξονα ‘θεσμοί-πολιτικά κόμματα-κοινωνικά κινήματα’ να μην έχουν αφήσει ανεπηρέαστο κανένα εκ των τριών πεδίων. Μία ανεπτυγμένη θεσμικά και πολιτικά, φιλελεύθερη δημοκρατία, ‘ζει’ μαζί με τα κοινωνικά κινήματα. Η εκτίμηση του Kriesi, μπορεί ως έναν βαθμό να επιβεβαιωθεί στις κινητοποιήσεις του 2009, εκεί όπου οι «κοινωνικές εντάσεις» οργανώθηκαν και αναπτύχθηκαν  (και πάλι εν μέρει), προς την κατεύθυνση υποστήριξης του μεταρρυθμιστή προεδρικού υποψηφίου. Η σχέση ενός κοινωνικού κινήματος ή κοινωνικών κινημάτων και των ποιοτήτων που αυτές αναπτύσσουν, με ένα αυταρχικό καθεστώς (βλέπε Αραβική ‘άνοιξη,’ όπου τα διάφορα μαζικά κοινωνικά κινήματα, έδρασαν εντός αυταρχικών και ημι-αυταρχικών καθεστώτων, πετυχαίνοντας ποικίλα αποτελέσματα) δεν είναι απλή και γραμμική. Χρειαζόμαστε περισσότερες μελέτες περίπτωσης οι οποίες να εστιάζουν στη σχέση κοινωνικών κινημάτων με ένα συγκεκριμένο αυταρχικό καθεστώς.

[9] Βλέπε σχετικά, Tilly, Charles., ‘Κοινωνικά κινήματα 1768-2004…ό.π. Κατά τον Tilly, «όπου η δημοκρατία υπολειπόταν, τα κοινωνικά κινήματα παρέμεναν σπάνια». Ας θέσουμε μερικές υποθέσεις εργασίας: Όσο μεγαλύτερος ο βαθμός αυταρχικότητας που διέπει ένα καθεστώς, τόσο μικρότερες και οι πιθανότητες επιτυχίας ενός κοινωνικού κινήματος. Όσο εξελίσσεται η διαδικασία ενός «μερικού εκδημοκρατισμού», τόσο περισσότερο ενισχύεται το ενδεχόμενο να προκύψουν διαφόρων ειδών κοινωνικά κινήματα. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται και το Ιράν, καθότι, ήσαν τα έστω και αποσπασματικά μεταρρυθμιστικά ανοίγματα της δεκαετίας του 1990, αυτά που προσέφεραν χώρο και ευκαιρίες για την ανάπτυξη συλλογικών-κινηματικών δράσεων. Όσο μεγαλύτερο το εύρος του κρατικού αυταρχισμού (βλέπε Κίνα), τόσο μικρότερες και οι πιθανότητες εμφάνισης οργανωμένων κοινωνικών κινημάτων. Πλέον, αρκετές από τις θεωρητικές αναφορές του Charles Tilly, μετά και από τις κινηματικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, χρήζουν εκ νέου επεξεργασίας.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.